Ποίημα μητροπολίτου Εδέσης
Ιωήλ
Εν τω Μικρώ Εσπερινώ
Ήχος δ΄. Έδωκας σημείωσιν.
Όσιε Παΐσιε,
Φαράσων δένδρον πολύκαρπον,
τών τοκέων σου καύχημα,
Άθωνος το κλέϊσμα,
και τής Εκκλησίας,
στύλος εγκρατείας,
εν τοις εσχάτοις τοις καιροίς,
σημείοις όντως τοις θαυμασίοις σου,
εφάνης αξιάγαστε,
διό πιστών τα αθροίσματα,
κατά χρέος τον βίον σου,
ευφημούμεν τοις άσμασιν.
Έχων προς τον Κύριον,
εξ απαλών τών ονύχων σου,
ακατάβλητον έρωτα,
πάτερ ανεγίνωσκες,
βίους τών αγίων,
και οσίων πάντων,
και ευσεβείας οδηγούς,
εκλέξας τούτους θεοχαρίτωτε,
συνέμπορος στερότατος,
τής εγκρατείας γεγένησαι,
και νηστείας Παΐσιε,
τής Κονίτσης καλλώπισμα.
Πάτερ οσιώτατε,
τους λογισμούς απεκήρυξας,
τού δεινού πολεμήτορος,
και ως καθαρότατος,
εν τη ση καρδία,
τού Χριστού εδέχθης,
την απαστράπτουσαν μορφήν,
τής αθείας διασκεδάζουσαν,
Παΐσιε νοήματα,
και ωμολόγεις τοις πέρασι,
αληθείας τα δόγματα,
και τον πλούτον τής πίστεως.
Όσιε Παΐσιε,
εκ παίδων έσχες την άνωθεν,
τής Τριάδος ενέργειαν,
διό και το χάρισμα,
είληφας νηστείας,
και προς τους αγίους,
έχων αγάπησιν σφοδράν,
τα νηπιώδη πάντα απέριψας,
κινών προς θάμβος άπαντας,
τους συγγενείς και οικείους σου,
προτυπών ούτως άγιε,
την πορείαν τού βίου σου.
Δόξα. Ήχος β΄.
Τους ακαμάτους αγώνάς σου,
θεοφόρε Παΐσιε,
ως λαμπρά μιμήματα,
και πρότυπα βίου,
πάντες γινώσκομεν·
κατανικήσας γαρ τών παθών,
πάσας τας επαναστάσεις,
εν τοις εσχάτοις χρόνοις,
ως ήλιος ανίσχες,
εν όρει τού Άθωνος,
και εν άλλοις τόποις,
διαλάμπων τοις θαύμασι,
και διδασκαλίαις·
όθεν ταις πρεσβείαις σου, μη διαλίπης,
τού νοός ημών το σκότος,
τέλεον διασκεδάζων,
ίνα εύρωμεν πάντες,
το μέγα έλεος.
Και νυν. Το Θεοτοκίον.
Την πάσαν ελπίδα μου...
Απόστιχα
Ήχος β΄. Οίκος τού Εφραθά.
Κόνιτσα και Σινά,
και Άθωνος το όρος,
Παΐσιε καυχώνται,
επί τη θεία μνήμη,
τη ση θεομακάριστε.
Στίχ. Καυχήσονται όσιοι εν δόξη,
και αγαλλιάσονται επί τών κοιτών αυτών.
Τάφον σου τον σεπτόν,
Παΐσιε εν πίστει,
τα πλήθη προσκυνούσιν,
ελπίζοντες λαμβάνειν,
την χάριν σου αοίδιμε.
Στίχ. Άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν,
η αίνεσις αυτού εν Εκκλησία οσίων.
Πρέσβυν προς τον Χριστόν,
γινώσκουσι παμμάκαρ,
Παΐσιε οι πάντες,
διό και αιτημάτων,
λαμβάνουσι τα πρόσφορα.
Δόξα. Τριαδικόν.
Έχων εν τη ψυχή,
Παΐσιε το φάος,
Τριάδος τής αγίας,
λαμπρύνεις τους τιμώντας,
την κλήσίν σου πανόλβιε.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Δέσποινα Μαριάμ,
μη παύση προς Υιόν σου,
πρεσβεύουσα απαύστως,
υπέρ τών ανυμνούντων,
τον τόκον σου Θεόνυμφε.
Νυν απολύεις, το τρισάγιον, το
Απολυτίκιον εκ τού Μεγάλου Εσπερινού, και Απόλυσις.
Εν Τω Μεγάλω Εσπερινώ
Μετά τον Προοιμιακόν, το Μακάριος ανήρ. Εις δε το Κύριε εκέκραξα
ιστώμεν στίχους η΄ και ψάλλομεν τα εξής Προσόμοια.
Ήχος α΄. Πανεύφημοι μάρτυρες.
Εκ παίδων ηγάπησας σφοδρώς,
μοναστών πολίτευμα,
και βιοτήν την μονότροπον,
σεμνέ Παΐσιε,
διό και παρείδες,
κοσμικών τα θέλγητρα,
και πάντα τα ηδέα και ρέοντα,
τον νουν σου όσιε,
προσηλώσας προς τα μένοντα,
παραδείσου,
ως ένσαρκος άγγελος.
Ως μέλος στρατείας κοσμικής,
σεαυτόν Παΐσιε,
υπογραμμόν τοις συνούσί σοι,
θεόφρον έδωκας,
και μετά συνήφθης,
μοναστών συντάγμασι,
αλείπτης γεγονώς,
προς ευσέβειαν,
πολλών τοις ρήμασι,
τοις σημείοις και τοις θαύμασι,
οις ετέλεις,
Χριστού θεία χάριτι.
Ανήλθες εν όρει τού Σινά,
και οσίως έζησας,
τον Μωϋσήν εκμιμούμενος,
και τον συγγράψαντα,
Κλίμακα την θείαν,
ένδοξε Παΐσιε,
βιώσας εν νηστείαις ως άσαρκος,
διό και είληφας,
Παρακλήτου τα χαρίσματα,
ως οι πάλαι,
Πατέρες και άγιοι.
Μονής τού Στομίου αδελφός,
εν Κονίτση γέγονας,
και Εσφιγμένου ο δόκιμος,
ο ευπειθέστατος,
και την Φιλοθέου,
όσιε εκλέϊσας,
και είτα εν Σινά ώσπερ άγγελος,
ανήρ κατώκησας,
προμηθεύων ιερώτατε,
Βεδουίνοις,
τού βίου τα πρόσφορα.
Εστήριξας πάτερ διδαχαίς,
και ποικίλοις θαύμασι,
εν Σουρωτή το κοινόβιον,
φανείς Παΐσιε,
ευσεβών γυναίων,
όντως θεοφώτιστος,
αλείπτης οδηγός και διδάσκαλος,
διό τον τάφον σου,
η μονή διακατέχουσα,
ώσπερ όλβον,
αγάλλεται όσιε.
Νεότητος ώφθης φροντιστής,
ασκητά Παΐσιε,
τών ασθενών η βοήθεια,
και απεξάρτησις,
νέων εθισμένων,
ταις ουσίαις άγιε,
φυτών ναρκωτικών τού αλάστορος,
αθέων ίασις,
μαθητών η επιστήριξις,
και απάντων,
οικείος και γνώριμος.
Δόξα Πατρί. Ήχος πλ. β΄.
Τών ασκητών οδεύσας την τρίβον,
εύδρομος γέγονας,
προς αρετών εργασίαν,
θεοφόρε Παΐσιε,
τον χοϊκόν γαρ άνθρωπον,
από καρδίας αποκηρύξας,
ο νους σου εσχόλαζε,
τη αδιαλείπτω προσευχή,
και θεωρία φωτός τού ακτίστου·
διό και γευσάμενοι,
τών χαρισμάτων σου τα δώρα,
υμνούμέν σε όσιε,
εν ευφροσύνη λέγοντες,
το χαίροις τών Φαράσων έκγονε,
Άθωνος το κλέος,
τής Κονίτσης στύλος,
Μοναστών ο διδάσκαλος,
και Σινά ο οικήτωρ,
χαίροις ο περιβληθείς,
στολήν τής απαθείας,
και ούτω γενόμενος,
νεότητος οδηγός,
πεπτωκότων ανόρθωσις,
και επιστροφή πλανωμένων.
Χαίροις τών μοναζόντων υπόδειγμα,
τών κοσμικών ο τύπος,
και ορθοδόξων πιστών,
αναψυχή και δρόσος.
Και νυν θεοστόλιστε Γέρον,
απαύστως δυσώπει Χριστόν τον Θεόν,
υπέρ ημών εν κατανύξει τελούντων,
τής ιεράς σου μνήμης την επέτειον.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Τις μη μακαρίσει σε,
Παναγία Παρθένε,
τις μη ανυμνήσει σου,
τον αλόχευτον τόκον;
Ο γαρ αχρόνως εκ Πατρός,
εκλάμψας Υιος μονογενής,
ο αυτός εκ σού τής Αγνής προήλθεν,
αφράστως σαρκωθείς,
φύσει Θεός υπάρχων,
και φύσει γενόμενος άνθρωπος δι' ημάς,
ουκ εις δυάδα προσώπων τεμνόμενος,
αλλ' εν δυάδι φύσεων,
ασυγχύτως γνωριζόμενος.
Αυτόν ικέτευε, σεμνή Παμμακάριστε,
ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Είσοδος, Φως ιλαρόν,
το Προκείμενον τής ημέρας, και τα
αναγνώσματα.
Παροιμιών το Ανάγνωσμα
(κεφ. 10,7)
Μνήμη δικαίου μετ' εγκωμίων, και ευλογία Κυρίου επί
κεφαλήν αυτού. Μακάριος άνθρωπος, ος εύρε σοφίαν και θνητός, ος οίδε σύνεσιν.
Κρείσσον γαρ αυτήν εμπορεύεσθαι, ή χρυσίου και αργυρίου θησαυρούς. Τιμιωτέρα δε
εστι λίθων πολυτελών· παν δε τίμιον, ουκ άξιον αυτής εστιν. Εκ γαρ τού στόματος
αυτής εκπορεύεται δικαιοσύνη, νόμον δε και έλεον επί γλώσσης φορεί. Τοιγαρούν
ακούσατέ μου, ω τέκνα, σεμνά γαρ ερώ. Και μακάριος άνθρωπος, ος τας εμάς οδούς
φυλάξει. Αι γαρ έξοδοί μου, έξοδοι ζωής, και ετοιμάζεται θέλησις παρά Κυρίου.
Δια τούτο παρακαλώ υμάς και προίεμαι εμήν φωνήν υιοίς ανθρώπων. Ότι εγώ η σοφία
κατεσκεύασα βουλήν και γνώσιν και έννοιαν· εγώ επεκαλεσάμην. Εμή βουλή και
ασφάλεια, εμή φρόνησις, εμή δε ισχύς. Εγώ τους εμέ φιλούντας αγαπώ, οι δε εμέ
ζητούντες ευρήσουσι χάριν. Νοήσατε τοίνυν άκακοι πανουργίαν, οι δε απαίδευτοι
ένθεσθε καρδίαν. Εισακούσατέ μου και πάλιν, σεμνά γαρ ερώ· και ανοίγω από
χειλέων ορθά. Ότι αλήθειαν μελετήσει ο λάρυγξ μου, εβδελυγμένα δε εναντίον εμού
χείλη ψευδή. Μετά δικαιοσύνης πάντα τα ρήματα τού στόματός μου, ουδέν εν αυτοίς
σκολιόν, ουδέ στραγγαλιώδες. Πάντα ευθέα εστί τοις νοούσι και ορθά τοις
ευρίσκουσι γνώσιν. Διδάσκω γαρ υμίν αληθή, ίνα γένηται εν Κυρίω η ελπίς υμών,
και πλησθήσεσθε πνεύματος.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα (Κεφ. 4,7)
Δίκαιος εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται.
Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολλιά δε εστι
φρόνησις ανθρώποις· και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος
ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν
αυτού ή δόλος απατήση ψυχήν αυτού· βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και
ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε
χρόνους μακρούς· αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού· δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου
πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το
τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού και επισκοπή εν τοις
εκλεκτοίς αυτού.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα (Κεφ. 3,1)
Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού και ου μη άψηται αυτών
βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος
αυτών και η αφ' ημών πορεία σύντριμμα· οι δε εισιν εν ειρήνη· και γαρ εν όψει
ανθρώπων, εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Και ολίγα
παιδευθέντες μεγάλα ευεργετηθήσονται· ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν
αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς και ως
ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι,
και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, και κρατήσουσι λαών,
και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας. Οι πεποιθότες επ' αυτώ συνήσουσιν
αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ· ότι χάρις και έλεος εν τοις
οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.
Εις την Λιτήν, Ιδιόμελα.
Ήχος α΄.
Ευφραίνου εν Κυρίω,
τού Άθωνος πολιτεία,
μοναστών και μιγάδων,
ότι εν τοις εσχάτοις χρόνοις,
ως άνθος ηρινόν,
εκ τού λειμώνός σου,
ο όσιος Παΐσιος εξήνθησεν.
Ούτος γαρ ο πανθαύμαστος,
τών δακρύων τοις χεύμασι,
ως καλός γηπόνος,
την ψυχήν αυτού γεωργήσας,
τών αρετών το δένδρον, εφυτοκόμησε,
καρπούς εξενέγκας,
τής απαθείας και προοράσεως,
και θεραπείας τών παθών,
και ιάσεως ασθενειών,
ψυχής τε και σώματος.
Διό τανύν,
προς αυτόν ικετικώς προστρέχομεν,
και βοώμεν εν πίστει·
πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ,
υπέρ ημών τών ανυμνούντων,
την βιοτήν σου άγιε,
και τα πολλά σου χαρίσματα.
Ήχος β΄.
Τω ιδίω θνήσκων θελήματι,
ως άλλος Παύλος,
τών παθών ηλευθερώθης,
και ενεδύθης στολήν,
την φωτοειδή Παρακλήτου,
διό και ηξιώθης ως βλέπων,
οράν τών ανθρώπων τας εννοίας,
προγινώσκων τα μέλλοντα,
και προλαλών τα πρόσφορα,
τοις προσιούσί σοι,
πάτερ Παΐσιε·
όθεν και ημείς,
προς σε τας χείρας τείνοντες,
ως έχων παρησίαν,
εξαιτούμεν τας λιτάς σου,
όπως διέλθωμεν,
τού βίου το πέλαγος,
και εν λιμένι φθάσωμεν,
τής Ουρανών Βασιλείας.
Ήχος γ΄.
Όσιε πάτερ,
καθ' εκάστην ημέραν,
πληθύς ανθρώπων,
ως εις κιβωτόν σωτηρίας,
εκύκλου την καλύβην σου, εις την σωτηρίαν τής ψυχής
εκζητούμενος,
έτερος την ιατρείαν τών αρωστημάτων,
άλλος τών λογισμών την διευθέτησιν,
ή τών επισυμβάντων εν τω βίω την λύσιν,
διό και νυνί τω τάφω σου,
ομοίως οι πιστοί προσερχόμενοι,
τα αυτά αιτούνται,
Γέρον Παΐσιε,
διόπερ ευχόμεθα τούτων,
τυχείν αυτούς,
αειμακάριστε.
Ήχος δ΄.
Την αλμυράν τών παθών υπερβάς θάλασσαν,
και τών πνευμάτων τής πονηρίας,
την οφρύν εδαφίσας,
εγεγόνεις δοχείον,
τού Παρακλήτου Πνεύματος,
οσιώτατε Παΐσιε.
Συ γαρ το έσοπτρον τού νοός σου καθάρας,
εώρακας τον θεάνθρωπον Κύριον,
την Πάναγνον Αυτού Μητέρα,
Λουκιλιανόν και Ευφημίαν,
τους ενδόξους μάρτυρας,
και τα πρόσωπα άλλων αγίων,
μεθ' ων πρέσβευε τω Κυρίω,
ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Δόξα Πατρί. Ήχος δ΄.
Τον μιμητήν τού Χριστού,
Παΐσιον τον όσιον,
τον εν αγίω όρει βιώσαντα,
εγκωμίοις λόγοις επαινέσωμεν,
ταις ροαίς γαρ δακρύων,
τών παθών την πυράκτωσιν έσβεσε,
λαμπρύνων την ψυχήν,
και καθαίρων την διάνοιαν,
αναδειχθείς χρυσοειδέστατον,
και λαμπρότατον σκεύος τής χάριτος,
και νυν τω δήμω τών ασκητών συναφθείς,
διηνεκώς πρεσβεύει, υπέρ τών επικαλουμένων,
το τίμιον αυτού όνομα.
Και νυν. Ο αυτός. Θεοτοκίον.
Εκ παντοίων κινδύνων τους δούλους σου,
φύλαττε ευλογημένη Θεοτόκε,
ίνα σε δοξάζωμεν,
την ελπίδα τών ψυχών ημών.
Εις τον στίχον. Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος πλ. α΄. Χαίροις
ασκητικών.
Χαίροις ο τών Φαράσων βλαστός,
Αγίου Όρους ποταμός ο αείροος,
ο φοίνιξ τής ευσεβείας,
τής Σουρωτής ο τροφός,
τών ενασκουμένων το υπόδειγμα,
Σινά το καλλώπισμα,
και Κονίτσης ο κάτοικος,
πάσης Ελλάδος,
ο υπέρλαμπρος ήλιος,
ο νεότητος,
φροντιστής και επίκουρος,
άνθρωπος επουράνιος,
και ένσαρκος άγγελος,
ο ιατρός τών νοσούντων,
και αλγουμένων ανάπαυσις,
Παΐσιε πάτερ,
Εκκλησίας νέον άστρον,
το πολυθαύμαστον.
Στίχ. Τίμιος εναντίον
Κυρίου ο θάνατος τού οσίου αυτού.
Χαίροις ο εν εσχάτοις καιροίς,
φανείς τοις πάσι,
βοηθός ετοιμότατος, τών παίδων Αθωνιάδος,
υπογραμμός βιοτής,
και τής ευσεβείας κήρυξ άριστος,
πασχόντων το κούφισμα,
ατακτούντων διόρθωσις,
τών εν ανάγκαις,
ταχινή υποστήριξις,
τών εν θλίψεσι,
χαρμονή αναφαίρετος,
πλάτος ευρυχωρότατον,
πιστών θεοπρόβλητε,
τών εν φοβίαις τελούντων,
και ψυχικαίς καταστάσεσι,
Παΐσιε πάτερ,
τών οσίων η προσθήκη,
και ακροθίνιον.
Στίχ. Μακάριος ανήρ ο
φοβούμενος τον Κύριον.
Έχων εν τοις εσχάτοις καιροίς,
τής διοράσεως το χάρισμα όσιε,
κατέστης τών ιερέων,
και ευσεβούντων πιστώς,
ασκητών και άλλων ο διδάσκαλος,
ελέγχων γαρ άριστα,
τού νοός τα νοήματα,
τα κεκρυμμένα,
τής ψυχής αρωστήματα,
εθεράπευες,
θεοφόρε Παΐσιε,
όθεν εις πάσαν έδραμε,
την γην το σον όνομα,
και δια τούτο ητούντο,
την σην βοήθειαν άπαντες,
και την θεραπείαν,
τών ψυχών και τών σωμάτων,
αειμακάριστε.
Δόξα Πατρί. Ήχος πλ. δ΄.
Ασκητικώς βιώσας,
και περιγενόμενος,
τών ηδονών τού βίου,
σαρκός τών ορέξεων,
και πάσης ηδυπαθείας,
Γέρον Παΐσιε,
επισκέψεις εδέχθης,
πλειστάκις τής θείας χάριτος,
συ γαρ εν τω κελλίω σου ων,
καθ' ύπαρ εώρακας,
Ευφημίαν την μεγαλομάρτυρα,
και μετ' αυτής ωσανεί φίλος προς φίλον,
τα τής αθλήσεως αυτής,
σεμνοπρεπώς διελέγου,
μεθ' ης μη παύση όσιε,
διηνεκώς πρεσβεύων,
υπέρ τών ψυχών ημών.
Και νυν. Ο αυτός. Θεοτοκίον.
Δέσποινα πρόσδεξαι,
τας δεήσεις τών δούλων σου,
και λύτρωσαι ημάς,
από πάσης ανάγκης και θλίψεως.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον και
το Απολυτίκιον.
Ήχος α΄. Τής ερήμου πολίτης.
Τών Φαράσων τον γόνον,
και τού Άθωνος κλέϊσμα,
και τών απ αιώνος οσίων,
μιμητήν και ισότιμον,
Παΐσιον τιμήσωμεν πιστοί,
το σκεύος χαρισμάτων το μεστόν,
ως συντρέχοντα ταχέως τους ευσεβείς,
τους πίστει ανακράζοντας,
δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν,
δόξα τω σε στεφανώσαντι,
δόξα τω ενεργούντι δια σού,
πάσιν ιάματα.
Έτερον. Ήχος γ΄. Θείας
πίστεως.
Ώσπερ άγγελος,
φανείς εν κόσμω,
εν τοις έτεσι,
τοις τελευταίοις,
χριστομίμητε Παΐσιε όσιε,
ασκητικώς γαρ βιώσας εν Άθωνι,
ως παμφαέστατος ήλιος έλαμψας,
και κατηύγασας,
πιστών τα πλήθη τη χάριτι,
τοις ρήμασι σημείοις και τοις θαύμασι.
Έτερον. Ήχος δ΄. Ταχύ
προκατάλαβε.
Παΐσιε γέγονας,
τών ασκητών η κρηπίς,
τού Άθωνος κλέϊσμα,
και Σουρωτής ο τροφός,
Κονίτσης το καύχημα,
συ γαρ επί τα ίχνη,
Αρσενίου οδεύσας,
είληφας χαρισμάτων,
την πληθύν Παρακλήτου,
αφθόνως τοις σε τιμώσιν,
παρέχων τα πρόσφορα.
Ήχος πλ. α΄. Τον Συνάναρχον
Λόγον.
Τον πανεύφημον άνδρα,
τού όρους Άθωνος,
τον επ' εσχάτων τών χρόνων,
καθάπερ φάος λαμπρόν,
την σκοτίαν τών πιστών διασκεδάσαντα,
και νοσήματα ψυχών,
και σαρκός επιφοράς,
ιώμενον υπέρ φύσιν,
τής προοράσεως λύχνον,
νέον Παΐσιον τιμήσωμεν.
Απόλυσις.
Εις τον Όρθρον
Μετά την α΄ Στιχολογίαν, Κάθισμα.
Ήχος α΄. Τον τάφον σου
Σωτήρ.
Τη χάριτι Χριστού,
ως οι πάλαι Πατέρες,
συνέζησας σεμνέ,
τοις αλόγοις θηρίοις,
και φίλος γενόμενος,
πτερωτών και τών όφεων,
εξεπλάγησαν,
οι σε ειδότες θεόφρον,
και ανύμνησαν,
τον Παντοκράτορα Λόγον,
τον σε θαυμαστώσαντα.
Θεοτοκίον. Όμοιον.
Εικόνα την σεπτήν,
φοβεράς Προστασίας,
Παΐσιε Μητρός,
τού Δεσπότου εκράτεις,
και έβλεψας όσιε,
προς τα άνω και ώφθη σοι,
ταύτης έλλαμψις,
η καταυγάζουσα πάντας,
διό πρέσβευε,
διηνεκώς συν Παρθένω,
υπέρ τών ψυχών ημών.
Μετά την β΄ Στιχολογίαν, Κάθισμα.
Ήχος γ΄. Την ωραιότητα.
Τον πολυθαύμαστον,
σεμνόν Παΐσιον,
τον καθαιρέσαντα,
οφρύν τού δράκοντος,
και ηδονάς τας σαρκικάς,
συντρίψαντα τη ασκήσει, Άθωνος το κλέϊσμα,
και Φαράσων εκβλάστημα,
τον ευεργετήσαντα,
πολυτρόπως τοις θαύμασι,
τα πλήθη τών πιστών ορθοδόξων,
πάντες τιμήσωμεν ενθέως.
Θεοτοκίον. Όμοιον.
Την αειπάρθενον,
Κυρίαν Δέσποιναν,
την ωραίσασαν,
γένος το βρότειον,
έχουσαν όντως την μορφήν,
Παΐσιε γλυκυτάτην,
όσιε εώρακας,
εν ζωή εν τω Άθωνι,
ως και προσεκύνησας,
ταύτην άνερ πανόλβιε,
διό και συν αυτή μη οκνήση,
πάτερ υπέρ ημών πρεσβεύων.
Μετά τον Πολυέλεον, Κάθισμα.
Ήχος πλ. δ΄. Την
Σοφίαν και Λόγον.
Τής νεότητος ώφθης παιδαγωγός,
και ακέστωρ ανθρώπων ναρκομανών,
τοις σχούσι δυσίατα,
πορνικά αμαρτήματα,
ταις σαις ευχαίς εφάνης,
θεράπων πανάριστος,
και τών αναζητούντων,
οδόν την σωτήριον,
πάτερ επεγνώσθης,
ακριβής ποδηγέτης,
και πάντων Παΐσιε,
βακτηρία γεγένησαι,
ασκητά θεοφώτιστε,
διό εν Σουρωτή οι πιστοί,
τον σον τάφον,
προσκυνούντες χαίρουσι, και σεμνώς την σην μνήμην,
κατά χρέος μέλπουσι.
Θεοτοκίον. Όμοιον.
Την αγίαν μορφήν σου εωρακώς,
ως υπάρχει Παρθένε εν τη Σιών,
ο θείος Παΐσιος,
εν τω όρει εδίδαξε,
τοις εικονογράφοις,
ποιείν εν πιστότητι,
και πολλήν σου χάριν,
εκήρυττεν άπασιν·
όθεν Θεοτόκε,
μη ελλείπης απαύστως,
Χριστόν ικετεύουσα,
υπέρ πάντων τών δούλων σου,
τών υμνούντων τον τόκον σου,
και πάντας τους αγίους αυτού,
εν οις έστι,
αγνή και ο όσιος,
ο τιμώμενος ύμνοις,
υπό πάντων την σήμερον.
Το α΄ αντίφωνον τού δ΄ ήχου και το
Προκείμενον.
Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος τού οσίου αυτού.
Στίχ. Μακάριος ανήρ ο
φοβούμενος τον Κύριον.
Ευαγγέλιον το εν τω Όρθρω τού αγίου Σάββα.
Ο Ν΄. Δόξα. Ταις τού
σού Οσίου.
Και νυν. Ταις τής Θεοτόκου.
Ιδιόμελον. Ήχος πλ.
β΄.
Εις πάσαν την γην,
εξήλθεν ο φθόγγος τών κατορθωμάτων σου,
όσιε Παΐσιε,
συ γαρ εν τω εικοστώ αιώνι,
από τής γεννήσεως τού Σωτήρος,
ως αστήρ ημερινός ανίσχες, και τών ορθοδόξων τα
πλήθη εφώτισας,
εις το ειδέναι το θέλημα τού Κυρίου·
διό και τανύν εν ουρανοίς ανελθών,
και σχών παρησίαν,
μη παύση πρεσβεύων,
υπέρ τών ψυχών ημών.
Κανών τής Θεοτόκου, ου η ακροστιχίς·
«Θεοτόκε Παρθένε πάντας σκέπασον. Ιωήλ»
Ωδή α΄. Ήχος πλ. δ΄. Αρματηλάτην Φαραώ.
Θεοχαρίτωτε αγνή θεόνυμφε,
ταις ικεσίαις σου,
προς τον σον Δεσπότην,
και Υιόν σου φώτισον,
νοός μου ενεργήματα,
όπως υμνήσω αξίως,
τών σων θαυμάτων το πέλαγος,
και τών πρεσβειών σου τας χάριτας.
Επί την σην καταφυγών βοήθειαν,
αειμακάριστε,
τού εχθρού νικήσαι,
μιαράν παράταξιν,
ελπίζω ο ταλαίπωρος,
διό τείνω τας χείρας,
ικετικώς τη εικόνι σου,
και την σην αιτούμαι αντίληψιν.
Ο σός Υιος παρθενομήτορ άχραντε,
ο υπεράγαθος,
ο τού κόσμου κτίστης,
και βροτών διάσωσμα,
την σην πρεσβείαν δέχεται,
και ποιεί πάντα όσα,
επιθυμείς θεονύμφευτε,
υπέρ τών πιστών υμνολόγων σου.
Τών πειρασμών μου την πλημμύραν Δέσποινα,
στήσον πρεσβείαις σου,
και προς τον λιμένα,
τού Χριστού οδήγησον,
νοός μου τα νοήματα,
και ψυχής μου το ήθος,
όπως διέλθω το πέλαγος,
βίου πολυμόχθου πανάχραντε.
Κανών τού Οσίου, ου η ακροστιχίς·
«Όσιε Παΐσιε, αεί πρέσβευε υπέρ ημών. Ιωήλ»
Ήχος πλ. δ΄. Ειρμός ο
αυτός.
Ολοκαρδίως τον σεμνόν Παΐσιον,
τον πολυθαύμαστον,
ανυμνήσαι θέλω,
και αιτούμαι δύναμιν,
Χριστέ μου παντοδύναμε,
όπως μέλψω τον βίον,
και πολυάριθμα θαύματα,
τούτου τού οσίου σου Κύριε.
Σεμνώς βιώσας επί γης αοίδιμε,
ως άλλος άγγελος,
σάρκα υποτάξας,
και παθών την έγερσιν,
χαρίτων πάτερ γέγονας,
τού Θεού το δοχείον,
τοις Ορθοδόξοις Παΐσιε,
πάσι προσπορίζων τα πρόσφορα.
Ικετικώς τον παντουργόν τής κτίσεως,
εξιλεούμενος,
υπέρ τών εν θλίψει,
και καμνόντων άγιε,
κατέστης ο διδάσκαλος,
προς θειότερον βίον,
πολλών ανθρώπων Παΐσιε,
Όρους τού Αγίου το καύχημα.
Θεοτοκίον.
Εν τω πελάγει τών παθών νηχόμενος,
καταποντίζομαι,
Μήτερ Θεοτόκε,
ο πτωχός και δείλαιος,
διό και ανακράζω σοι,
ταις λιταίς σου τον σάλον,
τών πειρασμών μου κατάπαυσον,
Όρους τού Αγίου η έφορος.
Κανών Δεύτερος τού Οσίου, ου η ακροστιχίς·
«Γέρον Παΐσιε, φύλαττε σους φίλους. Ιωήλ»
Ήχος πλ. δ΄. Υγράν
διοδεύσας.
Γεώργιον ώφθης το θαυμαστόν,
τού Άθωνος Όρους,
εκβλαστάνον γλυκείς καρπούς,
Παΐσιε πάτερ θεοφόρε,
τών ασκουμένων το νέον παλλάδιον.
Εδίδαξας πάτερ τους σους υιούς,
φυλάττειν εκ βλάβης,
πονηρίας τους λογισμούς,
και έχειν εν νω αδιαλείπτως,
τα αγαθά τού Χριστού εννοήματα.
Ροαίς τών δακρύων σου τον Χριστόν,
ικέτευες πάτερ,
υπέρ πάντων τών ενδεών,
Παΐσιε τών εξαιτουμένων,
εν τη ση κέλλη,
ποικίλα αιτήματα.
Θεοτοκίον.
Ο νέος Παΐσιος Μαριάμ,
την θείαν μορφήν σου,
υπέρ φύσιν τοις οφθαλμοίς,
εώρακεν όντως εν τω Άθω,
εν τοις εσχάτοις καιροίς αειπάρθενε.
Ωδή γ΄. Τής Θεοτόκου. Ο στερεώσας κατ' αρχάς.
Όλβος ο άσυλος πιστών,
αγαθοσύνης ο πλούτος,
και θησαύρισμα αγάπης εδείχθης,
απειρόγαμε αγνή,
τού κόσμου το εγκαύχημα,
τών γηγενών η δόξα,
και τών αγγέλων το μέλισμα.
Κλίμαξ υπάρχεις νοητή,
η ανάγουσα Κόρη,
από γης εις ουρανούς τους ανθρώπους,
και υπερέχεις τού παντός,
μερόπων και αγγέλων τε,
και τών κτισμάτων πάντων,
ως η τεκούσα τον Κύριον.
Εκ σού ανέτειλεν ημίν,
ο ποιητής τών απάντων,
ώσπερ ήλιος φωτίσας τους πάντας,
και τα σκότη τού εχθρού,
ισχύϊ διεσκέδασε,
τη εκ νεκρών εγέρσει,
ως παντοδύναμος Κύριος.
Πυρ κατακαίει με σφοδρώς,
τών ηδονών Θεοτόκε,
και ταράσσει την αθλίαν ψυχήν μου,
διό δέομαι θερμώς,
λιταίς σου τούτο μάρανον,
και την ειρήνην δος μοι,
τών λογισμών θεονύμφευτε.
Κανών τού Οσίου. Ειρμός ο αυτός.
Περιφρονείς τον μιαρόν,
ανδροπρεπώς θεοφόρε,
τειχιζόμενος νοός ατυφία,
και ευχαίς περιβληθείς,
τον θώρακα τής χάριτος, Παΐσιε τροπούσαι,
τών δυσμενών τα συστήματα.
Αδιαλείπτοις προσευχαίς,
προς τον Δεσπότην τών πάντων,
καθικέτευες Παΐσιε πάτερ,
λυτρωθήναι εκ δεινών,
τους επικαλουμένους σε,
και ποθούντας λύσιν,
τών θλιβερών περιστάσεων.
Ισχύν την άνωθεν λαβών,
ψυχάς τών κεκοιμημένων,
βοηθείς ταις ικεσίαις παμμάκαρ,
συ γαρ έλεγες πιστοίς,
υπέρ αυτών προσεύξασθαι,
ως εχόντων χρείαν,
πλέον τών ζώντων Παΐσιε.
Θεοτοκίον.
Σωματωθείς ο πλαστουργός,
εκ τών αγνών σου αιμάτων,
τον αρχαίον καταβάλλει βελίαρ,
και χαρίζει τοις βροτοίς,
την άνεσιν Πανάμωμε,
τής αμαρτίας παύσιν,
και τών ψυχών ελευθέρωσιν.
Κανών Δεύτερος τού Αγίου. Ουρανίας αψίδος.
Νικητής ανεδείχθης,
τη τού Χριστού χάριτι,
όλως ταπεινώσας τον άνδρα,
τον ενεργούμενον,
πάτερ Παΐσιε,
και εν Θιβέτ παιδευθέντα,
υπό τού αλάστορος,
μικρόν Γεώργιον.
Πνευματέμφορε πάτερ,
ο τού παντός Κύριος,
την υπέρ τα κάλλη ανθρώπων,
τούτου εμφέρειαν,
εν όρει Άθωνος,
σοι απεκάλυψε πάλαι,
και επλήσθης χάριτος,
πολλής Παΐσιε.
Απορεί νους ανθρώπων,
πώς υπεδέχθης μακάριε,
εν τω σώ κελλίω καθ' ύπαρ,
την πολυύμνητον,
μεγαλομάρτυρα,
και θαυμαστήν Ευφημίαν,
άγιε Παΐσιε,
Πατέρων καύχημα.
Θεοτοκίον.
Ιαμάτων σε κρήνην,
και ιατρόν άριστον,
οι κατατρυχόμενοι πάντες,
νόσοις τού σώματος,
Μήτερ γινώσκομεν,
διό αιτούμεν εν πίστει,
την σην θεονύμφευτε,
θείαν βοήθειαν.
Κάθισμα. Ήχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Ευχής εργαστήριον,
η ση αγία ψυχή,
Παΐσιε γέγονε,
τη συνεχεί προσευχή,
και θείαις δεήσεσι,
συ γαρ μακροχρονήσας,
εν τη κέλλη σου πάτερ,
ώφθης καθάπερ στήλη,
φωτεινή ικετεύων,
Χριστόν τον πάντων κτίστην,
και παντοκράτορα.
Θεοτοκίον. Όμοιον.
Παρθένε απείρανδρε,
χριστιανών η ελπίς,
το κύδος και καύχημα,
τών Ορθοδόξων πιστών,
αγγέλων αγλάϊσμα,
γέγονας τω σώ τόκω,
διό έσχες μεγίστην,
Δέσποινα παρησίαν,
προ τού θρόνου Υιού σου,
αεί συνηγορούσα,
υπέρ τών τιμώντων σε.
Ωδή δ΄. Τής Θεοτόκου. Συ μου ισχύς.
Αράς δεινής,
τής πρώτης Εύας η λύσασα,
τους ανθρώπους,
γέγονας τω τόκω σου,
και θλιβομένοις η χαρμονή,
επεγνώσθης Μήτερ,
και τών στενόντων η άνεσις,
εδείχθης Θεοτόκε,
διό και σοι βοώμεν,
χαίρε στήριγμα πάντων ακλόνητον.
Ροαίς λιτών,
τον ακατάσχετον καύσωνα,
τής ψυχής μου,
σβέσον παναμώμητε,
και δροσισμόν και αναψυχήν,
τού ελέους σου Μήτερ,
τον σον ικέτην πλημμύρισον,
και δος μοι επί πλέον,
την ισχύν Θεοτόκε,
τού υμνείν επαξίως την χάριν σου.
Θεοπρεπώς,
εν τη νηδύϊ σου ώκησεν,
ο τών όλων,
Κύριος πανύμνητε, και ενεδύθη ο αναφής,
φύσιν τών ανθρώπων,
ίνα λυτρώση τον άνθρωπον,
εκ τής αιχμαλωσίας,
τού δεινού πτερνοσκόπου,
και χαρίση ημίν μέγα έλεος.
Επιποθών,
τού σού ελέους το πέλαγος,
κλίνω γόνυ,
και υψώ τας χείράς μου,
τη ση εικόνι τη θαυμαστή,
και θερμώς βοώ σοι,
μη με παρίδης τον άθλιον,
ελπίς απηλπισμένων,
θλιβομένων το θάρσος,
και παντός αλγουμένου ιάτειρα.
Κανών τού Αγίου. Ειρμός ο αυτός.
Ισχύν λαβών,
εξ ουρανού καθυπέμεινας,
ασθενείας,
τής σαρκός Παΐσιε,
και εγκαρδίως προς τον Χριστόν,
εφώνεις θεόφρον,
δοξολογίας μελίσματα,
διό και ιατρείας,
τών ψυχών και σωμάτων,
τα χαρίσματα είληφας άγιε.
Επακριβώς,
την διδαχήν ηκολούθησας,
τών Πατέρων,
και καθωμολόγησας,
εν Θεσσαλονίκη ανδροπρεπώς,
τον Χριστόν παμμάκαρ,
συμμετασχών ώσπερ άγγελος,
μετ’ άλλων μοναζόντων,
εις πορείαν θεόφρον,
τοις ανθρώποις διδούς τύπον πίστεως.
Άϋλον φως,
πολλάκις πάτερ Παΐσιε,
την σην όψιν,
όντως περιέβαλλε,
και ανυψώθης υπέρ την γην,
έχων τας σας χείρας,
υψωμένας προς Κύριον,
διό και οι ορώντες,
την σην μορφήν εν λάμψει,
εξεπλήττοντο όλως πανεύφημε.
Θεοτοκίον.
Εν ση γαστρί,
ο Παντοκράτωρ εχώρησε,
Θεοτόκε,
και βροτών το φύραμα,
ανακαινίσας εκ τής φθοράς,
λύσας την κατάραν,
και καταργήσας τον θάνατον,
και τού σκοτεινομόρφου,
αντιδίκου βελίαρ,
την οφρύν εταπείνωσε τέλεον.
Δεύτερος Κανών τού Αγίου. Εισακήκοα Κύριε.
Σωτηρίας σε πρόξενον,
τών προσερχομένων εν σοι Παΐσιε,
ωμολόγουν τα αθροίσματα,
ταις διδασκαλίαις σου πανόσιε.
Ιατρός ώφθης άριστος,
δύο ασθενούντων παιδίων άγιε,
τη δεήσει τού γεννήτορος,
τούτων ιατρού αξιοτίμητε.
Εξαισίως Παΐσιε,
εν τη προσευχή σου πολλάκις έβλυσας,
τού Χριστού το φως και έψαλλες,
ύμνους εκ καρδίας και μελίσματα.
Θεοτοκίον.
Φωτισμόν Θεονύμφευτε,
τη εσκοτισμένη ψυχή μου δώρησαι,
συ γαρ τέτοκας τον Κύριον,
κόσμου και ανθρώπων φως το άδυτον.
Ωδή ε΄. Τής Θεοτόκου. Ίνα
τι με απώσω.
Αόκνως με πειράζει,
πάθεσιν ατόποις,
σατάν ο παγκάκιστος,
αλλά Θεοτόκε,
επί σε θαρών ο ταλαίπωρος,
τούτου τα πυρφόρα,
ελπίζω βέλη κατακόψαι,
και νικήσαι αυτόν Απειρόγαμε.
Εξελού με ταχέως,
πάσης ακηδίας,
ψυχής μου ση χάριτι,
και μη διαλίπης,
τού εγείραί με Μήτερ ανύμφευτε,
εκ τών αμαρτάδων,
και ψυχικών αρωστημάτων,
συ γαρ έχεις την άμαχον δύναμιν.
Ποταμός χαρισμάτων,
και πηγή ιαμάτων,
ρεύμα ιάσεων,
Δέσποινα υπάρχεις,
διό έπαρον δέομαι,
στένωσιν,
τής ψυχής μου Μήτερ,
και εις το πλάτος τον σον δούλον,
απαθείας ταχύ καθοδήγησον.
Απορεί πάσα κτίσις,
πώς τον απερίληπτον Λόγον εκύησας,
εν τη ση νηδύϊ,
Θεοτόκε αγνή αειπάρθενε, και φυλαί και γλώσσαι,
εις τους αιώνας τών αιώνων,
μακαρίζουσι σε ως προείρηκας.
Κανών τού Αγίου. Ειρμός ο αυτός.
Ισχυρώς προεώρας,
τών προσερχομένων σοι πάτερ Παΐσιε,
βίον και τα έργα,
και εκάστω εδίδως τα πρόσφορα,
προς την σωτηρίαν,
επιδεικνύων θεοφόρε,
υπέρ πάντων φροντίδα και έλεος.
Προσηνής και ακτήμων,
προσευχής εργάτης επιμελέστατος,
τής ειρήνης φίλος,
εραστής τής αγάπης ακλόνητος,
τού Θεού οικείος,
και τών ανθρώπων παραστάτης,
ανεδείχθης θεόφρον Παΐσιε.
Ριψιλόγους παμμάκαρ,
πλανηθέντας όλως υπό τών αιρέσεων,
τού δεινού βελίαρ,
ενουθέτησας πάτερ Παΐσιε,
ταις διδασκαλίαις,
και διδαχαίς ταις ορθοδόξοις,
και σημείοις και θαύμασιν όσιε.
Θεοτοκίον.
Εύα μεν η προμήτωρ,
την κατάραν τού γένους πάλαι εδέξατο,
συ δε Θεοτόκε,
την χαράν και ειρήνην τω τόκω σου,
ήνεγκας τοις πάσι,
διό προστάτιν τών ανθρώπων,
οι σοι δούλοι σε έχομεν Δέσποινα.
Κανών Δεύτερος τού Αγίου. Φώτισον ημάς.
Ύψεις σταθηράς,
προς τον Κύριον τας χείράς σου,
υπέρ νέων τών πεσόντων εν κακοίς,
και ζητούντων,
την σην δύναμιν Παΐσιε.
Λύεις τα δεσμά,
αναρχίας τη εντεύξει σου,
προς τον Κύριον Παΐσιε σοφέ,
πολλών νέων,
προσιόντων τη καλύβη σου.
Άνωθεν ροπή,
πολλούς νέους οσιώτατε,
προς τον δρόμον τού Χριστού καθοδηγείς,
και δεικνύεις,
τα τού βίου τούτων άριστα.
Θεοτοκίον.
Τείχος αραγές,
και θεμέλιον το άσειστον,
και η σκέπη Θεοτόκε τών πιστών,
επεγνώσθης τη λοχεία σου Πανάχραντε.
Ωδή στ΄. Τής Θεοτόκου. Ιλάσθητί μοι Σώτηρ.
Νυκτί ατόπων παθών,
τών ηδονών συσχεθέντα με,
εν λάκκω ο αμελής,
εμπέπτωκα Πάναγνε,
διό ταις ακτίσί σου,
έγειρόν με Μήτερ,
και τον νουν μου καταύγασον.
Τω ξίφει τών σων λιτών,
αμαρτιών μου τον σύνδεσμον,
διάρηξον παντελώς,
Παρθένε και σώσόν με, και δος μοι μετάνοιαν,
τού ευθυπορήσαι,
εν τω βίω μου Πάναγνε.
Ανάγαγε Μαριάμ,
εκ τού βυθού απογνώσεως,
τα πλήθη χριστιανών,
τα πίστει βοώντά σοι,
μη παύση απείρανδρε,
υπέρ τών σων δούλων,
δυσωπούσα τον τόκον σου.
Συνέχομαι ο πτωχός,
προ τής ημέρας τής κρίσεως,
ηνίκα το φοβερόν,
βιβλίον ανοίγεται,
τών πράξεων Δέσποινα,
τών εμών πταισμάτων,
δια τούτο δος μοι δύναμιν.
Κανών Πρώτος τού Αγίου. Ειρμός ο αυτός.
Σωφρόνως επί τής γης,
εβίωσας όσιε,
σωφρόνως και τοις πιστοίς,
τοις λόγοις σου έθρεψας,
διό πάτερ γέγονας,
ευσεβείας τύπος,
και τού βίου καθαρότητος.
Βλυστάνων ώσπερ πηγή,
τής εγκρατείας τα νάματα,
επότισας την πληθύν,
τών νέων Παΐσιε,
και τούτους ωδήγησας,
εκ τής ασωτείας,
εις τον δίαυλον τής χάριτος.
Εμφρόνως και νουνεχώς,
ορθοδοξίας τα δόγματα,
πολλάκις εν τη ζωή, σαφώς υπεστήριξας,
Παΐσιε όσιε,
τού Αγίου Όρους,
ο θεόληπτος διδάσκαλος.
Θεοτοκίον.
Υψώθης μετά θανήν,
εις τας μονάς τού Κυρίου σου,
και έσχες ως αμοιβήν,
τών πόνων σου χάριτας,
τών νόσων ιάσεων,
και παραμυθίας,
τών στενόντων οσιώτατε.
Κανών Δεύτερος τού Αγίου. Την δέησιν εκχεώ.
Το σκήνός σου,
το σεπτόν Παΐσιε,
εν τη μάνδρα Σουρωτής ώσπερ όλβος,
επαναπαύεται όντως θεόφρον,
και τοις πιστοίς προσπορίζει δωρήματα,
ιάσεις νόσων τής ψυχής,
και πληγών τής σαρκός την θεράπευσιν.
Εμφάνειαν,
τής μορφής σου έσχομεν,
θεοφόρε επ' εσχάτων πολλάκις,
συ γαρ ακέστωρ σοφός επεγνώσθης,
τών εκ καρκίνου πασχόντων Παΐσιε,
τών δαιμονώντων ιατρός,
και καμνόντων ταχύ επιστήριγμα.
Σεσάλευται,
τού εχθρού η έπαρσις,
τη αγία σου δυνάμει παμμάκαρ,
συ γαρ ως ζων εκ τού τάφου σου ήλθες,
και δαιμονόπληκτον νέον απήλλαξας,
εκ τής δουλείας τού εχθρού,
και τής τούτου κακίας Παΐσιε.
Θεοτοκίον.
Ου κέκτημαι,
τών δακρύων χάρισμα,
τού θρηνήσαι αμαρτάδων μου πλήθος,
και κατανύξεως Μήτερ στερούμαι,
και στεναγμού σωστικού τής καρδίας μου,
διό λιταίς σου προς Χριστόν,
την δεινήν ακρασίαν μου σύντριψον.
Κοντάκιον. Ήχος πλ.
δ΄. Τη Υπερμάχω.
Αγίου Όρους ασκητήν τον περιάκουστον,
και Εκκλησίας τον φωστήρα τον νεόφωτον,
επαινέσωμεν εν ύμνοις ολοκαρδίως,
ποδηγών γαρ τους πιστούς προς βίον άριστον,
ποταμών τών δωρημάτων τούτους έπλησας,
διό κράζουσι·
Χαίροις πάτερ Παΐσιε.
Ο Οίκος.
Άγγελος ώσπερ άλλος,
έως εσχάτων τών χρόνων,
Παΐσιε εφάνης εν Άθω,
οσίως γαρ ζήσας εν γη,
ασκητών τών αρχαίων ισοστάσιος,
εφάνης τοις συνούσί σοι,
βοώσί σοι θερμώς τοιαύτα·
Χαίρε Φαράσων ο θείος γόνος,
χαίρε τού Άθωνος μέγας όλβος,
χαίρε τής Κονίτσης το ένθεον καύχημα,
χαίρε Σουρωτής κοινοβίου καλλώπισμα,
χαίρε βρύσις η πολύκρουνος υπέρ φύσιν δωρεών,
χαίρε ρεύμα ακατάσχετον ιαμάτων σωστικών,
χαίρε ότι κλείζεις την Μονήν Εσφιγμένου,
χαίρε ότι οικείς εν τω όρει Σιναίου,
χαίρε βροτών ατύφων ο έξαρχος,
χαίρε πολλών χαρίτων ο κάτοχος,
χαίρε δεινώς στενόντων ο ρύστης,
χαίρε ανδρών μοναστών υποφήτης,
χαίροις πάτερ Παΐσιε.
Συναξάριον.
Τη δωδεκάτη τού αυτού μηνός,
μνήμη τού οσίου Πατρός ημών,
Παϊσίου τού νέου τού Αγιορείτου,
τελειωθέντος εν ειρήνη,
εν έτει χιλιοστώ εννεακοσιοστώ ενενηκοστώ τετάρτω
(1994).
Στίχοι
Παΐσιε τού όρους Άθωνος δένδρον,
πολύκαρπον οσιώτατε εδείχθης.
Δεκάτη τε και δευτέρα Παΐσιος θάνε.
Ούτος ο πανθαύμαστος και πολύφημος τής Εκκλησίας όσιος
Παΐσιος (Εζνεπίδης) εγεννήθη εν Φαράσοις τής Καππαδοκίας τη 25η Ιουλίου 1924
υπό χριστιανών γονέων λαβών κατά το βάπτισμα αυτού το όνομα Αρσένιος υπό τού
οσίου Αρσενίου τού Καππαδόκου. Ελθών μετά τών γονέων αυτού εν Ελλάδι, κατώκησεν
εν Κονίτση τής Ηπείρου διακριθείς από παιδός δια την ευλάβειαν και πίστιν αυτού
προς τον Θεόν.
Ανδρωθείς δε μετέβη εις τον Άθωνα και εγένετο Μοναχός
λαβών εν μεν τη ρασοευχή το όνομα Αβέρκιος, είτα δε κατά την ευχήν τού μικρού
σχήματος το όνομα Παΐσιος. Δια περισσοτέραν άσκησιν μετέβη και εις το Σινά.
Καταλήξας εν τω κελλίω Παναγούδα εν ταις Καρυαίς τού Άθωνος, πολλά σημεία εν
ζωή εποίει τοις προσερχομένοις αυτώ. Έτι δε δια τής διδασκαλίας αυτού μετέφερε
πολλούς εις την ορθήν οδόν. Εγένετο και πνευματικός καθοδηγητής τής Ιεράς Μονής
αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου εν Σουρωτή. Εν τέλει τού βίου αυτού ασθενήσας βαρέως
ετελεύτησεν ενταφιασθείς εν τη προμνημονευθείση Μονή τη 12η Ιουλίου 1994. Πολλά
σημεία εποίησε και μετά την οσίαν αυτού κοίμησιν.
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις,
Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.
Ωδή ζ΄. Κανών τής
Θεοτόκου. Θεού συγκατάβασιν.
Συ μόνη γεγένησαι,
εν γυναιξί Παρθένε Απείρανδρε,
η τεκούσα τον Κτίστην,
διό υμνούσί σε μήτερ άπασαι,
αι γενεαί τών ανθρώπων κραυγάζουσαι,
ευλογητός ο Θεός ο τών Πατέρων ημών.
Κρατύνονται Πάναγνε,
εν σοι τα πλήθη πιστών τα χρώμενα,
τη αγία σου κλήσει,
και καταισχύνεται ο παγκάκιστος,
όταν ακούεται πάσι σον όνομα,
το όντως Μήτερ γλυκύ,
Υπεραγία αγνή.
Επίφανον Δέσποινα,
τού σού προσώπου το φως τοις δούλοις σου,
συ γαρ Κόρη εντός σου,
το φως εδέχθης Χριστόν τον Κύριον,
το καταυγάζον πιστούς,
τους κραυγάζοντας,
ευλογητός ο Θεός,
ο τών Πατέρων ημών.
Λιμήν ο γαλήνιος,
τών ορθοδόξων πιστών γεγένησαι,
και ασφάλεια μήτερ,
τών εν τω βίω απόρων πέφηνας
τών εκβοώντων απαύστως το μέλισμα·
ευλογητός ο Θεός,
ο τών Πατέρων ημών.
Κανών τού αγίου Πρώτος. Ειρμός ο αυτός.
Επαίδευσας άριστα,
ταις υποθήκαις νέων τον σύλλογον,
επιλέξαι τον γάμον,
ή μοναστών προτιμήσαι δίαυλον,
διό και συν σοι εκραύγαζον ψάλλοντες·
ευλογητός ο Θεός,
ο τών Πατέρων ημών.
Υπήνεγκας όσιε,
καρτερικώς τας νόσους τού σώματος,
ως τρυφήν γαρ οδύνας,
ταύτας ηγήσω πάτερ Παΐσιε,
διό και είληφας χάριν την άφθονον, θαυματουργίας
σεμνέ,
ποικιλωνύμων παθών.
Παθών ώφθης όσιε,
τών ψυχικών ανήρ ο υπέρτερος,
και τών αλγηδόνων,
ασθενειών τής σαρκός Παΐσιε,
τη θεϊκή επιπνοία ανώτερος,
συ γαρ Χριστόν τον Θεόν,
πάτερ ηγάπησας.
Ευφραίνεται έχουσα,
η γυναικεία μάνδρα Παΐσιε,
Σουρωτή τον σον τάφον,
ως θησαυρόν δωρεών τού Πνεύματος,
και ανακράζει αεί τω Παντάνακτι·
ευλογητός ο Θεός,
ο τών Πατέρων ημών.
Θεοτοκίον.
Ταίς τών θαυμάτων σου,
τών γηγενών αι τάξεις Πανάμωμε,
εκ τής πλάνης βελίαρ,
και επηρείας παθών και θλίψεων,
και εκ ποικίλων τού βίου συμπτώσεων,
και νοσημάτων σαρκός,
ελευθερούται αγνή.
Κανών δεύτερος τού αγίου. Ειρμός· Oι εκ τής Ιουδαίας.
Υπήκοος Κυρίου,
τής νηστείας εργάτης,
και προσευχής εραστής,
διδάσκαλος τών νέων,
νοσούντων και καμνόντων,
ιατρός ακριβέστατος,
εν τοις εσχάτοις καιροίς,
Παΐσιε εφάνης.
Σωφρόνως και δικαίως,
τον σον βίον εν Άθω,
και άλλοις μέρεσιν,
διήλθες θεοφόρε,
και είληφας πλουσίως,
διοράσεως χάρισμα,
καθοδηγών τους πιστούς,
εν τρίβοις σωτηρίας.
Φωτίζεις τοις σοίς λόγοις,
Παΐσιε τους νέους,
τους εν συγχύσεσι,
πεσόντας τού βελίαρ,
δεικνύων τα πρακτέα,
τού Σωτήρος πανεύφημε,
και ερμηνεύων αυτοίς,
το θέλημα Κυρίου.
Θεοτοκίον.
Ιδείν ταις σαις πρεσβείαις,
την μορφήν τού Υιού σου,
πάντας αξίωσον,
τους σε τιμώντας Κόρη,
και προσκυνούντας πόθω,
την αγίαν εικόνα σου,
συ γαρ υπάρχεις ημών,
η θεία προστασία.
Ωδή η΄. Τής Θεοτόκου. Επταπλασίως
Κάμινον.
Αιχμαλωσίας Δέσποινα,
τού δεινού πολεμήτορος,
το γένος ανθρώπων,
τω σώ τόκω ήνωσας·
ο πάντων γαρ Κύριος,
εκ τών αγνών αιμάτων τών σων,
φύσιν τών βροτών,
υπερβολή ευσπλαγχνίας,
προσέλαβεν ασπόρως,
και ήγαγε προς ύψος, Αδάμ τον πλανηθέντα,
τω ψεύδει τού βελίαρ.
Σωτηρίας τον δίαυλον,
η κυήσασα Δέσποινα,
οδόν εις ευθείαν,
καμέ καθοδήγησον,
και ίθυνον δέομαι,
την τρίβον Αειπάρθενε,
τής εμής ψυχής,
προς μετανοίας τον τόπον,
προς σε γαρ ανατείνω,
ικετικώς τας χείρας,
σωθήναι εκ τού ζόφου,
γεέννης τής αστέκτου.
Ολοκαρδίως Πάναγνε,
ανυμνούμεν την χάριν σου,
και αιτούμεν άμα,
τής ψυχής τα πρόσφορα,
μετάνοιαν μόνιμον,
κατεσταλμένον φρόνημα,
παύσιν τών παθών,
και εγκρατείας το δώρον,
ευθύτητα εν βίω,
ψυχικήν ατυφίαν,
λαμπρότητα καρδίας,
και την ευχήν Παρθένε.
Νικητικώς συνέτριψε,
την οφρύν τού αλάστορος,
κρύψας ο Υιος σου,
εν σαρκί την θεότητα,
και πέπαυται Δέσποινα,
τής αράς η ενέργεια,
φύσιν γαρ λαβών,
την τών βροτών υπέρ φύσιν,
εκ σού Θεογεννήτορ,
ο τών πάντων Δεσπότης,
δι' άκραν ευσπλαγχνίαν,
διέσωσε το γένος.
Κανών πρώτος τού Αγίου.
Ειρμός ο αυτός.
Ηδέως πάτερ όσιε,
τών πιστών τα αθροίσματα,
εν Αγίω Όρει,
επί σε προσέτρεχον,
λαβείν οσιώτατε,
την σην χάριν και δύναμιν,
συ γαρ εκ Θεού,
πολλά χαρίσματα έσχες,
και εν τοις χρόνοις τούτοις,
στηριγμός ανεδείχθης,
ανθρώπων δεομένων,
εν βίω βακτηρίας.
Μεμαθηκότες όσιε,
τού σού βίου τα άριστα,
εν τω όρει Άθω,
και εν άλλοις μέρεσιν,
υμνούσι τον Κύριον,
Ιησούν τον φιλάνθρωπον,
ότι ως αστήρ,
εν τω εσχάτω αιώνι,
ανίσχες και τα σκότη,
κεκμηκότων ανθρώπων,
εσκέδασας τοις λόγοις,
και έργοις σου παμμάκαρ.
Ως ασκητής υπόδειγμα,
μοναχοίς πεφανέρωσαι,
εν Αγίω Όρει,
και Σινά πανόλβιε,
παννύχοις σου στάσεσι,
και ταις πολλαίς νηστείαις σου,
συ γαρ προς Χριστόν,
υπέρ ανθρώπων τας χείρας,
εγκαρδίως εγείρεις,
Παΐσιε θεόφρον,
ισότιμε Πατέρων.
Θεοτοκίον.
Νενοσηκότες Πάναγνε,
τοις πολλοίς αμπλακήμασι,
βίου ταις μερίμναις,
και ψυχής τοις πάθεσι,
προς σε την αμόλυντον,
και αδιάφθορον Δέσποιναν,
ύμνοις ταπεινοίς,
καθικετεύομεν πάντες,
ταις σαις λιταίς μη παύση,
εκ τού λάκκου πταισμάτων,
ημάς αναβιβάζων,
τους σε υμνολογούντας.
Κανών δεύτερος τού αγίου. Ειρμός· Τον Βασιλέα.
Λειμών εδείχθη,
πνευματικών χαρισμάτων,
και ιάσεων ποικίλων νοσημάτων,
ο σός θείος τάφος,
εν Σουρωτή θεόφρον.
Ολοκαρδίως,
την ετησίαν σου μνήμην,
ευφημούμεν και τιμώμεν θεοφόρε,
και αιτούμεν πάτερ,
Παΐσιε σην χάριν.
Υφέρπει πάτερ,
ο πονηρότατος δράκων,
καταπλήξαι την ταλαίπωρον ψυχήν μου,
αλλά τω σώ κράτει,
θαρσούμαι και ελπίζω.
Θεοτοκίον.
Σώτειρα ώφθης,
Υπεραγία Παρθένε,
τών ανθρώπων ως γεννήσασα ασπόρως,
τού Πατρός τον Λόγον,
Χριστόν τον Ζωοδότην.
Ωδή θ΄. Τής Θεοτόκου.
Ειρμός· Εξέστη επί τούτω.
Ισχύω εναντίον τού πτερνιστού,
τη ση κλήσει Παρθένε Πανάμωμε,
τη ιερά,
ότι τω σώ τόκω την κεφαλήν,
την τούτου κατεπάτησας,
συν τοις δαιμονίοις τοις μιαροίς,
και ήνεγκας ανθρώποις,
συγχώρησιν πταισμάτων,
και τών ψυχών την απολύτρωσιν.
Ωράϊσον πρεσβείαις σου ιεραίς,
τής ψυχής μου Παρθένε το έσοπτρον,
και οφθαλμούς,
ίνα διαυγέστερον καθορώ,
Χριστού το θείον θέλημα,
και τας ζωηφόρους επιταγάς,
αυτού θεογεννήτορ,
και παύσω αμαρτάνων,
εν λογισμοίς τού πολεμήτορος.
Η άρητος μορφή σου εν ουρανοίς,
τών αγγέλων ευφραίνει τα τάγματα,
και επί γης,
πάντα τα αθροίσματα τών πιστών,
γλυκαίνει Μήτερ Πάναγνε,
και προς εργασίαν τών εντολών,
κινεί τας διανοίας,
και έμπνευσιν παρέχει,
τού προσκυνείν το σον εικόνισμα.
Λαών τών Ορθοδόξων η χαρμονή,
αλλά και πάσης τής κτίσεως τείχισμα,
και ουρανών,
μέγα εγκαλλώπισμα Μαριάμ,
πενήτων η βοήθεια,
και απηλπισμένων απαντοχή,
καμνόντων βακτηρία,
υπάρχεις Θεοτόκε,
τής Οικουμένης το αγλάϊσμα.
Κανών πρώτος τού Αγίου.
Ειρμός ο αυτός.
Ιλύος τών πταισμάτων απαλλαγή,
τής ψυχής σου το όμμα εκάθηρας,
και δι' αυτού,
έβλεπες ανθρώπων τα χαλεπά,
νοσήματα Παΐσιε,
τής ψυχής και σώματος ως εστίν,
και όντως καθωδήγεις,
προς κρείττονα τους πάντας,
τους προσιόντας σοι μακάριε.
Ως πάλαι οι Πατέρες ούτω και συ,
την οδόν θεαρέστως εβάδισας,
την ακριβή,
τού Χριστού Παΐσιε θαυμαστέ,
και ίσος πάτερ γέγονας,
Τύχωνος και άλλων συνασκητών,
εν Άθω επ' εσχάτων,
τών χρόνων καταλείψας,
τύπον ανθρώποις αγιότητος.
Ημάς τους σε τιμώντας χαρμονικώς,
και υμνούντας την μνήμην σου όσιε,
σεμνοπρεπώς,
φύλαττε πρεσβείαις σου ιεραίς,
εκ βλάβης τού αλάστορος,
και κακών τού βίου επιφορών,
και ζάλης τών πταισμάτων,
ως έχων παρησίαν,
εν ουρανοίς Θεομακάριστε.
Θεοτοκίον.
Λυσσώδεις επιθέσεις τού πονηρού,
Θεοτόκε Παρθένε απόκρουσον,
κράτει τω σώ,
συ γαρ απεκύησας θαυμαστώς,
Χριστόν τον αφανίσαντα,
τού αρχαίου δράκοντος την οφρύν,
και θλάσαντος την κάραν,
την τούτου μετά κρότου,
ως αθλητής περιφανέστατος.
Κανών δεύτερος τού
Αγίου. Ειρμός· Κυρίως Θεοτόκον.
Ιδόντες την σην χάριν,
και τας ιατρείας,
ας καθ' εκάστην ποιείς αξιάγαστε,
την βιοτήν σου υμνούμεν,
πάτερ Παΐσιε.
Ως ρεύμα χαρισμάτων,
υπέρ φύσιν ώφθη,
εν Σουρωτή ο σός τάφος Παΐσιε,
νενοσηκόσι κατ' άμφω,
δίδων την ίασιν.
Ηδέως εν Κονίτση,
και εν Άθω πάτερ,
εν Σουρωτή και εν πάση Παΐσιε,
τη Εκκλησία τιμώσι,
την θείαν μνήμην σου.
Θεοτοκίον.
Λατρεύω τον Υιόν σου,
Μήτερ Θεοτόκε,
και προσκυνώ και γεραίρω εν άσμασι,
τού σού προσώπου το κάλλος,
αειμακάριστε.
Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.
Τον όσιον Παΐσιον,
Αγίου Όρους κλέϊσμα,
τής Σουρωτής τον επόπτην,
και ποδηγέτην τών νέων,
τον λόγοις τε και πράξεσι,
τους ενδεείς στηρίξαντα,
τιμήσωμεν εν άσμασιν,
υμνολογούντες ενθέως,
τον βίον τούτου και έργα.
Θεοτοκίον. Όμοιον.
Παρθένε θεοδόξαστε,
χριστιανών το στήριγμα,
η φοβερά προστασία,
τών αδυνάτων ανθρώπων,
νοσούντων η ανόρθωσις,
και τών πασχόντων σθένωσις,
τής Οικουμένης σκέπασμα,
σεμνοπρεπώς σε υμνούμεν,
οι δούλοί σου ομοφώνως.
Εις τους Αίνους ιστώμεν στίχους δ΄
και ψάλλομεν τα εξής Προσόμοια.
Ήχος πλ. δ΄. Τι υμάς
καλέσωμεν άγιοι.
Τι σε ονομάσωμεν όσιε,
τών Φαράσων τον βλαστόν,
και τής Κονίτσης θησαυρόν,
Σουρωτής τον οδηγόν,
και τού Σινά τον ασκητήν,
τού Άθω,
εγκαλλώπισμα το μέγιστον,
Ελλάδος,
το υπόδειγμα προς μίμησιν,
Παΐσιε θεοδόξαστε·
ημών ο κόσμος και καύχημα,
ικέτευε,
τού σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Τι σε προσφωνήσω Παΐσιε,
τής νεότητος πατέρα,
και λαμπρόν μυσταγωγόν,
μοναζόντων τον αλείπτην,
προς τα κρείττω θαυμαστόν,
νοσούντων,
ιατήρα ακριβέστατον,
δαιμόνων,
σκεδαστήν και πολεμήτορα,
εν τοις εσχάτοις γαρ έτεσιν,
ως ισοστάσιος πέφηνας, τών πρόπαλαι,
διδασκάλων τών ψυχών ημών.
Τι σε νυν προσείπω Παΐσιε,
τών ανδρών εξηρτημένων,
ταις ουσίαις λυτρωτήν,
δηλωτήν τών εσομένων,
γεγονότων τοις πιστοίς,
αθέων,
παιδευτήν θαυμασιώτατον,
δειλαίων,
στηριγμόν και μέγα θάρσημα,
ασκητικώς γαρ εβίωσας,
και υπέρ φύσιν χαρίσματα,
προσέλαβες,
αξιάγαστε πατήρ ημών.
Πάτερ θεοφόρε Παΐσιε,
υπέρ πάντων τών πιστών,
τών ανυμνούντων σε θερμώς,
μη ελλείπης τον Χριστόν,
καθικετεύων θερμουργώς,
εκτήσω,
παρησίαν γαρ προς Κύριον,
και έσχες,
χαρισμάτων πλήθος όσιε,
προρήσεως και ιάσεως,
τών αλγουμένων κακώσεσι,
εν σώματι,
και ψυχή αειμακάριστε.
Δόξα. Ήχος πλ. δ΄.
Όσιε πάτερ Παΐσιε,
εις πάσαν την γην Ελλάδος,
και πανταχού τής Οικουμένης,
εξήλθεν ο φθόγγος τών κατορθωμάτων σου,
ως άγγελος γαρ ένσαρκος,
εκ τού Άθωνος,
τα ζωοποιά διδάγματα τού Ευαγγελίου,
εις πάσαν την γην διεκήρυξας, ωσαύτως δε γέγονας,
τη βιοτή και έργοις σου,
μοναστών πρότυπον,
κοσμικών διδάσκαλος,
νεότητος παιδαγωγός,
Σουρωτής ο παραστάτης,
και πάντων ο φίλος,
όθεν και ημείς ταπεινώς,
προς σε άγιε δεόμεθα,
μη ελλείπης πρεσβεύων τω Κυρίω,
υπέρ τών ψυχών ημών.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Τα ουράνια υμνεί σε,
Κεχαριτωμένη Μήτηρ ανύμφευτε,
και ημείς δοξολογούμεν,
την ανεξιχνίαστόν σου γέννησιν,
Θεοτόκε πρέσβευε,
σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Δοξολογία μεγάλη και Απόλυσις.
Εις την Θείαν Λειτουργίαν
Τα τυπικά.
Οι Μακαρισμοί.
Και εκ τού Κανόνος τού αγίου η γ΄ και η στ΄
ωδή.
Απόστολος και Ευαγγέλιον τής 6ης Δεκεμβρίου
(αγίου Σάββα)
Κοινωνικόν.
Εις μνημόσυνον αιώνιον...
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τών Οσίων ο κοινωνός, Άθωνος το κλέος, μοναζόντων
ο στολισμός, χαίροις Εκκλησίας, διδάσκαλος ο νέος, Παΐσιε θεόφρον, ημών το
καύχημα.
*******
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ
ΟΣΙΟΝ ΠΑΪΣΙΟΝ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΝ
Ποίημα τού Μητροπολίτου
Εδέσσης Ιωήλ
Ευλογήσαντος τού ιερέως, το
Κύριε εισάκουσον, μεθ' ό το
Θεός Κύριος,
και το εξής·
Ήχος δ΄. Ο υψωθείς εν τω
Σταυρώ.
Τον Αθωνίτην θεοφόρον Πατέρα,
τον εν τοις χρόνοις τοις εσχάτοις φανέντα,
τον εκ Φαράσων άγιον Παΐσιον,
δεύτε οι εν θλίψεσιν,
ικετεύσωμεν πάντες,
όπως διαφύγωμεν,
ταις αυτού ικεσίαις,
τού βίου πάσας τας επιφοράς,
ούτος γαρ έσχε,
χαρίσματα πάμπολλα.
Δόξα Πατρί. Το αυτό.
Και νυν. Θεοτοκίον
Ου σιωπήσωμέν ποτε Θεοτόκε,
τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι·
ει μη γαρ συ προίστασο πρεσβεύουσα,
τις ημάς ερρύσατο,
εκ τοσούτων κινδύνων;
τις δε διεφύλαξεν,
έως νυν ελευθέρους;
ουκ αποστώμεν Δέσποινα εκ σού·
σους γαρ δούλους σώζεις,
αεί εκ παντοίων δεινών.
Ο Ν΄. Και ο κανών ού η
ακροστιχίς
«Δέχου πάτερ Παΐσιε, ημών αιτήσεις. Ιωήλ»
Ωδή α΄. Ήχος πλ. δ΄. Υγράν διοδεύσας.
Δοχείον χαρίτων αναδειχθείς,
Παΐσιε πάτερ,
μη ελλείπης ταις σαις ευχαίς,
ημίν παρασχών ως ελεήμων,
τα τής ψυχής και τού σώματος πρόσφορα.
Εσχάτως ως άγγελος τού Χριστού,
οφθείς τας καρδίας,
ικετών σου τών ευλαβών,
ανάπαυσον πάτερ και παράσχου,
το αγαθόν τής ειρήνης πρεσβείαις σου.
Χοροί μοναζόντων και κοσμικών,
προς σε ομοφώνως,
ατενίζουσι τον σεμνόν,
αιτούμενοι πάτερ την σην χάριν,
ίνα το θράσος τού δράκοντος θραύσωσι.
Θεοτοκίον
Ο κτίσεως πάσης δημιουργός,
εκ σού τής Παρθένου,
εδανείσθη υπερφυώς,
την σάρκα την σην διό μη παύση,
τούτον αγνή υπέρ πάντων λιτάζουσα.
Ωδή γ΄. Ουρανίας
αψίδος.
Υπανοίξαί μοι θέλω,
ταις σαις ευχαίς άγιε,
πύλην παραδείσου την θείαν,
Χριστός ο Κύριος,
διό προς σε τον σεμνόν, αντιβολώ και κραυγάζω,
σπεύσον βοηθήσαί με,
πάτερ Παΐσιε.
Πατρική σου φροντίδι,
και αρωγή σκέπασον,
νέων την παράταξιν πάτερ,
εκ τής συγχύσεως,
τών λογισμών τού νοός,
και τών παθών τυραννίδος,
όπως αν πορεύωνται,
τρίβον σωτήριον.
Ασωτεύσας θεόφρον,
εν πονηροίς πάθεσι,
και εκδαπανήσας τον πλούτον,
τής θείας χάριτος,
γυμνός περίκειμαι,
και ικετεύω λιταίς σου,
την στολήν τού Πνεύματος,
ένδυσον πάλιν με.
Θεοτοκίον
Την σην έχω εικόνα,
ως χαρμονήν Πάναγνε,
και παραμυθίαν γενναίαν,
εν βίω πάντοτε,
διό και ίσταμαι,
προ τής αγίας μορφής σου,
και αιτούμαι άχραντε,
την σην αντίληψιν.
Διάσωσον, Γέρον Παΐσιε ταις αγίαις λιταίς σου,
τους αιτούντας σεμνοπρεπώς την σην δύναμιν,
και δώρησαι την σην χάριν εκάστω.
Επίβλεψον, εν ευμενεία πανύμνητε Θεοτόκε,
επί την εμήν χαλεπήν τού σώματος κάκωσιν,
και ίασαι τής ψυχής μου το άλγος.
Αίτησις και το Κάθισμα. Ήχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Φαράσων βλαστός,
και Άθωνος το κλέϊσμα,
υπάρχων σεπτέ,
Παΐσιε πανάρετε,
ψυχής τε και τού σώματος,
τα ποικίλα νοσήματα ίασαι,
και την πληθύν δαιμόνων αφ' ημών,
απέλασον τάχιστα ισχύϊ σου.
Ωδή δ΄. Εισακήκοα Κύριε.
Επωδύνως την στένωσιν,
φέρω τής δειλίας,
και εκφοβίσματα,
διό πάτερ διασκέδασον,
ταις προς τον Δεσπότην ικεσίαις σου.
Ρυπαραίς καταστάσεσι,
τού Θεού την μνήμην,
μάκαρ απώλεσα,
διό δος μοι σην βοήθειαν,
όπως αναστώ εκ τών πτωμάτων μου.
Παρεδόθην ταις θλίψεσι,
και στενοχωρίαις πολλαίς Παΐσιε,
διό χάρισαι πρεσβείαις,
την εντός μου όσιε ειρήνευσιν.
Θεοτοκίον
Απωλείας τον αίτιον,
και τού ψεύδους Μήτερ μέγαν συνήγορον,
τον μισάνθρωπον διάβολον,
και πειράζοντά με εξουθένωσον.
Ωδή ε΄. Φώτισον ημάς.
Ίνα τής ψυχής,
τής εμής το άχθος άγιε,
ταις λιταίς σου απαλείψης παντελώς,
ικετεύω σε εν πίστει θεοστήρικτε.
Στήριγμα στερόν,
και ασπίς ακαταμάχητος,
κληρικών και μοναζόντων ταις ευχαίς,
αναδείχθητι προς Κύριον Παΐσιε.
Ίσος παλαιών,
ασκητών φανείς Παΐσιε,
σοι εδόθη χαρισμάτων η πληθύς,
διό ίασαι τα έλκη τών ψυχών ημών.
Θεοτοκίον
Έχουσα η γη,
σε προστάτιδα θεόνυμφε,
προσδοκά την ειρηναίαν βιότην,
και δεινών επισυμβάσεων περάτωσιν.
Ωδή στ΄. Την δέησιν.
Ηδύτητα,
τών σων λόγων όσιε,
οι συνόντες σοι εν όρει Αγίω,
διατηρούντες προς σε εκ καρδίας,
καθικετεύουσι Πάτερ Παΐσιε,
ταις σαις λιταίς τας εκτροπάς, διανοίας αυτών
επανόρθωσον.
Μιμνήσκοντες,
τών πολλών χαρίτων σου,
εν πολλή προς σε αγάπη βοώμεν,
εξ αναγκών και παντοίων κινδύνων,
και ψυχικών αλγηδόνων Παΐσιε,
επισκοπή σου κραταιά,
τους υμνητάς σου προστάτευσον πάντοτε.
Ως άγγελος,
εκ τού όρους Άθωνος,
εν τη μάνδρα Σουρωτής καταφθάνεις,
μοναζουσών τον χορόν διδαχαίς σου,
τής ευσεβείας αλείπτης γενόμενος,
διό και νυν πάντας ημάς,
προς τα κρείττω οδήγησον όσιε.
Θεοτοκίον
Νοσούντων,
και τών στενόντων Παρθένε,
αναδείχθητι ιάτειρα θεία,
και ανιάτων παθών ταις λιταίς σου,
θεραπευτής τής ψυχής και τού σώματος,
γενού θεόνυμφε αγνή,
τών ανυμνούντων σε άσμασι δούλων σου.
Διάσωσον, Γέρον Παΐσιε ταις αγίαις λιταίς σου,
τους αιτούντας σεμνοπρεπώς την σην δύναμιν,
και δώρησαι την σην χάριν εκάστω.
Άχραντε, η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως,
επ’ εσχάτων τών ημερών τεκούσα δυσώπησον,
ως έχουσα, μητρικήν παρρησίαν.
Αίτησις και το
Κοντάκιον. Ήχος β΄. Τοις τών αιμάτων σου.
Τών μοναστών και μιγάδων διδάσκαλον,
και τών εν κόσμω πιστών αντιλήπτορα,
και ασθενούντων οξέως ακέστορα,
σε θεοφόρε Παΐσιε έχομεν,
διό και ζητούμεν την χάριν σου.
Και ευθύς το Προκείμενον. Ήχος δ΄.
Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος τού οσίου αυτού.
Στίχ. Μακάριος ανήρ ο
φοβούμενος τον Κύριον.
Ευαγγέλιον. Εκ τού
κατά Λουκάν (στ΄ 17 - 23).
Τω καιρώ εκείνω, έστη ο Ιησούς επί τόπου πεδινού, και
όχλος μαθητών αυτού, και πλήθος πολύ τού λαού από πάσης τής Ιουδαίας και
Ιερουσαλήμ και τής παραλίου Τύρου και Σιδώνος, οι ήλθον ακούσαι αυτού και
ιαθήναι από τών νόσων αυτών, 18 και οι οχλούμενοι από πνευμάτων ακαθάρτων, και
εθεραπεύοντο· 19 και πας ο όχλος εζήτει άπτεσθαι αυτού, ότι δύναμις παρ' αυτού
εξήρχετο και ιάτο πάντας. 20 Και αυτός επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τους
μαθητάς αυτού έλεγε· Μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία τού Θεού.
21 μακάριοι οι πεινώντες νυν, ότι χορτασθήσεσθε. μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι
γελάσετε. 22 μακάριοί εστε όταν μισήσωσιν υμάς οι άνθρωποι, και όταν αφορίσωσιν
υμάς και ονειδίσωσι και εκβάλωσι το όνομα υμών ως πονηρόν ένεκα τού υιού τού
ανθρώπου. 23 Χαίρετε εν εκείνη τη ημέρα και σκιρτήσατε· ιδού γαρ ο μισθός υμών
πολύς εν τω ουρανώ.
Ο Ν΄. Δόξα. Ταις τού
σού Οσίου.
Και νυν. Ταις τής Θεοτόκου.
Προσόμοιον. Ήχος πλ. β΄. Όλην αποθέμενοι.
Στίχ. Ελέησόν με ο
Θεός κατά το μέγα έλεός σου.
Όσιε Παΐσιε,
τού Όρους Άθωνος κλέος,
Σουρωτής το καύχημα,
και Φαράσων γόνος ο ευσυμπάθητος,
αληθώς γέγονας,
εν εσχάτοις χρόνοις,
δια τούτο και βοώμέν σοι,
πάσης στενώσεως,
και τών αδοκήτων συμβάσεων,
τής λύμης τών αιρέσεων,
και επηρειών τού αλάστορος,
ανιάτων νόσων,
ημάς τους σε τιμώντας ευλαβώς,
μη διαλείπης πρεσβείαις σου,
συντηρών εκάστοτε.
Ο Ιερεύς το, Σώσον ο
Θεός τον λαόν σου.
Ωδή ζ΄. Οι εκ τής
Ιουδαίας.
Αλγηνών νοσημάτων,
και δαιμόνων μανίας,
και περιστάσεων,
τού βίου πολυτρόπων,
και πάσης κακουργίας,
θεοφόρε Παΐσιε,
τών κακοτρόπων ημάς,
εκλύτρωσαι λιταίς σου.
Ιατρείας σωμάτων,
και ψυχής θεραπείας,
ώφθης Παΐσιε,
θεράπων ταις ευχαίς σου, διό τοις εθισμένοις,
ιοφόροις σκευάσμασι,
μη διαλείπης αεί,
παρέχων την υγείαν.
Την νεότητα πάσαν,
εκ τού λάκκου αγνοίας,
και αθεότητος,
και πάσης αναρχίας,
Παΐσιε παμμάκαρ,
ταις λιταίς σου εξάγαγε,
συ γαρ εκτήσω σεμνέ,
μεγίστην παρησίαν.
Θεοτοκίον
Ηδυμόλπως Παρθένε,
φοβερά προστασία,
ακαταμάχητε,
υμνώ σου την εικόνα,
την όντως θεσπεσίαν,
ην επ' ώμων εκράτησε,
Παΐσιος ο σεμνός,
ο δούλός σου Μαρία.
Ωδή η΄. Τον Βασιλέα.
Στήριξον πάτερ,
ικετηρίαις πολλαίς σου,
τους εν πάθεσι πληγέντας ανιάτοις,
εκ τής λευχαιμίας,
και τού πικρού καρκίνου.
Εσμόν δειλίας,
και τής φοβίας ση ρώμη,
απομάκρυνον εκ τών ικετευόντων, σε σημειοφόρε,
Παΐσιε θεόφρον.
Ιώ πορνείας,
και αμαρτάδων αθέσμων,
τής νεότητος τα πλήθη παραπαίει,
όθεν χείρα τούτοις,
παράσχου θεοφόρε.
Θεοτοκίον
Σεσαρκωμένος,
εκ τής αγίας γαστρός σου,
ο φιλάνθρωπος Δεσπότης και Υιος σου,
Δέσποινα εξήλθε,
τού σώσαι τους ανθρώπους.
Ωδή θ΄. Κυρίως
Θεοτόκον.
Ιδού εν ευλαβεία,
τείνοντες τας χείρας,
καθικετεύομεν πάντες Παΐσιε,
μη διαλείπης φροντίζων ημάς εκάστοτε.
Ωσεί τροφός και μήτηρ,
τους σε ανυμνούντας,
εν ταις ανάγκαις τού βίου Παΐσιε,
αεί παράσχου θεόφρον αυτοίς τα χρήσιμα.
Η Σουρωτή και Άθως,
και πάσα Εκκλησία,
επικαλείταί σε πάτερ Παΐσιε,
όπως σωφρόνως την τρίβον Χριστού βαδίσωμεν.
Θεοτοκίον
Λοιμού λιμού και άλλων,
δεινών εν τη Ελλάδι, ταις σαις πρεσβείαις ελπίζομεν
τάχιστα,
απαλλαγήναι ταχέως σεπτέ Παΐσιε.
Το Άξιόν εστι και τα παρόντα
Μεγαλυνάρια.
Χαίροις τών Φαράσων θείος βλαστός,
Άθωνος τού Όρους περιάκουστος ασκητής,
χαίροις τής Ελλάδος ο φωτιστής ο νέος,
Παΐσιε τών νέων μέγιστε σύμμαχε.
Χαίροις ο διδάσκαλος Σουρωτής,
τού Σιναίου όρους ο σεμνότατος ασκητής,
χαίροις εν Κονίτση τών συμπατριωτών σου,
κατοίκων όντως τύπος πάτερ προς μίμησιν.
Άνδρας και γυναίκας ναρκομανείς,
και πληθύν ανθρώπων,
δαιμονώντων ταις σαις λιταίς,
και τους ασθενούντας,
πολυειδώς θεόφρον,
Παΐσιε μη παύση,
σώζων εκάστοτε.
Μοναζόντων όσιε τον χορόν,
ταις ικετηρίαις,
προς Δεσπότην διηνεκώς,
όσιε βοήθει,
ως παρησίαν έχων,
Παΐσιε μεγίστην,
θεομακάριστε.
Έχοντες ως μέγιστον θησαυρόν,
τον σον τάφον πάτερ,
αρυόμεθα οι πιστοί,
δύναμιν και θάρσος, εν τοις δεινοίς τού βίου,
Παΐσιε παμμάκαρ,
άνερ τής χάριτος.
Πάτερ οσιώτατε τους βροτούς,
τους υμνολογούντας,
πολιτείαν σου την σεπτήν,
τη επισκοπή σου,
προστάτευσον εκ βλάβης,
βελίαρ τού αρχαίου,
τού πολεμήτορος.
Πάσαι τών αγγέλων...
Τρισάγιον. Είτα εκτενής και
απόλυσις, μεθ’ ην το παρόν Προσόμοιον.
Ήχος β΄. Ότε εκ τού ξύλου
σε νεκρόν.
Πάθη τα δυσώδη τής ψυχής,
και τα ανομήματα πάντα,
τας αρωστίας σαρκός,
και τα ενεργήματα,
πολυειδών φοβιών,
τής δειλίας την βάσανον,
και πάσης ανάγκης,
άγχος και δυνάστευσιν,
και τού ελθείν τα κακά,
όσιε Παΐσιε σπεύσον,
ταις προς τον Χριστόν ικεσίαις,
παύσαι από πάντων τών υμνούντων σε.
Δέσποινα πρόσδεξαι...
Την πάσαν ελπίδα μου...
Ο ιερεύς, Δι’ ευχών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου