Επιμέλεια Φίλου του blog μας
Η Αγία Γραφή είναι μια συλλογή κειμένων μοναδικών στο είδος τους, Παραδόθηκε σε μας από τους αγίους Πατέρες και το σύνολο της Εκκλησίας ήδη από τις απαρχές του χριστιανισμού – μερικά στοιχεία για το θέμα εδώ. Πρόκειται για τα θεμελιώδη αρχαία χριστιανικά κείμενα, τα άμεσα σχετικά με την ενανθρώπηση του Χριστού: η Παλαιά Διαθήκη είναι οι προφητείες γι’ Αυτόν και η Καινή Διαθήκη οι καταγραφές των αυτοπτών μαρτύρων Του.
Είναι επίσης ένας ανυπέρβλητος πνευματικός και ηθικός καθρέφτης, που με τη βοήθειά του μπορούμε να καταλάβουμε την πνευματική και ηθική μας κατάσταση, αν βέβαια είμαστε ειλικρινείς, και να φτάσουμε σε αληθινή αυτογνωσία.
Παρατηρούμε ωστόσο ότι στην ίδια την Αγία Γραφή, τόσο την Παλαιά όσο και την Καινή Διαθήκη, πολύ λίγες φορές εμφανίζεται κάποιος να διαβάζει τις ιερές γραφές. Αντίθετα, αναρίθμητες φορές βλέπουμε περιπτώσεις όπου κάποιος δέχεται άμεση αποκάλυψη από τον Κύριο. Ένα ξεφύλλισμα στις Πράξεις των Αποστόλων θα σας πείσει. Πολλοί νομίζουν (ιδιαίτερα οι προτεστάντες) ότι αυτό ίσχυε μόνο στην αρχική Εκκλησία, η αλήθεια όμως είναι ότι συμβαίνει από τότε συνέχεια, χωρίς διακοπή.
Ο Κύριος δήλωσε: «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (= ευτυχισμένοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό, Ματθ. 5, 8). Δεν εννοούσε μόνο ότι θα Τον δουν μετά θάνατον ή μετά την ανάσταση των νεκρών, στον παράδεισο, αλλά ήδη από αυτή τη ζωή. Θα γίνουν «διδακτοί Θεού» (διδαγμένοι από το Θεό, Ιωάνν. 6, 45), όπως οι περίπου 120 απόστολοι του Χριστού κατά την Πεντηκοστή (Πράξεις Αποστόλων, κεφ. 2).
Αυτό συμβαίνει ήδη από την αρχή στα μέλη της Εκκλησίας (όχι των αιρέσεων, πλην ελαχίστων πολύ καθαρών, τους οποίους ο Κύριος προσκαλεί στην Εκκλησία). Ο Παύλος είδε τον Κύριο (Ιησού) ως Φως και μίλησε μαζί Του στο δρόμο της Δαμασκού (μετά από αυτό έγινε χριστιανός και τελικά έδωσε τη ζωή του για το Χριστό, ενώ πριν ήταν διώκτης των χριστιανών). Επίσης κατόπιν πολλές φορές μίλησε μαζί Του: π.χ. Πράξ. 22, 17-21, Β΄ Κορινθ. 12, 8-9, κ.α. [σημ.: για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη, μπορείτε να μπείτε εδώ].
Ο ίδιος βεβαιώνει επίσης ότι
«ά οφθαλμός ουκ είδε και ούς ουκ ήκουσε…, ημίν ο Θεός απεκάλυψε διά του Πνεύματος αυτού», «ουκ εν διδακτοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος Αγίου» (=αυτά που δεν είδε μάτι και δεν άκουσε αφτί… ο Θεός μάς τα αποκάλυψε διά του Πνεύματός Του… όχι με λόγια διδαγμένα από ανθρώπινη σοφία, αλλά διδαγμένα από το Άγιο Πνεύμα) κ.τ.λ. (όλα τα παραπάνω βλ. στο Α΄ Κορινθίους 2, 6-16).
Προσθέτει δε (λέγοντας κάτι γνωστό στους αναγνώστες του) ότι
«βλέπομεν άρτι εν εσόπτρω και εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (= τώρα βλέπουμε [τα ουράνια μυστήρια] σαν σε καθρέφτη, και παραμένουν κάποιες απορίες [αινίγματα], ενώ τότε [στον παράδεισο] θα δούμε πρόσωπο με πρόσωπο, Α΄ Κορινθ. 13, 12).
Επίσης αναφέρει το χάρισμα του να έχει κάποιος «πάσαν την γνώσιν» και να γνωρίζει «τα μυστήρια πάντα» (Α΄ Κορινθ. 13, 2), μόνο που ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι σπουδαιότερο χάρισμα από την αγάπη, που αποτελεί προϋπόθεση όλων των χαρισμάτων.
Μερικές μόνον από τις αναρίθμητες πατερικές μαρτυρίες (Τι είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας; Η απάντηση, με τη χάρη του Θεού, αδελφοί, εδώ):
Α) Μέγας Αθανάσιος:
«Εμείς, μεταδίδουμε αυτά που μάθαμε από τους θεόπνευστους διδασκάλους που εντρύφησαν σε αυτές [τις ιερές γραφές], οι οποίοι έγιναν και ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» («ημείς παρά των αυταίς εντυγχανόντων θεοπνεύστων διδασκάλων, οί και μάρτυρες της Χριστού θεότητος γεγόνασι, μαθόντες μεταδίδομεν», Περί ενανθρωπήσεως, 56 [σ.σ.: δεν εννοεί τους συγγραφείς της Αγίας Γραφής, αλλά τους αγίους των επόμενων γενεών]).
«Ο Λόγος [=Ιησούς Χριστός] μας έδωσε χάρισμα, ώστε να μην παραπλανιόμαστε από τα φαινόμενα, αλλά και, ακόμη περισσότερο, κι αν συμβαίνει να είναι “καλυμμένα”, να τα διακρίνουμε διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος» («Χάρισμα δέδωκεν ημίν ο Λόγος, ώστε μη εκ των φαινομένων απατάσθαι, αλλά και μάλλον, καν ταύτα κεκαλυμμένα τυγχάνει, διακρίνειν τη του Πνεύματος χάριτι», Προς επισκόπους Αιγύπτου και Λυβίης, 1).
Β) Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος:
Η αληθινή θεολογία δεν είναι κατόρθωμα εκείνων που «βαρετά και ευκαιριακά έσκυψαν πάνω από τις ιερές Γραφές… αλλά εκείνων που αξιώθηκαν να δουν το ανώτατο κάλλος και καταφωτίστηκαν με το φωτισμό της γνώσεως» («όσοι μη ραθύμως μηδέ παρέργως ταις θείες γραφαίς εντυγχόντες, αλλά, … το απόθετον κάλλος ιδείν ηξιώθησαν και τω φωτισμώ της γνώσεως κατηυγάσθησαν», Λόγος ΛΑ΄, 21).
«Δεν είναι για όλους, άνθρωποι, το να φιλοσοφούν περί Θεού […]. Δεν είναι για όλους, αλλά για εκείνους που έχουν ελεγχθεί και ανεβεί μέσω της άμεσης θέας [«θεωρίας»] και, πριν από αυτό, έχουν καθαρίσει την ψυχή και το σώμα τους [από τα πάθη] ή το λιγότερο βρίσκονται σε πορεία καθαρισμού» [«Ου παντός, ω ούτοι, το περί Θεού φιλοσοφείν […]. Ου πάντων μεν, ότι των εξητασμένων και διαβεβηκότων εν θεωρία, και προ τούτων, και ψυχήν και σώμα κεκαθαρμένων, ή καθαιρομένων, το μετριώτατον», Λόγος ΚΖ΄, Θεολογικός πρώτος (Κατά Ευνομιανών προδιάλεξις), γ΄, PG 36, 13D (PG =J. P. Migne, Patrologiae cursus completus, serieus graeca, Paris 1857-1866)].
«Ανέβα [στη γνώση του Θεού] μέσω του τρόπου της ζωής σου. Απόκτησε το καθαρό [τη θεία γνώση] μέσω της κάθαρσης. Θέλεις να γίνεις κάποτε θεολόγος και άξιος της θεότητας; Τήρει τις εντολές, προχώρα μέσω των εντολών, διότι η πράξη [η αγιασμένη ζωή] είναι η άνοδος προς τη θέα του Θεού» («Διά πολιτείας άνελθε, διά καθάρσεως, κτήσαι το καθαρόν. Βούλει θεολόγος γενέσθαι ποτέ, και της θεότητος άξιος; τας εντολάς φύλασσε, διά των προσταγμάτων όδευσον. Πράξις γαρ επίβασις θεωρίας». Λόγος Κ΄ (Περί δόγματος και καταστάσεως επισκόπων), ιβ΄, PG 35, 1080Β).
Σημειωτέον ότι, στην ορθόδοξη ορολογία, «θεωρία» = θέα, ενν. του Θεού, θεοπτία (όραση του Θεού). «Θεωρητικός» = θεόπτης (αυτός που είδε το Θεό – θα το εξηγήσουμε καλύτερα παρακάτω).
Γ) Μέγας Βασίλειος: Με την «προσέγγιση του Παρακλήτου» (Αγίου Πνεύματος),
«εκείνος [ο Παράκλητος], σαν ήλιος, παραλαμβάνοντας καθαρό το μάτι [της ψυχής σου], ΘΑ ΣΟΥ ΔΕΙΞΕΙ ΜΕΣΑ ΤΟΥ την εικόνα του αόρατου» («ο δε [Παράκλητος] ώσπερ ήλιος, κεκαθαρμένον όμμα παραλαβών, δείξει σοι εν εαυτώ την εικόνα του αοράτου», Περί του Αγίου Πνεύματος, Θ΄).
«Εκείνος που κοιτάζει καθαρά διά του Αγίου Πνεύματος, από το φως Εκείνου μεταμορφώνεται κάπως προς το φωτεινότερο, σαν από ένα φως, καθώς η αλήθεια του Πνεύματος καταλαμπρύνει την καρδιά του» («ο εναργώς ενατενίσας τω Πνεύματι εκ της εκείνου δόξης [=φωτός] μεταμορφούται πως προς το φανότερον, οίον τινι φωτί, τη εκ του Πνεύματος αληθεία την καρδίαν καταλαμπόμενος», Περί του Αγ. Πνεύματος ΚΑ΄).
Δ) Άγιος Γρηγόριος Νύσσης:
«Εκείνος που έχει απαλλαγεί από κάθε κακία, γίνεται τρόπον τινά θεός μέσω αυτής της κατάστασης» («ο δε εκτός πάντων των εν κακία νοουμένον γενόμενος, θεός τρόπον τινά διά της τοιαύτης έξεως γίνεται», PG, 44, 1177D).
Εκείνος που ενώθηκε με το Θεό «είδε τε το όντως ον αγαθόν και ό είδεν εκτήσατο» («είδε το αληθινό αγαθό ον [το Θεό] και αυτό που είδε απέκτησε», PG, 44, 624C).
«Εκείνος που έχει καθαριστεί και έχει γίνει οξύς στην “ακοή της καρδιάς”… δέχεται τη γνώση της θείας δυνάμεως που προέρχεται από την [υπερφυσική] όραση των όντων και οδηγείται μέσω αυτής να βυθιστεί ο νους του εκεί όπου βρίσκεται ο Θεός» («ο κεκαθαρμένος τε και οξύς την ακοήν της καρδίας… δεξάμενος… την εκ της θεωρίας των όντων γινομένην προς την της θείας δυνάμεως γνώσιν, οδηγείται δι’ αυτής προς το εκεί διαδύναι τη διανοία, όπου εστίν ο Θεός»). Έτσι «την αχειροποίητον εκείνην σκηνήν βλέπει», η οποία είναι «Χριστός, η του Θεού δύναμις και η του Θεού σοφία, ή, αχειροποίητος ούσα κατά την ιδίαν φύσιν, δέχεται το κατασκευασθήναι» (βλέπει εκείνη την αχειροποίητη σκηνή [συμβολισμός από τη Σκηνή του Μαρτυρίου των Ισραηλιτών], που είναι ο Χριστός, η δύναμη και σοφία του Θεού, που, ενώ είναι άκτιστη κατά τη φύση, δέχεται να γίνει κτιστή. PG 44, 380-381).
Η ανθρώπινη φύση
«τω φωτί προσεγγίσασα, φως γίνεται» (PG, 44, 869A). «Ο άνθρωπος προάγεται τη της υπερκειμένης φύσεως θεωρία. Οδός δε αυτώ προς την τοιαύτην γνώσιν καθαρότης γίνεται» (ο άνθρωπος προχωρεί στη θέα της ανώτερης φύσης [του Θεού]. Και δρόμος γι’ αυτή τη γνώση γίνεται η καθαρότητα [της καρδιάς], PG, 44, 373).
Ε) Άγιος Μάξιμος Ομολογητής:
«Όταν γίνεται [στον άνθρωπο] η έκχυση της αληθινής σοφίας, με τα άπειρα δώρα, παρέχει στους άξιους άμεσα και καθαρά, όσο είναι δυνατόν να γίνει, την ασύλληπτη και ανερμήνευτη γνώση για το Θεό» («η της αληθούς σοφίας απειρόδωρος χύσις επιγενομένη, κατά το θεμιτόν ακραιφνώς λοιπόν την περί Θεού, και αμεσιτεύτως παρέχεται τοις αξίοις αδιάγνωστον και ανερμήνευτον γνώσιν»).
Και, στο ίδιο: Ο άνθρωπος, πλησιάζοντας το Θεό, φτάνει στο σημείο
«ολόκληρος να ενσωματώνεται ολοκληρωτικά στο Θεό και γίνεται ακριβώς ό,τι είναι και ο Θεός, εκτός από την ταύτιση με τη θεία ουσία […] και αποκτά τον ίδιο το Θεό ως μοναδικό έπαθλο» («όλος όλως περιχωρήσαι ολικώς το Θεό, και γενόμενος παν εί τι περ εστίν ο Θεός, χωρίς της κατ’ ουσίαν ταυτότητος, […] οίον έπαθλον αυτόν μονώτατον κτησάμενος τον Θεόν», Περί διαφόρων αποριών, βλ. PG 91, 1304D-1313B).
Στ) Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης (συγγραφέας της «Κλίμακος»), μεταξύ των ορισμών που δίνει για την απάθεια (την απαλλαγή της ψυχής από τα πάθη, δηλ. τις αμαρτωλές εξαρτήσεις, όπως ο εγωισμός, η φιληδονία, η φιλαργυρία, η κακία κ.τ.λ.), ορίζει την απάθεια ως «επίγνωσιν Θεού τελείαν, αγγέλων δευτέραν» (τέλεια επίγνωση του Θεού, δεύτερη μετά τη γνώση που έχουν γι’ Αυτόν οι άγγελοι), Κλίμαξ, Λόγος ΚΘ΄, 2.
Τα παραπάνω ελάχιστα πατερικά χωρία καταγράφονται στα έργα: Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, «Πατρολογία Β΄», Αθήνα 1990. π. Νικολάου Λουδοβίκου, «Η ευχαριστιακή οντολογία», εκδ. Δόμος. Αγ. Ιωάννου του Σιναΐτη, «Κλίμαξ», έκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1994.
Να σημειώσουμε εδώ ότι οι άγιοι δεν είναι μια κλειστή κάστα ή ένα ιερατείο, που ισχυρίζεται ότι μονοπωλεί μια «απαγορευμένη γνώση» και καρπώνεται υλικά ή κοινωνικά ωφέλη από τον αφελή λαό. Άγιος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε διπλανός σου. Άγιος είναι αυτό που εσύ κι εγώ, όλοι οι γνωστοί και οι άγνωστοί σου, όλοι οι άνθρωποι, είμαστε προσκαλεσμένοι απ' το Θεό να γίνουμε διά του Χριστού. Η πνευματική κληρονομιά του χριστιανισμού, στην αυθεντική της μορφή, δεν είναι παρά η διδασκαλία και η πρακτική εφαρμογή του δρόμου που μπορεί να σε οδηγήσει σ' αυτό το αποτέλεσμα: την ενότητα με το Θεό, τη σωτηρία, την αγιότητα. Το μόνο πραγματικό εμπόδιο σ' αυτό είναι ο εγωισμός μας.
Μερικά παραδείγματα επαφής με το θείον
Ο απόστολος Παύλος μιλάει για τον άνθρωπο που ανέβηκε «μέχρι τρίτου ουρανού», και «αρπάχτηκε στον παράδεισο και άκουσε άρρητα ρήματα» (Β΄ Κορινθ. 12 – κατά κοινή ομολογία ήταν ο ίδιος), ενώ για τον εαυτό του παραδέχεται ότι έλαβε «υπερβολή αποκαλύψεων» τόση, ώστε ο Χριστός τού έδωσε ένα κακό άγγελο να τον βασανίζει, για να μη γίνει εγωιστής (μάλλον κάποια ασθένεια – αναφέρεται στο ίδιο κεφ.). Ο Παύλος δεν είναι εγωιστής, αλλά το γράφει, επειδή οι σχισματικοί «ιουδαιοχριστιανοί» αμφισβήτησαν το αυθεντικό αποστολικό του αξίωμα.
Ο άγιος Παχώμιος έλαβε τον κανόνα της μοναχικής ζωής από άγγελο. Επίσης από άγγελο διδάχτηκε ο όσιος μοναχός του Αγίου Όρους Γαβριήλ ο Καρεώτης τον ύμνο «Άξιον εστίν ως αληθώς, μακαρίζειν σε την Θεοτόκον» (όπου, σημειωτέον, η Παναγία χαρακτηρίζεται «Θεοτόκος» και «μητέρα του Θεού υμών», ο δε Χριστός ονομάζεται «Θεός Λόγος»). Το κελί όπου συνέβη το θαύμα αυτό ονομάζεται ακόμη και σήμερα «Εν τω άδειν» (=στο ψάλσιμο) και η εικόνα, μπροστά στην οποία εψάλη πρώτη φορά ο ύμνος, πήρε κι αυτή το όνομά της από τον ύμνο και είναι η περίφημη και θαυματουργή εικόνα της Παναγίας «Άξιον εστί».
Εσείς μπορεί να μην πιστεύετε πως υπάρχουν θαυματουργές εικόνες, αλλά εμείς το γνωρίζουμε εκ πείρας. Και φυσικά, οι εικόνες δεν είναι είδωλα, οπότε η αγιογραφία δεν αντιβαίνει στην εντολή «ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον». Αυτά έχουν ξεκαθαριστεί τέλεια ήδη από τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό τον 8ο αι. κατά την Εικονομαχία.
Η παράδοση του ύμνου Άξιον Εστί. Εικόνα από αυτό το σχετικό post. |
Άγιοι που κατέγραψαν κατακλυσμιαίες εμπειρίες θείων οπτασιών υπάρχουν πάρα πολλοί, αλλά τέτοιοι είναι π.χ. ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος και ο σύγχρονος άγιος Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ («Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί», έκδ. ιεράς μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας). Σπουδαία θεολογική αναφορά σ’ αυτά γίνεται από τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά («Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων»), ενώ σχετική και η «Κλίμαξ» του αγ. Ιω. Σιναΐτη, αλλά και η «Φιλοκαλία».
Ο άγ. Ιωάννης της «Κλίμακος» γράφει (Λόγος περί Ησυχίας – περί διαφοράς και διακρίσεως ησυχιών, 13):
«Ενώ κάποτε ασκούσα την μεσαία εργασία, (δηλαδή την συνεχή προσευχή), ευρέθηκα ανάμεσα στους μεσαίους, (δηλαδή στους Αγγέλους, οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ Θεού και ανθρώπων). Και ένας Άγγελος με διεφώτιζε ό,τι εδιψούσα να μάθω, αλλά πάλι είχα τις ίδιες απορίες. Ζητούσα να μάθω πώς ήταν ο Άρχων, (ο Χριστός δηλαδή), προς της ενανθρωπήσεώς Του, αλλά δεν μπορούσε να μου το διδάξη, διότι ούτε του επετρεπόταν.Τον παρακαλούσα πάλι να μου ειπή, πώς και σε ποια μορφή ευρίσκεται τώρα. Και μου απαντούσε: “Με την ίδια μορφή (την θεανθρώπινη), αλλ’ όχι με την ίδια φθαρτή ανθρώπινη σάρκα”. Εγώ πάλι τον ερωτούσα: “Τι σημαίνει η δεξιά του Αιτίου, (του Πατρός δηλαδή), στάσις και καθέδρα του Χριστού;” “Είναι αδύνατον, μου απαντούσε, να διδαχθή ακοή ανθρώπου αυτά τα μυστήρια”. Και εγώ την ώρα αυτή του είπα να με οδηγήση εκεί όπου με είλκυε ο πόθος μου. “Δεν έφθασε ακόμη η ώρα, μου είπε, διότι στερείσαι το πυρ της αφθαρσίας (το οποίο, εννοείται, θα αποκτήσης στην άλλη ζωή)”. Όλα αυτά που ανέφερα, αν τα έζησα μαζί με το χώμα, (το σώμα δηλαδή), δεν γνωρίζω∙ αν πάλι χωρίς το χώμα, δεν μπορώ τίποτε να ειπώ».
Γέροντας Σωφρόνιος:
«Και τολμώ να πω ότι η θέαση του άκτιστου Φωτός συνδέεται αρρήκτως με την πίστη στην Θεότητα του Χριστού. Και όχι μόνο συνδέεται, αλλά και κατά παράδοξο τρόπο το ένα εξαρτάται από το άλλο. Σε ένα Φως εμφανίζονται και ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα. Το Φως αυτό μαρτυρεί για την Θεότητα του Χριστού, διότι είναι αδύνατο να μην αναγνωρίσουμε τον Θεό σε εκείνο το Φως για το οποίο γίνεται λόγος» (Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 247-248).
Από το Γεροντικό βλέπουμε άφθονες τέτοιες εμπειρίες, αλλά και θαυματουργούς αγίους της ερήμου. Εκεί βλέπουμε την αποκάλυψη προς τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο (μέσω μιας κολασμένης ψυχής) για το πώς είναι η κόλαση (πλήρης μοναξιά). Εκεί διαβάζουμε εμπειρίες όπως ότι ο άγιος Ιάκωβος της Πανεφώ, όταν ρωτήθηκε, από κάποιον αδύναμο μοναχό, ώς πού μπορεί να φτάσει ο κάτοικος της ερήμου, ύψωσε τα χέρια σε προσευχή και φλόγες πετάχτηκαν από τα δάχτυλά του. «Αν θέλεις, γίνε όλος σαν φωτιά» απάντησε.
Ο άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ (Ρωσία, 15ος αι.) αξιώθηκε σε όραμα της Αγίας Τριάδας, με μορφή Τριών Ανδρών, όπως Τους συνάντησε ο άγιος πατριάρχης Αβραάμ (Γένεσις κεφ. 18), από τους Οποίους έλαβε εντολή για την ίδρυση μονής προς τιμής της Αγίας Τριάδας. Αξιώθηκε επίσης σε πλήθος οραμάτων, όπως ένα συγκλονιστικό όραμα της Θεοτόκου, από την οποία έλαβε οδηγίες για τη μοναχική ζωή (βλ. «Η Θηβαΐδα του Βορρά»).
Η εμφάνιση της Αγίας Τριάδας στον άγιο Αλέξανδρο του Σβιρ (από εδώ) |
Ο σύγχρονος άγιος Γέροντας Πορφύριος, πηγαίνοντας να προσκυνήσει στην Πάτμο το 1964, είδε το μέγα όραμα της Αποκάλυψης, όπως το είχε δει στον ίδιο χώρο ο άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης (βλ. τη δική του μαρτυρία στο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι», έκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, Χανιά 2006, σελ. 520-522).
Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα.
Κατά τη νεότητά του, ο γέροντας του 19ου αιώνα, ο άγ. Αμβρόσιος της Όπτινα είχε μια αναλαμπή αυτής της αιώνιας προόδου της αγάπης στον ουρανό, την οποία κατέγραψε σε ένα χειρόγραφο που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του:
«Είμαι έξω από το δάσος, κάπου μακριά, σε έναν άλλον κόσμο, εντελώς άγνωστο για μένα, που ποτέ δεν τον είχα δει, που ποτέ δεν τον είχα φανταστεί... Γύρω μου υπάρχει λαμπρό λευκό Φως! Τόσο υπερβατικό, τόσο αγνό, τόσο ελκυστικό, που βυθίζομαι, με την αντίληψή μου, σε απύθμενο βάθος και δεν χορταίνω να θαυμάζω αυτό το βασίλειο, δεν χορταίνω την υψηλή πνευματικότητά του. τα πάντα γύρω είναι τόσο γεμάτα ομορφιά. Τόσο γλυκιά αυτή η ζωή... τόσο ατελείωτος ο δρόμος. Παρασύρομαι μέσα σ’ αυτόν τον απέραντο, διαυγή χώρο. Η ματιά μου κατευθύνεται προς τα πάνω, δεν κατεβαίνει πλέον, δεν βλέπει τίποτα το γήινο. Ολόκληρο το στερέωμα του ουρανού έχει μεταμορφωθεί μπροστά μου σε ένα γενικευμένο λαμπρό Φως, ευχάριστο να το βλέπεις... Αλλά δεν βλέπω τον ήλιο. Το μόνο που μπορώ να δω είναι το ατέλειωτο λαμπρό Φως. Ολόκληρος ο χώρος μέσα στον οποίο γλιστράω ανεμπόδιστα, χωρίς τέλος, χωρίς κούραση, είναι ολόλευκος όπως και το Φως του και τα όμορφα όντα που ζουν σ’ αυτόν, διάφανα σαν ηλιαχτίδες. Και μέσα απ’ αυτά θαυμάζω αυτόν τον απέραντο κόσμο. Όλα αυτά τα άγνωστα σε μένα όντα εμφανίζονται με άπειρη ποικιλία και είναι πανέμορφα... Είμαι κι εγώ λευκός και φωτεινός όπως αυτοί. Πάνω μου, όπως και πάνω τους, βασιλεύει αιώνια ανάπαυση. Ούτε ο παραμικρός λογισμός μου δεν παρασύρεται πλέον προς οτιδήποτε γήινο. Ούτε ένας χτύπος της καρδιάς μου δεν κινείται πλέον με ανθρώπινες φροντίδες ή γήινο πάθος. Είμαι όλος ειρήνη και έκσταση. Αλλά εξακολουθώ να κινούμαι μέσα σ’ αυτό το άπειρο Φως που με περιβάλλει αμετάβλητο.