Η ανάγκη των ορθοδόξων στο δυτικό κόσμο για ναούς
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που πρέπει να επιλύει
παντού η Ορθόδοξη Ιεραποστολή είναι η απόκτηση ναών. Το πρόβλημα δεν υπάρχει
μόνο στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, αλλά και στις δυτικές χώρες, στις περιοχές
όπου δεν δραστηριοποιείται ισχυρή παροικία μεταναστών από ορθόδοξες χώρες, όπως
Ελλήνων ομογενών, Ρώσων, Σέρβων, Ρουμάνων κ.λ.π. κ.λ.π.
Φωτο: ναός που οικοδόμησε ηλικιωμένος νεοφώτιστος στην Ισπανία. Βλ. εδώ, όπου και σχόλιο για την ανάγκη ορθόδοξων χώρων λατρείας.
|
Οι ισχυρές παροικίες
ορθόδοξων μεταναστών συχνά χτίζουν και ναούς. Όταν όμως κάπου ζουν λίγοι
ορθόδοξοι χριστιανοί, προφανώς δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα.
Η έλλειψη ναών δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για την πνευματική
ζωή των ορθόδοξων χριστιανών ενός τόπου, αλλά και πρόβλημα για την Ιεραποστολή.
Και τούτο, για δύο κυρίως λόγους: Αφενός, επειδή ένας ναός θα αποτελούσε πόλο
έλξης περαστικών, είτε περίεργων είτε πνευματικών αναζητητών, και, εφόσον θα
έβρισκαν εκεί κάποιον να συζητήσουν, πιθανόν κάποιοι από αυτούς, με τη βοήθεια
του Θεού, να πλησίαζαν την Ορθοδοξία. Αφετέρου, επειδή συχνά οι τοπικές
ορθόδοξες εκκλησίες χωρών όπου πλειοψηφούν οι αιρετικοί χριστιανοί (όπως οι
χώρες της Δύσης) έχουν αποκτήσει την κακή συνήθεια να δέχονται την παραχώρηση
δανεικών ρωμαιοκαθολικών ή προτεσταντικών ναών για την τέλεση των ορθόδοξων
ακολουθιών. Αυτό όμως δημιουργεί μια υποχρέωση κακώς εννοούμενου «σεβασμού» από
πλευράς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που έχει αναστολές να ασκήσει ιεραποστολή
στους ντόπιους μη ορθόδοξους χριστιανούς.
Βεβαίως, δεν είμαι και πολύ σίγουρος ότι η Ορθόδοξη
Εκκλησία, ιδίως των Ελληνορθόδοξων Πατριαρχείων (ΚΠόλεως και Αλεξανδρείας),
έχει όρεξη να αναλάβει ιεραποστολικό έργο στους αιρετικούς χριστιανούς (το
Αντιοχείας φαίνεται ιεραποστολικά πιο δραστήριο στη Δύση, παρά τα προβλήματα
στην έδρα του και την πιθανή ολιγωρία του να κάνει ιεραποστολή στους αιρετικούς
χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής του). Μπορεί και να κάνω λάθος – το
εύχομαι. Πάντως έχουμε μπροστά μας ένα υπαρκτό πρόβλημα, που η υπέρβασή του
μπορεί ν’ ανοίξει άλλες προοπτικές για τον ευαγγελισμό των λαών.
Παρακάτω θα δούμε πώς κάποιοι ορθόδοξοι Αμερικανοί
αντιμετώπισαν το ζήτημα, μετατρέποντας σε παρεκκλήσια εξωτερικούς χώρους του
σπιτιού τους – παρεκκλήσια, μάλιστα, που προσέλκυσαν πράγματι κι άλλους στην
αρχαία Εκκλησία του Χριστού, την Ορθοδοξία. Αυτό μας δείχνει έναν τρόπο να
ξεπεραστεί ως ένα βαθμό και ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει πλέον η ελληνική
επαρχία, όπου αρκετά χωριά δεν έχουν δικό τους ιερέα και αναγκάζονται να
μοιράζονται τον ίδιο ιερέα με άλλα χωριά, μένοντας πολλές Κυριακές
αλειτούργητα. Εδώ βλέπουμε πως μερικές ακολουθίες μπορούν να τελούνται και από
λαϊκούς, χωρίς την παρουσία ιερέα. Όχι βέβαια τα μυστήρια, αλλά η παράκληση προς την Παναγία ή κάποιον άγιο, οι Χαιρετισμοί, ο εσπερινός, ο όρθρος και
άλλες ακολουθίες μπορούν να τελεστούν όπως τελούνται σε μικρές μοναστικές
κοινότητες χωρίς ιερομόναχο και όπως διαβάζουν την παράκληση ή τους
χαιρετισμούς ή απόδειπνο κ.ά. κάποιοι ορθόδοξοι χριστιανοί στα σπίτια τους (τα
λόγια του ιερέα παραλείπονται σ’ αυτή την περίπτωση).
Τα αποσπάσματα προέρχονται από το κλασικό πλέον έργο του Ιερομονάχου
Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και
τα έργα του, τόμοι Β΄ και Γ΄.
Ο π. Δαμασκηνός (Κρίστενσεν) είναι Αμερικανός πρώην
βουδιστής που, μετά από δική του πνευματική αναζήτηση, έγινε ορθόδοξος
χριστιανός ιερέας και μοναχός στη μονή του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας, στην
Πλατίνα.
Α. Το παρεκκλήσι στο
αντλιοστάσιο
Ιερομονάχου Δαμασκηνού, π.
Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Β΄, Μυριόβιβλος 2007, σελ.
197-202 και 206-210.
Οι πατέρες της Πλατίνα κλήθηκαν επίσης να βοηθήσουν έναν
άλλο σοβαρό αναζητητή του Θεού: τον Γκρεγκ Γιανγκ.
Όπως ο Βλαδίμηρος, έτσι και ο Γκρεγκ δίδασκε σε σχολείο
ρωμαιοκαθολικό. Ήταν πολύ απογοητευμένος με τις ξαφνικές και αυθαίρετες αλλαγές
που είχαν εμφανιστεί στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μετά από την Δεύτερη Βατικανή
Σύνοδο. Το 1966, μαθαίνοντας για το βιβλιοπωλείο της Αδελφότητας στο Σαν
Φρανσίσκο από έναν φίλο, είχε πάει εκεί και είχε μιλήσει με τους μελλοντικούς
πατέρες Σεραφείμ (Ρόουζ) και Γερμανό. Όπως θυμόταν πολλά χρόνια αργότερα: «Όταν
άφησα αυτό το κατάστημα, σκέφτηκα: αυτό είναι πραγματικά κάτι! Αυτό το μικρό
κατάστημα και αυτά τα δυο πρόσωπα έρχονται κατ’ ευθείαν από έναν άλλο κόσμο –
διαμορφωμένο από παλιά, έντονο, πραγματικό – και δεν τους αγγίζει ιδιαιτέρως ο
κόσμος που τους περιτριγυρίζει. Ήθελα να μάθω περισσότερα για τον κόσμο τους».
[…]
Ο Γκρεγκ συνάντησε αργότερα τους πατέρες της Πλατίνα στον
καθεδρικό ναό του Σαν Φρανσίσκο το Μεγάλο Σάββατο το 1970, έξι μήνες πριν την
κουρά τους. Στο μεταξύ, ο Γκρεγκ και η σύζυγός του Σουζάνα, μετά από πολλούς
αγώνες, είχαν αποφασίσει τελικά να μεταστραφούν στην Ορθοδοξία. […]
Τον Αύγουστο του ίδιου έτους ο Γκρεγκ, η Σουζάνα και ο τετραετής
γιος τους Ιωάννης προσχώρησαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Γκρεγκ πήρε το όνομα
Αλέξιος, προς τιμήν του αγίου Αλεξίου, του Ανθρώπου του Θεού.
Δυο έτη νωρίτερα, το 1968, ο Αλέξιος μετακόμισε με την
οικογένειά του κοντά στη μικρή πόλη Έτνα (με πληθυσμό 750 άτομα), κοντά στα
σύνορα Καλιφόρνιας – Όρεγκον. Όχι μόνο δεν υπήρχε ορθόδοξη κοινότητα στην
περιοχή, αλλά δεν υπήρχε και ορθόδοξος χριστιανός για εκατοντάδες μίλια. Αφότου
έγιναν ορθόδοξοι, το ζεύγος Γιανγκ αναρωτήθηκε εάν έπρεπε να μετακομίσουν πίσω,
στην περιοχή του Σαν Φρανσίσκο, ώστε να έχουν κανονική ενοριακή ζωή. Όταν όμως
ο Αλέξιος έγραψε στους πατέρες της Πλατίνα εκφράζοντας αυτή την ανησυχία, ο π.
Σεραφείμ του απάντησε: «Εμπιστεύσου το Θεό. Εμπιστευθείτε τους λόγους για τους
οποίους σας οδήγησε από την πόλη στην επαρχία». […]
Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του [στη
μονή του αγίου Γερμανού] ο Αλέξιος έφερε μαζί του τη σύζυγο και το γιο
του. […] Καθώς κοίταζε τους επισκέπτες του και αναρωτώμενος από πού ν’ αρχίσει,
ο π. Γερμανός σκέφθηκε την εικόνα του π. Αδριανού από το Νέο Ντιβέγιεβο. Άρχισε
να μιλά στην οικογένεια γι’ αυτόν τον καταπληκτικό έγγαμο ιερέα, λέγοντας πως,
σε κάθε τόπο όπου οι ιστορικές περιστάσεις τον είχαν οδηγήσει (Κίεβο, Βερολίνο,
Ουέντινγκεν, Νέα Υόρκη), συστηνόταν μια κοινότητα ορθοδόξων από λαϊκούς. Ακόμη
και κατά τη διάρκεια των μεγάλων δοκιμασιών που υπέφερε στη Γερμανία κατά τη
διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, ο π. Αδριανός ήταν σε θέση να
συλλάβει εκ νέου τη χαμένη ησυχία της ορθόδοξης παιδικής ηλικίας του, να
δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και να αποκτήσει την κατάσταση της ψυχής με την
οποία αυτός και οι άνθρωποι γύρω του θα μπορούσαν να ζήσουν μια χριστιανική ζωή
στην πληρότητα της θείας χάριτος. Η παρούσα κοινότητά του στην άνω Νέα Υόρκη,
είπε ο π. Γερμανός, αναπτυσσόταν πνευματικά επειδή ο ίδιος ενστάλαζε στους
ανθρώπους μια συνειδητή ορθόδοξη φιλοσοφία ζωής. Παρά το γεγονός ότι βρίσκονταν
στη μέση του κόσμου, αυτός και το ποίμνιό του δεν ανήκαν στον κόσμο,
διαμορφώνοντας ένα νησί ορθοδοξίας.
Ο π. Γερμανός επεσήμανε ότι ο παλμός της κοινότητας του π.
Αδριανού προερχόταν από την τέλεση των καθημερινών ακολουθιών* και ενθάρρυνε
τον Αλέξιο και τη Σούζαν να κάνουν το ίδιο. Τους προσέφερε ένα συγκεκριμένο
πρότυπο που έπρεπε να ακολουθούν: από τις οκτώ ακολουθίες του καθημερινού
κύκλου, είπε, πρέπει τουλάχιστον να κάνουν την ακολουθία της ενάτης ώρας (πριν
τον εσπερινό) κάθε μέρα χωρίς παράλειψη.
Παίρνοντας το μήνυμα του π. Γερμανού για τις χριστιανικές
κοινότητες των λαϊκών, ο Αλέξιος συγκινήθηκε βαθιά. «Αυτό είναι ό,τι
χρειαζόμουν» είπε. «Τώρα έχω μια εικόνα για να ζήσω σύμφωνα με αυτήν».
Επιστρέφοντας στο σπίτι του στην Έτνα, ο Αλέξιος καλλιέργησε
την «έρημο» στο πίσω μέρος της αυλής του. Κάθε βράδυ αυτός και η οικογένειά του
έμπαιναν σε ένα μικρό παρεκκλήσι, που αφιερώθηκε στους αγίους Αδριανό και
Ναταλία (ένα παντρεμένο ζευγάρι που μαρτύρησε για το Χριστό στη Νικομήδεια τον
τέταρτο αιώνα μ.Χ.), το οποίο έφτιαξαν στο αντλιοστάσιο πίσω από το σπίτι τους.
Εκεί διάβαζαν και έψαλλαν την ενάτη ώρα, στην οποία προσέθεσαν αργότερα την
ακολουθία του εσπερινού.
Στο βήμα του ομιλητή η γνωστή φιγούρα του π. Σεραφείμ Ρόουζ. Ο ιερέας με τα γυαλιά, δεξιά, είναι ο π. Αλέξιος Γιανγκ, που αργότερα χειροτονήθηκε (φωτο από εδώ). Ο π. Αλέξιος σήκωσε το σταυρό της χηρείας, καθώς η σύζυγός του χρόνια αργότερα κοιμήθηκε και ο ίδιος σήμερα είναι ιερομόναχος με το όνομα Αμβρόσιος (δες εδώ παρακαλώ). |
Έχοντας πτυχία στη δημοσιογραφία και συγγραφικό ταλέντο, ο
Αλέξιος άρχισε επίσης να γράφει για τη νέα του ζωή ως ορθόδοξου χριστιανού. Το
1971 έστειλε στους πατέρες ένα σύντομο άρθρο που είχε συντάξει, αισθανόμενος
κάπως αβέβαιος γι’ αυτή την πρόωρη προσπάθεια και ρωτώντας την άποψή τους.
Απαντώντας ο π. Σεραφείμ έγραψε: «Δεν είναι καθόλου “αταίριαστο”
για σένα να γράψεις ένα τέτοιο άρθρο, διότι τουλάχιστον σε βοηθά να διευκρινίσεις
και να αναπτύξεις τις ιδέες και τα συναισθήματά σου… Μπορώ ακόμη και να σκεφθώ
μια καλή θέση όπου θα μπορούσε να δημοσιευθεί: σε μια εφημερίδα με τον τίτλο Ορθόδοξη Αμερική, όπου, εκτός από
δημοσιεύματα ορθόδοξων ειδήσεων, διαφωτισμό και την κατάλληλη ορθόδοξη άποψη
στα σύγχρονα ζητήματα, διαθέτουν ένα τμήμα στο οποίο οι ορθόδοξοι νεοφώτιστοι και
όλα τα παιδιά της διασποράς της Ορθόδοξης Αμερικής μοιράζονται μερικές από τις
ιδέες τους, απόψεις, ελπίδες κ.λ.π. Δυστυχώς, μια τέτοια εφημερίδα δεν υπάρχει!
Ίσως να υπάρξει κάποια μέρα». («Ν»: Η εφημερίδα Ορθόδοξη Αμερική ιδρύθηκε με τη βοήθεια
του πατέρων της Πλατίνα λίγα χρόνια αργότερα). […]
Στο μεταξύ, οι ακολουθίες που η οικογένεια του Αλέξιου έκανε
καθημερινά στο μικρό παρεκκλήσι του αντλιοστάσιου δεν είχαν περάσει
απαρατήρητες. Μια ημέρα, μια κυρία από τη γειτονιά ήρθε και τους είπε:
«Συγχωρέστε με – παραβλέψτε την αγένειά μου. Κάθε μέρα, όταν πλένω τα πιάτα,
σας βλέπω να πηγαίνετε γρήγορα στο αντλιοστάσιο. Και όταν βγαίνετε, μισή ώρα
αργότερα ή τόσο περίπου, είστε διαφορετικοί, φαίνεστε τόσο ήρεμοι και γαλήνιοι.
Τι είναι αυτό που κάνετε εκεί μέσα;».
Η απάντηση ήταν: «Ελάτε και δείτε»!
Σύντομα, αυτή η γυναίκα και η κόρη της – προηγουμένως ήσαν
πεντηκοστιανοί – ενώθηκαν με την οικογένεια Γιανγκ στις ακολουθίες τους. Όταν η
σύζυγος ενός από τους συναδέλφους του Αλέξιου στο σχολείο (ο Αλέξιος ήταν δάσκαλος) έμαθε σχετικά με την
ορθόδοξη κοινότητα, θέλησε επίσης να συμμετέχει στη ζωή της καθημερινής
προσευχής. Σύντομα αυτοί οι άνθρωποι μεταστράφηκαν στην ορθόδοξη πίστη και
αργότερα ακολούθησαν κι άλλοι. «Η λέξη ορθοδοξία» σημείωσε ο π. Σεραφείμ αφότου
μερικοί από αυτούς είχαν επισκεφτεί το ησυχαστήριο «αγγίζει τις αμερικάνικες
καρδιές. Πόσο προσεκτικά πρέπει να καλλιεργούνται!».
Τον Ιανουάριο του 1974, οι πατέρες Σεραφείμ και Γερμανός
έκαναν την πρώτη επίσκεψή τους στο σπίτι και το παρεκκλήσι του Αλέξιου στην
Έτνα. Έκαναν μια ακολουθία στο παρεκκλήσι, που στο μεταξύ ήταν βαμμένο και
διαρρυθμισμένο εκ νέου – μαζί με την οικογένεια των Γιανγκ και τις δύο άλλες
ορθόδοξες οικογένειες των νεοφωτίστων, που τότε αποτελούσαν μια μικρή
κοινότητα. «Οι πατέρες έψαλαν μαζί μας τον Ακάθιστο στον Κύριο ημών Ιησού
Χριστό», θυμάται ο Αλέξιος. «Έψαλαν με τέτοια ζέση και συστολή, που, αν και
βρισκόμασταν σε ταπεινά περίχωρα, “δεν γνωρίζαμε εάν ήμασταν στον ουρανό ή στη
γη”. Έτσι είχαν παρουσιάσει την εμπειρία τους πριν από χίλια χρόνια οι
απεσταλμένοι του μεγάλου δούκα Βλαδίμηρου μετά τη συμμετοχή τους σε ορθόδοξη
λειτουργία για πρώτη φορά».
Επιστρέφοντας στο σπίτι μετά την επίσκεψη στην Έτνα, ο π.
Σεραφείμ έγραψε ότι «εκεί, ο νεαρός βλαστός της ορθοδοξίας μεγαλώνει καλά».
Αλλού σημείωσε ότι η κοινότητα «μέχρι στιγμής φαίνεται πως αναπτύσσεται σωστά
για τη συντήρηση ενός καταφυγίου ορθοδοξίας».
Αυτή η νέα παραφυάδα της Αδελφότητας κέντρισε το ενδιαφέρον
των πατέρων, ώστε να παρακολουθούν τις αρχές των λαϊκών ορθόδοξων κοινοτήτων,
ειδικά όσων ζούσαν μέσα σε σύγχρονες συνθήκες. […]
Τα μέλη της κοινότητας της Έτνα πήγαιναν στο Σαν Φρανσίσκο
για να κοινωνήσουν μια φορά το μήνα. Αλλά «η καθημερινή πνευματική ενίσχυσή
τους» προερχόταν από την ανάγνωση πνευματικών κειμένων και τις ακολουθίες στο
παρεκκλήσι. Το προφανέστερο εξωτερικό σημάδι μιας ορθόδοξης κοινότητας, έγραφε
ο π. Σεραφείμ, «φαίνεται να είναι οι θείες ακολουθίες (ακόμη κι αν είναι μόνο
ένα ελάχιστο μέρος τους), είτε με ιερέα είτε χωρίς – αλλά καθημερινά, αυτό
είναι το σημείο γύρω από το οποίο όλα τα άλλα περιστρέφονται».
Σε μια σειρά άρθρων που έγραψε […] ο π. Σεραφείμ προσπάθησε
να διαλύσει αυτό που αποκαλούσε «δημοφιλή παρερμηνεία, ότι οι ορθόδοξοι
χριστιανοί δεν έχουν την άδεια να πραγματοποιούν οποιαδήποτε εκκλησιαστική
ακολουθία χωρίς ιερέα και ότι, επομένως, γι’ αυτό το λόγο οι πιστοί άνθρωποι
γίνονται αρκετά ανίσχυροι και είναι ουσιαστικά “ανίκανοι να προσευχηθούν” όταν
βρίσκονται χωρίς ιερέα – κάτι που συμβαίνει όλο και συχνότερα σήμερα».
Μετά από έκκληση που έκανε ο Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος (στις ΗΠΑ) για τους ορθόδοξους χριστιανούς να
ενωθούν σε κοινή προσευχή ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχει ιερέας, ο π. Σεραφείμ
ολοκλήρωσε: «Αυτή η πρακτική μπορεί και πρέπει να αναπτυχθεί πολύ μεταξύ των
πιστών, είτε πρόκειται για μια κοινότητα που έχει χάσει τον ιερέα της ή είναι
πάρα πολύ μικρή για να έχει έναν είτε για μια ομάδα πιστών μακριά από την
κοντινότερη εκκλησία, που δεν έχουν διαμορφώσει ακόμη κοινότητα, ή για μια απλή
οικογένεια που αδυνατεί να παρευρεθεί στην εκκλησία κάθε Κυριακή και γιορτή».
Β. Μια ιεραποστολική
εκκλησία στο γκαράζ – ή: όταν ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς ευλογούσε ένα υπόστεγο
με κοτόπουλα…
Ιερομονάχου Δαμασκηνού, π.
Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Γ΄, Μυριόβιβλος 2009, σελ. 93-98.
Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο, λίγο μετά την αφήγηση
της χειροτονίας των πατέρων Σεραφείμ και Γαβριήλ σε ιερείς (ιερομόναχους).
Μιας και οι πατέρες κλήθηκαν τώρα να διανέμουν τη χάρη μέσω
της ιεροσύνης, η ποιμαντικής τους εργασία ήταν φυσικό να επεκταθεί και πιο
μακριά από τη μονή. Η αδελφότητα επρόκειτο να μπει σε μια νέα φάση, ιδρύοντας
ιεραποστολικά κέντρα και διαδίδοντας την Ορθοδοξία στα βορειοδυτικά.
Η πρώτη ιεραποστολή επρόκειτο ν’ αρχίσει το 1978 στη
γειτονική πόλη του Ρέντινγκ. Καθώς όλο και περισσότεροι προσκυνητές είχαν
αρχίσει να συρρέουν στη μονή, το σπίτι της Βαλεντίνας Χάρβεϊ στο Ρέντινγκ είχε
γίνει ένας ενδιάμεσος σταθμός, όπου άνθρωποι – συμπεριλαμβανομένων ιερέων και
επισκόπων – θα περνούσαν το βράδυ κατά τη διαδρομή τους προς και από το
μοναστήρι. Εκείνη την εποχή η μητέρα της Βαλεντίνας και ο σύζυγός της είχαν
κοιμηθεί και αυτή ζούσε με την κόρη της Αλεξάνδρα. Συχνά προσκυνητές που
διανυκτέρευαν έκαναν ακολουθίες στο μικρό της «κελί προσευχής». Βλέποντας πως
το «κελί προσευχής» δεν ήταν αρκετά μεγάλο για να χωρέσει τον αυξανόμενο αριθμό
των προσκυνητών, η Βαλεντίνα πρότεινε κάποτε στον π. Γερμανό πως το παρεκκλήσι
ίσως θα έπρεπε να χτιστεί στο ευρύχωρο γκαράζ της. Το γκαράζ ήταν ένα ξεχωριστό
κτήριο (69x40 πόδια)
στο πίσω μέρος της αυλής της, που το χρησιμοποιούσε σαν αποθηκευτικό χώρο. Είχε
μόλις χτιστεί, όταν η φωτιά είχε κάψει ένα στεγασμένο κοτέτσι που υπήρχε στο
ίδιο σημείο.
Η ώθηση για το ιεραποστολικό παρεκκλήσι ήρθε απροσδόκητα,
σαν την ώθηση για την ίδρυση της αδελφότητας. Στην εορτή της Βαλεντίνας, το
Φεβρουάριο του 1978, ο π. Σεραφείμ πήγε μέχρι στο Ρέντινγκ μαζί με κάποιους προσκυνητές
της μονής για να της ευχηθούν. Αργότερα το ίδιο βράδυ, ο π. Γερμανός ξεκίνησε
χωριστά, μαζί με δύο αδελφούς, για την ίδια κατεύθυνση, σχεδιάζοντας να κάνουν
την ενάτη ώρα και τον εσπερινό στο σπίτι της Βαλεντίνας. Όταν το φορτηγό τους
χάλασε, λίγα μίλια πριν από το Ρέντινγκ, ο π. Γερμανός σκέφτηκε: «Α, χτύπημα
του πειρασμού: κάτι καλό πρόκειται να γίνει!».
Άρχισαν να περπατούν μέσα στη νύχτα. Αφού είχαν προχωρήσει
λίγα μίλια, τους πήραν ο π. Σεραφείμ και οι άλλοι προσκυνητές, οι οποίοι επέστρεφαν
στο μοναστήρι.
Παρά τις δυσκολίες, ήταν όλοι χαρούμενοι και εμψυχωμένοι. Ο
π. Γερμανός αντιλήφθηκε αυτή την πνοή και αισθάνθηκε πως είχε φτάσει η ώρα να υλοποιήσει
την από πολύ καιρό κρυφή ελπίδα ν’ αρχίσουν μία ιεραποστολή στο Ρέντινγκ.
Ανέβηκαν όλοι στο φορτηγό και πήγαν στο σπίτι της Βαλεντίνας.
Εικ. από εδώ |
Μόλις την είδαν, ο π. Γερμανός είπε: «Πήγαινέ μας στο κελί
των προσευχών σου». Άναψαν εκεί κεριά και έψαλαν έναν παρακλητικό κανόνα στη
Θεοτόκο. Έπειτα ο π. Γερμανός μίλησε, λέγοντας σε όλους πως εκείνη η νύχτα του
θύμιζε τις ακολουθίες στις αρχαίες κατακόμβες· πως, όπως εκείνοι οι πιστοί, οι
χριστιανοί της σύγχρονης εποχής έπρεπε να ξεχωρίσουν τους εαυτούς τους από το
πνεύμα του κόσμου τούτου. Υπενθύμισε στους ανθρώπους πως ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης [Μαξίμοβιτς] ήταν σε αυτό το σπίτι,
σε αυτό το ίδιο δωμάτιο.
«Θέλατε ένα παρεκκλήσι στο Ρέντινγκ, δεν θέλατε;» ρώτησε τη
Βαλεντίνα. Αυτή ένευσε καταφατικά. «Τότε ας αρχίσουμε ένα ιεραποστολικό
παρεκκλήσι εδώ» είπε ο π. Γερμανός, «έτσι ένας “χριστιανισμός του άλλου κόσμου”,
που ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης εκπροσωπούσε, μπορεί να καλλιεργηθεί για τους
λαϊκούς».
Ο π. Σεραφείμ παρακολουθούσε τον π. Γερμανό με εσωτερική
αγαλλίαση. «Μπορώ να έχω το κλειδί του γκαράζ σου;» ρώτησε τη Βαλεντίνα ο π.
Γερμανός. Όταν του το έδωσε, αυτός είπε: «Φέρε μου την εικόνα με την οποία ο
Βλαντίκα Ιωάννης σε ευλόγησε – και μια σκούπα». Η Βαλεντίνα έκλαιγε.
Χαμογελώντας, έφερε μια μικροσκοπική χάρτινη εικόνα που της είχε δώσει ο
αρχιεπίσκοπος Ιωάννης όταν ήταν μαθήτρια του κατηχητικού στη Σαγκάη.
Εκείνο το βράδυ ο π. Γερμανός σκούπισε μια γωνία του γκαράζ
και τοποθέτησε εικόνες. «Είθε αυτό να γίνει ο νέος καθεδρικός ναός της
Εγγυήτριας των Αμαρτωλών, προς τιμήν του αρχιεπισκόπου Ιωάννη!» δήλωσε. Το είπε
αυτό, επειδή ο καθεδρικός ναός του αρχιεπισκόπου Ιωάννη στη Σαγκάη ήταν
αφιερωμένος στην εικόνα της Θεοτόκου «Εγγυήτρια των Αμαρτωλών». Όταν εξέφρασε
την επιθυμία να γινόταν το γκαράζ ένας «καθεδρικός ναός», σκεφτόταν τον
αρχιεπισκοπικό «καθεδρικό ναό» στη Γαλλία (προφανώς
των Ρώσων της Διασποράς), ο οποίος επίσης ήταν μια εκκλησία χτισμένη έξω
από ένα γκαράζ.
Ο αρχιεπίσκοπος Αντώνιος έδωσε την ευλογία του για τη
λειτουργία του ιεραποστολικού παρεκκλησίου «Εγγυήτρια των Αμαρτωλών» στο
Ρέντινγκ. Λίγο μετά, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, ο π. Γερμανός πήρε όλους τους
νέους από τη μονή και, μετά από μια λιτανεία με εικόνες και λάβαρα, ευλόγησε το
νέο παρεκκλήσι με αγιασμό. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου έγινε εκεί
λειτουργία για πρώτη φορά. Στους μήνες που ακολούθησαν, η Βαλεντίνα, η κόρη της
Αλεξάνδρα και άλλοι πιστοί της περιοχής δούλεψαν σκληρά για να μετατρέψουν το
πρώην γκαράζ σε μια αληθινή ορθόδοξη εκκλησία.
Η Βαλεντίνα τώρα κατάλαβε γιατί, όταν σκεφτόταν να φύγει από
το Ρέντινγκ πολλά χρόνια πριν, ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης της είχε πει πως ήταν
στο Ρέντινγκ για κάποιο λόγο. Ακόμη περισσότερο αξιοσημείωτο ήταν ένα
περιστατικό, το οποίο θυμήθηκε από την τελευταία επίσκεψη του αρχιεπισκόπου
Ιωάννη στο σπίτι της, που πραγματοποιήθηκε μόλις τρεις μέρες πριν από την
κοίμησή του στο Σιατλ. Όταν επρόκειτο να μπει στο αυτοκίνητο να φύγει για το
Σιατλ, ξαφνικά σταμάτησε να ευλογήσει με την εικόνα της Θεοτόκου του Κουρσκ το
υπόστεγο με τα κοτόπουλα της Βαλεντίνας. Έχοντας ευλογήσει την ιδιοκτησία της
σε όλες τις κατευθύνσεις, πήγε άλλη μια φορά να ευλογήσει το υπόστεγο με τα
κοτόπουλα.
Ρέντινγκ (από εδώ) |
«Γιατί συνεχίζει να ευλογεί ένα υπόστεγο με κοτόπουλα;»
ρώτησε η μητέρα της, στην οποία η Βαλεντίνα είχε απαντήσει αστειευόμενη:
«Μάλλον θέλει να έχουμε την πιο ευλογημένη μονάδα κοτόπουλων!». […] Και μόνο
τώρα, περισσότερα από είκοσι χρόνια αργότερα, όταν είχε ιδρυθεί ένα παρεκκλήσι
στο γκαράζ της, στο ίδιο ακριβώς σημείο που πριν υπήρχε το κοτέτσι, η Βαλεντίνα
συνειδητοποίησε τη σημασία των παράξενων πράξεων του αρχιεπισκόπου.
…Οι πατέρες θα λειτουργούσαν στο σταθμό του Ρέντινγκ όποτε
μπορούσαν και πάντως όχι λιγότερο από μια φορά το μήνα.
Γ. Να βγάζεις τα
σκουπίδια και ξαφνικά «να συναντάς το Βυζάντιο»…
Στο ίδιο, σελ. 100- 101.
… Από το 1978 ώς το 1984 η αδελφότητα ήταν σε θέση να ξεκινήσει
περισσότερες ιεραποστολικές ενορίες σε: Γουΐλιτς, Καλιφόρνια· Μέντφορντ και
Γούντμερντ, Όρεγκον· Μόσχα, Ίνταχο· και Σκοπέιν, Ουάσιγκντον. […] Η πλειοψηφία
των μελών αυτών των ιεραποστολών ήταν κατά μέσο όρο Αμερικανοί που είχαν
μεγαλώσει χωρίς να έχουν ακούσει τίποτα για την Ορθοδξία. […]
(Ο π. Γερμανός) ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιασμένος με την
ιεραποστολή στη Μόσχα, στο Ίνταχο, η οποία είχε αρχίσει από ανθρώπους που είχαν
μετακομίσει εκεί από μια μικρή πόλη, όχι μακριά από την Πλατίνα, το Φόρεστ
Γκλεν.
Εκείνη την εποχή, μέλη της ιεραποστολής της Μόσχας είχαν
νοικιάσει ένα κατάστημα με πρόσοψη στο δρόμο, μέσα στο οποίο είχαν ένα
παρεκκλήσι και εικονοστάσι. «Ενώ κάναμε αγρυπνία στο παρεκκλήσι» θυμάται ο π.
Γερμανός, «μια γειτόνισσα κατέβηκε από το διαμέρισμά της για να βγάλει έξω τα
σκουπίδια και μέσα από τη μπροστινή βιτρίνα είδε ξαφνικά έναν μικρόκοσμο του
Βυζαντίου: κεριά, θυμιατήρια, εικόνες και ψαλμωδίες. Μη γνωρίζοντας τι έβλεπε,
στεκόταν με δέος και, όπως είπε αργότερα, δε μπορούσε να συγκρατήσει τον εαυτό
της από το να μπει μέσα και να καθίσει μέχρι το τέλος της μεγάλης ακολουθίας.
Μέσω αυτού του περιστατικού η ζωή της άλλαξε».
* «Ν»: Ακολουθίες ονομάζονται οι εκκλησιαστικές τελετές της
Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στον καθημερινό λειτουργικό κύκλο, που τηρείται στα
μοναστήρια, είναι: ο εσπερινός (με τη δύση του ήλιου), το απόδειπνο, το
μεσονυκτικό (τη νύχτα), ο όρθρος και η θεία λειτουργία (το πρωί) και, μέσα στην
ημέρα, οι τέσσερις «ώρες» (πρώτη, τρίτη, έκτη και ενάτη), μικρές τελετές που
περιλαμβάνουν λίγα τροπάρια και κάποια αναγνώσματα (ανάγνωση αποσπασμάτων από
την Αγία Γραφή). Κάθε «ώρα» αντιστοιχεί σε συγκεκριμένους συμβολισμούς
γεγονότων από την Αγία Γραφή.
Η ενάτη ώρα τελείται λίγο πριν τον εσπερινό, με τον οποίο
αρχίζει ο κύκλος της επόμενης μέρας. (Εδώ οι ακολουθίες είναι εννέα – δεν ξέρω
γιατί στο βιβλίο αναφέρει οκτώ. Μάλλον δεν προσμετράται η θεία λειτουργία, όπως επισημαίνει φίλος μπλογκοναύτης στα σχόλια).
2 σχόλια:
ΧΑΙΡΕΤΕ ΑΔΕΛΦΕ! ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΟΥ 24ωρου ΔΕΝ ΠΡΟΣΜΕΤΡΑΤΑΙ Η θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, ΑΝ ΔΕΝ ΑΠΑΤΩΜΑΙ. Βασιλειος
Σας ευχαριστώ θερμά. Μάλλον έχετε δίκιο (προφανώς περιλαμβάνονται ακολουθίες που μπορεί να γίνουν - έστω εν μέρει - και από λαϊκούς, χωρίς ιερέα, ενώ στη θ. λειτουργία δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα).
Ο Θεός μαζί σας.
Δημοσίευση σχολίου