–
Πάτερ Αϊντάν, είστε Αμερικάνος, αλλά μιλάτε τέλεια Ρωσικά. Όμως
βρισκόμαστε στις ΗΠΑ, άρα εσείς διαλέγετε σε ποια γλώσσα θα
επικοινωνούμε.
–
Τα Ρωσικά μου δεν είναι καλά, γι’ αυτό προτείνω να μιλάμε Αγγλικά. Τελώ
καλύτερα τις ακολουθίες στην εκκλησιαστική σλαβονική γλώσσα απ’ ό,τι
μιλάω Ρωσικά στην καθημερινότητα.
– Γιατί; Έχετε περισσότερη πρακτική στην εκκλησιαστική σλαβονική γλώσσα;
– Ναι, είναι έτσι. Κατάγομαι από μια οικογένεια με γερμανικές ρίζες, από προτεστάντες. Στην Ορθοδοξία ήρθα όταν ήμουν 16 χρονών.
–
«Αϊντάν» είναι πολύ σπάνιο όνομα για το ορθόδοξο περιβάλλον. Στ’
αλήθεια δεν το έχω ξανακούσει ποτέ. Μπορείτε να μας πείτε για τον
Ουράνιο Προστάτη σας και για το πώς πήρατε αυτό το μοναχικό όνομα;
–
Ο Άγιος Αϊντάν ήταν Ιρλανδός. Έγινε μέλος μιας μονής στη Σκωτία και
αργότερα εξελέγη Επίσκοπος, για να διαδώσει την ορθόδοξη πίστη και το
Άγιο Ευαγγέλιο στο βόρειο μέρος της Αγγλίας. Αυτό το γεγονός έλαβε χώρα
τον 7ο αιώνα. Ήταν ιεραπόστολος, καλός και ελεήμων άνθρωπος.
Εγώ
ήθελα να γίνω ένας τέτοιος άνθρωπος και γι’ αυτό, πριν από πολλά
χρόνια, ζήτησα αυτό το μοναχικό όνομα. Ο τότε καθηγούμενός μου δέχτηκε
αυτό το αίτημα.
Ωστόσο,
αυτά έγιναν στην εκκλησία των παλαιοημερολογιτών, η οποία δεν είναι
κανονική. Τότε, όταν μόλις είχα προσηλυτιστεί στην Ορθοδοξία, δεν ήξερα
αυτά τα πράγματα. Αργότερα, όταν ξεκαθάρισα το θέμα αυτό, έλαβα την
ευλογία να εγκαταλείψω εκείνο το μοναστήρι και να ενταχθώ στη Ρωσική
Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσίας. Όλ’ αυτά έλαβαν χώρα στο Τέξας.
Εκείνον
τον καιρό η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσίας δεν είχε την
ευχαριστιακή κοινωνία με το Πατριαρχείο της Μόσχας. Με δέχτηκαν στην
Εκκλησία με κάμποση καθυστέρηση: Η επανένωση των Εκκλησιών έλαβε χώρα το
2007 κι εγώ προσχρήθηκα το 2008.
Ήθελα
να μείνω με το όνομα που έλαβα, λόγω λατρείας του Αγίου Αϊντάν. Ο Άγιος
ήταν Ιεραπόστολος και αυτό το γεγονός συνδυαζόταν πολύ καλά με αυτό που
έκανα εγώ: Μελετούσα Λατινικά και ήμουν καθηγητής της γλώσσας στο
Πανεπιστήμιο. Γενικά ήμουν λατινιστής, αλλά, από την άλλη πλευρά, είχα
ως στόχο να επιτελέσω ιεραποστολικό έργο και όχι μόνο για τους
αγγλόφωνους, αλλά και για τους ισπανόφωνους, επειδή ξέρω Ισπανικά, καθώς
και Γερμανικά.
Όταν
ο Μητροπολίτης Ιωνάς (Παφχάουζεν) με κούρεψε σε μικρό μοναχικό σχήμα,
μπορούσε να μου δώσει ένα καινούργιο μοναχικό όνομα, επί τιμή
οποιουδήποτε Αγίου. Για παράδειγμα, γνωρίζετε, μάλιστα, τον πασίγνωστο
Αμερικάνο τραγουδιστή, τον Έλβις Πρίσλεϊ, και όλοι οι Αμερικάνοι
συνδυάζουν αυτό το όνομα μόνο μ’ αυτόν. Όμως υπήρχε ο Άγιος Έλβις, που
ήταν άγιος των πρώτων αιώνων στην Ιρλανδία και ήταν ορθόδοξος.
Οι
μοναχοί της μονής παρακάλεσαν τον Δεσπότη να μου δώσει το όνομα Έλβις
(χαμογελά). Δεν είχα αντιρρήσεις, όμως την παραμονή της κουράς ο
Μητροπολίτης με ρώτησε ποιο όνομα προτιμάω και του απάντησα ότι θα ήθελα
να μείνω με το όνομα Αϊντάν.
Κανείς
δεν ξέρει από πριν ποιο όνομα θα πάρει ένας μοναχός. Την επόμενη μέρα,
όμως, ο Δεσπότης μού έδωσε το όνομα Αϊντάν και το έχω μέχρι τώρα
(χαμογελά).
– Ούτε καν ήξερα ότι ένας μέλλων μοναχός μπορεί να διαλέξει τ’ όνομά του. Συνήθως το κάνει ο ηγούμενος της μονής.
–
Έχετε δίκιο, αυτός που περιμένει να γίνει μοναχός δεν μπορεί να
διαλέξει τ’ όνομά του, αλλά μπορεί να το ζητήσει και στη συνέχεια ο
ηγούμενος μπορεί να δεχθεί το αίτημα ή όχι. Συχνά, ο ηγούμενος ή αυτός
που τελεί την κουρά φωτίζεται την τελευταία στιγμή και διαλέγει τ’
όνομα. Καμιά φορά, ένας επίσκοπος έχει την ιδέα για το όνομα, αλλά την
τελευταία στιγμή ο Θεός του λέει: «Να το όνομα, πρέπει να πράξεις έτσι».
Άρα,
πραγματικά ο μοναχός δεν μπορεί να διαλέξει τ’ όνομα, αλλά υπάρχουν
περιπτώσεις που ρωτούν τη γνώμη του, όπως έγινε στη δική μου περίπτωση,
κι εγώ είπα ότι θα ήθελα να μείνω Αϊντάν.
Υπάρχει,
όμως, ένα άλλο ενδιαφέρον πράγμα. Ο Αϊντάν ήταν Άγιος της Δύσης, ο
οποίος είχε σχέση με τους Ιρλανδούς, τους Σκωτσέζους και τους Εγγλέζους.
Και τα πρώτα 24 χρόνια της ζωής μου στην Ορθοδοξία, όταν ήμουν μέλος
της μη κανονικής Εκκλησίας, τελούσαμε ακολουθίες σύμφωνα με τη δυτική
παράδοση. Εκείνην την εποχή τελούσαμε τις ιεροπραξίες, κατά το πλείστον,
με διαφορετικό τρόπο από τον τρόπο που τελούν οι περισσότεροι πιστοί
στη Δύση σήμερα, δηλαδή είχαμε πιο παλιό τυπικό, που χρονολογείτο από
πάρα πάρα πολύ παλιά. Και στη δεκαετία του 1970 ένας Ρώσος ιερέας μας
είπε ότι καλύτερα ν’ ακολουθούμε πιο παλιούς τύπους ιεροτελεστίας,
επειδή αυτοί αντιστοιχούν περισσότερο στην Ορθοδοξία, από την άποψη της
θεολογίας, καθώς και της ευσέβειας. Αυτό έχει πολλά κοινά με το
συνηθισμένο τυπικό της Ανατολικής χριστιανικής Εκκλησίας.
Αποφασίσαμε
τότε ότι, λόγω δυσκολιών προσχώρησης στην κανονική Εκκλησία, πρέπει να
στραφούμε στο ανατολικό τυπικό και, ίσως, αυτό θα μας βοηθήσει.
Αποδείχτηκε ότι δεν βοήθησε και πολύ, αλλά ακολουθήσαμε το ανατολικό
τυπικό και αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τους τρόπους τέλεσης της
Λειτουργίας στη Ρωσική Εκκλησία. Αυτό το γεγονός μου άρεσε.
Στη
συνέχεια, καθώς το θέμα του να γίνω μέλος της Ρωσικής Ορθόδοξης
Εκκλησίας εκτός Ρωσίας ήταν σε εκκρεμότητα, μου πρότειναν να γίνω ιερέας
της Ελληνικής Εκκλησίας. Αλλά αυτό δεν μου φαινόταν σωστό, αισθανόμουν
ότι η καρδιά μου ανήκει στη Ρωσική Εκκλησία και στον ρώσικο λαό.
–
Στη Ρωσία υπάρχει ένα είδος στερεότυπου, που λέει ότι οι Αμερικάνοι δεν
θέλουν να βλέπουν πιο πέρα από τη μύτη τους, που λέμε, δεν
ενδιαφέρονται για το τι συμβαίνει στον κόσμο και δεν έχουν καμία ιδέα
γι’ άλλες γλώσσες. Το παράδειγμά σας διαψεύδει αυτό το στερεότυπο. Μήπως
αντιπροσωπεύετε κάποια άλλη Αμερική;
–
Ναι, σε μεγάλο βαθμό είναι σωστό το στερεότυπο, για δύο λόγους, νομίζω.
Πρώτ’ απ’ όλα, οι ΗΠΑ είναι μια μεγάλη χώρα, όπου όλοι μιλάνε Αγγλικά.
Γι’ αυτόν τον λόγο οι άνθρωποι εδώ δεν αλληλεπιδρούν τόσο πολύ με άλλες
γλώσσες όσο οι Ευρωπαίοι, οι Αφρικανοί ή οι Ασιάτες. Ο άλλος λόγος,
κατά τη γνώμη μου, συνίσταται στην ιδέα ότι ο αμερικάνικος τρόπος είναι ο
καλύτερος τρόπος στον κόσμο. Τελεία και παύλα. Κάποιος άλλος
πολιτισμός, κάποιος άλλος τρόπος, κάποια άλλη κοινωνία, πρέπει να
μαθαίνουν τη γλώσσα μας. Γιατί εμείς να μάθουμε τη γλώσσα τους; Ασφαλώς,
μια τέτοια προσέγγιση βασίζεται στο γεγονός ότι η αγγλική γλώσσα, σε
κάποιο βαθμό, είναι η γλώσσα την οποία μιλάει όλος ο κόσμος. Στη δική
μου περίπτωση, όμως, όταν έγινα χριστιανός, αποφάσισα ν’ αποδεχθώ την
Εκκλησία με όλη την πληρότητά της, με όλη την ιστορική της σημασία.
Αποτελεί μέρος μιας πολύ μεγάλης οικογένειας.
Η
Ρωσική Εκκλησία και η Ορθοδοξία έχουν αιώνιες ρίζες. Ήθελα να γίνω
μέρος αυτής της ένδοξης ιστορίας, η οποία αντανακλά την παρουσία του
Χριστού στον κόσμο. Εκτός τούτου, όμως, μου άρεσαν πάντοτε οι ξένες
γλώσσες. Κατάγομαι από μια αμερικάνικη οικογένεια με γερμανικές ρίζες,
όμως στο σπίτι ποτέ δεν μιλούσαμε Γερμανικά με τους γονείς μας, εκτός
μερικών φράσεων. Στην πέμπτη-έκτη τάξη του σχολείου άρχισα να μαθαίνω
Γερμανικά μόνος μου.
Ύστερα
ασχολήθηκα με τα Λατινικά, επειδή είναι πολύ σημαντική γλώσσα για τη
Δυτική Εκκλησία. Μετά αποφάσισα να μάθω Ισπανικά, για να μπορώ να
επικοινωνώ με τους μετανάστες από τη Λατινική Αμερική, οι οποίοι ήταν
πολλοί στην πολιτεία του Τέξας, όπου έμενα τότε. Ήθελα να τους εξηγήσω
την ορθόδοξη πίστη μας, γιατί αυτοί εκεί έχουν πολύ δυνατή
ρωμαιοκαθολική παράδοση, η οποία είναι πιο κοντά στην Ορθοδοξία, σε
σχέση με άλλες θρησκευτικές τάσεις της Βόρειας Αμερικής. Οι άνθρωποι
εκεί αγαπούν την Εκκλησία, αγαπούν τις εικόνες και θεωρούν κιόλας ότι
μπορούν να πλησιάσουν έναν ιερέα και να κουβεντιάσουν για τη γιαγιά τους
από το Μεξικό. Μπορούν να πλησιάσουν τον ιερέα σε κάποιο κατάστημα και
να ζητήσουν την ευλογία, ακριβώς όπως το κάνουν στη Ρωσική Ορθόδοξη
Εκκλησία. Επομένως, οι ισπανόφωνοι Αμερικανοί κατανοούν την Ορθοδοξία
και αν ξεκινήσει κάποιο ορθόδοξο κίνημα ανάμεσά τους θα έχει επιτυχία.
Επίσης
ξέρω λίγα Ιταλικά, αλλά όχι και τόσο καλά. Τα Ρωσικά μου, επίσης δεν
είναι και πολύ καλά. Μπορώ να μιλώ Γαλλικά. Γενικά, απολαμβάνω την
εκμάθηση ξένων γλωσσών.
– Μπορείτε να εξηγήσετε το πώς ήρθατε στην Ορθοδοξία; Ήταν μακρόχρονη διαδικασία ή ήταν κάτι το στιγμιαίο;
–
Σε μεγάλο βαθμό, ήταν στιγμιαίο. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια, η οποία
δεν ήταν της εκκλησίας. Στα παιδικά μου χρόνια με βάφτισαν στην Εκκλησία
των Μεθοδιστών, αλλά οι γονείς μου δεν επισκέπτονταν την εκκλησία κι
εγώ μεγάλωσα εκτός αυτής. Η μόνη εξαίρεση ήταν η γιαγιά μου. Όταν έγινα 5
χρονών, η γιαγιά μού είπε ότι υπάρχει Θεός και Αυτός βλέπει τα πάντα,
ξέρει τα πάντα και τους αγαπάει όλους. Και ότι ο Θεός είναι
παντοδύναμος. Αυτά τα λόγια εντυπώθηκαν στη συνείδησή μου.
Μια
φορά πήγαμε σ’ ένα κάμπινγκ κι εγώ ρώτησα τους γονείς μου: «Ο Θεός
υπάρχει;». Και μου απάντησαν: «Γιατί δεν ρωτάς τον Ίδιο;». Απομακρύνθηκα
λίγο από το κάμπινγκ μας, βαθιά στο δάσος, και είπα: «Κύριε, παρακαλώ,
αν υπάρχεις, δώσε μου να το καταλάβω, για να το ξέρω».
Κάποιο συναίσθημα γέμισε την καρδιά μου. Επέστρεψα στην κατασκήνωση και είπα στους γονείς: «Ναι, ο Θεός υπάρχει».
Αλλά
η πίστη μου ήταν πολύ αδύνατη, δεν είχε καμία δομή, στην οποία να
μπορούσα να βασιστώ. Δεν είχα καμία περαιτέρω γνώση για τον Θεό. Δεν
είχα διαβάσει ακόμα την Αγία Γραφή, αυτό έγινε πολύ αργότερα. Και κατά
τη διάρκεια 5 ετών, δηλαδή από 11 έως 16 ετών, ήμουν εντελώς
«επιστημονικός άθεος». Εργαζόμουν κιόλας ως εθελοντής στη μεγαλύτερη
αθεϊστική οργάνωση, «Αμερικανική αθεϊστική κοινότητα». Η εξέχουσα
ακτιβίστρια εκεί ήταν η Μάντελιν Μιούρεϊ Ο’Χέιρ (Madalyn Murray O'Hair).
Αυτή συνέταξε μια αγωγή κατά της ανάγνωσης προσευχών στα κρατικά
σχολεία, η οποία είχε ως αποτέλεσμα το 1963 το Ανώτατο Δικαστήριο των
ΗΠΑ να την εγκρίνει. Είχα σχέση με την εγγονή της, όταν ήμουν έφηβος
(χαμογελά).
Τι
έγινε μετά; Πέθανε ο παππούς μου και αμέσως μετά τον θάνατό του όλοι
στην οικογένειά μου αισθάνονταν ξεκάθαρα ότι η ψυχή του βρίσκεται στο
ίδιο δωμάτιο μαζί μας. Και ύστερα, μετά από 15 ή 20 λεπτά, η ψυχή του
μας εγκατέλειψε. Το αισθανθήκαμε όλοι. Τότε συνειδητοποίησα ότι αυτό το
γεγονός αποτελεί μια καινούργια πληροφορία για μένα και τώρα πρέπει ν’
αναθεωρήσω τις απόψεις μου.
Άρχισα
να ψάχνω. Αυτή η αναζήτηση διήρκεσε μόνο μερικούς μήνες. Σαν να είχα
πόνο στο μέρος όπου είναι η καρδιά μου και ο Κύριος μου αποκάλυψε την
Ορθοδοξία. Στο σχολείο είχα έναν φίλο, μαζί με τον οποίο κάναμε μαθήματα
μουσικής. Ο αδερφός του ήταν παντρεμένος με θρησκευτικό γάμο στην
ορθόδοξη εκκλησία. Αποφασίσαμε να πάμε σ’ αυτήν την εκκλησία. Αυτός ο
άνθρωπος ήταν Βαπτιστής κι έψαχνε να ενισχύσει τη χριστιανική του πίστη.
Ήξερε ότι ο Χριστιανισμός έχει πολύ περισσότερα απ’ όσα λένε οι
Βαπτιστές.
Πήγαμε
στην εκκλησία και τη στιγμή που περνούσα την πόρτα, μου ήρθε απότομα το
συναίσθημα ότι αυτή η πίστη είναι η σωστή και είναι η δική μου πίστη.
Και ότι θα ζήσω και θα πεθάνω σ’ αυτήν την πίστη.
Μετά
άρχισα να μελετάω την Κατήχηση και τελικά βαπτίστηκα σύμφωνα με τον
ορθόδοξο τύπο. Όλ’ αυτά έγιναν περίπου σε ηλικία 17 χρονών. Το περίεργο
γεγονός ήταν ότι το Μύρο, που χρησιμοποίησαν για το χρίσμα μου, ήταν από
το Πατριαρχείο της Μόσχας. Το Μύρο παρέμενε σ’ αυτήν την εκκλησία από
τότε που ήταν υπό τη δικαιοδοσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Φυσικά, δεν καταλάβαινα τότε όλες αυτές τις τυπικές ιδιαιτερότητες. Η
κατανόηση αυτών συνέβη πολύ αργότερα. Τώρα είμαι πεπεισμένος ότι η
αποσχιστική διάθεση δεν μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, που
αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Προκαλεί πολλά εξ’ αυτών και αποτελεί
μεγάλη αμαρτία. Είμαι χαρούμενος που τώρα είμαι μέλος της κανονικής
Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και ως μέλος της μπορώ τώρα να πω στους
παλαιοημερολογίτες και τα μέλη άλλων αποσχιστικών τάσεων, ότι αυτό δεν
είναι ο καλύτερος τρόπος. Δεν είναι αυτό που πρέπει. Και η Εκκλησία δεν
είναι απλώς μια κοινότητα, αλλά είναι μέρος μιας πιο μεγάλης εικόνας.
–
Στο Τέξας υπηρετούσατε ως προϊστάμενος μιας ορθόδοξης ενορίας. Γιατί
αποφασίσατε να μετακομίσετε στη Βιρτζίνια, στη μονή του Αγίου Δημητρίου;
–
Πρώτ’ απ’ όλα, όταν το 2008 άρχισα να υπηρετώ σε μια μικρή ιεραποστολή
στο Όστιν (πολιτεία Τέξας), είπα αμέσως στους ενορίτες μου: «Είμαι
ιερομόναχος. Τώρα υπηρετώ εδώ, αλλά οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να με
στείλουν σε κάποιο μοναστήρι και πολύ πιθανόν να μην είμαι ιερέας της
εκκλησίας σας για πάντα. Θα πρέπει να επιστρέψω στο μοναστήρι». Αλλά
υποσχέθηκα στους ενορίτες ότι δεν θα επιζητήσω την επιστροφή μου μέχρι
να εξοφλήσουμε το δάνειο για το κτίριο του ναού μας και βρήκα κατανόηση.
Τον
Νοέμβριο του 2019 εξοφλήσαμε όλο το ποσό και μετά απ’αυτό άρχισα να
επισκέπτομαι διάφορα μοναστήρια. Πήγα στη Μονή της Αγίας Τριάδος στο
Τζόρνταβιλ, στη Μονή Υψώσεως Τιμίου Σταυρού στη Δυτική Βιρτζίνια,
επισκέφτηκα τον Μητροπολίτη Ιωνά (Παφάχουζεν), όταν αυτός μαζί με την
αδελφότητά του βρισκόταν ακόμα στα περίχωρα της Ουάσιγκτον. Σκόπευα να
πάω στο Σιάτλ, στο μοναστήρι του Παναγαθού Σωτήρος, αλλά μετά απ’ όλα
αυτά διορίστηκα απροσδόκητα σ’ ένα μικρό μοναστήρι της πολιτείας
Μίτσιγκαν, όπου τότε διέμενε μόνο ένας μοναχός. Είναι το πιο βόρειο
σημείο της ηπειρωτικών ΗΠΑ, η πόλη Χιούτον (Houghton), τον χειμώνα εκεί
συχνά τα χιόνια φτάνουν σε ύψος 4 μέτρων. Είναι η τρίτη πόλη στις ΗΠΑ,
όσον αφορά στην ποσότητα του χιονιού.
Αυτό
το μοναστήρι ανήκε στη Μητρόπολη του Σικάγου και της Μέσης Αμερικής της
Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας εκτός Ρωσίας. Ο Επίσκοπος του Σικάγου
Πέτρος μου είπε: «Πάτερ, δεν είναι υποχρεωτικό να μείνετε εδώ, αλλά, σας
παρακαλώ, προσπαθήστε να το κάνετε».
Υπηρέτησα
εκεί για επτά μήνες και μετά αισθάνθηκα ότι μου είναι καλύτερα να πάω
στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου, όπου και βρίσκομαι τώρα. Ο ηγούμενος,
ο Δεσπότης Ιωνάς, ήταν πνευματικός πατέρας μου. Και φυσικά γνώριζα και
τους μοναχούς. Από την πρώτη κιόλας συνάντηση νιώσαμε ότι είμαστε
αδέλφια. Δεν ήταν κάποιο είδος ανάλυσης, που διενήργησε το μυαλό, αλλά
ήταν εντολή της καρδιάς.
Δεν
συμβαίνει συχνά ένας μοναχός, αφού περάσει πολύ καιρό σ’ ένα μοναστήρι,
όπως εγώ, μετά να πάει σε άλλο. Δεν είναι πάντα εύκολο πράγμα και δεν
είναι πάντα προς το καλό, αλλά στη δική μου περίπτωση όλα πήγαν καλά.
Μου
αρέσει πολύ να είμαι στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου. Κι ένα
σημαντικό για μένα πράγμα εδώ συνίσταται στο ότι μου επιτρέπουν μια φορά
τον μήνα να τελώ τη Λειτουργία σύμφωνα με το δυτικό τυπικό. Παρ’ όλο
που είναι ένα συνηθισμένο μοναστήρι, όπου η ζωή κυλά σύμφωνα με το
ανατολικό τυπικό. Εγώ, όμως, πέρασα πολύ καιρό στην εκκλησία με δυτικό
τυπικό και αυτό το είδος ιεροπραξίας μού επιτρέπει να διατηρώ σε κάποιο
βαθμό τις γνώσεις που έλαβα εκεί.
–
Το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου είναι το πρώτο μοναστήρι στην περιοχή
της Ουάσινγκτον και ιδρύθηκε πρόσφατα. Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’
αυτό, για τη ζωή εκεί και για τους ενορίτες του;
–
Στην αρχή είχε μόνο 3 ή 4 μοναχούς. Έμεναν σ’ ένα μικρό σπιτάκι στη
Ουάσινγκτον. Υπάρχει Ταμείο Αγίων Αρχαγγέλων και πολλοί δωρητές του
γνώριζαν τον μακαριστό Επίσκοπο Βασίλειο (Ροντιάνκο). Βοηθούσαν τον
Μητροπολίτη Ιωνά, ο οποίος ήταν επίσης πολύ στενό πρόσωπο για τον
Δεσπότη Βασίλειο. Τον υποστήριζαν και άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι τον
ήξεραν από τα χρόνια της υπηρεσίας του στην Ορθόδοξη Εκκλησία Αμερικής.
Χάρη
σ’ αυτήν την υποστήριξη, αποκτήθηκε το νυν κτίριο της μονής, το οποίο
βρίσκεται σ’ ένα μικρό οικόπεδο, αλλά πρόκειται για ένα ευρύχωρο σπίτι.
Ο
Μητροπολίτης Ιωνάς έχει πλούσια εμπειρία στην ίδρυση μοναστηριών. Είχε
λάβει ενεργό μέρος στην ανακαίνιση της Μονής Βαλαάμ στη Ρωσία, ήταν
ηγούμενος ενός μοναστηριού στην Καλιφόρνια. Κι εγώ πρόσεξα τότε ότι
σκόπευε να επεκτείνει το εδώ υπάρχον μοναστήρι. Όταν ήρθα σ’ αυτό το
μέρος είχε μόνο έξι μοναχούς και τώρα είναι 11 και ακόμα δύο θα
προσαρτηθούν στο εγγύς μέλλον.
Το
μοναστήρι εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς. Δεδομένης της εμπειρίας του
Μητροπολίτη Ιωνά, ήταν κάτι το αναμενόμενο. Θεωρώ ότι έχουμε μια
ισορροπία ανάμεσα στην «Ευχή του Ιησού», δηλαδή την εσωτερική προσευχή,
την προσευχή της σιωπής, και την εξωτερική προσευχή στην εκκλησία.
Τελούμε τις ώρες, τον όρθρο, τον εσπερινό, έχουμε τους ενορίτες μας. Όλ’
αυτά, όμως, είναι συνδεδεμένα με την «Ευχή του Ιησού», την πιο
σημαντική για μας.
– Και ποιοι είναι οι ενορίτες σας;
–
Ο κόσμος έρχεται στις ακολουθίες, ιδιαίτερα τα Σάββατα, όταν η
Λειτουργία αρχίζει λίγο αργότερα. Εκτός τούτου, πολλοί μοναχοί μας τις
Κυριακές τελούν τη Θεία Λειτουργία σε άλλους ναούς, αυτό αποτελεί μέρος
του ιεραποστολικού έργου μας. Για παράδειγμα, στην εκκλησία του Οσίου
Γερμανού της Αλάσκα στο Στάνφορντ, της πολιτείας της Βιρτζίνια. Εγώ και
άλλοι δύο δόκιμοι θα υπηρετούμε σε μια καινούργια ενορία της πόλης
Λουίσα, της πολιτείας της Βιρτζίνια, αφιερωμένη στην Αγία Άννα, την
επίγεια γιαγιά του Χριστού.
Γενικά,
έχω ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον διακόνημα – να επισκέπτομαι φυλακισμένους.
Το είχα ξεκινήσει όταν ήμουν ακόμα στο Τέξας. Ήταν πολύ ευλογημένο
έργο. Πάντως, στη Βιρτζίνια δεν κατάφερα ακόμα να το ξαναρχίσω. Πλην
τούτου, έχω την ιδέα να ξεκινήσω να τελώ ακολουθίες στα Ισπανικά, για
τους ισπανόφωνους Αμερικανούς. Προς το παρόν, η ιδέα αυτή προχωρά πολύ
αργά. Θα δούμε τι μπορεί να γίνει.
Εκτός
τούτου, ο Μητροπολίτης Ιωνάς επισκέπτεται συχνά τις ενορίες σε άλλα
μέρη των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια των πανηγύρεών τους, στην περίπτωση που ο
τοπικός Αρχιερέας δεν δύναται για κάποιους λόγους.
Κατ’
αυτόν τον τρόπο, αναθρέφουμε πνευματικά αρκετό αριθμό κόσμου, ιδιαίτερα
τους νέους. Όταν λέω κάπου ότι ο επικεφαλής της μονής μας είναι ο
Μητροπολίτης Ιωνάς, μου απαντούν συχνά το εξής: «Ο Μητροπολίτης Ιωνάς;
Ακούω τις ομιλίες του για την Κατήχηση και άλλα θέματα. Με βοήθησαν πολύ
στο να γίνω μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Συνεπώς, το μοναστήρι μας επιτελεί πολύ σοβαρό ιεραποστολικό έργο.
–
Όταν γνωριστήκαμε, σας είδα μετά τη Θεία Λειτουργία να παίζετε σ’ ένα
μικρό πιάνο. Δίνετε συχνά τέτοιες συναυλίες και ποια μουσική συνήθως
παίζετε; Και ποια είναι η αντίδραση των ενοριτών σας και των άλλων
μοναχών; Επειδή σπάνια μπορεί ν’ ακούσει κανείς μη εκκλησιαστική μουσική
σ’ ένα ορθόδοξο μοναστήρι.
–
Όντως, πολύ σπάνια. Στον μοναχικό τρόπο ζωής στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν
προβλέπεται η εκτέλεση μουσικών αποσπασμάτων. Επομένως, για ένα μεγάλο
μέρος της ζωής μου δεν ασχολιόμουν με τη μουσική, εκτός από τα φοιτητικά
μου χρόνια, όταν κι έκανα μαθήματα μουσικής. Ταυτόχρονα, όμως, στη
Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία τέτοια πράγματα επιτρέπονται, σε κάποιο βαθμό.
Μερικοί Επίσκοποί μας, καμιά φορά, συνεχίζουν να παίζουν πιάνο, όπως
έκαναν, όταν ήταν κοσμικοί. Στη Ρωσία, επίσης, υπάρχουν μοναστήρια, όπου
οι μοναχοί έχουν το ταλέντο να παίζουν μουσικά κομμάτια. Για
παράδειγμα, παίζουν Μπαχ, μπορείτε να βρείτε τέτοιες ηχογραφήσεις το
Διαδίκτυο.
Δεν
προγραμματίζω ποτέ κάποιες συναυλίες, όμως όταν οι άνθρωποι
συγκεντρώνονται και με παρακαλούν να παίξω κι εγώ έχω ανάλογη διάθεση,
τότε μου φέρνουν το πιάνο. Συνήθως παίζω κομμάτια του Μπαχ, του Μότσαρτ,
του Μπετόβεν ή παλαιότερη μπαρόκ μουσική, όπως Φρανσουά Κουπερέν, Ζαν
Φιλίπ Ραμό και κάποιους Άγγλους συνθέτες, όπως ο Χένρι Πέρσελ και ο
Γουέιν Μπερντ.
Αλλά
έχω μόνο ένα μικρό ηλεκτρονικό όργανο, απ’ όπου λείπουν κάποια πλήκτρα
και ποδόπληκτρα. Δεν είναι κανονικό πιάνο. Πάντως, είναι αρκετό για να
παίζω πιο παλιά μουσική και μερικά κομμάτια μεταγενέστερων συνθετών,
π.χ. του Μότσαρτ.
– Και τι λέτε για τους Ρώσους συνθέτες, όπως ο Τσαϊκόβσκι, ο Ραχμάνινοφ, ο Προκόφιεφ;
–
Λατρεύω τα έργα όλων αυτών συνθετών. Παίζω Ραχμάνινοφ, Μουσόργκσκι και
ακόμη κάποιους Σοβιετικούς συνθέτες, π.χ. Σοστακόβιτς. Εμπνευσμένος από
τον Μπαχ, ο Σοστακόβιτς συνέθεσε μια σειρά από πρελούδια και φούγκες.
Μερικά από αυτά αποτελούν υπέροχα μουσικά έργα.
Ως
μοναχός, βλέπω ότι μερικές φορές ο τρόπος ζωής ενός συνθέτη δεν
αντιστοιχεί στην ομορφιά της μουσικής του. Καμιά φορά, μια υπέροχη
μουσική μπορεί να είναι δημιουργημένη από όχι τέλειους ανθρώπους. Αλλά
ίσως αυτό είναι η χάρη του Θεού. Ίσως ο Θεός τους επέτρεψε να κάνουν ένα
καλό πράγμα στη ζωή τους.
Με τον ιερομόναχο Αϊντάν (Κέλερ)
συνομίλησε ο Ντμίτρι Ζλόντορεβ
Μετέφρασε από τα Ρωσικά στα Ελληνικά η Κατερίνα Πολονέιτσικ