Δεν υπάρχει τίποτε άλλο στον κόσμο εκτός από αυτό το λευκό λαμπρό Φως και τα εξίσου ακτινοβόλα αμέτρητα όντα του. Αλλά όλα αυτά τα όντα δεν μοιάζουν σε μένα, ούτε μοιάζουν μεταξύ τους. Έχουν ατέλειωτη ποικιλία, και είναι ακαταμάχητα ελκυστικά. Όντας ανάμεσά τους, αισθάνομαι απίστευτη γαλήνη. Δεν μου προκαλούν ούτε φόβο, ούτε κατάπληξη, ούτε ταραχή. Όλα όσα βλέπουμε εδώ δεν μας ταράσσουν, δεν μας καταπλήσσουν. Όλοι μας εδώ είμαστε σαν ν’ ανήκουμε ο ένας στον άλλον εδώ και πολύ καιρό, σαν να έχουμε συνηθίσει ο ένας τον άλλον και να μην είμαστε καθόλου ξένοι. δεν κάνουμε ερωτήσεις, δεν συζητάμε τίποτα μεταξύ μας. Όλοι αισθανόμαστε και καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχει τίποτε το καινούργιο για μας εδώ. Όλα μας τα ερωτήματα λύνονται με μια ματιά, πού βλέπει τα πάντα και τον καθένα. δεν υπάρχει ίχνος από τούς πολέμους των παθών σε κανένα μας. Όλοι κινούμαστε προς διάφορες κατευθύνσεις, αντίθετες μεταξύ τους, χωρίς να νιώθουμε κανένα περιορισμό, καμιά ανισότητα, ή ζήλεια, ή λύπη, ή μελαγχολία. Μία και η αυτή ειρήνη βασιλεύει σ’ όλες τις εικόνες των ανθρώπων. Ένα και το αυτό ατελεύτητο Φως για όλους. Η Ενότητα της ζωής είναι κάτι πού όλοι μπορούν να το καταλάβουν...» (το παράθεμα από το βιβλίο του π. Δαμασκηνού Κρίστενσεν, Χριστός, το αιώνιο Ταό [σελ. 327 του pdf - διαβάστε από σελ. 324]).
Ο άγιος Αμβρόσιος της Όπτινα |
Τέτοια οράματα μπορεί κάλλιστα να οφείλονται σε παραισθήσεις ή και σε δαιμονικές παγίδες. Στα ορθόδοξα βιβλία – αρχαία και νεότερα, αλλά και σύγχρονα, όπως το Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα του π. Παϊσίου – καταγράφονται πολλές περιπτώσεις ψευδο-οραμάτων. Οι άγιοι τις καταγράφουν (μερικές φορές και δικές τους απατηλές εμπειρίες, όταν ακόμη δεν είχαν πείρα) για να μην είμαστε εύπιστοι σε μεταφυσικά και υπερφυσικά βιώματα, είτε συμβαίνουν σε μας τους ίδιους είτε σε άλλους.
Μπορείτε να δείτε τα σχετικά άρθρα:
Τα χαρίσματα και οι αποκαλύψεις του Θεού στους αγίους είναι απολύτως δοκιμασμένα με τη λεπτή πνευματική επιστήμη που έχει αναπτυχθεί στον αρχαίο και τον ορθόδοξο χριστιανισμό ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό, τη «διάκριση των πνευμάτων».
Η επιστήμη αυτή δεν είναι ανεπτυγμένη, απ’ όσο ξέρω, εκτός της δικής μας παράδοσης, αφού εκεί δεν αναγνωρίζονται «παγίδες», δηλ. απατηλά οράματα και βιώματα, απομιμήσεις θείων, που είναι στην πραγματικότητα δαιμονικά. Τέτοια βιώματα καταγράφονται μόνο στην ορθοδοξία (εννοώ και τον αρχαίο αδιαίρετο χριστιανισμό των πρώτων χιλίων ετών). Αυτή είναι και μία καθοριστική διαφορά από τα μεταφυσικά βιώματα των θρησκειών του κόσμου, που είναι πάντοτε αποδεκτά, αρκεί να "φαίνονται" θεϊκά.
Δείτε και:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου