Του Rusell Grigg
Από την εξαιρετική ιστοσελίδα Διάκρισις, του Μανόλη Καλομοίρη, εκδότη του περιοδικού Ερευνητής της Αλήθειας (για το οποίο δείτε στο site). Ο Μ. Καλομοίρης είναι πρώην προτεστάντης που μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία μετά από σοβαρή ιστορική και θεολογική έρευνα.
Την Παλαιά Διαθήκη δες την εδώ.
Μια θανάσιμη υπόθεση συνεχίζει να διδάσκεται στους μελλοντικούς Χριστιανούς ηγέτες, η οποία αρνείται τον Μωυσή ως τον συγγραφέα της Γένεσης και βασίζεται σε αμφίβολα συμπεράσματα. Σχεδόν όλες οι Θεολογικές Σχολές, τα φιλελεύθερα Βιβλικά κολλέγια και σεμινάρια και δυστυχώς κάποια που ασπάζονται την συντηρητική ευαγγελική διδασκαλία, επιδοκιμάζουν την διδασκαλία της «θεωρίας των πηγών», η οποία είναι γνωστή επίσης ως ‘υπόθεση Γ.Ε.Ι.Δ.’.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ;
Αυτή είναι η φιλελεύθερη/κριτική άποψη που αρνείται ότι ο Μωυσής έγραψε την Πεντάτευχο (Γένεση ως Δευτερονόμιο). Διδάσκει πως κάποιοι ανώνυμοι συγγραφείς συνέθεσαν από προφορική παράδοση πολλών αιώνων τα πέντε βιβλία (μαζί με άλλα τμήματα της Παλαιάς Διαθήκης) έως και 900 χρόνια μετά τον Μωυσή (αν υπήρξε καν, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή). Αυτοί οι υποθετικοί συγγραφείς προσδιορίζονται ως εξής:
- Γ (δηλώνει σύμφωνα με την θεωρία των πηγών τον Γιαχβιστή). Αυτός υποτίθεται ότι έζησε περίπου το 900-850 π.Χ. Αυτός/αυτή/αυτοί υποτίθεται ότι συγκέντρωσαν τους μύθους και τους θρύλους από τη Βαβυλώνα και τα γύρω έθνη και πρόσθεσαν σ’ αυτούς τις ιστορίες που λέγανε οι Εβραίοι , παράγοντας εκείνες τις περικοπές όπου τα εβραϊκά γράμματα ΓΧΒΧ (‘Γιαχβέ’ ή ‘Ιεχωβά’) χρησιμοποιούνται ως το όνομα του Θεού.
- Ε (δηλώνει τον Ελοχιμιστή) που υποτίθεται ότι έζησε το 750-700 π.Χ. στο βόρειο βασίλειο (Ισραήλ) και έγραψε εκείνες τις περικοπές στις οποίες χρησιμοποιείται η λέξη Ελοχίμ για τον Θεό.
- Δ υποτίθεται ότι έγραψε το μεγαλύτερο τμήμα του Δευτερονομίου, πιθανόν του βιβλίου που βρέθηκε στο ναό της Ιερουσαλήμ το 621 π.Χ. (Β’ Βασιλέων 22:8).
- Ι που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει έναν Ιερέα (ή ιερείς) που έζησε κατά τη διάρκεια της εξορίας στη Βαβυλώνα και υποτίθεται ότι συνέθεσε έναν κώδικα αγιασμού για τον λαό.
- Διάφοροι συντάκτες R (από το Γερμανικό Redakteur) που υποτίθεται πως συνέρραψαν αυτές τις πηγές μαζί.
Η ιδέα μιας πολλαπλής συγγραφής της Πεντατεύχου προτάθηκε αρχικά το 1753 στο Παρίσι από τον Jean Astruc. Ωστόσο ο κύριος εκφραστής ήταν Julius Wellhausen (1844-1918) που «επανέκθεσε τη θεωρία των πηγών…με όρους της εξελικτικής ερμηνείας της ιστορίας, η οποία ήταν κυρίαρχη στους φιλοσοφικούς κύκλους εκείνη την εποχή»[1],[2].
Ισχυρίστηκε πως οι περικοπές της Παλαιάς Διαθήκης που έχουν να κάνουν με εκλεπτυσμένα δόγματα (ένας Θεός, οι Δέκα Εντολές, η σκηνή του Μαρτυρίου κλπ.) δεν είναι αλήθειες που αποκαλύφθηκαν από έναν ζωντανό Θεό, αλλά ιδέες που εξελίχθηκαν από πρωϊμότερα στάδια της θρησκευτικής σκέψης του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένου του πολυθεϊσμού, ανιμισμού, προγονολατρείας κλπ.[3] Γι’ αυτό και η «ανάγκη» να επινοηθούν οι μεταγενέστεροι συγγραφείς. Ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα ήταν πως η γραφή ήταν άγνωστη την εποχή του Μωϋσή.
Έτσι η λεγόμενη «θεωρία των πηγών» υποσκάπτει την αυθεντικότητα των διηγήσεων της Γένεσης (Δημιουργία, Πτώση, Κατακλυσμός) καθώς και το σύνολο της πατριαρχικής ιστορίας του Ισραήλ. Προϋποθέτει πως το σύνολο της Παλαιάς Διαθήκης ήταν μια γιγάντια φιλολογική απάτη, και θέτει σε αμφισβήτηση όχι μόνο την ακεραιότητα του Μωυσή ως συγγραφέα, αλλά και την αξιοπιστία και τη θεότητα του Ιησού Χριστού (δες το σημείο 5 πιο κάτω). Δεν είναι να απορεί κανείς, γιατί οι κριτικοί των κειμένων την έχουν ασπαστεί με τόσο ενθουσιασμό!
ΗΤΑΝ Ο ΜΩΥΣΗΣ Γ, Ε, Δ, Ι Ή R;
Απάντηση: Τίποτε από τα παραπάνω. Ο Μωυσής ήταν και ο συγγραφέας και ο συντάκτης της Πεντατεύχου, και τα πέντε αυτά βιβλία τα συνέθεσε το 1400 π.Χ. περίπου, και όχι μεταγενέστερα από άγνωστους συγγραφείς κατά τον καιρό της Εξορίας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως ο Μωυσής δεν χρησιμοποίησε άλλες γραπτές πηγές, τις οποίες είχε στη διάθεσή του, ή ότι έγραψε τα τελευταία λίγα εδάφια του Δευτερονομίου στο κεφάλαιο 34 που καταγράφουν τον θάνατό του. Η Ταλμουδική (Ραββινική Ιουδαϊκή) παράδοση αναφέρει πως αυτά προστέθηκαν αργότερα κάτω από θεϊκή εποπτεία και έμπνευση από τον Ιησού του Ναυή.
Δεν υπάρχει καμιά εξωτερική απόδειξη που να υποστηρίζει την θεωρία των πηγών (Γ,Ε,Δ,Ι ή R). Ποια ήταν τα ονόματα των υποτιθέμενων αυτών συγγραφέων; Τι άλλα κείμενα γράψανε αυτοί οι υποτιθέμενοι σοφοί της φιλολογίας; Η Ιστορία, μαζί η Εβραϊκή και η κοσμική, δεν γνωρίζει τίποτε σχετικά με αυτούς. Υπάρχουν μόνο στη γόνιμη φαντασία αυτών που επινόησαν αυτή την θεωρία.
ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΩΣΑΪΚΗ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΥ
Η απόδειξη ότι ο Μωυσής έγραψε τη Πεντάτευχο, η οποία συχνά αναφέρεται στην Γραφή ως ‘ο Νόμος’ (Εβραϊκά Τορά ), είναι συντριπτική:
1. Σε αντιδιαστολή με τις ιδέες του Wellhausen και άλλων, η αρχαιολογική έρευνα έχει αποδείξει ότι η γραφή ήταν αρκετά γνωστή την εποχή του Μωυσή. Η θεωρία των πηγών εσφαλμένα υποθέτει πως οι Ισραηλίτες έπρεπε να περιμένουν πολλούς αιώνες μετά την ίδρυση του έθνους τους, για να παρουσιάσουν την ιστορία τους και τους νόμους τους σε γραπτή μορφή, παρά το γεγονός ότι τα γειτονικά τους έθνη κρατούσαν γραπτές πηγές της ιστορίας τους και της θρησκείας τους πολύ πριν από την εποχή του Μωυσή.[4]
2. Ο συγγραφέας είναι προφανέστατα ένας αυτόπτης μάρτυρας της Εξόδου από την Αίγυπτο, εξοικειωμένος με τη γεωγραφία [5], την πανίδα και την χλωρίδα της περιοχής [6], χρησιμοποιεί αρκετές Αιγυπτιακές λέξεις [7], και αναφέρεται σε έθιμα και συνήθειες που χρονολογούνται περίπου το 2000 π.Χ.[8]
3. Η ίδια η Πεντάτευχος ισχυρίζεται σε πολλά σημεία της, πως ο Μωυσής ήταν ο συγγραφέας της, π.χ. Έξοδος 17:14, 24:4-7, 34: 27, Αριθμοί 33:2, Δευτερονόμιο 31:9,22,24.
4. Επίσης και αρκετές φορές στα υπόλοιπα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, έχουμε αναφορές στον Μωυσή ως συγγραφέα π.χ. Ιησούς του Ναυή 1:7-8, 8:32-34, Κριτές 3:4, Α’ Βασιλέων 2:3, Β’ Βασιλέων 14:6, 21:8, Β’ Χρονικών 25:4, Εσδρας 6:18, Νεεμίας 8:1,13:1, Δανιήλ 9:11-13.
5. Στη Καινή Διαθήκη, ο Ιησούς Χριστός συχνά αναφέρονταν στα γραπτά του Μωυσή ή τον Νόμο του Μωυσή π.χ. Ματθ. 8:4, 19:7-8, Μαρκ. 7:10, 12:26, Λουκ, 24:27,44, Ιωάν. 5:46-47, 7:19. Επίσης τόνισε συγκεκριμένα πως αυτοί που «δεν ακούν (δηλ. απορρίπτουν) τον Μωυσή», δεν θα πεισθούν «ούτε αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς» (Λουκ. 16:31). Έτσι βλέπουμε πως οι εκκλησίες και τα σεμινάρια που απορρίπτουν την ιστορικότητα των γραπτών του Μωυσή, επίσης απορρίπτουν την κατά γράμμα σωματική ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού.
6. Επιπρόσθετα και άλλοι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης δέχονται τον Μωυσή ως τον συγγραφέα της Πεντατεύχου π.χ. Ιωάν. 1:17, Πράξ. 6:14, 13:39, 15:5, Α’ Κορινθ. 9:9, Β’ Κορινθ.3:15, Εβραίους 10:28.
Μήπως αυτό σημαίνει πως ο Μωυσής έγραψε τη Γένεση χωρίς να αναφερθεί σε προηγούμενη πληροφορία; Όχι απαραίτητα. Η Γένεση περιλαμβάνει αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων που έλαβαν χώρα πολύ πριν γεννηθεί ο Μωυσής. Ο Μωυσής είχε πιθανόν πρόσβαση σε πατριαρχικά γραπτά και/ ή σε αξιόπιστες προφορικές παραδόσεις αυτών των γεγονότων. Στην περίπτωση αυτή, τέτοια αρχεία θα μπορούσαν να διατηρηθούν σε γραπτή μορφή (πιθανόν σε πήλίνες πλάκες) και να παραδοθούν από πατέρα σε γιο μέσω της γενεαλογικής γραμμής του Αδάμ, του Σηθ, του Νώε, του Σημ, του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ κλπ.
Υπάρχουν 11 εδάφια στη Γένεση στα οποία αναφέρεται η φράση “τούτο είναι το βιβλίο της γενεαλογίας…” ή “αυτές είναι οι γενεές”. Η Εβραϊκή λέξη toledoth, μεταφράζεται ως «γενιές» ή σημαίνει «απαρχές», «ιστορία», ή ακόμη «οικογενειακή ιστορία», και κάθε ένα εδάφιο αναφέρεται πριν ή μετά από μια περιγραφή ιστορικών γεγονότων που περιλαμβάνουν το πρόσωπο που ονομάζεται [9]. Η πιο πιθανή εξήγηση είναι πως ο Αδάμ, ο Νώε, ο Σημ κλπ, ο καθένας έγραψε για γεγονότα που συνέβησαν στις μέρες του, και ο Μωυσής υπο την αλάνθαστη έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, επέλεξε, και εξέδωσε τις αφηγήσεις αυτές, ώστε να παράγει τη Γένεση στη παρούσα συνεκτική της μορφή [10]. [Σημ. "Νεκρού": Χωρίς να μπορώ να αποκλείσω κάτι, έχω να πω ότι ο Μωυσής φαίνεται να συνέγραψε τη Γένεση μετά από θεϊκό όραμα, γι' αυτό και τα γεγονότα περιγράφονται σαν κάποιος να τα βλέπει (ιδίως από τη Δημιουργία μέχρι τον Πύργο της Βαβέλ). Η ιδέα ότι ο Αδάμ κ.τ.λ. έγραψαν οι ίδιοι μου φαίνεται βεβιασμένη. Φυσικά, κάποιος που απορρίπτει την ύπαρξη οραμάτων γενικά, δε θα δεχτεί αυτή την πρόταση. Δεν πειράζει].
Στη Γένεση δεν βλέπουμε μια πρόοδο από την ειδωλολατρεία στον μονοθεϊσμό, όπως απαιτεί η εξελικτική θεώρηση του Wellhausen. Αντίθετα, η Αγία Γραφή ξεκινά με μια αρχική αποκάλυψη από τον Θεό, η οποία αργότερα απορρίφθηκε μέχρι το σημείο όπου ο λαός Ισραήλ ο ίδιος ξέπεσε στην ειδωλολατρεία και γι’ αυτό παραδόθηκε από τον Θεό στην αιχμαλωσία.
ΓΙΑΤΙ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ;
Ας το δούμε αυτό στη Γένεση, κεφάλαια 1 και 2. Η λέξη Ελοχίμ χρησιμοποιείται για τον Θεό 25 φορές στη Γένεση 1:1 ως 2:4α [11]. Η λέξη αυτή περιλαμβάνει την ιδέα ενός μεγαλειώδους και πιστού Όντος, με δημιουργική δύναμη και εξουσία, μεγαλειότητα και παντοδυναμία, το οποίο είναι υπεράνω του υλικού κόσμου που δημιούργησε. Είναι ένας υψηλός τίτλος (= «Θεός») και πρόκειται για την κατάλληλη λέξη που χρησιμοποίησε ο Μωυσής για να περιγράψει τις δημιουργικές δραστηριότητες του Θεού [12].
Στη Γένεση κεφ. 2 από το εδάφιο 4 οι Εβραίοι χρησιμοποιούν τα γράμματα ΓΧΒΧ για να αναφερθούν στον Θεό. Μερικές φορές μεταφράζεται ‘Ιεχωβά’, αλλά τις περισσότερες ως ‘Κύριος’, και είναι ο πιο συνήθης όρος που χρησιμοποιείται στη Παλαιά Διαθήκη (6823 φορές). Η λέξη σημαίνει «Αυτός που πάντοτε ήταν, είναι και θα είναι» και είναι το προσωπικό όνομα του Θεού. Κατά συνέπεια, χρησιμοποιείται στις προσωπικές Του σχέσεις και στις σχέσεις διαθήκης με τους ανθρώπους. Από τη Γένεση 2:4 ξεκινά η λεπτομερής περιγραφή πως ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα και την τοποθεσία που ετοίμασε για αυτούς [13]. Έπρεπε να ζουν και να εργάζονται τον κήπο, σε μια σχέση διαθήκης αγάπης με τον Θεό [14] και ο ένας με τον άλλον. Ήταν λοιπόν η πιο κατάλληλη λέξη, η λέξη ΓΧΒΧ, που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ο Μωυσής για να γράψει αυτό το τμήμα της Γένεσης. Επίσης στη Γένεση 2, η λέξη ΓΧΒΧ συνδέεται με την λέξη Ελοχίμ και σχηματίζουν το σύνθετο όνομα ΓΧΒΧ-Ελοχίμ (=Κύριος ο Θεός). Αυτό ταυτίζει τον Θεό της διαθήκης ΓΧΒΧ ως τον ίδιο και τον αυτό με τον Ελοχίμ, τον παντοδύναμο Δημιουργό. Δεν υπάρχει καμιά λογική αιτία (συγκεκριμένα οποιαδήποτε βασισμένη στον όρο που χρησιμοποιείται για τον Θεό) για να αποδοθεί αυτή η αφήγηση σε οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα ή συγγραφείς.
Οι ίδιες αρχές εφαρμόζονται στην υπόλοιπη Γένεση και σε ολόκληρη την Παλαιά Διαθήκη.
Η θεωρία των πηγών ΓΕΙΔ αντιφάσκει με τον εαυτό της, καθώς οι οπαδοί της προσπαθούν να σπάσουν εδάφια σε τμήματα και ακόμα να αποδόσουν μέρη των προτάσεων (τα οποία χρησιμοποιούν περισσότερα από έναν όρο για τον Θεό) σε διαφορετικούς συγγραφείς. Μια τέτοια τακτική θα ήταν μοναδική στη φιλολογία της αρχαίας Μέσης Ανατολής. Η ‘επιστημονική μέθοδος’ που χρησιμοποίησαν για να προωθήσουν την θεωρία των πηγών θα προκαλούσε τα γέλια στο δικαστήριο εάν εφαρμόζονταν σε οποιοδήποτε άλλο αρχαίο βιβλίο!
ΤΟ ΚΟΜΠΙΟΥΤΕΡ ΣΥΜΦΩΝΕΙ: Η ΓΕΝΕΣΗ ΕΙΧΕ ΜΟΝΟ ΕΝΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται απ’ το περιοδικό OMNI –Αύγουστος 1982:
‘Μετά την εισαγωγή 20.000 Εβραϊκών λέξεων της Γένεσης σε έναν Ηλεκτρονικό Υπολογιστή στο Πανεπιστήμιο του Ισραήλ Technion, οι ερευνητές βρήκαν πολλές προτάσεις που κατέληγαν σε ρήματα και πάρα πολλές λέξεις των 6 ή και περισσότερων χαρακτήρων. Επειδή αυτά εμφανίζονται κατ’ επανάληψη, λέει ο διευθυντής του προγράμματος, Yehuda Radday, φαίνεται πως μόνο ένας συγγραφέας ευθύνεται για την συγγραφή. Η διεξοδική ανάλυση με το κομπιούτερ που διεξήχθη στο Ισραήλ, εισηγείται μία πιθανότητα 82 % πως το βιβλίο έχει έναν συγγραφέα.’
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Τελικά, ο συγγραφέας της Γένεσης ήταν ο Θεός, που εργάστηκε μέσω του Μωυσή. Αυτό δεν σημαίνει πως ο Θεός χρησιμοποίησε τον Μωυσή σαν ένα είδος ‘δακτυλογράφου’. Αντίθετα, τον προετοίμαζε για αυτό το έργο από την ημέρα που γεννήθηκε. Όταν ήρθε ο κατάλληλος καιρός, ο Μωυσής είχε όλα τα απαραίτητα στοιχεία στη διάθεσή του και καθοδηγήθηκε αλάνθαστα απ’ το Άγιο Πνεύμα ως προς το τι θα συμπεριλάμβανε και τι θα άφηνε έξω. Αυτό είναι συνεπές με την γνωστή ιστορία και με τις διακηρύξεις και τις αρχές της Αγίας Γραφής (Β’ Τιμόθεον 3:15-17, Β’ Πέτρου 1:20-21).
Από την άλλη μεριά, δεν υπάρχει καμιά ιστορική απόδειξη, αλλά ούτε καμιά πνευματική ή θεολογική βάση για την απατηλή θεωρία των πηγών ΓΕΙΔ. Η διδασκαλία της είναι εντελώς ψευδής, η ‘επιστημονική μέθοδος’ που προωθεί είναι ολοκληρωτικά κίβδηλη. Προωθούμενη από την θεωρία της εξέλιξης , υπάρχει αποκλειστικά και μόνο για να υπονομεύει την εξουσία του Λόγου του Θεού.
Μετάφραση: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΑΓΙΑΝΝΗΣ
Μεταφράστηκε κατόπιν αδείας απ’το περιοδικό CREATION September-November 1998. Τίτλος πρωτότυπου: Did Moses really write Genesis? Το περιοδικό αυτό εκδίδεται από την Διακονία “Answers in Genesis”. Website: www.answersingenesis.org.
Δες και τα posts μας στην ενότητα Δημιουργία.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Josh McDowell, More Evidence that Demands a Verdict, σελ. 45.
[2] Αξιοσημείωτοι εκφραστές του Wellhausen ήταν ο Samuel Driver στην Αγγλία (1891) και ο Charles Briggs στις ΗΠΑ (1893). Από τον καιρό του Wellhausen, άλλοι φιλελεύθεροι κριτικοί έχουν ‘ανακαλύψει’ μέχρι και 40 υποτιθέμενους συγγραφείς στη Πεντάτευχο, περιλαμβάνοντας μια Εδομίτικη πηγή S και μια Χαναανίτικη πηγή Κ –υπάρχουν τόσες πολλές υποδιαιρέσεις όσοι είναι οι «ειδικοί» στο να ανακαλύπτουν πηγές!
[3] Παρμένο από Dave Breese, Seven Men Who Rules from the Grave, σελ.89.
[4] Παρμένο από Gleason Archer, Encyclopedia of Bible Difficulties, σελ.51-52.
[5] Στη Γένεση 13:10 η κοιλάδα του Ιορδάνη συγκρίνεται με την «γη της Αιγύπτου, μέχρι να πάει κανείς στη Σηγώρ»-κατάλληλο μόνο για αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με την Κοιλάδα του Ιορδάνη στη Παλαιστίνη, αλλά όμως είναι εξοικειωμένοι με την Αίγυπτο. Γι’ αυτό γράφτηκε κοντά στον καιρό της Εξόδου από την Αίγυπτο, κι όχι πολλούς αιώνες αργότερα.
[6] Η σειρά της σοδειάς στην Έξοδο 9:31-32 είναι Αιγυπτιακή, όχι Παλαιστινιακή. Τα δέντρα και τα ζώα που αναφέρονται είναι κυρίως γηγενή στην Αίγυπτο ή τη Χερσόνησο του Σινά, κι όχι στην Παλαιστίνη, όπως π.χ. η ακακία που χρησιμοποιήθηκε στην επίπλωση της σκηνής, είναι γηγενές στην Αίγυπτο και το Σινά, αλλά δύσκολα βρίσκεται στη Χαναάν, εκτός γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα. Τα δέρματα που ορίζονταν για το εξωτερικό κάλυμμα της σκηνής στην Έξοδο 26:14 (Εβραϊκά ταχάς) ήταν περισσότερο πιθανόν από φώκιες ή θαλάσσιες αγελάδες που βρίσκονταν στη θάλασσα πλησίον της Αιγύπτου και του Σινά, και είναι ξένα προς τη Παλαιστίνη.
[7] Περισσότερες Αιγυπτιακές λέξεις-δάνεια βρίσκονται στη Πεντάτευχο , παρά οπουδήποτε αλλού στην Αγία Γραφή, όπως είναι αναμενόμενο εάν ο συγγραφέας ήταν ο Μωυσής, ο οποίος «διδάχτηκε ολόκληρη τη σοφία των Αιγυπτίων» (Πράξεις 7:22). Το ίδιο το όνομα ‘Μωυσής’ είναι Αιγυπτιακό κι όχι Εβραϊκό (Έξοδος 2:10).
[8] Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στη Πεντάτευχο για τον ναό ή την Ιερουσαλήμ που θα ήταν η μελλοντική του τοποθεσία- το μόνο κέντρο λατρείας που αναφέρεται ήταν η σκηνή του μαρτυρίου.
[9] Γένεση 2:4, 5:1, 6:9, 10:1, 11:10, 11:27, 25:12, 19, 36:1,9, 37:2. Το πρώτο απ’ αυτά, «Αυτή είναι η γένεση του ουρανού και της γης» (Γένεση 2:4). δεν αναφέρει ανθρώπινο όνομα, καθώς κανένας άνθρωπος δεν ήταν παρών κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας της Δημιουργίας μέχρι την έκτη ημέρα. Η πληροφορία πιθανόν αποκαλύφθηκε από τον Θεό στον Αδάμ, ο οποίος τότε τη κατέγραψε (Δες υποσημείωση Νο10).
[10] Henry Morris, THE GENESIS RECORD, σελ.22-30. Επίσης Καθηγητής Dr.E.N.Lee, προσωπική επικοινωνία, Απρίλιος 1998.
[11] Ελοχίμ είναι η εβραϊκή μορφή πληθυντικού που σημαίνει ‘περισσότερο από δύο’. Στη Γένεση 1:1 συνδέεται με το ρήμα «δημιούργησε» (Εβραϊκά μπαρά) στον ενικό αριθμό. Έτσι αυτό είναι ένα ουσιαστικό στον πληθυντικό με σημασία ενικού, που προτείνει την πληθυντική ενότητα της Θεότητας. Το Χριστιανικό δόγμα της Τριάδος προσκιάζεται στην Αγία Γραφή μόλις από το πρώτο της εδάφιο. Δες επίσης την χρήση του «εμάς» στη Γένεση 1:26 και 11:7.
[12] Σημειώστε ότι η δύναμη του Θεού ενωμένη με την χρήση αυτής της λέξης, φαίνεται πολύ περισσότερο καθαρά στο ότι Έχει δημιουργήσει τα αχανή περιεχόμενα του διαστήματος, όπως επίσης και τις καταπληκτικές πολυπλοκότητες και μικρολεπτομέρειες της ζωής πάνω στη Γη, στο σύντομο διάστημα της Εβδομάδας της Δημιουργίας μάλλον, παρά σε οποιοδήποτε μακροσκελές εξελικτικό χρονοδιάγραμμα. Δες C.V.Taylor, The First 100 Words, σελ. 3.
[13] Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ Γένεσης 1 και 2. Στον Ματθαίο 19:3-6, ο Ιησούς παρέθεσε κι απ’ τις δύο αφηγήσεις μαζί, 1:27 και 2:24, δείχνοντας αυτές να είναι εξίσου έγκυρες και πλήρως η μία να συμπληρώνει την άλλη. Δες επίσης D.Batten, Αντιφάσεις στη Γένεση; Creation 18 (4):44-45, 1996 και R.Grigg, Θα πρέπει τη Γένεση να την πάρουμε κατά γράμμα; Creation 16 (1):38-41, 1993. Σ.Μετ: Θα μεταφραστούν σε επόμενα τεύχη του «Ερευνητή».
[14] Σύγκρινε με Ωσηέ 6:7: «Αυτοί όμως, όπως ο Αδάμ, παρέβηκαν τη διαθήκη..».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου