ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Πεντηκοστή & του Αγίου Πνεύματος...



 Φωτο από εδώ (μπείτε)

Ένα μόνο σχόλιο, προς τον εαυτό μου και προς κάθε αδελφό.
Η Πεντηκοστή είναι η Κυριακή της γονυκλισίας, για την οποία ίσως διαβάσεις πιο κάτω. Η πρώτη μέρα που γονατίζουμε στην Εκκλησία μετά το Πάσχα. Στο μεσοδιάστημα δεν γονατίζουμε, για να θυμόμαστε πως είμαστε ελεύθεροι κι όχι δούλοι!
Ο ίδιος ο Χριστός γονάτισε (ή πάντως έσκυψε) τουλάχιστον δυο φορές: όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, κατά το Μυστικό Δείπνο, και όταν έπεσε κάτω απ' το βάρος του σταυρού, στο δρόμο για το Γολγοθά. Και τις δυο φορές, το υπέστη για να σώσει εσένα, εμένα και κάθε άνθρωπο που γνωρίζουμε ή δεν γνωρίζουμε... Έχουμε λοιπόν ένα Θεό, που όχι μόνο γίνεται άνθρωπος, αλλά και γονατίζει για τον άνθρωπο και φυσικά πεθαίνει γι' αυτόν. Αυτό το Θεό δοξάζει και Αυτόν διακηρύσσει ο Χριστιανισμός (εννοώ η Ορθόδοξη Εκκλησία, η αυθεντική Εκκλησία που ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός), γι' αυτό και δεν συγκρίνεται με καμιά θρησκεία (ούτε καν με τον Καθολικισμό, που αντιλαμβάνεται το Θεό ως εξουσία).
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί συνηθίζουμε να γονατίζουμε μπροστά στην εικόνα του Χριστού, της Παναγίας ή κάποιου αγίου, εκφράζοντας το βάρος του δικού μας σταυρού και των δικών μας αμαρτιών. Κάποιοι αδελφοί μας δεν καταδέχονται να γονατίσουν, επειδή βλέπουν με περιφρόνηση τους αγράμματους προγόνους τους να το κάνουν και οι ίδιοι αισθάνονται μορφωμένοι, εξελιγμένοι και ανώτεροι - δε βλέπουν ωστόσο ότι και άγιοι τρομερά μορφωμένοι το ίδιο κάνουν. Όποιος όμως δεν καταδέχεται να γονατίσει μπροστά στην εικόνα του Χριστού, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να γονατίσει μπροστά στο διάβολο.
Φωτο από εδώ
Και ο μεν Ιησούς, από κει που είσαι γονατισμένος, αδελφέ / αδελφή μου, θα σε ανασηκώσει. Όμως ο διάβολος θα σε συντρίψει.
Θα δώσω ένα παράδειγμα για την άρνησή μας να γονατίσουμε. Είναι από το αυτοβιογραφικό κείμενο του Nilus Stryker, ενός βουδιστή ιερέα των ΗΠΑ που μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία:
Στον Βουδισμό της Vajrayana, βλέπεις τον δάσκαλό σου σαν ένα φωτισμένο ον, το οποίο αντιπροσωπεύει πλήρως το μονοπάτι σου προς εκείνο τον στόχο. Βάζουμε εδαφιαία μετάνοια στον δάσκαλό μας, σε ένδειξη απόλυτου σεβασμού και σε ένδειξη της εξάρτησής μας από αυτόν για την πνευματική μας πρόοδο και ολοκλήρωση. Εγώ έβαζα μετάνοιες στον δάσκαλό μου χωρίς κανένα ενδοιασμό (το μόνο εμπόδιο ήταν τα κιλά μου και τα γόνατά μου).
Στην Ορθόδοξη εκκλησία βάζουμε μετάνοιες ενώπιον του Θεού, ενώπιον του Χριστού, ενώπιον του Αγίου Πνεύματος. Βάζουμε και μετάνοιες ενώπιον των εικόνων των αγίων, σε ένδειξη αφοσίωσης και σεβασμού.
Εγώ ακόμα αρνιόμουν να κάνω μετάνοιες. Κάτι υπήρχε, μέσα σ’ αυτή την εμμονή μου, που δεν ήταν λογικό. Έβλεπα, πόσο αλλόκοτο ήταν να βάζω μετάνοιες σε ένα δάσκαλο και να επιμένω να μην το κάνω ενώπιον Θεού. Μου φαινόταν κάπως πιο εύκολο να εμπιστευτώ έναν άνθρωπο παρά το Θείο. Έκανα τον σταυρό μου, αλλά δεν έκανα μετάνοιες. Εδώ με τράβηξαν κυριολεκτικά από το κρεβάτι, με κάλεσαν με τέτοιον τρόπο που μέχρι εγώ τον άκουσα, και βίωσα μια τέτοια απίστευτη εμπειρία Φωτός και Αγάπης με τρόπο τόσο προσωπικό, και όμως, η υπερηφάνεια μου και η ισχυρογνωμοσύνη μου συνέχιζαν να αντιστέκονται σε μια πιο πλούσια και πληρέστερη εκδήλωση αφοσίωσης… Δεν λύγιζα… Δεν θα «έκλινα τον αυχένα» στον Θεό… Κάτι συνέχιζε να αντιστέκεται δυναμικά στο κάλεσμα του Χριστού και της Ορθόδοξης εκκλησίας… Κι ας ήξερα πως δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω ξανά.
Χρειάζεται όμως κι ένα ταξιδάκι εδώ, στην ενότητα Δ, όπου κάποιος που καμάρωνε για την πνευματική του πρόοδο μιλάει για τις εντυπώσεις του... 

Ένα κλικ λοιπόν, σε παρακαλώ, ΑΝ θέλεις, στα:

Γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, Η γιορτή της αγίας Πεντηκοστής

Περί του Αγίου Πνεύματος
 
Εξαιτίας της αίρεσης των πεντηκοστιανών, που νομίζουν ότι ξαναζούν την Πεντηκοστή κατά τις συγκεντρώσεις τους, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας και αυτή την ανάρτηση:

An Interview with a Former Protestant Missionary


Are There Many Christian Churches, or Is the True Church One?

Journey to Orthodoxy 

priest Peter Jackson editedPriest Peter Jackson — a former Protestant missionary and the translator of several books of Holy Scripture into the language of the Kogi people of Colombia, presently(1997) a student at Holy Trinity Spiritual Seminary — tells of his road to Orthodoxy. This is an Interview conducted with him on the pages of Pravoslavnaya Rus’ [Orthodox Rus’] by R. Sholkov.
 
RS: Tell us a little bit about yourself.
 
PJ: I was an Evangelical Protestant from birth. My family attended Baptist and Presbyterian churches, and my parents were firm believers in [the concept of] the “invisible Church,” i.e., [the belief] that there has never been a single church on earth which could call herself the one True Church; i.e., [a church] possessing the fulness of the Truth [Isstina]. All that was necessary was “to believe in Christ” and to attend that church which was “convenient.” But I could never understand why there were so many different so-called churches, all of which considered themselves to be Bible-based?
When I was 12 years old, our community was visited by some preachers who were doing missionary work in Colombia and translating the Bible for the Indians. Because I had always been interested in languages, I was attracted to this work. I was astonished [to learn] that there are thousands of languages in the world into which the Bible has not yet been translated. I began to study Greek and Hebrew, in order to prepare myself for working in translating the Bible into such languages; and, at the university, I studied linguistics. Later, I joined the Protestant Mission of Bible translators (Wycliffe Bible Translators), in order to obtain a more detailed education.
When I was in training at Wycliffe, I became acquainted with my future wife, Styliana; now we have two sons, Nicholas and Benjamin. Styliana’s parents were missionaries in Colombia, when she was yet 5 years old. They preached among the semi-savage Kogi tribe. Her parents were very happy to receive our (my wife’s and mine) support in this missionary work. They had no time for translations; hence, after our arrival, I began to study both Spanish (which is spoken in Colombia) and the language of the Kogi people, and to translate the New Testament and the book of Genesis into their language. I was also forced to create an orthography for the Kogi, as they had never had a written language.
 
RS: How did you find out about Orthodoxy?
 
PJ: Being a missionary, I understood much. The Evangelicals repeat, over and over, that they all have the same identical faith; but each denomination has its own system of belief. Thus, I saw that the missionaries in Colombia pretended to sympathize with the Roman Catholics; but that behind their backs, they hated each other. Each denomination taught in accordance with its own belief-system, but would say, at the same time, that all Protestants nonetheless believe one and the same thing. I began to think deeply about this—how could we teach the tribes a single faith? when one group would become Baptists, another—Lutherans, a third—Pentecostals. I discovered that each Bible translator, willy-nilly, would translate it in accordance with his own denomination’s world-view. They would say that this “will help the Indians to understand [the Bible] better.” But which translation of the Bible was the correct one? How could we proclaim catholicity [sobornost’]? Where was the Church in all this?
Likewise, while I was translating the Bible from the Greek, I noticed that its meaning was distinct from the English and Spanish translations. The Western teaching concerning predestination (Calvinism), which always used to trouble me, did not exist in the Greek Bible. But the English and Spanish translators, willy-nilly, would introduce slight changes into the meaning of the text, in order to imbue the texts with a western and even a Calvinist meaning. I likewise noticed that the other major Protestant doctrines simply could not be Biblical; chiliasm, for example, or the justification of believers by faith alone, although Protestants explain that these doctrines of theirs are allegedly Bible-based!
I began to study Church history, in order to find out precisely whence these heresies originated, and what the early Church actually taught. Protestants, on the other hand, teach that, after the Apostles, God ceased all activity, as it were, for fourteen centuries.
 
RS: And how did your spouse, who had grown up in a family of confirmed Protestants react to the road along which you had begun to travel?
 
PJ: She always supported me; even, as it were, nudged me along! When we were wed, we promised each other that we would always seek accord in all controversial issues that might arise. The Truth [Istina] is one, and we always discuss all questions until we reach an accord. What we cannot agree about is the teaching concerning the Church. Styliana was likewise brought up with the idea of an “invisible Church,” but rejected it. She believed firmly that the Church must be somewhere. It was precisely she who inspired me to find out whether Calvinism has any basis in the Bible. When I discovered that the distorted concept of predestination existed only in the West, and that the Holy Fathers of the East teach about synergy (i.e., the mutually-reciprocal bond between the Divine and human wills), my wife asked me:
“Well, what about the Greek Church, then? Perhaps it contains the Truth [Istina]?”
My response was the following:
“Which Greek Church? Are you speaking of the Orthodox Church?”
I knew nothing about Orthodoxy, but I had been brought up with the understanding that Orthodoxy is as pernicious as [Roman] Catholicism—even worse, in fact. Thus, I expressed no further interest in the idea.
In the meantime, we were approaching ever closer to Orthodoxy! When we were invited to preach at meetings, I would speak about fasting and the doctrine of synergy. But people did not like what I had to say. I tried to be a proper Protestant and base my teachings upon the Bible, but people would say:
“We don’t care that you can support your words with the Bible, this is still not our doctrine.”
It was apparent that, despite Protestantism’s stand against Church Tradition, they had created their own tradition. We finally figured out that we were no longer Protestants. But we were also not [Roman] Catholics. So what were we? Where was our faith?
When we returned to America for vacation, my wife purchased a used book for 10 cents, entitled “The Orthodox Church.” I immediately read it and was struck by lightning, as it were. I did not know about the seven Œcumenical Councils and about former apostasies. Now, I read about theosis and hesychasm, about St. Gregory Palamas and the Venerable Serafim of Sarov. This was a new world! But, in reality, it was not new, but distinctively unique [samobytnyi]; this was the Apostolic Faith. The Truth [Istina] had turned out to be there, where we had not expected to find It—but [where] It had always waited for us. We understood that Christ had truly built His Church, having said to Peter:
“upon this rock I will build My Church, and the gates of hell shall not prevail against her” (Matt. 16: 18).
We believed in this as in a verity, even when our families and friends stood opposed to our beliefs.
 
RS: When did you become Orthodox?
 
PJ: Only after our return to Colombia did we decide to become Orthodox. But we could not find an Orthodox parish; there was only a tiny Greek community there, but without a priest. A year later, we finally met a priest from Venezuela, and he agreed to baptize us. A month later, he returned with a bishop from the Patriarchate of Constantinople, who invited us to move to Argentina, where he would have prepared me for the priesthood. But the newspapers at that time were filled with stories about the meetings between the Œcumenical Patriarch and the Pope of Rome.
 
RS: What did you know about ecumenism and modernism in “official Orthodoxy”?
 
PJ: We had already read about the participation of the “official Orthodox Churches” in the “World Council of Churches,” but our Orthodox friends in America (all of them, from “officially-Orthodox Churches”) sought to convince us that there is no false teaching or heresy involved in this; and that, by participating in the WCC, the Orthodox can enlighten the heterodox [inovernyie]. Nevertheless, this meeting between the Œcumenical Patriarch and the Pope of Rome troubled us; as did the news that the Antiochian Patriarchate had established de facto communion with the Monophysites. I wrote a letter about this to our bishop.
We were shocked by his reply. He railed abusively [vyrugal] at us for our doubting the Patriarch and said that he was sorry that we had been “deceived by fanatics,” that is, by the True Orthodox. But we didn’t even know a single True Orthodox person, and we had never heard of them. We were simply opposed to ecumenism, because it rejects the “uniqueness” [yedinstvennost’] of Holy Orthodoxy, and thereby contradicts the Œcumenical Councils. Worse yet, the bishop informed us that the Œcumenical Patriarch had not only wanted to enter into communion with the Monophysites and the [Roman] Catholics, but even with all the monotheistic faiths. This was no longer Orthodoxy! I have saved this letter, in order to show it to my “Orthodox” ecumenist-friends. Ecumenism-modernism is not simply a temporary tendency [veyaniye] that will soon vanish. It is the greatest peril of our times.
 
RS: How did you happen to meet True Orthodox Christians, and how did this affect your life?
 
PJ: I was already sending off letters to various Orthodox jurisdictions, in order that they might help me create an Orthodox parish in Colombia. Soon after our baptism, we received letters from Bishop Ilarion [Hilarion] and Fr. Luke; both of them were from ROCOR. Both the one and the other treated us with Christian love, and also suggested to us that we should find out about ecumenism in greater detail. Vladyka Ilarion did not say anything bad against that bishop from the PC, but stated that the Holy Spirit was guiding us onto the right path. When we had finished thoroughly studying [izuchili] the literature of ROCOR and the other True Orthodox jurisdictions, we saw clearly the distinction between their spirituality and the pseudo-spirituality [lzhedukhovnost’] of the “Orthodox” modernists. Thus, we decided to join ROCOR.
 
RS: Now you are studying at Holy Trinity Seminary. What are your plans for the future?
 
PJ: Despite the fact that there have long-since been Orthodox temples in Latin America, we were amazed by the fact that there is not a single one in Colombia, although Orthodox [Christians] do live there. Likewise, many of our friends and acquaintances in Colombia are interested in Orthodoxy. This is a [Roman] Catholic country, but the Protestants have drawn many to themselves. The majority of [Roman] Catholics would never have converted to Protestantism, had they not noticed that their church is moving ever-farther-away from the Truth [Istina]. People tell us that they want to find that original Faith which [once] existed among the ancient Saints. Thus, we think that Colombia, like all of Latin America, is a great harvest, which is awaiting its workers.
 
RS: What would you like to say to our non-Orthodox readers?
 
PJ: We are disappointed by the fact that at such a time as Orthodoxy is being reborn in Rus’, many false teachings are appearing and polluting Russia. God is one, the Church is one, and the Truth [Istina] is one. I would advise the non-Orthodox readers to study thoroughly [izuchit’] the teaching of the Orthodox Church. Not a single other church or faith can call itself the true Church. Do not depart from Orthodoxy because you see some people in it of little faith. You must not abandon the Truth [Istina] on account of sinful man. Sinners are everywhere, but true Saints are only [to be found] in Orthodoxy. Do not be afraid to ask questions and to seek the Truth [Istina]. Then you will be able to say with us:
“We see the true Light; we have found the true Faith.”
*****
But even if we, or an angel from heaven, should preach to you a gospel contrary to that which we preached to you, let him be accursed. As we have said before, so now I say again, If anyone is preaching to you a gospel contrary to that which you received, let him be accursed. (St. Paul [The Epistle to the Galatians, Ch. I, vv. 8-9])
Translated by G. Spruksts from the Russian text in PR, No. 8, 1997, pp. 11-12, 14.
 
Note-Priest Peter Jackson is now the rector of Sts. Theodore Church in Williamsville, near Buffalo, NY.
 

Σάββατο 30 Μαΐου 2015

Πεντηκοστή και πνευματική δίψα


ΕΑΝ ΤΙΣ ΔΙΨΑ, ΕΡΧΕΣΘΩ ΠΡΟΣ ΜΕ ΚΑΙ ΠΙΝΕΤΩ

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός 
 
Οι γιορτές της πίστης μας μάς δίνονται για να ξεδιψάσουμε την πνευματική μας δίψα για τον Θεό, την Αλήθεια, τη  Ζωή. Μας δίδονται για να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από την προσκόλλησή μας σε έναν τρόπο ζωής, ο οποίος φαίνεται να καλύπτει τον χρόνο μας, να απομυζά τον προβληματισμό μας για το επέκεινα, να μας απορροφά είτε με το να επιδιώκουμε την λιγοστή απόλαυση που θα μας κάνει να ξεχνιόμαστε είτε με το να ονειρευόμαστε έναν καλύτερο κόσμο, ένα καλύτερο μέλλον, μια μεγαλύτερη άνεση στην πορεία μας.
 
Μέσα από τις γιορτές της πίστης συναντούμε τον πρωταγωνιστή τους που δεν είναι άλλος από τον τριαδικό Θεό. Είναι Αυτός που μας δημιούργησε, Αυτός που μας ανακαίνισε, Αυτός που βρίσκεται κοντά μας δίδοντάς μας το Φως Του, τη χαρά, την Αγάπη, το άνοιγμα στην κοινωνία της αιωνιότητας. Μέσα από τις γιορτές της πίστης μας έχουμε τη δυνατότητα, καθώς συμμετέχουμε στο κορυφαίο γεγονός της Θείας Ευχαριστίας, να αφήνουμε στον εαυτό μας ένα παράθυρο στον ουρανό, μία ελπίδα αιωνιότητας η οποία αλλάζει την ύπαρξή μας.
 
Προϋπόθεση η δίψα μας να μην έχει κορεστεί από τον κόσμο. Να υπάρχει περιθώριο για τον Θεό. Όπως ο Χριστός είπε στους Ιουδαίους την τελευταία ημέρα της εορτής της Σκηνοπηγίας: «εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω» (Ιωάν. 7, 37). Όποιος διψάει, να έρχεται σε μένα και να πίνει. Ο λόγος αυτός δείχνει τη δίψα όχι απλώς για κάποιες ιδέες που θα δώσουν σκοπό και νόημα  στη ζωή μας ή για κάποιο τελετουργικό ή για κάποια λόγια που θα μας παρηγορήσουν, αλλά τη δίψα για ένα Πρόσωπο και για κοινωνία μαζί του.
 
Οι γιορτές της πίστης μας έχουν νόημα αν διψούμε για τον Χριστό. Διότι Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής τους, άμεσα ή έμμεσα.  Και διψώ για τον Χριστό σημαίνει επιθυμώ να τον συναντήσω. Επιθυμώ να Τον γνωρίσω. Επιθυμώ να Τον κοινωνήσω. Επιθυμώ να Τον αγαπήσω και να αφήσω την ζωή μου να αλλάξει, να νοηματοδοτηθεί κοντά Του. Επιθυμώ τελικά να πιω από το ζων ύδωρ που προσφέρει και που δεν είναι άλλο από τον Εαυτό Του. Και το πρόσωπο του Χριστού υπάρχει στην Εκκλησία και γίνεται προσιτό διά του Αγίου Πνεύματος. και μέσα από την χάρη που το Άγιο Πνεύμα δίδει, αποκτούμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τον Θεό-Πατέρα, να συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξη του τριαδικού Θεού, μέσω του Οποίου αγιάζεται και μεταμορφώνεται η ζωή μας.
 
Γιατί οι άνθρωποι, ενώ στην καθημερινή μας ζωή ζητούμε την κοινωνία με τα πρόσωπα των άλλων, καθότι δεν μπορούμε να αντέξουμε την μοναξιά, όταν στην καρδιά μας τίθεται το ερώτημα του Θεού, μεταστρέφουμε την απάντηση από το Πρόσωπο στις πεποιθήσεις, από την συνάντηση και την κοινωνία με τον Υιό του Θεού σε μία αφηρημένη πίστη σε κάποιον γενικά υπάρχοντα Θεό, την επικοινωνία με τον Οποίο μεταθέτουμε για το τέλος του βιολογικού μας χρόνου; Από την άλλη πάλι, γιατί οι άνθρωποι που θέλουμε να πιστεύουμε στο Πρόσωπο του Χριστού και στη συνάντηση μαζί Του δυσκολευόμαστε να Τον προσεγγίσουμε, καθώς αισθανόμαστε ισχυρή εντός μας τη δύναμη της αμαρτίας, τη δύναμη της προσκόλλησης στον κόσμο και τις μέριμνες, αφηνόμαστε στους λογισμούς με τους οποίους ο νους μας μάς αφήνει επαναπαυμένους στην τυπικότητα μιας σχέσης, η οποία αρκείται στη συνήθεια;
 
Το κλειδί είναι το «ερχέσθω». Να έρχεται.  Η σχέση μας με τον Χριστό προϋποθέτει μία συνεχή κίνηση προς Εκείνον. Αυτή η κίνηση είναι απότοκος της δίψας. Όποιος διψά, πηγαίνει προς την πηγή. Και δεν πηγαίνει άπαξ, διότι όσο υπάρχουμε εν χρόνω, θα διψούμε. Όσο θα γνωρίζουμε ότι το ύδωρ το οποίο λαμβάνουμε από τον Χριστό δίνει ζωή, διότι είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, το οποίο αποστέλλει ο Κύριος στον κόσμο δια της Εκκλησίας, τόσο θα θέλουμε να πηγαίνουμε προς Εκείνον, διότι θα βρίσκουμε σ’ αυτό το ζων ύδωρ ασφάλεια, χαρά, διάθεση να συνεχίσουμε την πορεία μας στον κόσμο και τον χρόνο εν επιγνώσει του Ποιος είναι η Αλήθεια και πώς η Αλήθεια μπορεί να είναι ο γνώμονας της πορείας μας. 
 
Όμως οι άνθρωποι αφήνουμε κατά μέρος αυτό το «ερχέσθω». Πηγαίνουμε στο Χριστό μόνο όταν αισθανόμαστε ότι μας διακατέχουν ανάγκες που μοιάζουν με δίψα, αλλά δεν είναι δίψα ζωής, αλλά δίψα κάλυψης των φόβων μας, των αγωνιών μας, των επιθυμιών για εκπλήρωση των στόχων μας, για εύρεση ανθρώπων με τους οποίους να μπορούμε να συνυπάρχουμε,  και όχι μία συνεχής δίψα για ζωή και περίσσεια ζωής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το «ερχέσθω» να είναι συνήθεια, περιστασιακότητα, ένα διάλειμμα στην πορεία της ζωής μας και όχι η ίδια η ζωή μας.
 
«Ερχέσθω» μας λέει ο κόσμος. Και νομίζουμε ότι κινούμενοι προς αυτόν θα ξεδιψάσουμε. Νικημένοι από τον χρόνο και τη δύναμή του, από τις επιλογές και τα πρότυπα ζωής, από τις ιδέες και την αίσθηση ότι η ματαιότητα ξεπερνιέται όταν δημιουργούμε με βάση τα χαρίσματα, τις ανάγκες και την προσαρμογή μας στα κοσμικά δεδομένα, από την επιθυμία της ευχαρίστησης, πιστεύουμε ότι δεν χρειαζόμαστε τον Θεό για να έχει η ζωή μας νόημα. Και είναι το «ερχέσθω» του κόσμου μία υπόσχεση άμεσης πλήρωσης της δίψας μας, είτε με τα αγαθά είτε με τα όνειρα και τις ελπίδες είτε με την προσαρμογή σε δεδομένα που μας καθιστούν μέλη της κοινότητας των πολλών, ενίοτε χωρίς πολύ κόπο, με τη δύναμη του εδώ και τώρα των αισθήσεων. Είναι το «ερχέσθω» του κόσμου η εκπλήρωση της ψευδαίσθησης ότι μπορούμε να γνωρίσουμε τις αλήθειες του, μία εκ νέου μετοχή στον καρπό του δέντρου «του γινώσκειν καλόν και πονηρόν», μία μικρή θεοποίηση που διαγράφει τη δίψα για Θεό. 
 
Καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα σ’ αυτά τα «ερχέσθω». Είναι η δύναμη της ελευθερίας που ο Θεός μάς χάρισε και την οποία ουδέποτε αφαιρεί. Μπροστά στην πρόκληση όμως δεν είμαστε μόνοι μας. Υπάρχει ο Παράκλητος. Το Πνεύμα της Αληθείας. Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Ο θησαυρός των αγαθών και ο Χορηγός της Ζωής. Δρα μυστικά και αόρατα. Φωτίζει. Γλυκαίνει. Μας ωθεί στην οδό του «ερχέσθω» προς τον Χριστό. Μας κάνει να αντέχουμε τον καύσωνα των παθών ο οποίος μας καλεί να επιλέξουμε το «ερχέσθω» του κόσμου ως δυνατότητα άμεσου ξεδιψάσματος.  Και μας υποδεικνύει τη ζωή της Εκκλησίας, τη ζωή της αγάπης και της υπομονής ως την οδό στην οποίο ο ερχόμενος δεν θα εκβληθεί έξω, ακόμη κι αν νικηθεί από το άλλο «ερχέσθω».  Πρόσκαιρη είναι εκείνη η ήττα. Αν «έλθει και σκηνώσει εν ημίν» ο Ουράνιος Βασιλεύς, καθαριζόμαστε από πάσης κηλίδος και από εμάς ξεδιψούν κι άλλοι.
 
Γιορτές όπως η Πεντηκοστή, η επιδημία (ερχομός) του Πνεύματος, αποτελούν για όλους μας ανανέωση της ελπίδας, επανεύρεση της πηγής που ξεδιψά αληθινά. Και την ίδια στιγμή μάς υπενθυμίζουν την πρόσκληση του Θεού. Το δικό Του «ερχέσθω», την δική Του κάθοδο στον κόσμο και προς εμάς, η οποία γίνεται συνεχής παρουσία χάριτος στις καρδιές μας. Αρκεί να κοπιάσουμε εν προσευχή, αγάπη και δίψα για κοινωνία μαζί Του. Για να μπορούμε να πίνουμε, να χορταίνουμε και να προσφέρουμε από το ζων ύδωρ του Πνεύματός Του δίνοντας αληθινό νόημα στη ζωή μας και κοινωνώντας το Πρόσωπό Του.
 
Διαβάστε, παρακαλώ, και:
 

Περί του Αγίου Πνεύματος
 
Εξαιτίας της αίρεσης των πεντηκοστιανών, που νομίζουν ότι ξαναζούν την Πεντηκοστή κατά τις συγκεντρώσεις τους, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας και αυτή την ανάρτηση:

Ο αδελφός είναι η ίδια μας η ζωή (αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη, † 1938)

 
Ο αδελφός είναι η ίδια μας η ζωή

Αγιορείτικο Βήμα

Προσδοκώντας τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, η αγάπη επιθυμεί να φθάσει έως το τέλος· γι᾿ αυτό αγκαλιάζει όχι μόνο το σύνολο όσων βρίσκονται τώρα πάνω στη γη, αλλά ακόμη και αυτούς που είναι ήδη κεκοιμημένοι, ακόμη και τον άδη και αυτούς που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί, με άλλα λόγια τον όλο Αδάμ.
Μακαρία η ψυχή που αγαπά τον αδελφό της, διότι ο αδελφός μας είναι η ίδια η ζωή μας.
Η ψυχή λυπάται όταν βλέπει τον άλλο να υποφέρει. Εάν μπορούσα να βοηθήσω έστω και έναν μόνο άνθρωπο, θα ευλογούσα γι᾿ αυτό αιωνίως τον Κύριο.

Πρέπει να έχεις καρδιά που συμπάσχει και να αγαπάς όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά επίσης να σέβεσαι κάθε πλάσμα, καθετί που έχει δημιουργηθεί από τον Θεό.

Και:

Δίψα και άμεση γνώση του Θεού, Ειρήνη και Αγάπη

Διαμάντια από τη διδασκαλία του αγίου Σιλουανού (και η βιογραφία του)
Η μυστική πράκτορας και ο καλόγερος
Αυτογνωσία
Ο συνάνθρωπος: κόλαση ή παράδεισος;
Η αγάπη του Θεού προς τους αμαρτωλούς και η σωτηρία τους
Ο γέροντας Ισίδωρος και η πλάση... Τα «σιωπηλά και ήσυχα παιδιά της γης»

Πώς ξέρουμε σίγουρα ότι υπάρχει Θεός;
Η άμεση γνώση του Θεού από τους ανθρώπους
Πώς αναζητούμε το Θεό. Πέντε άνθρωποι που ήθελαν πραγματικά "να δουν" 
Προσδοκώντας τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, η αγάπη επιθυμεί να φθάσει έως το τέλος· γι᾿ αυτό αγκαλιάζει όχι μόνο το σύνολο όσων βρίσκονται τώρα πάνω στη γη, αλλά ακόμη και αυτούς που είναι ήδη κεκοιμημένοι, ακόμη και τον άδη και αυτούς που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί, με άλλα λόγια τον όλο Αδάμ.

Μακαρία η ψυχή που αγαπά τον αδελφό της, διότι ο αδελφός μας είναι η ίδια η ζωή μας.

Η ψυχή λυπάται όταν βλέπει τον άλλο να υποφέρει. Εάν μπορούσα να βοηθήσω έστω και έναν μόνο άνθρωπο, θα ευλογούσα γι᾿ αυτό αιωνίως τον Κύριο.

Πρέπει να έχεις καρδιά που συμπάσχει και να αγαπάς όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά επίσης να σέβεσαι κάθε πλάσμα, καθετί που έχει δημιουργηθεί από τον Θεό.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης - See more at: http://perivolipanagias.blogspot.gr/2015/05/blog-post_753.html#sthash.SPZ74ffo.dpuf
Προσδοκώντας τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, η αγάπη επιθυμεί να φθάσει έως το τέλος· γι᾿ αυτό αγκαλιάζει όχι μόνο το σύνολο όσων βρίσκονται τώρα πάνω στη γη, αλλά ακόμη και αυτούς που είναι ήδη κεκοιμημένοι, ακόμη και τον άδη και αυτούς που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί, με άλλα λόγια τον όλο Αδάμ.

Μακαρία η ψυχή που αγαπά τον αδελφό της, διότι ο αδελφός μας είναι η ίδια η ζωή μας.

Η ψυχή λυπάται όταν βλέπει τον άλλο να υποφέρει. Εάν μπορούσα να βοηθήσω έστω και έναν μόνο άνθρωπο, θα ευλογούσα γι᾿ αυτό αιωνίως τον Κύριο.

Πρέπει να έχεις καρδιά που συμπάσχει και να αγαπάς όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά επίσης να σέβεσαι κάθε πλάσμα, καθετί που έχει δημιουργηθεί από τον Θεό.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης - See more at: http://perivolipanagias.blogspot.gr/2015/05/blog-post_753.html#sthash.SPZ74ffo.dpuf

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Άλωση και Μνήμη (και τζιχαντιστές)...


Φωτο από εδώ

Η μνήμη της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης (29 Μαΐου) είναι σήμερα πιο επιτακτική και επείγουσα, λόγω και των σύγχρονων τζιχαντιστών.
Ό,τι κι αν πουν κάποιοι, είναι αδύνατο να μη συνδέσουμε τους τζιχαντιστές με την Άλωση (καθώς και με τους πρώτους μουσουλμάνους, του 7ου αιώνα), γιατί βλέπουμε απλώς την ιστορία να επαναλαμβάνεται.
Εμείς ωστόσο, σ' αυτή τη μπλογκονησίδα, επιμένουμε χριστιανικά και πνευματικά. Δεν είμαστε πολιτικό ιστολόγιο. Οι πολιτικοί ας κάνουν τη δουλειά τους (που δυστυχώς δεν την κάνουν, όπως δεν την έκαναν σχεδόν ποτέ στη νεώτερη ελληνική ιστορία - γι' αυτό και πρέπει να ελέγχονται και να πιέζονται από τις υγιείς δυνάμεις της πατρίδας μας). Η Εκκλησία πρέπει να κάνει τη δική της, που είναι ο ευαγγελισμός των εθνών και η σωτηρία των ψυχών και του κόσμου.

Το αφιερωματάκι μας:

29 Μαΐου: “Επίθεση” στους Τούρκους!...
Το Ισλάμ έρχεται - Εμείς κοιμόμαστε;
Για το νέο κύμα λαθρομεταναστών που καταπλέει στη χώρα μας

Ο πρώιμος ισλαμικός επεκτατισμός
Το ήθος του Μωάμεθ

Η Ορθοδοξία στην Τουρκία!
Ισλάμ (ενότητα άρθρων)
Από Ισλάμ (μεταστροφές - υποενότητα της προηγούμενης)
Ο νεομάρτυρας ιεραπόστολος π. Δανιήλ Συσόεφ
Γάμος χριστιανής με μουσουλμάνο

Πομάκοι, Ισλάμ και Ορθοδοξία - μια πρόσκληση
Σύγχρονοι μάρτυρες

Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος: Δεν πολέμησε για να νικήσει τους εχθρούς, αλλά για να αναστήσει την αξιοπρέπεια των Ελλήνων!
Βυζάντιο: μια χώρα όπου επιστήμη και Εκκλησία δεν βρίσκονταν σε κόντρα
Εκκλησία και εξουσία στο Βυζάντιο
Η ελληνικότητα και ο πατριωτισμός του Γεννάδιου Σχολάριου


Η αγία Υπομονή, μητέρα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

Ο άγιος Πατάπιος και η αγία Υπομονή (βίντεο)

Η αγία Θεοδοσία και άλλοι άγιοι στις 29 Μαΐου

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Sir John Tavener, an Orthodox Christian British composer − Τζων Τάβενερ († 2013), ένας ορθόδοξος Βρετανός συνθέτης


Ελληνικά, αμέσως μετά το αγγλικό.
Wikipedia

Sir John Kenneth Tavener (28 January 1944 – 12 November 2013) was a British composer, known for his extensive output of religious works, including The Protecting Veil, Song for Athene and The Lamb.
Tavener first came to prominence with his cantata The Whale, premiered in 1968. Then aged 24, he was described by The Guardian as "the musical discovery of the year",[1] while The Times said he was "among the very best creative talents of his generation."[2] During his career he became one of the best known and popular composers of his generation, most particularly for The Protecting Veil, which as recorded by cellist Steven Isserlis became a bestselling album, and Song for Athene which was sung at the funeral of Princess Diana.[3] The Lamb featured in the soundtrack for Paolo Sorrentino's film The Great Beauty.[4] Tavener knighted in 2000 for his services to music and won an Ivor Novello Award.[5]
was

Early life and education


Tavener was born on 28 January 1944 in Wembley, London.[6] His parents ran a family building firm[3] and his father was also an organist at St Andrew's Presbyterian Church in Frognal, Hampstead.[7] At the age of 12, Tavener was taken to Glyndebourne to hear Mozart's The Magic Flute, a work he loved for the rest of his life.[8] That same year he heard Stravinsky’s most recent work, Canticum Sacrum, which he later described as "the piece that woke me up and made me want to be a composer".[8]
Tavener became a music scholar at Highgate School (where a fellow pupil was John Rutter).[9] The school choir was often employed by the BBC in works requiring boys' voices, and so Tavener gained choral experience singing in Mahler's Third Symphony and Orff's Carmina Burana.[8] He started to compose at Highgate, and also became a sufficiently proficient pianist to perform Beethoven's Fourth Piano Concerto and, in 1961 with the National Youth Orchestra, Shostakovich's Piano Concerto No. 2.[8] He also became organist and choirmaster in 1961 at St John's Presbyterian Church, Kensington (now St Mark's Coptic Orthodox Church),[10] a post he held for 14 years.[8]
Tavener entered the Royal Academy of Music in 1962, where his tutors included Sir Lennox Berkeley.[3][8] During his studies there he decided to give up the piano and devote himself to composition.[8]

 

The Whale and early career

Tavener first came to prominence in 1968 with his dramatic cantata The Whale, based on the Old Testament story of Jonah.[3] It was premièred at the London Sinfonietta's début concert,[3] which was also the opening concert of the Queen Elizabeth Hall.[11] Tavener's younger brother, Roger, was then doing some building work on Ringo Starr's home and, gaining the musician's interest, persuaded the Beatles to have The Whale recorded by Apple Records and released in 1970.[3] The following year Tavener began teaching at Trinity College of Music, London.[7] Other works by Tavener released by Apple included his A Celtic Requiem, which impressed Benjamin Britten enough to persuade Covent Garden to commission an opera from Tavener:[3] the ultimate result, to a libretto by playwright Gerard McLarnon, was Thérèse. When staged in 1979 the opera was thought too static to be a successful drama.[3]

Tavener had also been deeply affected by his brief 1974 marriage to the Greek dancer Victoria Maragopoulou.[3][8] His chamber opera A Gentle Spirit (1977), with a libretto by McLarnon based on a story by Fyodor Dostoyevsky, concerns a pawnbroker whose marriage fails to the extent that his wife commits suicide. It has been deemed "far superior to Thérèse, with the internal drama more suited to the stage".[3] Significantly, it also touched on Russian Orthodoxy, to which McLarnon had been a convert for several years.[3]


 

Conversion to Orthodox Christianity

Tavener converted to the Greek Orthodox Church in 1977.[7] Orthodox theology and liturgical traditions became a major influence on his work. He was particularly drawn to its mysticism, studying and setting to music the writings of Church Fathers and completing a setting of the Divine Liturgy of St. John Chrysostom, the principal eucharistic liturgy of the Orthodox Church: this was Tavener's first directly Orthodox-inspired music.[12]

Later career


John Tavener's choral arrangement of William Blake's "The Lamb" from his collection Songs of Innocence and of Experience is a continually popular work. This image represents copy C, object 8 of that original poem, currently held by the Library of Congress.[13]

Tavener's subsequent explorations of Russian and Greek culture resulted in Akhmatova Requiem: this failed to enjoy success either at its Edinburgh Festival premiere in 1981, or at its Proms' performance the following week where many of the audience left before it finished.[8] Of more lasting success was Tavener's short unaccompanied four-part choral setting of William Blake's poem "The Lamb", written one afternoon in 1982 for his nephew Simon's third birthday.[14] This simple homophonic piece is usually performed as a Christmas carol. Later prominent works include The Akathist of Thanksgiving of 1987, written in celebration of the millennium of the Russian Orthodox Church; The Protecting Veil, first performed by cellist Steven Isserlis and the London Symphony Orchestra at the 1989 Proms; and Song for Athene (1993). The two choral works were settings of texts by Mother Thekla, a Russian Orthodox abbess who was Tavener's long-time spiritual adviser until her death in 2011.[12] Song for Athene in particular gained world-wide exposure when performed at the funeral of Diana, Princess of Wales in 1997.[3]
Tavener's Fall and Resurrection, first performed in 2000, used instruments such as ram's horn, ney flute and kaval. It was dedicated to the Prince of Wales, with whom Tavener formed a lasting friendship.[3] In 2003 Tavener composed the exceptionally large work The Veil of the Temple (which was premièred at the Temple Church, London), based on texts from a number of religions. Identified by Tavener as "the supreme achievement of my life",[12] it is set for four choirs, several orchestras and soloists and lasts at least seven hours.[9] Prayer of the Heart, written for and performed by Björk, was premiered in 2004.[15] In 2007 Tavener composed The Beautiful Names, a setting of the 99 names of God in the Muslim tradition, sung in Arabic.[12]
It had been reported, particularly in the British press, that Tavener left Orthodox Christianity to explore a number of other different religious traditions, including Hinduism and Islam, and became a follower of the Traditionalist philosopher Frithjof Schuon.[16][17] In an interview with The New York Times, conducted by British music journalist Michael White, Tavener said: "I reached a point where everything I wrote was terribly austere and hidebound by the tonal system of the Orthodox Church, and I felt the need, in my music at least, to become more universalist: to take in other colors, other languages." The interviewer also reported at the time that he "hasn’t abandoned Orthodoxy. He remains devotedly Christian."[18] Speaking on the BBC Four television programme Sacred Music in 2010, Tavener described himself as "essentially Orthodox".[19] He reiterated both his desire to explore the musical traditions of other religions, and his adherence to the Orthodox Christian faith, on Start the Week,[20] recorded only days before his death and broadcast on 11 November 2013.

Personal life


In 1974 he married the Greek dancer Victoria Maragopoulou, but it only lasted eight months.[3][8] In 1991 he married Maryanna Schaefer with whom he had three children, Theodora, Sofia and Orlando.[3] He suffered from considerable health problems throughout his life. He had a stroke in his thirties, heart surgery and the removal of a tumour in his forties,[21] and suffered two successive heart attacks which left him very frail.[22] He was diagnosed with Marfan syndrome in 1990.[3][23][24] Lady Tavener broadcast a charity appeal on BBC Radio 4 in October 2008 on behalf of the Marfan Trust.[25]
Tavener had an interest in classic cars, owning an Armstrong Siddeley Sapphire, a Rolls-Royce Silver Shadow, a Jaguar XJ6 and a Bentley Mulsanne Turbo.[26]

Death


Tavener died, aged 69, on 12 November 2013 at his home in Child Okeford, Dorset.[27] In the music world, composers John Rutter[27] and Sir Peter Maxwell Davies,[27][28] cellist Steven Isserlis,[27] Neil Portnow, president of the National Academy of Recording Arts and Sciences, Roger Wright, controller of BBC Radio 3 and director of the Proms, and soprano Patricia Rozario, paid tribute. A tribute was also received from Charles, Prince of Wales.[27][28] Tavener's funeral was held at the Anglican Cathedral in Winchester on 28 November 2013. The service was Orthodox, and presided over by Archbishop Gregorios of Thyateira, the representative of the Ecumenical Patriarch, and the most senior Orthodox bishop currently in the UK. Some 700 mourners attended.[29]

Music


John Rutter describes Tavener as having the "very rare gift" of being able to "bring an audience to a deep silence."[27] According to Steven Isserlis, "he had his own voice. He wasn't writing to be popular – he was writing the music he had to write."[27]

Style and development


While Tavener's earliest music was influenced by Igor Stravinsky and Olivier Messiaen – often invoking the sound world of Stravinsky, in particular Canticum Sacrum,[3] and the ecstatic quality found in various works by Messiaen – his later music became more sparse, using wide registral space and was usually diatonically tonal.[7] Tavener recognised Arvo Pärt as "a kindred spirit" and shared with him a common religious tradition and a fondness for textural transparency.[9]

More here.


External links
A video of John Tavener's 'Prayer of the Heart' which he wrote especially for Bjork. It is a stunning setting of the 'Jesus Prayer' - "Lord Jesus Christ, Son of God, have mercy on me".



See also:

Harold II of England, the last Orthodox king of England
The Orthodox Church in England:

http://www.thyateira.org.uk/ 
http://www.antiochian-orthodox.co.uk/index.html
Orthodox England
Τζων Τάβενερ, ένας ορθόδοξος Βρετανός συνθέτης

Wikipedia

Φωτο από εδώ
Ο σερ Τζων Κένεθ Τάβενερ (28 Ιανουαρίου 1944 − 12 Νοεμβρίου 2013) ήταν Βρετανός συνθέτης, γνωστός για τα μινιμαλιστικά του έργα θρησκευτικής μουσικής, όπως τα The Whale και Funeral Ikos. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον συνθέτη του 16ου αιώνα Τζον Τάβερνερ, παρότι ο ίδιος ισχυριζόταν ότι είναι απευθείας απόγονός του[1]. Ο Τάβενερ ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του θριαμβευτικά: το 1968, σε ηλικία 24 ετών, περιγράφηκε από τον Guardian ως «η μουσική ανακάλυψη της χρονιάς», ενώ οι Times έγραψαν ότι ήταν «μεταξύ των καλύτερων δημιουργικών ταλέντων της γενιάς του». Το έτος 2000 του απονεμήθηκε ο τίτλος του ιππότη (σερ) «για τις υπηρεσίες του στη μουσική», ενώ είχε κερδίσει και το σημαντικό βρετανικό Βραβείο Άιβορ Νοβέλο[2].

Βιογραφία

Ο Τζων Τάβενερ γεννήθηκε στο Γουέμπλεϊ του Λονδίνου. Φοίτησε στο σχολείο Χάιγκέιτ, όπου ένας από τους συμμαθητές του ήταν ο Τζων Ράτερ, και στη Βασιλική Ακαδημία Μουσικής, όπου ένας από τους καθηγητές του ήταν ο σερ Λένοξ Μπέρκλεϋ. Αναδείχθηκε το 1968 με τη δραματική του καντάτα The Whale, βασισμένη στην ιστορία του Ιωνά και του κήτους από την Παλαιά Διαθήκη. Η πρεμιέρα του έργου ήταν και η πρώτη συναυλία της ορχήστρας London Sinfonietta, ενώ αργότερα εκδόθηκε σε δίσκο από την Apple Records, όπως και το έργο του Κελτικό Ρέκβιεμ. Το επόμενο έτος άρχισε να διδάσκει στο Trinity College of Music στο Λονδίνο. Το 1977, σε ηλικία 33 ετών, ο Τάβενερ βαπτίσθηκε Ορθόδοξος Χριστιανός. Η ορθόδοξη θεολογία και οι λειτουργικές παραδόσεις της Ορθοδοξίας επηρέασαν σημαντικά το έργο του. Μελέτησε και μελοποίησε γραπτά των Πατέρων της Εκκλησίας, ολοκληρώνοντας μία Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τη βασική λειτουργία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Από τα δημοφιλέστερα και συχνότερα παρουσιαζόμενα έργα του Τάβενερ είναι η σύντομη απόδοση για χορωδία του Αμνού του Ουίλλιαμ Μπλέηκ σε 4 μέρη, γραμμένη μέσα σε ένα απόγευμα το 1982 για τον ανιψιό του Σάιμον με την ευκαιρία των τρίτων γενεθλίων του. Αυτό το απλό, ομοφωνικό κομμάτι εκτελειται συνήθως ως χριστουγεννιάτικο. Σημαντικότερες, ωστόσο, υπήρξαν οι εξερευνήσεις του στον ρωσικό και τον νεοελληνικό πολιτισμό, όπως αναδεικνύονται στα έργα του Ρέκβιεμ της Αχμάτοβα και 16 χαϊκού του Σεφέρη. Ανάμεσα στα αξιόλογα μεταγενέστερα έργα του Τάβενερ συγκαταλέγονται τα Ο Ακάθιστος των Ευχαριστιών (1987, γραμμένο ως εορτασμός για τα χίλια χρόνια της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας), The Protecting Veil (που πρωτοεκτελέσθηκε από τον τσελίστα Στήβεν Ίσερλις και τη Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου στα Proms του 1989) και Song for Athene (1993, εκτελέσθηκε στην κηδεία της Πριγκίπισσας Νταϊάνα). Ο Τάβενερ επίσης συνέθεσε και αφιέρωσε στη μνήμη της Νταϊάνα το κομμάτι Eternity's Sunrise, βασισμένο σε ποίηση του Ουίλλιαμ Μπλέηκ.
Μετά το 2000 είχε αναφερθεί, ιδιαίτερα στον βρετανικό τύπο, ότι ο Τάβενερ είχε αφήσει την Ορθοδοξία για να εξερευνήσει άλλες θρησκευτικές παραδόσεις, όπως τον Ινδουισμό και το Ισλάμ, καθώς και ότι είχε γίνει ακόλουθος του μυστικιστή φιλοσόφου Φρίτγιοφ Schuon[3][4]. Πάντως, παρότι τα τελευταία του χρόνια είχε ενσωματώσει στοιχεία μη δυτικής μουσικής στις συνθέσεις του, ο Τάβενερ παρέμεινε Ορθόδοξος Χριστιανός: Στη δεύτερη περίοδο της τηλεοπτικής σειράς Sacred Music, που μεταδόθηκε στη Βρετανία από το BBC Four στις 2 Απριλίου 2010, ο Τάβενερ περιέγραψε τον εαυτό του ως «ουσιαστικά Ορθόδοξο».

Το 2003 ο Τάβενερ συνέθεσε το πολύωρο έργο The Veil of the Temple («Το πέπλο του ναού»), που έκανε πρεμιέρα στην Temple Church της Φλητ Στρήτ του Λονδίνου και βασίζεται σε κείμενα από διάφορες θρησκείες. Είναι γραμμένο για 4 χορωδίες, αρκετές ορχήστρες και σολίστες, και διαρκεί τουλάχιστον επτά ώρες. Η πρεμιέρα, το 2004, του κομματιού του Προσευχή της καρδιάς, που είναι γραμμένο για (και εκτελέσθηκε από) την Μπιόρκ, εκδόθηκε σε CD και ενσωματώθηκε ως μουσική κάλυψη στην εγκατάσταση του Τζέικ Λέβερ Centre + Circumference (2008, Wallspace, All Hallows on the Wall, City of London).
Παρότι τα παλαιότερα έργα του Τάβενερ ήταν επηρεασμένα από τον Ίγκορ Στραβίνσκι και (λιγότερο) από τον Ολιβιέ Μεσιάν, θυμίζοντας συχνά τον ηχητικό κόσμο των έργων του Στραβίνσκι Requiem Canticles και A Sermon, a Narrative and a Prayer, καθώς και την εκστατική ποιότητα διάφορων έργων του Μεσιάν, η μεταγενέστερη μουσική του Τάβενερ είναι συνήθως διατονική. Ορισμένοι σχολιαστές διακρίνουν μία ομοιότητα με τα έργα του Άρβο Περτ, από την κοινή θρησκευτική θεματολογία τους ως τις τεχνικές λεπτομέρειες του μήκους των μουσικών φράσεων, του διατονισμού και της χρήσεως των κρουστών.
Η ύστερη μουσική του Τάβενερ είχε μετακινηθεί από τη διάφανη απλότητα της δεκαετίας του 1980 προς ένα πολύ πιο κορεσμένο αρμονικά ύφος, όπως εμφαίνεται ιδιαίτερα στα έργα του Atma Mass (2003) και Requiem (2008).
Ο Τάβενερ υπέφερε από σοβαρά προβλήματα με την υγεία του: μετά από ένα έμφραγμα στα τριάντα του, εγχείρηση στην καρδιά και την αφαίρεση ενός όγκου[5], είχε υποστεί δύο διαδοχικές καρδιακές προσβολές που άφησαν πολύ ευπαθή[6]. Κυριότερη αιτία αυτών των προβλημάτων ήταν ότι έπασχε από Σύνδρομο Μαρφάν[7][8]. Η σύζυγός του Μαριάννα είχε απευθύνει μία φιλανθρωπική έκκληση στο ραδιόφωνο του BBC τον Οκτώβριο 2008 για ενίσχυση του Marfan Trust[9].

Περισσότερα εδώ.

Δείτε επίσης:

"Αυτήν την ημέρα ο βασιλιάς Χάρολντ έπεσε..." (ο τελευταίος ορθόδοξος βασιλιάς της Αγγλίας)