ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Tο «κοσμικό κράτος» στο προτεινόμενο νέο Σύνταγμα


Γράφει ο Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Κ. Παπαθανασίου
Ἱεροκήρυξ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τῶν Ἀθηνῶν
ΡΟΜΦΑΙΑ


Οἱ συντάκτες τοῦ προσφάτου κειμένου ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἕνα καινοτόμο Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος» στὴν εἰσαγωγική τους πρόταση μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀναφέρουν ὅτι: «Εἰσηγούμεθα τὴν κατάργηση τοῦ θρησκευτικοῦ ὅρκου, τῆς παραδοσιακῆς διάταξης γιὰ τὴν ἐπικρατοῦσα θρησκεία καὶ τὴν ἐπίκληση στὸ Σύνταγμα τῆς Ἁγίας, Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος, ἔτσι ὥστε τὸ Κράτος μας ὄχι μόνο νὰ εἶναι, ἀλλὰ καὶ νὰ φαίνεται ὡς κοσμικὸ κράτος».

Προτείνεται δηλαδὴ μὲ τὴν δημιουργία «κράτους λαϊκοῦ» (e’tat laique) τὸ σύστημα τοῦ πλήρους χωρισμοῦ τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ Κράτους.

Γι’ αὐτὸ καὶ στὸ προτεινόμενο συνταγματικὸ κείμενο ἀπαλείφεται τὸ προοίμιον: «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος», καταργεῖται τελείως τὸ ἄρθρο 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος (1975) ἤτοι: «Σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας» ὡς ἐπίσης καὶ ὁ θρησκευτικὸς ὅρκος καὶ περαιτέρω γίνεται λόγος γιὰ θρησκευτικὴ οὐδετερότητα τοῦ κράτους καὶ γιὰ μία νομοθετικὴ ρύθμιση τῶν σχέσεων του μὲ τὶς διάφορες θρησκευτικὲς κοινότητες. Ἐν προκειμένῳ, εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι οὔτε ὡς terminus technicus δὲν ἀναφέρεται ἡ λέξη «Ἐκκλησία».

Προσέτι δὲν γίνεται καμμία ἀναφορὰ γιὰ τὸν σκοπὸ τῆς παιδείας, τὴν προστασία τῆς οἰκογένειας καὶ τὸ ἀναπαλλοτρίωτο τοῦ ἄρθρου 18&8 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος.

Ὅλα τὰ παραπάνω ὅμως δημιουργοῦν ἔντονο προβληματισμὸ καὶ θέτουν σοβαρὰ ἐρωτήματα. Οὐσιαστικὰ στὸν πυρήνα αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς τῶν συγκεκριμένων ἄρθρων διαφαίνεται ἡ προσπάθεια μετατροπῆς τῆς χώρας σὲ μία ἄθεη πολιτεία. Σχολιάζουμε μερικὰ σημεῖα.

Κατ’ ἀρχήν, τὸ Προοίμιον τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος (1975) ἀνάγει τὴν ἀρχήν του σ’ αὐτὸ τὸ Προσωρινὸν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος (1822) καὶ δηλώνει τὴν εὐγνωμοσύνη τοῦ Ἔθνους πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ἐνέπνευσε ὅλον τὸν ἱερὸν ἀπελευθερωτικὸ Ἀγῶνα καὶ ἔδωκε τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ὀθωμανικὸν ζυγόν.

Ἔκτοτε ὅλα τὰ Συντάγματα, πλὴν μόνον δύο, ἀναγράφουν τὴν ἐπίκληση στὴν Ἁγία Τριάδα στὸ Προοίμιον, τὸ ὁποῖο καὶ ἔχει βαθυτάτη σημασία καὶ ἀποτελεῖ ἔκτοτε ἰδιαίτερη συνταγματικὴ παράδοση. Δὲν εἶναι συνεπῶς ἐπιτρεπτὸν μὲ τὴν ἀπάλειψή του νὰ ἀποκοπεῖ ἡ ἱστορία τοῦ τόπου καὶ ν’ ἀγνοηθεῖ ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ θρησκεία.

Ἔπειτα οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Κράτους ὅπως ἰσχύουν κατ’ ἀρχὴν στὸ ἄρθρο 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος ἀλλὰ καὶ στὸ ἄρθρο 13 συνθέτουν μία πληρότητα καὶ μία ἰσόρροπη σύνθεση παράδοσης καὶ συγχρονισμοῦ. Ἰδιαιτέρως τὸ ἄρθρο 3 ἔχει ἀποδειχθεῖ στὴν ἐφαρμογή του ἐπαρκέστατο ὡς πλαίσιον προσδιορισμοῦ τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ Κράτους ἀλλὰ καὶ διαρθρώσεως τῆς ὅλης ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως. 


Ἕνας χωρισμὸς θὰ εἶναι πάνυ ἐπιζήμιος γιὰ τὴ συνοχὴ τοῦ λαοῦ μας. Σὲ μία ἐποχὴ μάλιστα ὅπου προβάλλει ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη διασφαλίσεως τῆς ἑνότητας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ χωρισμὸς θὰ εἶναι διαιρετικὸ στοιχεῖο καὶ ἀταξίας κίνητρο. Ἀντὶ τῆς εἰρήνης καὶ γαλήνης στὸν τόπο θὰ ὑπάρξει διχόνοια καὶ κοινωνικὴ σύγχυση.

Γνωρίζουμε ἄλλωστε ὅτι ἡ συνοχὴ τοῦ ἑλληνισμοῦ στὴ μακραίωνη ἱστορία της, κατὰ κύριον λόγο, ὀφείλεται στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ στὴν κοινὴ θρησκεία, τὴν ὀρθοδοξία.

Ἔπειτα ὁ χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ Κράτους, ἄλλως καλουμένη «λαϊκότητα», ὅπου ἐφαρμόστηκε, ἦταν ἀποτέλεσμα συγκεκριμένων ἱστορικῶν συνθηκῶν καὶ ἰδίως στὴ Γαλλία τὸ 1905. Τέτοιες ὅμως ἱστορικὲς συνθῆκες δὲν ὑπῆρξαν οὔτε ὑπάρχουν στὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα.

Τὸ ὅλο θέμα μάλιστα δὲν θὰ πρέπει νὰ καθορᾶται ἀναλογικὰ μὲ τὰ τῆς Δύσεως καθ’ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀναλογία οὔτε ὡς πρὸς τὴν αἰτία οὔτε καὶ τὴν ἀφορμή.

Μὴ λησμονοῦμε δὲ ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καὶ Κράτους στὴ σύγχρονη Γαλλία προσκρούει σὲ πολλὲς δυσκολίες καὶ ἀναζητεῖται νέα νομοθετικὴ δόμηση τοῦ ὅλου θέματος.

Ὡς γνωστὸν ἡ Ὀρθοδοξία οὐδέποτε ἐπεζήτησε κοσμικὴ ἐξουσία, καθ’ ὅτι δὲν ἐξουσιάζει, ἀλλὰ διακονεῖ. Δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ θεοκρατικὲς ἀντιλήψεις.

Περαιτέρω πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Κράτους διέπονται ἀπὸ τὸ πλέγμα διατάξεων ἤτοι ἀπὸ τὰ ἄρθρα 13, 4, 16 Συντ. καθὼς ἀπὸ ὅλες τὶς διατάξεις περὶ Ἀτομικῶν δικαιωμάτων.

Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία ἀπολαμβάνει ἐπίσης τῆς προστασίας τῶν ἄρθ. 9 ΕΣΔΑ καὶ 27 τοῦ Διεθνοῦς Συμφώνου γιὰ τὰ Ἀτομικὰ καὶ Πολιτικὰ Δικαιώματα.

Τὸ ἄρθρο συνεπῶς 3 δὲν εἰσάγει περιορισμοὺς στὴν θρησκευτικὴ ἐλευθερία, καθὼς ὁ χαρακτηρισμὸς «ἐπικρατοῦσα θρησκεία» ποὺ ἀναγράφεται σ’ αὐτό, δὲν εἶναι τίποτα παραπάνω ἀπὸ δηλωτικὴ τοῦ θρησκεύματος τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

Περαιτέρω, ἡ πρόταση ἀναθεώρησης τοῦ ἴδιου τοῦ ἄρθ. 13 Συντ. φαίνεται ἀνεδαφική, ὄχι μόνο ἐπειδὴ ἡ παρ. 1 ἀνήκει στὶς μὴ ἀναθεωρητέες διατάξεις (ἄρ. 110 & 1 Συντ.), ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ οἱ ὑπόλοιπες παράγραφοι ἀναφέροναι στὸ γενικῶς ἀποδεκτὸ περιεχόμενο τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία εἶναι ἔννοια εὑρύτερη τῆς ἀνεξιθρησκείας.

Συνεπῶς εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαία ἡ διατήρηση τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος ὡς ἔχει. Τοῦτο εἶναι ζήτημα κεφαλαιῶδες τῆς συνέχειας τῆς ἐθνικῆς μας φυσιογνωμίας.

Ἔτσι καταφαίνεται ἡ αὐτοτέλεια καὶ συνάμα ὁ σύνδεσμος τῶν δύο αὐτῶν μεγεθῶν, ἄλλως ἡ συναλληλία καὶ οἱ διακριτοὶ ρόλοι.

Στὴν ἴδια συνάφεια ὀφείλουμε νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι ἐνίοτε γίνεται λόγος γιὰ ἕνα «ἀπεγκλωβισμὸ» τοῦ Κράτους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

Ἀλλὰ ποὺ βρίσκεται αὐτὸς ὁ ἐγκλεισμός; Τὸ Κράτος ἐλεύθερα καὶ δημοκρατικὰ νομοθετεῖ. Καὶ ἔχει νομοθετήσει θέματα γάμου, κηδείας, καύσεως νεκρῶν, ὁρκοδοσίας καὶ τόσα ἄλλα.

Ἑπομένως ποῦ εἶναι τὸ πρόβλημα; Ἀπὸ τὴν ἄλλη κακῶς πλανᾶται ἡ ἀντίληψη ὅτι ἔχει ἡ Ἐκκλησία φοβικὴ ἀντίληψη τοῦ κόσμου.

Ἀντίθετα ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀνοικτὴ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, εἶναι κοντὰ στὸ λαό, ἔχει οἰκουμενικὴ διάσταση. Εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν χῶρος τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἰσότητας, τῆς ἀδελφωσύνης, τῆς διακονίας τοῦ πλησίον.

Άλλωστε καὶ τὰ ἀνθρώπινα ἀτομικὰ δικαιώματα ἔχουν πηγὴ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος διακηρύττει ὅτι «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3, 28), αὐτὴ ἡ τόσο σημαντικὴ διδασκαλία, δὲν εἶναι πηγὴ τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου;

Ἀλλὰ καὶ τὸ ἄλλο ἐπιχείρημα τὸ ὁποῖο ἐνίοτε προβάλλεται μετ’ ἐπιτάσεως ὅτι δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία δὲν θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀφοροῦν ζητήματα γάμου, οἰκογενείας, παιδείας, ὡς καὶ αὐτὰ τὰ ἐθνικὰ θέματα καὶ ὅτι θὰ πρέπει νὰ εἶναι μόνον γιὰ τὰ τελετουργικὰ μέσα στοὺς ναούς, τοῦτο ἀσφαλῶς λέγεται οὐτοπικῶς καὶ ἐπιπολαίως.

Δηλαδή, τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἕνα οὐτιδανὸ συμβεβηκὸς ὡς Σύνοδος, ὡς Μητρόπολη, ὡς Ἐνορία, ὡς ἱερεύς, ὡς πιστὸς λαός, ὡς ὀρθόδοξος χριστιανὸς ποὺ δὲν πρέπει νὰ ἔχει λόγο;

Ἡ ἄρνηση τοῦ λόγου της εἶναι ἀντιδημοκρατικό, ἀνορθόδοξο καὶ ἀνεπίτρεπτο σημεῖο μὴ συμβατὸ μὲ τὸν ἐν γένει πολιτισμό μας. Μὴ λησμονοῦμε ὅτι, ὡς λέγει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος, «οὐκ ἐπ’ ἀνατροπῇ τῆς κοινῆς πολιτείας ὁ Χριστὸς τοὺς παρ’ αὐτοῦ νόμους εἰσήγαγεν, ἀλλ’ ἐπὶ διορθώσει βελτίονι». Σαφῶς καὶ ἡ Ἐκκλησία δικαιοῦται νὰ ἔχει δημόσιο λόγον καὶ πρέπει νὰ ἔχει «ἐπὶ διορθώσει βελτίονι».

Ἐξάλλου ἡ Ἐκκλησία σ’ ὅλη τὴν μακρόχρονη πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ στάθηκε ὡς μάνα γιὰ τὸν καθένα ἄνθρωπο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκλεισθεῖ ἀπὸ τὸν δημόσιο βίο.

Προφανῶς ὅσοι ὁμιλοῦν γιὰ χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ Κράτους δὲν γνωρίζουν ἐκ τοῦ σύνεγγυς καὶ σὲ βάθος τὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα.

Ὀφείλουμε σὲ κάθε κίνηση σχέση ἔχουσα μὲ ἀλλαγὲς στὸ Σύνταγμα νὰ λαμβάνουμε ὑπ’ ὄψιν τὴν ὅλη ψυχοσύνθεση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ μάλιστα στὸ θέμα τῆς θρησκείας μας.

Εἶναι ἐν προκειμένῳ χαρακτηριστικὸ ὅτι ὅλως ἀντιφατικῶς στὸ προτεινόμενο συνταγματικὸ κείμενο γίνεται μία ἀναφορὰ γιὰ τὸν ἀπόδημο ἑλληνισμὸ τονίζοντας ὅτι «τὸ κράτος μεριμνᾶ γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ ἀπόδημου ἑλληνισμοῦ καὶ τὴ διατήρηση τῶν δεσμῶν του μὲ τὴν πατρίδα». Ἀλλὰ ἔχει τεθεῖ τὸ ἐρώτημα πῶς διατηρεῖται αὐτὸς ὁ δεσμὸς μὲ τὴν πατρίδα;

Δὲν γνωρίζουν καὶ δὲν ἔχουν προσέξει ὅτι ὁ ἕλληνας μόλις φθάνει στὴν ξένη μακρινὴ χώρα, τὸ πρῶτο ποὺ θὰ φτιάξει θὰ εἶναι ὁ ὀρθόδοξος χριστιανικὸς ναός, σημεῖο ἀναφορὰς καὶ ἑνότητος μὲ τὴν πατρίδα;

Ἡ Ἐκκλησία, ὅσο κι ἂν δὲν ἐπιθυμοῦν μερικοὶ νὰ τὸ παραδεχθοῦν ὄχι μόνον στὰ χρόνια τῆς σκληρῆς τουρκοκρατίας καὶ τὰ ἐπαναστατικὰ χρόνια τῆς ἀπελευθέρωσης ἀλλὰ αἰῶνες τώρα ἐξακολουθεῖ καὶ τὴν σήμερον, νὰ εἶναι τὸ καταφύγιο τοῦ Ἕλληνα καὶ ν’ ἀποτελεῖ τὸν συνεκτικὸ ἱστὸ τῆς κοινωνίας.

Ἀξίζει ν’ ἀναφέρουμε μία παράμετρο, ἡ ὁποία δὲν ἀναγράφεται συχνά, ἀλλ’ ἔχει τὴν ζωτικὴ σημασία της. Οἱ κληρικοὶ ποὺ εἶναι ἐντεταλμένοι πνευματικοί, δηλ. ἐξομολόγοι τόσο στὶς ἐνορίες ὅσο καὶ στὶς ἱερὲς Μονὲς καὶ κατ’ ἐξοχὴν στὶς Μονὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους γνωρίζουν τὰ μύχια τῶν ἀνθρώπων, ποὺ προστρέχουν σ’ αὐτούς, ἀκοῦνε τὸν πόνο τοῦ λαοῦ καὶ τὰ προβλήματά του καὶ στηρίζουν εἰλικρινῶς, ἐνισχύουν, παρηγοροῦν καὶ βοηθοῦν ποικιλοτρόπως πολλὲς ψυχὲς συνανθρώπων μας.

Ἔχουμε διερωτηθεῖ: Γιατί ἄραγε οἱ ἄνθρωποι καταφεύγουν στὴν Ἐκκλησία; Ὡς ἐκ τούτου εἶναι δυνατὸν νὰ περιθωριοποιεῖται ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ τίθεται στὴ γωνία; Πόσο θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν διαφυλάττουμε «ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ» καὶ νὰ μὴν τὴν περιφρονοῦμε;

Ἕνα ἄλλο βασικὸ σημεῖο εἶναι ἡ προτεινόμενη φράση ὅτι τὸ κράτος θὰ πρέπει νὰ εἶναι «θρησκευτικὰ οὐδέτερο».

Ὡστόσο θρησκευτικὴ οὐδετερότητα τοῦ κράτους εἶναι μία καθαρῶς προτεσταντικὴ ἀντίληψη, ἡ ὁποία δὲν συνάδει μὲ τὴν συντριπτικὴ πλειονότητα τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὀρθόδοξοι χριστιανοί.

Οὔτε βέβαια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Ἑλλάδα μπορεῖ νὰ ὑποβιβασθεῖ στὸ ἐπίπεδο ἑνὸς σωματείου ἢ ἱδρύματος ἢ μιᾶς ΜΚΟ, οὔτε νὰ εἶναι ἕνα ΝΠΙΔ. Ἂν κάτι θἄπρεπε νὰ ἐξακολουθήσουμε νὰ ἔχουμε ὡς καύχηση στὴ χοάνη τῆς παγκοσμιοποίησης αὐτὸ εἶναι ἡ ἰδιοπροσωπία μας μὲ τὰ δύο ὕψιστα πνευματικὰ μεγέθη, τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ὅπως δὲν εἴμεθα παράφρονες γιὰ νὰ γκρεμίσουμε τὸν Παρθενῶνα, ἄλλο τόσο καὶ δὲν θὰ πρέπει νὰ εἴμεθα ἄφρονες μὲ διωγμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν καθιέρωση ἑνὸς ἀθεϊστικοῦ κοσμικοῦ συστήματος.

Τὸ μέγα εὐεργέτημα καὶ προνόμιο ποὺ διαθέτουμε εἶναι ἡ ἐπαινετὴ ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία μας καὶ αὐτὸ ἔχει τεράστια σημασία στὴν ὅλη γεωστρατηγικὴ καὶ γεωπολιτικὴ θέση τῆς πατρίδος μας.

Ἐν κατακλεῖδι, κυρίως τὸ Προοίμιον γιὰ λόγους ἱστορικοὺς καὶ τὸ βασικότατο ἄρθρο 3 (σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας) γιὰ λόγους σεβασμοῦ πρὸς τὸν ὕψιστο θεανθρώπινο θεσμό, τὴν Ἐκκλησία καὶ εἰδικότερα γιὰ λόγους ἠθικῆς καὶ νομικῆς τάξεως θὰ πρέπει νὰ παραμείνουν ὡς ἔχουν.


To σχόλιό μας: Αυτά που γράφει ο σεβαστός και αγαπητός μας π. Χρυσόστομος, θεωρητικά, είναι πολύ σωστά. Στην πράξη όμως, φρονούμε ταπεινά ότι είναι ανεδαφικά. Το κράτος είναι αναμενόμενο ότι πηγαίνει στη θεσμοθετημένο αθεΐα, που θα την επικροτήσει όχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά και πολύ μεγάλη μερίδα του μπερδεμένου και αποπροσανατολισμένου ελληνικού λαού. Είναι όντως "επικρατούσα θρησκεία" η Ορθοδοξία σήμερα στην Ελλάδα; Αμφιβάλλω.
Καλό είναι λοιπόν, συγχωρέστε μας για τη διατύπωση, επιτέλους η Εκκλησία να ξυπνήσει, να συγκεντρώσει το λαό της, να τον κατηχήσει, να τον καθοδηγήσει, να τον δυναμώσει και φυσικά να τον αυξήσει κάνοντας εσωτερική ιεραποστολή (και στους Έλληνες και στους μετανάστες) και να αναλάβει επίσης πνευματικό και κοινωνικό αγώνα σοβαρού ελέγχου του αμαρτωλού κράτους μας.
Θα το κάνει ποτέ; Ή μήπως πρέπει να περιμένουμε να έχουμε και μάρτυρες, και μάλιστα ίσως λοιδορούμενους από κάποια επίσημη "μετριοπαθή" πτέρυγα της Εκκλησίας και σεβαστούς μόνο σε κάποια άλλη πτέρυγά της, συκοφαντημένη ως "ακραία"; Τι εξελίξεις δηλαδή να περιμένουμε; Ο Θεός ξέρει. Ας μας λυπηθεί εκείνος. Αμήν.

Συμπλήρωμα:

Το γονάτισμα του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου στον Εσπερινό της Γονυκλισίας, Πεντηκοστή 2016
Το χριστιανικό κράτος 
Ορθοδοξία: Όταν δε γονατίζουμε, ούτε μπροστά στο Θεό!...
«Παιδιά χωρίς Θεό»: ιστοσελίδα για την προώθηση του αθεϊσμού στα παιδιά (εκεί δίνεται η άποψή μας για την πίστη και την απιστία, με σειρά links)

Εκτός νόμου Εκκλησία με κρυφούς Ιερείς! (η διωκόμενη "Εκκλησία των Κατακομβών" στην ΕΣΣΔ, που νομίζω πως έχει κάτι να μας πει)
Έτος 2030 μ.Χ. - και ένα σχόλιο!... 
 
Επιστήμη και θρησκεία, ορθολογισμός και δόγμα
5+1 μύθοι για τη Θρησκεία και την Εκκλησία

Άντε και πίστεψα - τώρα τι κάνουμε;
 
Μάρτυρες από τα αθεϊστικά καθεστώτα του 20ού αιώνα: Ρουμανία, Αλβανία, Β. Κορέα, Κίνα. Έλληνες νεομάρτυρες.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: