Παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου και του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ηλιουπόλεως κ. Θεοδώρου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία της Πρεσβυτέρας Ανθής Πέττα.
Δεκαπέντε
κληρικοί της Μητροπόλεως Πατρών και άλλων Μητροπόλεων καθώς και τέσσερις
ιεροδιάκονοι τίμησαν για τελευταία φορά την Πρεσβυτέρα Ανθή, μια
σύγχρονη αγία μορφή που έζησε στην Ιερά Μητρόπολη των Πατρών.
Επίσης
αρκετοί ήταν οι πιστοί, συγγενείς, φίλοι, γνωστοί αλλά και άγνωστοι που
γνώριζαν την βιωτή της Πρεσβυτέρας Ανθής, όπου παρευρέθηκαν στον Ιερό
Ναό Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Παραλίας Πατρών για να πουν το τελευταίο
αντίο στην «Γερόντισσα Αγάθη», όπως την αποκαλούσε ο μακαριστός σύζυγός
της, γνωρίζοντας τα χαρίσματά της.
Ο
Αρχιμανδρίτης Νεκτάριος Μουλατσιώτης κατόπιν προτροπής του Σεβασμιωτάτου
Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου εκφώνησε τον επικήδειο λόγο, προς
την Πρεσβυτέρα Ανθή.
Διακόνησε τη
μεγάλη της οικογένεια με παραδειγματική αυταπάρνηση και αυτοθυσία μαζί
με τον μακαριστό σύζυγό της π. Νικόλαο Πέττα, όπου προσπαθούσαν νύχτα
μέρα να μεταδώσουν στα 12 παιδιά τους αυτό που ζούσαν οι ίδιοι, την
εμπειρία του Θεού.
Ενώ με τον
ίδιο ζήλο η Πρεσβυτέρα Ανθή, αγωνίστηκε στο πλευρό του μακαριστού και
σημειοφόρου π. Νικολάου Πέττα, για την Εκκλησία του Χριστού. Από την
ημέρα που έγινε Πρεσβυτέρα ζούσε πιο έντονα την μυστηριακή ζωή της
Εκκλησίας μέχρι και την τελευταία της ημέρα.
Γι’ αυτό το
λόγο το σκήνωμά της σήμερα βρισκόταν από το πρωί στον Ιερό Ναό Αγίου
Ιωάννου του Θεολόγου, όπου παρέμεινε καθ’ όλη την διάρκεια της Θείας
Λειτουργίας.
Φωτο από εδώ
Τα χαρίσματα που της έδωσε ο Κύριός μας ήταν πολλά και το κυριότερο από αυτά ήταν ότι καθημερινά ότι και να συνέβαινε σε εκείνη ή στην οικογένειά της, δοξολογούσε τον Θεό. Είτε χαρά, είτε λύπη δοξολογούσε το Θεό και εκείνη και ο μακαριστός σύζυγός της.
Ακόμα και όταν έχασε το ένα της παιδί από τα 12, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να δοξολογήσει τον Θεό.
Ήδη με την
κοίμησή της έγιναν τρία θαυμαστά σημεία, σημεία τα οποία δίνει ο Χριστός
μας στους ανθρώπους που τον αγάπησαν. Το πρώτο σημείο από αυτά ήταν ότι
κοιμήθηκε 6 Δεκεμβρίου 2012 ανήμερα της εορτής του Αγίου Νικολάου, όπου
ο σύζυγός της π. Νικόλαος Πέττας, της το είχε προείπη ότι: «Στην γιορτή
μου θα σε πάρω να σε ξεκουράσω!».
Το δεύτερο
σημείο είναι ότι η Πρεσβυτέρα καθώς και ο μακαριστός σύζυγός της είχαν
για προστάτη άγιό τους τον Όσιο Πατάπιο, όπου σήμερα 8 Δεκεμβρίου έγινε
και η εξόδιος ακολουθία της Πρεσβυτέρας Ανθής, μνήμη του Οσίου Παταπίου.
Ενώ το τρίτο
σημείο που έδειξε ο Κύριός μας μέσω της Πρεσβυτέρας Ανθής ήταν όταν κατά
την διάρκεια της εξοδίου ακολουθίας ένα από τα παιδιά της καθώς της
κρατούσε το χέρι, είδε ότι τα δάχτυλα αλλά και το χέρι είχαν ευλυγισία,
ενώ το σκήνωμα της Πρεσβυτέρας κατά μαρτυρία πολλών ευωδίαζε.
“Ο σημειοφόρος π. Νικόλαος Πέττας – Ο συνάδελφος μου εκπαιδευτικός (1941-4/1/2000)”
του Χαράλαμπου Λ. Κοντοχρήστου,
τ. Διευθυντή του 2ου Ι.Ε.Κ. Πατρών.
Επετειακό αφιέρωμα με την συμπλήρωση 12 ετών από την οσιακή κοίμηση του π. Νικολάου
του Χαράλαμπου Λ. Κοντοχρήστου,
τ. Διευθυντή του 2ου Ι.Ε.Κ. Πατρών.
Επετειακό αφιέρωμα με την συμπλήρωση 12 ετών από την οσιακή κοίμηση του π. Νικολάου
[...] Ο π. Νικόλαος, για εμάς τους καθηγητές ήταν ένας ιδιαίτερος και
σπάνιος άνθρωπος. Ήταν υπόδειγμα κληρικού – καθηγητού, με τη συνέπειά
του και την πνευματικότητά του, αλλά έχοντας ένα δικό του τρόπο, για να
γίνεται προσιτός και αγαπητός από όλους, όπως στους συναδέλφους, στο
προσωπικό και στους σπουδαστές των Σχολών. Ήταν για όλους εμάς ένα υγιές
και σπάνιο παράδειγμα, ένας ζωντανός άνθρωπος. Ήταν πολύ ιδιαίτερη
φυσιογνωμία, που προκαλεί πολλά συναισθήματα. Συνδύαζε την ευγενή
απλότητα και το σιωπηλό μεγαλείο. Αυτό που νιώθω σίγουρα είναι ότι
βρισκόταν στο σημείο που τον αντιπροσώπευε πραγματικά. Ήταν μία
φυσιογνωμία που δεν μπορείς να τη φανταστείς πουθενά αλλού παρά εκεί που
ήταν. Συγκλονιστική πρωσοπικότητα!
Κοντά του έζησα πολλά θαυμαστά γεγονότα, και καταθέτω ορισμένα από
αυτά, για να διασωθούν, γιατί πολλοί άνθρωποι που γνώριζαν πολλά για τον
σπάνιο αυτό ιερέα, όσο περνούν τα χρόνια φεύγουν, και μαζί τους
χάνονται μοναδικές ιστορίες που βίωσαν κοντά του. Θα ήθελα να πω από την
αρχή ότι ζούσαμε κοντά στο π. Νικόλαο, και ακούμε ακόμα περισσότερα,
που πληροφορούμαστε μετά την κοίμησή του, που είναι επί το πλείστον
κατορθώματα φοβερά, πρωτοφανή, σχεδόν απίστευτα. Απεναντίας, για τον
ίδιο τον Γέροντα, που ζούσε τόσο φυσικά μέσα στο χώρο της παντοδύναμης
θείας χάριτος, ήταν γεγονότα απλά, συνηθισμένα, χωρίς ιδιαίτερη σημασία.
Γνωριστήκαμε ως λαϊκοί μετά από το 1978 και εκείνος δίδασκε όλα τα μαθήματα που αφορούσαν την μηχανολογία. Και οι δυό υπήρξαμε συνάδελφοι στις Τεχνικές σχολές στην Πλατεία Γλαράκι και στις Σχολές στο Κουκούλι Πατρών, που αργότερα έγιναν ΣΕΚ, όπου στεγάζονταν τα εργαστήρια. Οι Σχολές που υπηρετήσαμε όλα αυτά τα χρόνια ήταν κυρίως το 1ο ΤΕΕ, 2ο ΤΕΕ, το Νέου Τύπου, το Λύκειο, το Τεχνικό Λύκειο, Κατωτέρα Σχολή, όπως λεγόταν παλαιότερα.
Ήταν από τότε ένας σεμνός και μειλίχιος καθηγητής. Πρωτοδιορίστηκε στις Τεχνικές Σχολές της Ναυπάκτου και μετά από την μετάθεσή του στην Πάτρα. Ήταν για εμάς ευτυχές γεγονός, γιατί έτσι τον γνωρίσαμε. Η παρουσία του ήταν μετρημένη με ιεροπρέπεια και εάν του έβαζες ένα ράσο ενέπνεε, θα ήταν ένα κανονικός ιερέας που σου έμπνεε σεβασμό. Του άρεσε το δίκαιο και το σωστό. Στα παιδιά φερόταν με αγάπη και επιείκεια.
Στην αρχή δεν το καταλάβαιναν και τους έκανε εντύπωση, όταν αργότερα χειροτονήθηκε, το πως ένας ρασοφόρος είναι παράλληλα και καθηγητής τους στη μηχανολογία και έμπαινε με τα ράσα μέσα στο εργαστήριο να τους διδάξει στην πράξη. Όλη αυτή η σκέψη τους έκανε στην αρχή να τον χλευάζουν, ενώ εκείνος έκανε ότι δεν καταλάβαινε… Όσο κυλούσαν οι πρώτες μέρες, ένα παράξενο πνευματικό δέσιμο γινόταν μαζί του, ενώ για τους σπουδαστές αμέσως μετά γινόταν ο πατέρας τους, ο διδάσκαλός τους, η παρηγοριά, η αγαλλίαση, ο ευσκιόφυλλος γεροπλάτανος που θα έβρισκαν απάγκιο. [...]
Οι καλλιεργημένοι πνευματικά συνάδελφοί μας έβλεπαν στο πρόσωπο του ιερέα αυτού τον επιστήμονα που συνταιρίαζε την πίστη με τη γνώση. Ακόμα και οι ορθολογιστές και οι αντιδραστικοί στο Χριστό, με τον χρόνο, και με το καλό του παράδειγμα, σταμάτησαν να υποπτεύονται μήπως είναι «σκοταδιστής» και άρχισαν με το χρόνο να αναθεωρούν τις απόψεις τους για την Ορθοδοξία. Ακόμα και άνθρωποι που του δήλωναν ότι δεν τον συμπαθούσαν, γιατί φορούσε το ράσο, συχνά τον πλησίαζαν και ζητούσαν τη συμβουλή του για διάφορα θέματά τους, γιατί ο π. Νικόλαος δεν τους περιφρονούσε και δεν τους απέφευγε, τους τραβούσε κοντά του, γιατί δεν φοβόταν. Με τη σεμνότητά του, που συνδυαζόταν με τη γενναιότητα, κέρδιζε την εκτίμηση και το θαυμασμό ανθρώπων που δεν περίμενες να σεβαστούν ποτέ ένα ρασοφόρο. Όταν χρειαζόταν να υποστηρίξει κάποιον αδικημένο και βασανισμένο, έδειχνε και το θάρρος και την ανδρεία του σε όσους τον ταλαιπωρούσαν. Και ενώ ως τότε γνωρίζαμε την καλωσύνη και την ευσπλαχνία του, εκείνες τις στιγμές βλέπαμε την τόλμη του και την παλικαριά του. Όλα αυτά τα στοιχεία της δυναμικής προσωπικότητάς του μας σαγήνευαν. Στη μορφή του έβλεπες έναν άνθρωπο ασυνήθιστο, έναν άνθρωπο πραγματικά μεγάλο άρχοντα. [...]
Μοναδική ήταν ακόμα η χαρισματική δύναμη της επιβολής του σε εμάς του, συνανθρώπους του. Ορισμένοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν, μερικοί όμως τον πολεμούσαν με μένος, κυρίως από τον χώρο του ράσου. Εκείνος υπέμενε τον αισχρό πόλεμο που του έκαναν με ταπεινοφροσύνη, μεγαλοψυχία και σιωπή. Σε μια από τις σπάνιες φορές που μας εμπιστεύτηκε σε λίγους τον πόνο του σαν άτομα της εμπιστοσύνης του, και όταν παίρναμε θάρρος και τον ρωτούσαμε γιατί του έκαναν τόσο πόλεμο, εκείνος απαντούσε: «Αφού το επιτρέπει ο Θεός κάτι θα θέλει να ωφεληθώ και εργάζεται την σωτηρία, να είναι ευλογημένο. Ας γίνει το θέλημά Του!». Άλλες φορές συζητάγαμε για τους βίους αγίων, όπως του Παπουλάκου, του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, και του πνευματικού του αναστήματος, του αειμνήστου π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, τον οποίο είχε πνευματικό ο π. Νικόλαος, για την έντονη πολεμική που πέρασαν όλοι αυτοί οι Γέροντες, πόλεμος που πήγαζε από πολλά κέντρα και πολλούς ανθρώπους από διάφορες θέσεις και αξιώματα.
Τον ρωτούσαμε πολύ εμπιστευτικά γιατί γίνεται αυτό, γιατί το επιτρέπει ο Θεός; Δηλαδή, εννοούμε ότι άλλοι να σέβονται και να πιστεύουν αυτές τις ιερές μορφές και άλλοι να τους πολεμούν με μίσος και μένος! Εκείνος απαντούσε ως εξής: «Αν θέλεις να δεις ότι βαδίζεις σωστά, όπως θέλει ο νόμος του Θεού, μία μερίδα ανθρώπων θα σε χαίρονται και θα σε εκτιμούν, και η άλλη ομάδα ανθρώπων θα σε μισούν και θα σε διαβάλλουν. Δηλαδή, αυτοί που θα χαίρονται θα είναι και αυτοί αγωνιστές και άνθρωποι του φωτός, ενώ εκείνοι που θα σε πολεμούν, θα είναι άνθρωποι συνδεμένοι με τα γήινα και θα ελέγχονται από τον αγώνα τον καλό και η ύπαρξή τους είναι μέσα στο σκότος. Τους τελευταίους θα τους συγχωράμε και θα προσευχόμαστε για την σωτηρία τους. Αυτός είναι ο χρυσός κανόνας του αγωνιζομένου ανθρώπου». Γενικότερα, ο Πατραϊκός λαός ήξερε πως είχαν κοντά τους ένα ιερέα-καθηγητή, που βάδιζε στο δρόμο της πνευματικής τελειότητας και θέωση.
Θα αναφέρω ένα προσωπικό γεγονός με την υγεία μου. Το 1996 είχα ασθενήσει από σοβαρότατη ασθένεια. Έκανα ένα κύκλο θεραπείας εδώ και έπρεπε να ταξιδέψω στο Λονδίνο, για να κάνω σε ειδικό νοσοκομείο λεπτότατη εγχείρηση, για να μην επιδεινωθεί η κατάσταση. Πριν ταξιδεύσω με κάλεσε στο «Ασκητήριό του», απέναντι από το σπίτι του στο τέρμα της οδού Ν.Τ. Ζαφειράκη στην Άνθεια. Εκεί τέλεσε με κατάνυξη το μυστήριό του Αγίου Ευχελαίου και μου είπε να επαλειφθώ παντού με το άγιο έλαιο, πριν την εγχείρηση. Και πράγματι, με τις συμβουλές που μου έδωσε και με την προσευχή του, θεραπεύτηκα πλήρως και μέχρι σήμερα είμαι υγιέστατος.
Θα καταγράψω και ένα άλλο γεγονός από τον οικογενειακό μου κύκλο, για να γίνουν περισσότερο κατανοητά τα χαρίσματα αυτού του ιερέα. Κάποια μέρα, το θέρος του 1997, μου τηλεφώνησε τρεις φορές συνεχόμενες, νωρίς το πρωί και μου είπε με ευγένεια και σιγουριά: «Χαράλαμπε εντός τριών ημερών η αδελφή σου Βασιλική θα φύγει για τους Ουρανούς, πρέπει να πάμε τώρα να εξομολογηθεί και να την μεταλάβουμε». Του απάντησα «Πατέρα Νικόλαε τι μου λες πρωί-πρωί; Οι γιατροί είπαν ότι μετά από τον κύκλο των χημειοθεραπειών θα ζήσει ένα μήνα ακόμα». Στην αρχή δεν του έδωσα σημασία και του έκλεισα και τις τρεις φορές το τηλέφωνο έντονα εκνευρισμένος. Όμως το ξανασκέφτηκα και είπα αν θα βγει και αυτό τι θα κάνω; Του τηλεφώνησα λοιπόν και του είπα «Πατέρα Νικόλαε ετοιμάσου να πάμε!». Και ο δίκαιος πατήρ μου απαντά με λίγα λόγια: «Εντάξει έλα γρήγορα να πάμε τώρα».
Εγώ, λόγω του ότι είχα και άλλα προσωπικά βιώματα διότι μου είχε πάρα πολύ εμπιστοσύνη, αλλά είχα ακούσει επίσης από τους συναδέλφους και τους σπουδαστές μας ότι ο π. Νικόλαος με την προσευχή του αποκάλυπτε και πρόλεγε, τελικά υπάκουσα και ξεκίνησα να πάμε στην αδελφή μου. Όταν φτάσαμε, ευλόγησε την αδελφή μου και της λέει γλυκά: «Βασιλική ο Χριστός ήρθε, η Παναγία ήρθε;». «Ναι!», απαντά εκείνη». Την ρωτάει στη συνέχεια: «Ο άγιος Γεώργιος ήρθε;». Σημειώνουμε ότι ο Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος είναι προστάτης του χωριού μας, αφού στο όνομά του είναι αφιερωμένος ο κεντρικός Ναός. Του απαντά εκείνη αρνητικά. Τότε την ρωτά τελευταία «Ο άγιος Αθανάσιος ήρθε;». Σημειώνουμε ακόμα ότι ο Άγιος Αθανάσιος είναι ο προστάτης άγιος του κοιμητηρίου της γενέτειράς μας. Εκείνη απαντά θετικά. Τότε μου λέει με πόνο και βεβαιότητα: «Χαράλαμπε πράγματι θα φύγει η αδελφή σου, γιατί ο άγιος Αθανάσιος είναι ο προστάτης του κοιμητηρίου του χωριού σου, έτσι δεν είναι;». Και γεμάτος έκπληξη και συγκίνηση του κούνησα τα κεφάλι μου καταφατικά.
Και όντως, την τρίτη ημέρα η αγαπημένη μου Βασιλική αναπαύτηκε. Εγώ από την πρώτη στιγμή που έζησα τέτοια μεγάλη αποκάλυψη, τον ρωτούσα τον π. Νικόλαο: «Που τα ξέρεις αυτά; κ.τ.λ.» Εκείνος για αρκετό καιρό ξέφευγε να απαντήσει αλλάζοντας συζήτηση, δεν ήθελε να φανερώσει την χάρη που του εμπιστεύτηκε ο Θεός και όταν επέμενα, το έριχνε στο καλαμπούρι για να ξεγλιστρήσει. Συχνά οι δυό μας, αλλά και με άλλους συναδέλφους, ανηφορίζαμε για προσκύνημα στην γυναικεία Μονή Ελεούσας Πιτίτσας Πατρών. Εκεί με τις αδελφές, αλλά και με την νυν προηγουμένη Γερόντισσα Μακρίνα, συζητούσαμε πνευματικά πράγματα, και στο τέλος κάναμε και ακολουθίες στο Καθολικό. Αυτό μας άρεσε στους συναδέλφους καθηγητές και διδαχτήκαμε πολλά για την πίστη μας σε αυτές τις ευλογημένες και ανεπανάληπτες εμπειρίες. Αξίζει να αναφέρω και το εξής. Πολλές φορές, όταν συζητούσαμε πράγματα που απαιτούσαν μεγάλη πνευματική ωριμότητα για να τα κατανοήσουμε εμείς οι λαϊκοί, ο π. Νικόλαος και η Γερόντισσά μας τα εξηγούσαν αναλυτικά. Εμείς δείχναμε από ντροπή ότι στο τέλος τα καταλάβαμε, όμως ο π. Νικόλαος διέγνωνε κάθε φορά ποιά σημεία ήθελαν επιπλέον ανάπτυξη και ενώ εμείς δήθεν λέγαμε ότι το κατανοήσαμε, εκείνος έλεγε στη Γερόντισσα: «Σας παρακαλώ να το ξαναπείτε αυτό η να αναπτύξετε αυτό επιπλέον γιατί δεν το κατανόησαν!».
Ας έρθουμε στην υπόθεση με την αδελφή μου. Θυμάμαι κάποια μέρα που ήμασταν οι δυό μας, φεύγοντας από την Μονή Πιτίτσας, σταματήσαμε σε μία πηγή να πιούμε νερό που είναι πλησίον της. Όπως είμασταν τον ρωτώ με ένταση και νεύρα: «Που τα ξέρεις αυτά, πατέρα Νικόλαε;» Γιατί για αρκετό καιρό απόφευγε να απαντήσει. Και όσο δεν μιλούσε, θύμωνα, περισσότερο με αποτέλεσμα να βγω εκτός εαυτού και ξεστόμισα και άλλα λόγια πάνω στην οργή μου που δεν γράφονται. Αυτός συνέχεια μειδιούσε σαν αθώο παιδάκι. Αυτή όλη η συμπεριφορά του τόσο με εκνεύρισε επιπλέον ώστε τον έπιασα από το λαιμό και τον έριξα κάτω πατώντας τον στο λαρύγγι και συνέχισα να τον ρωτώ με φωνές: «Που τα γνώριζες;». Πραγματικά είχα βγει εκτός εαυτού και τώρα που το θυμάμαι συγκινούμαι και καταλαβαίνω περισσότερα. Ο ταπεινός λευίτης συνέχισε να σιωπά και καθώς τον πατούσα σαν πτηνό που ήταν προς σφαγή, εκείνος με τα γαλάζια του ήρεμα γελαστά του μάτια ατένιζε προς τον ουρανό χωρίς να μιλά. Αυτή η εικόνα έρχεται πολλές φορές στον νου μου και την αναζητώ. Νιώθω ότι δεν έφυγε, αλλά μας παρακολουθεί και μας στηρίζει. Έτσι δεν πήρα ποτέ απάντηση! [...]
Όταν κοιμήθηκε, η μορφή του ήταν ήρεμη και ένα ανέσπερο φως αναδυόταν από το ζεστό και μαλακό κορμί του, αν και η αιτία του θανάτου του ήταν πνευμονικό οίδημα! Όπως γνωρίζουμε, όταν φύγει κάποιος από αυτή την αιτία, από τον πόνο και τις επιπλοκές, μαυρίζει το σώμα και ζωγραφίζεται στο πρόσωπο η φρίκη. Όμως αυτά δεν ίσχυαν για τον π. Νικόλαο και όταν τον αντίκρισα, είχα την αίσθηση ότι κοιμόταν! Αμέσως μέσα μου πάλευαν δυό αντίθετα συναισθήματα, του πόνου και της χαράς. Το πρώτο γιατί δεν θα ξαναδώ τον πιο πιστό πνευματικό μου πατέρα και φίλο και το δεύτερο με αυτό που βίωνα πίστευα περισσότερο στα θαυμάσια του Θεού, βλέποντας το σκήνωμά του σε αυτή την μοναδική κατάσταση.
Ωστόσο μου έκανε εντύπωση ότι το βράδυ που ήταν το σκήνωμά του [=το σώμα του] στο κέντρο του Ναού που διακονούσε και ενώ οι οικείοι του και το πλήθος του λαού τον θρηνούσαν κατέφτασε ένας υψηλόβαθμος ιερέας που είχε κατατρέξει τον π. Νικόλαο, προσπαθούσε να του πάρει το Ευαγγέλιο από τα χέρια του, ενώ ο κεκοιμημένος το συγκρατούσε και αντιστεκόταν. Τελικά ο κακόβουλος αυτός κληρικός από την επιμονή του και την δύναμη που έβαλε απέσπασε από το σκήνωμα το Ευαγγέλιο αλλά ξαφνικά από το μέρος της καρδιάς του π. Νικολάου άρχισε να πετάγεται ζωντανό αίμα που διαπερνούσε τα πολλά ιερά ενδύματα που ήταν ντυμένος! Μπροστά στο σπάνιο αυτό σημείο ο κληρικός έφυγε με κατεβασμένο κεφάλι και δεν βεβήλωσε άλλο το σκήνωμα του ομολογητή κληρικού. Αυτό είναι ένα μήνυμα που επιβεβαίωνε ότι στην ζωή του ο π. Νικόλαος έζησε πολλές θλίψεις και η πορεία της ιερατικής του ζωής ήταν ένα αργό ματωμένο μαρτύριο και επίσης ότι πραγματοποιήθηκε η πρόρροσης που έλεγε ότι ο ίδιος «Θα φύγω ως αμνός που σφάζεται για εξιλαστήριο θύμα!» Τότε ο διάκονος υιός του π. Νικολάου, π. Νεκτάριος πήρε τον λειτουργικό αέρα που μέχρι τότε ήταν πάνω στο κεφάλι του και το απίθωσε στο στήθος του κεκοιμημένου για να καλύπτει το ζεστό αίμα που έρεε. [...]
Στην καθημερινή του ζωή δεχόταν πολλές σημειοφόρες αποκαλύψεις από τον Θεό που δεν τις άντεχαν οι σωματικές του δυνάμεις, γιατί όπως μας έλεγε «Το σώμα είναι αδύναμο μπροστά στην πνευματική δύναμη». Για τον λόγο αυτό ο π. Νικόλαος δεν άντεχε αυτά που του αποκαλύπτονταν και συχνά απευθυνόμενος προς τον Ουράνιο Πατέρα έλεγε με πόνο ψυχής «Θεέ μου, η πάρε με (δηλαδή να πεθάνω) η πάρτο! (αυτά που το άπειρο έλεός του Θεού του αποκάλυπτε)». [...]
"Ν": Όσοι αναγνώστες αγαπούν τους αγίους και λαχταρούν να μελετούν το βίο τους (κι όσοι αναρωτιούνται ΑΝ υπάρχουν άγιοι), ας μπουν εδώ, να διαβάσουν ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στον π. Νικόλαο Πέττα, από όπου προέρχεται η παρακάτω φωτο, καθώς και η φωτο από το περιοδικό Μοναχική Έκφραση. Δείτε επίσης: Άγιοι της διπλανής πόρτας, σύγχρονοι άγιοι, παπάδες που "λένε"!
Γνωριστήκαμε ως λαϊκοί μετά από το 1978 και εκείνος δίδασκε όλα τα μαθήματα που αφορούσαν την μηχανολογία. Και οι δυό υπήρξαμε συνάδελφοι στις Τεχνικές σχολές στην Πλατεία Γλαράκι και στις Σχολές στο Κουκούλι Πατρών, που αργότερα έγιναν ΣΕΚ, όπου στεγάζονταν τα εργαστήρια. Οι Σχολές που υπηρετήσαμε όλα αυτά τα χρόνια ήταν κυρίως το 1ο ΤΕΕ, 2ο ΤΕΕ, το Νέου Τύπου, το Λύκειο, το Τεχνικό Λύκειο, Κατωτέρα Σχολή, όπως λεγόταν παλαιότερα.
Ήταν από τότε ένας σεμνός και μειλίχιος καθηγητής. Πρωτοδιορίστηκε στις Τεχνικές Σχολές της Ναυπάκτου και μετά από την μετάθεσή του στην Πάτρα. Ήταν για εμάς ευτυχές γεγονός, γιατί έτσι τον γνωρίσαμε. Η παρουσία του ήταν μετρημένη με ιεροπρέπεια και εάν του έβαζες ένα ράσο ενέπνεε, θα ήταν ένα κανονικός ιερέας που σου έμπνεε σεβασμό. Του άρεσε το δίκαιο και το σωστό. Στα παιδιά φερόταν με αγάπη και επιείκεια.
Στην αρχή δεν το καταλάβαιναν και τους έκανε εντύπωση, όταν αργότερα χειροτονήθηκε, το πως ένας ρασοφόρος είναι παράλληλα και καθηγητής τους στη μηχανολογία και έμπαινε με τα ράσα μέσα στο εργαστήριο να τους διδάξει στην πράξη. Όλη αυτή η σκέψη τους έκανε στην αρχή να τον χλευάζουν, ενώ εκείνος έκανε ότι δεν καταλάβαινε… Όσο κυλούσαν οι πρώτες μέρες, ένα παράξενο πνευματικό δέσιμο γινόταν μαζί του, ενώ για τους σπουδαστές αμέσως μετά γινόταν ο πατέρας τους, ο διδάσκαλός τους, η παρηγοριά, η αγαλλίαση, ο ευσκιόφυλλος γεροπλάτανος που θα έβρισκαν απάγκιο. [...]
Οι καλλιεργημένοι πνευματικά συνάδελφοί μας έβλεπαν στο πρόσωπο του ιερέα αυτού τον επιστήμονα που συνταιρίαζε την πίστη με τη γνώση. Ακόμα και οι ορθολογιστές και οι αντιδραστικοί στο Χριστό, με τον χρόνο, και με το καλό του παράδειγμα, σταμάτησαν να υποπτεύονται μήπως είναι «σκοταδιστής» και άρχισαν με το χρόνο να αναθεωρούν τις απόψεις τους για την Ορθοδοξία. Ακόμα και άνθρωποι που του δήλωναν ότι δεν τον συμπαθούσαν, γιατί φορούσε το ράσο, συχνά τον πλησίαζαν και ζητούσαν τη συμβουλή του για διάφορα θέματά τους, γιατί ο π. Νικόλαος δεν τους περιφρονούσε και δεν τους απέφευγε, τους τραβούσε κοντά του, γιατί δεν φοβόταν. Με τη σεμνότητά του, που συνδυαζόταν με τη γενναιότητα, κέρδιζε την εκτίμηση και το θαυμασμό ανθρώπων που δεν περίμενες να σεβαστούν ποτέ ένα ρασοφόρο. Όταν χρειαζόταν να υποστηρίξει κάποιον αδικημένο και βασανισμένο, έδειχνε και το θάρρος και την ανδρεία του σε όσους τον ταλαιπωρούσαν. Και ενώ ως τότε γνωρίζαμε την καλωσύνη και την ευσπλαχνία του, εκείνες τις στιγμές βλέπαμε την τόλμη του και την παλικαριά του. Όλα αυτά τα στοιχεία της δυναμικής προσωπικότητάς του μας σαγήνευαν. Στη μορφή του έβλεπες έναν άνθρωπο ασυνήθιστο, έναν άνθρωπο πραγματικά μεγάλο άρχοντα. [...]
Μοναδική ήταν ακόμα η χαρισματική δύναμη της επιβολής του σε εμάς του, συνανθρώπους του. Ορισμένοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν, μερικοί όμως τον πολεμούσαν με μένος, κυρίως από τον χώρο του ράσου. Εκείνος υπέμενε τον αισχρό πόλεμο που του έκαναν με ταπεινοφροσύνη, μεγαλοψυχία και σιωπή. Σε μια από τις σπάνιες φορές που μας εμπιστεύτηκε σε λίγους τον πόνο του σαν άτομα της εμπιστοσύνης του, και όταν παίρναμε θάρρος και τον ρωτούσαμε γιατί του έκαναν τόσο πόλεμο, εκείνος απαντούσε: «Αφού το επιτρέπει ο Θεός κάτι θα θέλει να ωφεληθώ και εργάζεται την σωτηρία, να είναι ευλογημένο. Ας γίνει το θέλημά Του!». Άλλες φορές συζητάγαμε για τους βίους αγίων, όπως του Παπουλάκου, του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, και του πνευματικού του αναστήματος, του αειμνήστου π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, τον οποίο είχε πνευματικό ο π. Νικόλαος, για την έντονη πολεμική που πέρασαν όλοι αυτοί οι Γέροντες, πόλεμος που πήγαζε από πολλά κέντρα και πολλούς ανθρώπους από διάφορες θέσεις και αξιώματα.
Τον ρωτούσαμε πολύ εμπιστευτικά γιατί γίνεται αυτό, γιατί το επιτρέπει ο Θεός; Δηλαδή, εννοούμε ότι άλλοι να σέβονται και να πιστεύουν αυτές τις ιερές μορφές και άλλοι να τους πολεμούν με μίσος και μένος! Εκείνος απαντούσε ως εξής: «Αν θέλεις να δεις ότι βαδίζεις σωστά, όπως θέλει ο νόμος του Θεού, μία μερίδα ανθρώπων θα σε χαίρονται και θα σε εκτιμούν, και η άλλη ομάδα ανθρώπων θα σε μισούν και θα σε διαβάλλουν. Δηλαδή, αυτοί που θα χαίρονται θα είναι και αυτοί αγωνιστές και άνθρωποι του φωτός, ενώ εκείνοι που θα σε πολεμούν, θα είναι άνθρωποι συνδεμένοι με τα γήινα και θα ελέγχονται από τον αγώνα τον καλό και η ύπαρξή τους είναι μέσα στο σκότος. Τους τελευταίους θα τους συγχωράμε και θα προσευχόμαστε για την σωτηρία τους. Αυτός είναι ο χρυσός κανόνας του αγωνιζομένου ανθρώπου». Γενικότερα, ο Πατραϊκός λαός ήξερε πως είχαν κοντά τους ένα ιερέα-καθηγητή, που βάδιζε στο δρόμο της πνευματικής τελειότητας και θέωση.
Θα αναφέρω ένα προσωπικό γεγονός με την υγεία μου. Το 1996 είχα ασθενήσει από σοβαρότατη ασθένεια. Έκανα ένα κύκλο θεραπείας εδώ και έπρεπε να ταξιδέψω στο Λονδίνο, για να κάνω σε ειδικό νοσοκομείο λεπτότατη εγχείρηση, για να μην επιδεινωθεί η κατάσταση. Πριν ταξιδεύσω με κάλεσε στο «Ασκητήριό του», απέναντι από το σπίτι του στο τέρμα της οδού Ν.Τ. Ζαφειράκη στην Άνθεια. Εκεί τέλεσε με κατάνυξη το μυστήριό του Αγίου Ευχελαίου και μου είπε να επαλειφθώ παντού με το άγιο έλαιο, πριν την εγχείρηση. Και πράγματι, με τις συμβουλές που μου έδωσε και με την προσευχή του, θεραπεύτηκα πλήρως και μέχρι σήμερα είμαι υγιέστατος.
Θα καταγράψω και ένα άλλο γεγονός από τον οικογενειακό μου κύκλο, για να γίνουν περισσότερο κατανοητά τα χαρίσματα αυτού του ιερέα. Κάποια μέρα, το θέρος του 1997, μου τηλεφώνησε τρεις φορές συνεχόμενες, νωρίς το πρωί και μου είπε με ευγένεια και σιγουριά: «Χαράλαμπε εντός τριών ημερών η αδελφή σου Βασιλική θα φύγει για τους Ουρανούς, πρέπει να πάμε τώρα να εξομολογηθεί και να την μεταλάβουμε». Του απάντησα «Πατέρα Νικόλαε τι μου λες πρωί-πρωί; Οι γιατροί είπαν ότι μετά από τον κύκλο των χημειοθεραπειών θα ζήσει ένα μήνα ακόμα». Στην αρχή δεν του έδωσα σημασία και του έκλεισα και τις τρεις φορές το τηλέφωνο έντονα εκνευρισμένος. Όμως το ξανασκέφτηκα και είπα αν θα βγει και αυτό τι θα κάνω; Του τηλεφώνησα λοιπόν και του είπα «Πατέρα Νικόλαε ετοιμάσου να πάμε!». Και ο δίκαιος πατήρ μου απαντά με λίγα λόγια: «Εντάξει έλα γρήγορα να πάμε τώρα».
Εγώ, λόγω του ότι είχα και άλλα προσωπικά βιώματα διότι μου είχε πάρα πολύ εμπιστοσύνη, αλλά είχα ακούσει επίσης από τους συναδέλφους και τους σπουδαστές μας ότι ο π. Νικόλαος με την προσευχή του αποκάλυπτε και πρόλεγε, τελικά υπάκουσα και ξεκίνησα να πάμε στην αδελφή μου. Όταν φτάσαμε, ευλόγησε την αδελφή μου και της λέει γλυκά: «Βασιλική ο Χριστός ήρθε, η Παναγία ήρθε;». «Ναι!», απαντά εκείνη». Την ρωτάει στη συνέχεια: «Ο άγιος Γεώργιος ήρθε;». Σημειώνουμε ότι ο Μεγαλομάρτυρας Γεώργιος είναι προστάτης του χωριού μας, αφού στο όνομά του είναι αφιερωμένος ο κεντρικός Ναός. Του απαντά εκείνη αρνητικά. Τότε την ρωτά τελευταία «Ο άγιος Αθανάσιος ήρθε;». Σημειώνουμε ακόμα ότι ο Άγιος Αθανάσιος είναι ο προστάτης άγιος του κοιμητηρίου της γενέτειράς μας. Εκείνη απαντά θετικά. Τότε μου λέει με πόνο και βεβαιότητα: «Χαράλαμπε πράγματι θα φύγει η αδελφή σου, γιατί ο άγιος Αθανάσιος είναι ο προστάτης του κοιμητηρίου του χωριού σου, έτσι δεν είναι;». Και γεμάτος έκπληξη και συγκίνηση του κούνησα τα κεφάλι μου καταφατικά.
Και όντως, την τρίτη ημέρα η αγαπημένη μου Βασιλική αναπαύτηκε. Εγώ από την πρώτη στιγμή που έζησα τέτοια μεγάλη αποκάλυψη, τον ρωτούσα τον π. Νικόλαο: «Που τα ξέρεις αυτά; κ.τ.λ.» Εκείνος για αρκετό καιρό ξέφευγε να απαντήσει αλλάζοντας συζήτηση, δεν ήθελε να φανερώσει την χάρη που του εμπιστεύτηκε ο Θεός και όταν επέμενα, το έριχνε στο καλαμπούρι για να ξεγλιστρήσει. Συχνά οι δυό μας, αλλά και με άλλους συναδέλφους, ανηφορίζαμε για προσκύνημα στην γυναικεία Μονή Ελεούσας Πιτίτσας Πατρών. Εκεί με τις αδελφές, αλλά και με την νυν προηγουμένη Γερόντισσα Μακρίνα, συζητούσαμε πνευματικά πράγματα, και στο τέλος κάναμε και ακολουθίες στο Καθολικό. Αυτό μας άρεσε στους συναδέλφους καθηγητές και διδαχτήκαμε πολλά για την πίστη μας σε αυτές τις ευλογημένες και ανεπανάληπτες εμπειρίες. Αξίζει να αναφέρω και το εξής. Πολλές φορές, όταν συζητούσαμε πράγματα που απαιτούσαν μεγάλη πνευματική ωριμότητα για να τα κατανοήσουμε εμείς οι λαϊκοί, ο π. Νικόλαος και η Γερόντισσά μας τα εξηγούσαν αναλυτικά. Εμείς δείχναμε από ντροπή ότι στο τέλος τα καταλάβαμε, όμως ο π. Νικόλαος διέγνωνε κάθε φορά ποιά σημεία ήθελαν επιπλέον ανάπτυξη και ενώ εμείς δήθεν λέγαμε ότι το κατανοήσαμε, εκείνος έλεγε στη Γερόντισσα: «Σας παρακαλώ να το ξαναπείτε αυτό η να αναπτύξετε αυτό επιπλέον γιατί δεν το κατανόησαν!».
Ας έρθουμε στην υπόθεση με την αδελφή μου. Θυμάμαι κάποια μέρα που ήμασταν οι δυό μας, φεύγοντας από την Μονή Πιτίτσας, σταματήσαμε σε μία πηγή να πιούμε νερό που είναι πλησίον της. Όπως είμασταν τον ρωτώ με ένταση και νεύρα: «Που τα ξέρεις αυτά, πατέρα Νικόλαε;» Γιατί για αρκετό καιρό απόφευγε να απαντήσει. Και όσο δεν μιλούσε, θύμωνα, περισσότερο με αποτέλεσμα να βγω εκτός εαυτού και ξεστόμισα και άλλα λόγια πάνω στην οργή μου που δεν γράφονται. Αυτός συνέχεια μειδιούσε σαν αθώο παιδάκι. Αυτή όλη η συμπεριφορά του τόσο με εκνεύρισε επιπλέον ώστε τον έπιασα από το λαιμό και τον έριξα κάτω πατώντας τον στο λαρύγγι και συνέχισα να τον ρωτώ με φωνές: «Που τα γνώριζες;». Πραγματικά είχα βγει εκτός εαυτού και τώρα που το θυμάμαι συγκινούμαι και καταλαβαίνω περισσότερα. Ο ταπεινός λευίτης συνέχισε να σιωπά και καθώς τον πατούσα σαν πτηνό που ήταν προς σφαγή, εκείνος με τα γαλάζια του ήρεμα γελαστά του μάτια ατένιζε προς τον ουρανό χωρίς να μιλά. Αυτή η εικόνα έρχεται πολλές φορές στον νου μου και την αναζητώ. Νιώθω ότι δεν έφυγε, αλλά μας παρακολουθεί και μας στηρίζει. Έτσι δεν πήρα ποτέ απάντηση! [...]
Όταν κοιμήθηκε, η μορφή του ήταν ήρεμη και ένα ανέσπερο φως αναδυόταν από το ζεστό και μαλακό κορμί του, αν και η αιτία του θανάτου του ήταν πνευμονικό οίδημα! Όπως γνωρίζουμε, όταν φύγει κάποιος από αυτή την αιτία, από τον πόνο και τις επιπλοκές, μαυρίζει το σώμα και ζωγραφίζεται στο πρόσωπο η φρίκη. Όμως αυτά δεν ίσχυαν για τον π. Νικόλαο και όταν τον αντίκρισα, είχα την αίσθηση ότι κοιμόταν! Αμέσως μέσα μου πάλευαν δυό αντίθετα συναισθήματα, του πόνου και της χαράς. Το πρώτο γιατί δεν θα ξαναδώ τον πιο πιστό πνευματικό μου πατέρα και φίλο και το δεύτερο με αυτό που βίωνα πίστευα περισσότερο στα θαυμάσια του Θεού, βλέποντας το σκήνωμά του σε αυτή την μοναδική κατάσταση.
Ωστόσο μου έκανε εντύπωση ότι το βράδυ που ήταν το σκήνωμά του [=το σώμα του] στο κέντρο του Ναού που διακονούσε και ενώ οι οικείοι του και το πλήθος του λαού τον θρηνούσαν κατέφτασε ένας υψηλόβαθμος ιερέας που είχε κατατρέξει τον π. Νικόλαο, προσπαθούσε να του πάρει το Ευαγγέλιο από τα χέρια του, ενώ ο κεκοιμημένος το συγκρατούσε και αντιστεκόταν. Τελικά ο κακόβουλος αυτός κληρικός από την επιμονή του και την δύναμη που έβαλε απέσπασε από το σκήνωμα το Ευαγγέλιο αλλά ξαφνικά από το μέρος της καρδιάς του π. Νικολάου άρχισε να πετάγεται ζωντανό αίμα που διαπερνούσε τα πολλά ιερά ενδύματα που ήταν ντυμένος! Μπροστά στο σπάνιο αυτό σημείο ο κληρικός έφυγε με κατεβασμένο κεφάλι και δεν βεβήλωσε άλλο το σκήνωμα του ομολογητή κληρικού. Αυτό είναι ένα μήνυμα που επιβεβαίωνε ότι στην ζωή του ο π. Νικόλαος έζησε πολλές θλίψεις και η πορεία της ιερατικής του ζωής ήταν ένα αργό ματωμένο μαρτύριο και επίσης ότι πραγματοποιήθηκε η πρόρροσης που έλεγε ότι ο ίδιος «Θα φύγω ως αμνός που σφάζεται για εξιλαστήριο θύμα!» Τότε ο διάκονος υιός του π. Νικολάου, π. Νεκτάριος πήρε τον λειτουργικό αέρα που μέχρι τότε ήταν πάνω στο κεφάλι του και το απίθωσε στο στήθος του κεκοιμημένου για να καλύπτει το ζεστό αίμα που έρεε. [...]
Στην καθημερινή του ζωή δεχόταν πολλές σημειοφόρες αποκαλύψεις από τον Θεό που δεν τις άντεχαν οι σωματικές του δυνάμεις, γιατί όπως μας έλεγε «Το σώμα είναι αδύναμο μπροστά στην πνευματική δύναμη». Για τον λόγο αυτό ο π. Νικόλαος δεν άντεχε αυτά που του αποκαλύπτονταν και συχνά απευθυνόμενος προς τον Ουράνιο Πατέρα έλεγε με πόνο ψυχής «Θεέ μου, η πάρε με (δηλαδή να πεθάνω) η πάρτο! (αυτά που το άπειρο έλεός του Θεού του αποκάλυπτε)». [...]
"Ν": Όσοι αναγνώστες αγαπούν τους αγίους και λαχταρούν να μελετούν το βίο τους (κι όσοι αναρωτιούνται ΑΝ υπάρχουν άγιοι), ας μπουν εδώ, να διαβάσουν ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στον π. Νικόλαο Πέττα, από όπου προέρχεται η παρακάτω φωτο, καθώς και η φωτο από το περιοδικό Μοναχική Έκφραση. Δείτε επίσης: Άγιοι της διπλανής πόρτας, σύγχρονοι άγιοι, παπάδες που "λένε"!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου