Εισήγηση του Μητροπολίτου
Γόρτυνος Ιερεμίας, Περί της αναγνωρίσεως της εν Κωνσταντινουπόλει εν
έτει 1351 μ.Χ. συγκληθείσης Συνόδου ως Ενάτης Οικουμενικής.
ΟΟΔΕ - Πηγή:
Βιβλιάριο Ι. Μ. Πειραιώς: "Ασματικαί Ακολουθίαι της Αγίας Ενάτης (Θ΄)
Οικουμενικής Συνόδου". Πειραιεύς 2014.
Μακαριώτατε Δέσποτα
και Σεβασμιώτατοι
Άγιοι Πατέρες,
Κατά πρώτον
ευχαριστώ για την τιμή στο ταπεινό μου πρόσωπο να ομιλήσω ενώπιον της
Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας και μάλιστα να ομιλήσω για την εν Κων/πόλει
Σύνοδον του έτους 1351, η οποία για την σπουδαιότητα του θέματος με το
οποίο ασχολήθηκε έχει χαρακτηρισθεί ως Θ´ Οικουμενική Σύνοδος. Στο θέμα
της Συνόδου αυτής συγκρούεται και μάλιστα σφοδρώς η πίστη μας με την
αίρεση του παπισμού. Η διδασκαλία δε της εν λόγω Συνόδου πρέπει να
διαποτίζει την ποιμαντική μας και τα κηρύγματά μας, αλλ' επειδή αυτό εν
πολλοίς δεν γίνεται, γι' αυτό και οι χριστιανοί μας χωλαίνουν θεολογικά
και παρουσιάζουν λειψή πνευματικότητα.
1.
Κατά τον τίτλο του θέματος που μου εδόθη προς ανάπτυξη καλούμαι να
ομιλήσω περί του χαρακτηρισμού της εν Κων/πόλει Συνόδου του έτους 1351
ως Θ´ Οικουμενικής Συνόδου. Στην Ιστορία έχουμε επίσημα επτά
Οικουμενικές Συνόδους, αλλά είναι λάθος να πιστεύουμε ότι σταματούν σε
αυτές μόνο οι Οικουμενικές Σύνοδοι, όπως είναι λάθος πάλι να λέγομε ότι
σταμάτησαν οι Πατέρες στον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό ή τον Μέγα Φώτιο.
Πάντοτε στην Εκκλησία υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναδεικνύει
Πατέρες και πάντοτε στην Εκκλησία συμβαίνουν κρίσεις και συγκαλούνται οι
Ιεράρχες σε Συνόδους για την επίλυση των προβλημάτων με τον φωτισμό του
Αγίου Πνεύματος.
Γενικά λέγομε ότι η
εν Κωνσταντινουπόλει συγκληθείσα Σύνοδος του 1351 έχει τα χαρακτηριστικά
της Θ´ Οικουμενικής Συνόδου, γιατί:
(α) Είχε ως αντικείμενο ένα σπουδαίο
θέμα, στο οποίο συγκεφαλαιώνεται όλη η ορθόδοξη θεολογία και
πνευματικότητα και στο οποίο θέμα συγκρούονται δύο παραδόσεις, η
ορθόδοξη και η φραγκολατινική.
(β) Είναι Οικουμενική η Σύνοδος αυτή,
γιατί ασχολήθηκε με σοβαρό δογματικό θέμα, το οποίο είναι συνέχεια των
θεμάτων που απασχόλησαν την αρχαία Εκκλησία. Τον 4ο αι. οι άγιοι Πατέρες
αντιμετώπισαν την αίρεση του Αρείου, ο οποίος έλεγε ότι ο Λόγος του Θεού
είναι κτίσμα. Και η Σύνοδος του 1351 στην Κωνσταντινούπολη, για την
οποία μιλάμε, αντιμετώπισε την αίρεση του Βαρλαάμ, ο οποίος έλεγε ότι η
ενέργεια του Θεού είναι κτιστή. Ακόμη, αφού η Σύνοδος αυτή κατέγινε με
το δόγμα περί των θείων ενεργειών, φέρεται ως συνέχεια της ΣΤ´
Οικουμενικής Συνόδου, η οποία αποφάνθηκε ότι ο Χριστός έχει δύο θελήσεις,
θεία και ανθρώπινη, πράγμα που μνημονεύει ο Τόμος της Συνόδου του 1351.
Μάλιστα οι αιρετικοί τους οποίους καταδίκασε η Σύνοδος αυτή, όπως το
λέγει ο Τόμος της, είναι χειρότεροι των Μονοθελητών, τους οποίους
καταδίκασε η ΣΤ´ Οικουμενική Σύνοδος.
(γ) Θεωρείται ακόμη ως Οικουμενική
η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως του 1351, διότι αποδέχθηκε τις
αποφάσεις των προηγουμένων Συνόδων, διότι τεκμηρίωσε όλη την θεολογία
των κειμένων της Αγίας Γραφής και την διδασκαλία όλων των Αγίων Πατέρων
της Εκκλησίας μας και διότι ο Τόμος της υπεγράφη από όλους και διότι,
τέλος, στο «Συνοδικό της Ορθοδοξίας», που εκφράζει την συνείδηση της
Εκκλησίας μας, για την νίκη και τον θρίαμβο των Ορθοδόξων, οι Πατέρες
πρόσθεσαν και τα «κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου κεφάλαια» της Συνόδου αυτής.
Και τέλος (δ) το σοβαρότερο: Η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του 1351
θεωρείται ως Οικουμενική, διότι ανέπτυξε την διδασκαλία της ο θεούμενος
πατήρ άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Πραγματικά την αυθεντία των
Οικουμενικών Συνόδων, όπως και των άλλων Συνόδων προσδίδουν κυρίως οι
θεούμενοι και θεοφόροι άγιοι Πατέρες, οι οποίοι την συγκροτούν.1
2.
Αλλά θα δικαιωθεί ο χαρακτηρισμός της εν Κωνσταντινουπόλει
συγκληθείσης Συνόδου του 1351 ως Οικουμενικής, αν γνωρίσουμε καλύτερα το
θέμα της ή καλύτερα τα θέματά της με τα οποία ασχολήθηκε.
Η Σύνοδος κατεδίκασε
τον αιρετικό Βαρλαάμ και τους ομόφρονές του, ανεκήρυξε δε την διδασκαλία
του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά ως ορθόδοξη, ως διδασκαλία της Εκκλησίας.
Ο Βαρλαάμ αρχικά ήταν ορθόδοξος, πολύ λόγιος ανήρ, με μεγάλη αγάπη στην
φιλοσοφία και στα ελληνικά γράμματα. Ήρθε στον τόπο μας από την Κάτω
Ιταλία και, αφού τον αναστάτωσε, επέστρεψε πάλι σ' αυτήν, έγινε
καθολικός και τιμήθηκε από τους παπικούς με τον βαθμό του επισκόπου.
Στα στενά και
περιορισμένα όρια του χρόνου που διαθέτω θα ήθελα να αναφέρω τις κύριες
ιδέες του από την Δύση ελθόντος Βαρλαάμ του Καλαβρού, την καταδίκη των
οποίων επεκύρωσε η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του 1351, για την οποία
μιλάμε. Έτσι, για την σπουδαιότητά της, θα φανεί η Σύνοδος αυτή ως
Οικουμενική, όπερ είναι και το θέμα μου. Θέλω και επιθυμώ από τα όσα
ολίγα θα πω να φανεί πόσο φρικτός και απαράδεκτος είναι ο θεός του
Βαρλαάμ, τον οποίον αναθεμάτισε η Σύνοδος. Όπως δε είπε και έγραψε ο
μακαριστός πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης, αλλά και όπως θα αποδείξω στην
εισήγησή μου αυτή, οι θεολογικές διαφορές του Γρηγορίου του Παλαμά και
του Βαρλαάμ είναι οι διαφορές της ορθοδόξου θεολογίας μας με την
ρωμαιοκαθολική φραγκολατινική παράδοση.2
Αρχίζω τον λόγο:
(α)
Ο φιλόσοφος Βαρλαάμ στα θεολογικά δόγματα και θέματα, στο δόγμα της
εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, για παράδειγμα – που διαχωρίζει τόσο
πολύ την Ορθόδοξη Εκκλησία μας από τους Ρωμαιοκαθολικούς – δεν
χρησιμοποιούσε αποδείξεις από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της
Εκκλησίας, αλλά από τον ανθρώπινο συλλογισμό, από την λογική. Η μέθοδος
αυτή ήταν γνωστή στον Βαρλαάμ από την Δύση, απ όπου ήλθε, γιατί αποτελεί
το θεμέλιο της ρωμαιοκαθολικής θεολογίας, συνοψίζεται δε στο ρητό «credo
ut intelligam» (= πιστεύω δια να κατανοήσω). Κατά την αρχή αυτή, την
οποία θέλησε να εφαρμόσει ο Βαρλαάμ στον χώρο μας, δέχεται κανείς πρώτα
τα δόγματα και με την διάνοιά του έπειτα, οπλισμένη μάλιστα με την
φιλοσοφία, εμβαθύνει εις αυτά και ανακαλύπτει νέα δόγματα, όπως οι
Καθολικοί το Filioque. Τον τρόπο αυτό σκέψεως και ενεργείας του Βαρλαάμ,
ότι δηλαδή στην έκθεση των δογμάτων χρησιμοποιούσε την λογική και τους
φιλοσόφους και όχι την Γραφή και τους Πατέρες, τον επρόσεξε ιδιαίτερα ο
άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.
Ο άγιος Γρηγόριος χρησιμοποιούσε την
αποδεικτική μέθοδο, προσήγε δηλαδή στα θεολογικά θέματα αποδείξεις από
την Αγία Γραφή και την Παράδοση της Εκκλησίας, ενώ ο Βαρλαάμ
χρησιμοποιούσε την διαλεκτική μέθοδο, η οποία στηρίζεται στην δύναμη της
λογικής και καταλήγει σε πιθανότητες. Πραγματικά, στα θεία πρέπει να
εφαρμόζεται η αποδεικτική μέθοδος, η οποία στηρίζεται στην αυθεντία του
λόγου της Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας, και βοηθητικώς μόνο να
χρησιμοποιούμε την λογική και τους φιλοσόφους. Ο Βαρλαάμ έκανε ακριβώς
το αντίθετο και ο βαρλααμισμός είναι τοιούτος. Ο βαρλααμισμός για την
γνώση του Θεού προϋποθέτει την φιλοσοφία και την γεγυμνασμένη και ισχυρή
λογική, όπως και οι Φραγκολατίνοι αυτό έχουν ως βάση της θεογνωσίας τους.
Κατά την ορθόδοξη διδασκαλία μας, την οποία εξέφραζε ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς, την γνώση του Θεού την αποκτούμε μελετώντας την Αγία Γραφή, την
ζωή και την διδασκαλία των αγίων της Εκκλησίας μας και κυρίως την γνώση
του Θεού την αποκτούμε με το βίωμα μετανοίας μέσα στην Εκκλησία. Η θέωση
είναι η πηγή θεογνωσίας.
(β)
Στην φιλοσοφία ο Βαρλαάμ έδινε λυτρωτικό χαρακτήρα και θεωρούσε την
γνώση της ως αναγκαίο συμπλήρωμα της θείας αποκαλύψεως. Οι φιλόσοφοι για
τον Βαρλαάμ ήταν όπως οι Προφήτες και οι Απόστολοι, αφού αυτούς, τους
φιλοσόφους, τους χαρακτήριζε ως θείους και φωτισμένους από τον Θεό. Όμως,
ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στα συγγράμματά του Υπέρ των ιερώς
ησυχαζόντων απέκλεισε την φιλοσοφία ως ανίσχυρη να διεισδύσει στον χώρο
της γνώσεως του Θεού και την περιόρισε ως χρήσιμη μόνο για τα κτιστά.3
(γ)
Ο Βαρλαάμ είδε κάποτε έναν ησυχαστή μοναχό, που καθόταν σε ένα χαμηλό
κάθισμα και, για να περισυλλέξει τον νου του, είχε το πηγούνι του στο
στήθος και έλεγε ενδόμυχα την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».
Άκουσε δε απ αυτόν ότι αυτό το κάνει για να ίδει το θείο Φως. Ο δυτικός
Βαρλαάμ από το θέαμα και το άκουσμα αυτό εξήγαγε πρώτον την κατηγορία
ότι οι μοναχοί θέλουν να περικλείσουν τον νου τους στο σώμα τους («ένδον
του σώματος σπεύδοντας εμπερικλείειν τον νουν»), ενώ αυτός αντίθετα
υποστήριζε ότι «έξω του σώματος χρήναι παντί εξωθείν» (τον νουν). Αλλά,
με αυτήν την δυαρχική, όπως φαίνεται, ή τελείως διαχωριστική της ψυχής
και του σώματος αντίληψη, η προσευχή παρατηρεί ο Γρηγόριος Παλαμάς, δεν
είναι τίποτε άλλο παρά μία φαντασία, που προκαλεί είδωλα στην ψυχή.
Και
όμως η σωστή προσευχή είναι μία πραγματική εμπειρία και όχι φαντασία και
αναφέρεται στο σύνολο του ανθρώπου, και στο σώμα του δηλαδή. Η
προσπάθεια να εξωσθεί, να απωθηθεί ο νους από το σώμα, όπως το ήθελε ο
Βαρλαάμ – που πειράχθηκε από το θέαμα του προσευχομένου μοναχού – για να
επιτευχθούν δήθεν νοερά θεάματα, που εφήρμοζαν παλαιότερα οι Γνωστικοί,
αυτή η προσπάθεια λέγω θεωρείται δαιμονικό εύρημα. Κατά την χριστιανική
άποψη το σώμα δεν είναι αμαρτωλό και γι' αυτό μπορεί να αποτελεί
κατοικία του νου. Και πως θα εισέλθει ο Χριστός στο σώμα, αν δεν
ταιριάζει να εισέλθει σ' αυτό ούτε ο νους; Βέβαια ο νους, σαν ασώματος
που είναι, δεν κατοικεί στο σώμα σαν ένα υλικό αντικείμενο, αλλά σαν μία
δύναμη.4
|
Βαρλαάμ (από εδώ) |
(δ)
Ο Βαρλαάμ πειράχθηκε πολύ περισσότερο από αυτό που του είπε ο μοναχός,
ότι δηλαδή με την άσκησή τους οι μοναχοί μπορεί να αποκτήσουν θέα της
θεότητος, να δουν το θείο Φως. Αυτό ο Βαρλαάμ το απέκρουε πεισματωδώς
και το έκανε αυτό, γιατί ήταν συνεπής προς την ρωμαικαθολική θεολογία,
την οποία ανέπνεε στην Δύση και με την οποία ζυμώθηκε η ψυχή του.5
Κατά
την ρωμαιοκαθολική λοιπόν θεολογία ο Θεός είναι ουσία μόνο. Και ασφαλώς
η άκτιστη ουσία του Θεού δεν μπορεί να οραθεί. Και όμως η Παλαιά Διαθήκη
λέγει για τον πατριάρχη Ιακώβ ότι είδε το πρόσωπο του Θεού και σώθηκε
(Γεν. 32,30). Και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε ότι οι καθαροί στην
καρδιά θα δουν τον Θεό (Ματθ. 5,8). Αντικρούοντας ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς τον Βαρλαάμ, ο οποίος αρνείτο την θέα του Θεού, του είπε την
διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας για το θέμα αυτό. Του είπε ότι στον
Θεό διακρίνουμε αδιαχώριστα ουσία και ενέργειες. Και κατά μεν την ουσία
δεν μπορεί να έχουμε καμμία κοινωνία με τον Θεό, γιατί αυτή είναι
εντελώς απρόσιτη και αμέθεκτη. Μετέχουμε όμως του Θεού με τις θείες του
ενέργειες. Ο Θεός έχει ενέργειες, δια των οποίων έγινε και συντηρείται ο
κόσμος και δια των οποίων ερχόμεθα σε κοινωνία με Αυτόν και θεούμεθα.
Όταν δε λέγουμε ενέργειες στον Θεό εννοούμε τον ίδιο τον Θεό στην
δραστηριότητά του και στην αυτοαποκάλυψή του.6
(ε)
Ένα θεό χωρίς ενέργειες, αλλά ουσία μόνο, όπως τον έλεγε ο Βαρλαάμ και
όπως τον κηρύττουν και σήμερα οι Ρωμαιοκαθολικοί, έναν τέτοιο θεό, με
τον οποίο, κατά την έκφραση του Παλαμά, έχουμε «χάσμα μέγα και αδιάβατον»,
ώστε να μη μπορούμε να έλθουμε σε καμμία κοινωνία μαζί του, έναν τέτοιο
Θεό, λέγω, δεν τον θέλουμε. Μας είναι αποκρουστική αυτή η απρόσιτη
υπερβατική θεότητα του Βαρλαάμ. Θα πρέπει να βρούμε έναν άλλο Θεό,
μεθεκτό, γλυκό Θεό, Θεό πολύ κοντά μας, για να χαιρόμαστε την παρουσία
Του και να του λέμε τους πόνους μας και τις θλίψεις μας και να ξέρουμε
ότι μας ακούει και μας κατανοεί. Αυτός είναι «ο Θεός των πατέρων ημών»!7
Ο Θεός λοιπόν έχει
ενέργειες, αλλά προσοχή! Οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες, όπως
άκτιστη είναι και η ουσία Του. Γιατί ο Βαρλαάμ, μετά από τα ισχυρά
σφυροκοπήματα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αναγκάστηκε να πει ότι ο
Θεός έχει ενέργειες, «κτιστές δε». Αλλά, εάν οι ενέργειες του Θεού είναι
κτιστές, τότε δεν μπορούμε να σωθούμε και να θεωθούμε δι αυτών, γιατί
απλούστατα το κτιστό δεν μπορεί να σώσει.
(στ)
Επειδή λοιπόν εμείς οι Ορθόδοξοι κάνουμε διάκριση στον Θεό ουσίας και
ενέργειας, δεχόμεθα ότι μπορεί ο καθαρός στην καρδιά να δει τον Θεό δια
μέσου των ακτίστων θείων του ενεργειών. Επομένως πολύ καλά το είπε στον
Βαρλαάμ εκείνος ο απλούς μοναχός ότι προσεύχεται αγωνιζόμενος να
περισυλλέξει τον νου του, για να δει το Θαβώρειο Φως. Για τον Βαρλαάμ,
που πίστευε τον Θεό ως ουσία μόνο, οι θεοπτίες των αγίων μας και αυτό το
θείο Φως, που περιάστραψε τους Αποστόλους στο Θαβώρ, ερμηνεύονται
αλληγορικά, συμβολικά και όχι πραγματικά. Κατά τις εκφράσεις του αυτά
είναι «κτιστά», «σύμβολα», «αινίγματα», είναι «φαντάσματα». Για τον
ορθολογιστή Βαρλαάμ οι διηγήσεις περί των ενεργειών του Θεού στον κόσμο
(θαύματα, θεοπτίες κλπ.) είναι αποκυήματα αρρωστημένης ή δαιμονιώδους
φαντασίας, ή είναι σύμβολα που «γίνονται και απογίνονται»» («γινόμενά τε
και απογινόμενα»), αλλά στην πραγματικότητα είναι «ανυπόστατα», όπως
έλεγε. Πραγματική θεοπτία για τον Βαρλαάμ δεν υπάρχει.
Η Θ΄ (9η) Οικουμενική Σύνοδος (από εδώ)
(ζ)
Δηλαδή: Για μας τους Ορθοδόξους η επικοινωνία μας με τον Θεό
πετυχαίνεται με την ενέργεια και την δράση του Αγίου Πνεύματος, με τις
άκτιστες θείες ενέργειες με την προϋπόθεση βέβαια να καθαρεύει η καρδιά·
ενώ για τον Βαρλαάμ και τους κατά πνεύμα συγγενείς του η επικοινωνία με
τον Θεό πετυχαίνεται με τα κτιστά ανθρώπινα μέσα, με τον νου, την λογική
και την γνώση, άσχετα με την καθαρότητα της ψυχής. Αυτό διαγράφει και
διαφορετική την ιδική μας πνευματικότητα από τον βαρλααμισμό: Για μας
τους Ορθοδόξους η πνευματική ζωή δεν είναι το να «πράξωμεν» και να «δράσωμεν»
και να διαφημίζουμε τα έργα μας, αλλά το να κλαίουμε για τις πτώσεις μας,
για να μπορέσουμε να δούμε με τον καθαρμό της καρδιάς μας τον Θεό. Η
ορθόδοξη ποιμαντική είναι το να διδάσκουμε στον λαό από την διδασκαλία
των αγίων Πατέρων τον τρόπο και την μέθοδο να πετύχει τον καθαρμό του,
ώστε να νοιώθει εκείνο το τροπάριο που σφραγίζει την θεία Λειτουργία: «Είδομεν
το Φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον»!
Ας προσέξουμε την φράση:
«Είδομεν το Φως»! Οι απόγονοι του Βαρλαάμ και σήμερα μας εμπαίζουν για
τον λόγο μας αυτό, όπως ο ίδιος ενέπαιξε στα χρόνια του τον μοναχό
εκείνο, για τον παρόμοιο λόγο που του είπε. Αλλά, δεν είναι κ. Βαρλαάμ,
του απαντάμε, δεν είναι κτιστό και φανταστικό αυτό το Φως, γιατί το
λέγομε «αληθινόν»! «Είδομεν το Φως το αληθινόν»! Την ορθόδοξη
πνευματικότητα με το ταπεινό βίωμα της μετανοίας τα εκφράζει εκείνος ο
απλός, αλλά βαθιά θεολογικός λόγος που έλεγε παλαιά η αγράμματη γιαγιά:
«Με τι πρόσωπο θα δώ τον Θεό;». Ας προσέξουμε την έκφραση «θα δώ τον Θεό»·
ενώ ο πολύξερος φιλόσοφος Βαρλαάμ δεν δεχόταν θέα Θεού.
Στην Εκκλησία μας
συνεχίζεται ακατάπαυστα η Πεντηκοστή, όπως το αποδεικνύουν οι θεοφάνειες
και οι ελλάμψεις στους καθαρεύοντας στην καρδιά. Στην Εκκλησία έχουμε
συνεχώς νέους φωτισμούς και θεοπτίες, όπως το είδαμε και στους
αγιασμένους πατέρες του χώρου μας, τους ιερομονάχους πατέρες Ιάκωβο και
Πορφύριο και τον αγιασμένο μοναχό Παΐσιο. Οι καθαροί γεύονται από την
παρούσα ζωή τον παράδεισο, ζουν από τώρα, «εδώ και τώρα» (hier und jetzt),
την Βασιλεία του Θεού, ενώ κατά τους Ρωμαιοκαθολικούς ο άνθρωπος θα δει
στον μέλλοντα αιώνα, στα έσχατα, την θεία ουσία. Φρικτή αίρεση αυτό!
(η)
Πριν κλείσω το τμήμα αυτό του λόγου μου, θέλω να πω και το άλλο φρικτό
νόημα που έδινε ο Βαρλαάμ στην έκφραση ότι οι ενέργειες του Θεού είναι «κτιστές».
Μιλώντας ο δυτικός αυτός φιλόσοφος περί «κτιστών» ενεργειών του Θεού
ενοούσε ότι ο Θεός κατά την δημιουργία έχει «εγκτίσει» στην φύση των
όντων ενέργειες και μόνος του πια ο κόσμος, όπως και ο άνθρωπος, μπορεί
να ζει και να κινείται προς τον σκοπό του. Αυτές οι ενέργειες και
δυνάμεις που είναι «κτισμένες» στα όντα είναι – έλεγε ο Βαρλαάμ – τα «δώρα»
και η «χάρις» του Θεού, γι' αυτό και δίδασκε ότι «κτιστή η θεοποιός
χάρις του Θεού». Μ αυτές, λοιπόν, τις δυνάμεις που «κτίστηκαν» από την
δημιουργία στα όντα – λέγει ο Βαρλαάμ – μπορεί ο κόσμος να κατευθύνεται
προς τον σκοπό του και δεν χρειάζεται ο Θεός!... Πραγματικά, στην
διδασκαλία του Βαρλαάμ περικλείεται «ο θάνατος του Θεού»! Από την πλάνη
του Βαρλαάμ επηρεάστηκε η Δύση που απομάκρυνε τον Θεό από τον κόσμο και
τόνισε πολύ την δύναμη του ανθρώπου και ανέπτυξε έναν πολιτισμό άνευ
Θεού.8
3.
Για την ταραχή που προκάλεσε ο Βαρλαάμ με τις ιδέες του και την πολεμική
του κατά των Ησυχαστών συγκλήθηκε το 1341 Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη.
Στην Σύνοδο αυτή, η οποία προκάλεσε ευρύτατο ενδιαφέρον, γι' αυτό και
ήταν ανοικτή και στον λαό, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς προέβαλε με βάση
την Αγία Γραφή και την πατερική παράδοση την ικανότητα του ανθρώπου να
επιτύχει με την άσκησή του και την πνευματική τελείωσή του την νοερή
αίσθηση του ακτίστου θείου φωτός και την συνεχή του κοινωνία με τον Θεό.
Και δύναται ο καθαρός να το πετύχει αυτό, γιατί στον Θεό δεν έχουμε μόνο
την απρόσιτη άκτιστη θεία ουσία Του, αλλά και την άκτιστη θεία Του
ενέργεια, η οποία είναι προσιτή και μεθεκτή. Έτσι λοιπόν, στους καθαρούς
είναι δυνατή η θέα του Θεού, την οποία απέρριπτε, όχι μόνον, αλλά και
ενέπαιζε ο Βαρλαάμ.
Η Σύνοδος δικαίωσε τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και
καταδίκασε τον Βαρλαάμ. Με την υπόδειξη του μεγάλου δομεστίκου και
πρωθυπουργού Ιωάννου Καντακουζηνού (φωτο) ο Βαρλαάμ ζήτησε συγγνώμη από τον
άγιο Γρηγόριο Παλαμά, ο οποίος και του την έδωσε ευχαρίστως και έτσι
έληξε ήσυχα η Σύνοδος. Το ίδιο όμως έτος, με την εμφάνιση του Γρηγορίου
Ακινδύνου, που επαναλάμβανε την διδασκαλία του Βαρλαάμ, ταυτίζοντας
ουσία και ενέργειες στον Θεό, συνεκλήθη και άλλη Σύνοδος, η οποία
κατεδίκασε τον νέον αυτόν βαρλααμιστή. Αργότερα, λόγω νέας πολεμικής
κατά του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, υποστηριζομένης μάλιστα από αυτόν
τον πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα, αποφασίστηκε η σύγκληση νέας Συνόδου υπό
την προεδρία του βασιλέως Ιωάννου Ε´ και της βασιλομήτορος το 1347.
Η Σύνοδος διακήρυξε
την εμμονή της στον Συνοδικό Τόμο του 1341, καθήρεσε τον βαρλααμίζοντα
πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς επευφημίστηκε ως
ο πρόμαχος της ευσεβείας. Αλλά και μετά από μία τετραετία έχουμε νέο
πολέμιο του αγίου μας, τον Νικηφόρο Γρηγορά. Αυτός επαναλάμβανε τις
προηγούμενες κατηγορίες του Βαρλαάμ εναντίον του αγίου Γρηγορίου περί
διθεΐας – επειδή ο άγιός μας διέκρινε, όπως γνωρίζουμε, στον Θεό ουσία
και ενέργεια – και κατέκρινε ομοίως αυτός ο Νικηφόρος Γρηγοράς την
διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου για την θέα του Φωτός. Η ανάγκη το
επέβαλε πάλι για την σύγκληση νέας Συνόδου το 1351 με τον πατριάρχη
Κάλλιστο.
Στην Σύνοδο αυτή έχουμε τον θρίαμβο των Ησυχαστών, γιατί οι
Συνοδικοί επικαλέστηκαν τις αποφάσεις των προηγουμένων Συνόδων των 1341
και 1347 και κατεδίκασαν τον Νικηφόρο Γρηγορά και τους ομόφρονές του.
Στην συνέχεια συντάχθηκε ο Τόμος με τα πρακτικά και τις αποφάσεις της
Συνόδου. Τον Τόμο τον υπέγραψε ο πατριάρχης Κάλλιστος, ο αυτοκράτορας
Ιωάννης Καντακουζηνός και όλοι οι παριστάμενοι Συνοδικοί, αλλά αργότερα
και πολλοί άλλοι Μητροπολίτες, άνω των πενήντα, χωρίς να υπολογίζονται
οι υπ' αυτούς επίσκοποι, ο Ιωάννης Παλαιολόγος
και ο δεύτερος συναυτοκράτορας Ματθαίος Καντακουζηνός και αυτός ο
Ιωάννης Ε´ ο Παλαιολόγος. Παραδόθηκε δε ο Τόμος στον πατριάρχη από τον
Καντακουζηνό με επίσημη τελετή στον Ναό της Αγίας Σοφίας. Η Σύνοδος έχει,
όπως είπαμε, τα χαρακτηριστικά και την μορφή Οικουμενικής Συνόδου.9
Μακαριώτατε Πάτερ
και Δέσποτα
και Σεβασμιώτατοι
Πατέρες Αρχιερείς
Το θέμα της εν
Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του έτους 1351, για την οποία μιλήσαμε, όπως
φάνηκε, είναι σοβαρό και εγκλείεται σ' αυτό άπασα η ορθόδοξη
πνευματικότητα.
Το θέμα έχει βεβαίως
αναφορά στην εποχή μας, η οποία έχει πολύ βαρλααμισμό. Προσωπικά με
συνετάραξε η θρηνωδία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ.
Ιεροθέου, καλού Ποιμένος της ιδιαιτέρας μου πατρίδος, κατά τον οποίο
στον χώρο μας κυοφορείται μία νέα αίρεσις. Είναι γενικώς η αίρεσις του
βαρλααμισμού. γι' αυτό και ταπεινώς φρονώ ότι είναι ανάγκη να παύσει το
λεγόμενο ηθικολογικό και καθηκοντολογικό κήρυγμα, το οποίο μάλιστα στα
σημερινά χρόνια διαποτίζεται και από πολλή κοινωνιολογία. Είναι ανάγκη
στην διδαχή μας να δίνουμε την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά,
ο οποίος εκφράζει την διδασκαλία όλων των Πατέρων της Εκκλησίας μας, και,
όπως είπε ένας πανεπιστημιακός διδάσκαλος, «πρέπει να θεωρείται βέβαιον
ότι η πορεία της ορθοδόξου θεολογίας στο προσεχές τουλάχιστον μέλλον θα
ρυθμίζεται αποφασιστικώς εκ της παλαμικής παραδόσεως».10
Οπωσδήποτε στα κηρύγματά μας πρέπει να μιλάμε για την διάκριση στον Θεό
ουσίας και ενέργειας, γιατί αυτό το δόγμα είναι «κλειδί» για την
κατανόηση της ορθοδόξου διδασκαλίας και για την προφύλαξη των νέων
παιδιών μας από πολλές αιρέσεις, όπως της πλάνης της λεγομένης «Νέας
Εποχής». Ο Βαρλαάμ και οι βαρλααμίζοντες Ρωμαιοκαθολικοί, επειδή δεν
δέχονται την διάκριση αυτή και κηρύττουν ένα Θεό ουσία μόνο, άνευ θείων
ενεργειών, κατέληξαν στον «θάνατο του Θεού», ακριβώς όπως το πρόβλεψε ο
ιδικός μας άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. «Φιλόσοφε – έλεγε στον Βαρλαάμ ο
άγιός μας – κηρύττεις θεόν ανενέργητον, άρα θεόν ανύπαρκτον»! Και τα
παιδιά της Δύσεως σήμερα, με πλακάτ στους δρόμους, φωνάζουν: «Πέθανε ο
Θεός»! Ποιος Θεός πέθανε; Ο θεός του Βαρλαάμ, ενώ «ο Θεός των Πατέρων
ημών» είναι ο Ζων Θεός, όπως τον κηρύττει ήδη από τα βάθη των αιώνων η
Παλαιά Διαθήκη με τους αθανάτους προφήτες της. Αυτώ τω Θεώ δόξα και τιμή
και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν.*
Δημητσάνα 20
Σεπτεμβρίου 2011
Σημειώσεις
1.
Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ παρατηρεί στο σημείο αυτό:
«Η υπερτάτη αυθεντία
και η ικανότης προς διάκρισιν της αληθείας εις την πίστιν είναι
εμπνευσμένη εις την Εκκλησίαν, που είναι πράγματι “Θείος θεσμός” κατά
την ορθήν και στενήν έννοιαν της λέξεως, ενώ ουδεμία Σύνοδος η
“Συνοδικός θεσμός” είναι de jure divino, παρά μόνον όταν αποτελή αληθή
εικόνα ή φανέρωσιν της ιδίας της Εκκλησίας».
Και στην συνέχεια λέγει:
«Αι
αποφάσεις των Συνόδων εγένοντο δεκταί ή απερρίπτοντο από τας Εκκλησίας
όχι δια λόγους τυπικούς ή “κανονικούς”, η δε ετυμηγορία της Εκκλησίας
υπήρξεν άκρως εκλεκτική. Η Σύνοδος δεν ευρίσκεται υπεράνω της Εκκλησίας,
αυτή ήταν η άποψις της αρχαίας Εκκλησίας» (Αγία Γραφή -Εκκλησία -
Παράδοσις, μετάφρ. Δημ. Τσάμη, Έκδ. Πουρναρά, Θεσ/νίκη, σελ. 133-134).
Ο
μακαριστός πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης λέγει ότι όλοι οι άγιοι Πατέρες
ηκολούθησαν την ιδία μέθοδο και είχαν προσωπική εμπειρία των αληθειών
της πίστεως. Η συνάντησή τους σε Οικουμενική Σύνοδο τους έδωσε την
δυνατότητα να συμφωνήσουν στους ίδιους Όρους για την ίδια αποκαλυπτική
εμπειρία. Γράφει χαρακτηριστικά:
«Ούτε η έλλαμψη ούτε ο δοξασμός μπορούν
να ιδρυματοποιηθούν. Η ταυτότητα αυτής της εμπειρίας ελλάμψεως και
δοξασμού μεταξύ των χαρισματούχων που έχουν αυτές τις καταστάσεις, δεν
επιβάλλει κατά ανάγκη ταυτότητα δογματικής εκφράσεως, ιδιαίτερα όταν οι
χαρισματούχοι αυτοί είναι γεωγραφικά απομακρυσμένοι επί μακρά χρονικά
διαστήματα. Πάντως, όταν συναντώνται εύκολα συμφωνούν για την
ομοιομορφία της δογματικής διατυπώσεως της ταυτόσημης εμπειρίας των.
Μεγάλη ώθηση προς ταυτόσημη δογματική έκφραση δόθηκε την εποχή, που η
χριστιανοσύνη έγινε επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και
ικανοποίησε την ανάγκη του κράτους να διακρίνη τους γνήσιους θεραπευτές
από τους ψευδ-ιατρούς, με τον ίδιο τρόπο, που οι κυβερνητικές υπηρεσίες
έχουν την ευθύνη να διακρίνουν τα γνήσια μέλη του ιατρικού επαγγέλματος,
από τους κομπογιαννίτες και τους σφετεριστές της ιατρικής επιστήμης, για
την προστασία των υπηκόων τους» (Ιησούς Χριστός η ζωή του κόσμου,
πολυγραφημένη ομιλία, μετάφρ. μοναχού Μαξίμου Λαυριώτου, σελ. 59).
2.
Βλ. Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, τόμος πρώτος, Θεσσαλονίκη
1984, σελ. 119.
3.
Βλ. Την πρώτη τριάδα λόγων «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων», Περί
λυσιτελείας της έξω παιδείας, Περί κατοχής νου και Περί θείου φωτός).
4.
Βλ. Π. Χρήστου, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο κήρυξ της Χάριτος και του
Φωτός, σελ. 82.83.
5.
Ότι ο Βαρλαάμ και γενικώς οι πολέμιοι των Ησυχαστών ενεπνέοντο από την
δυτική θεολογία βλ. δυνατές αποδείξεις εις Αρχιμ. Β. Στεφανίδου,
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ4, Εκδοτ. Οίκος «Αστήρ», σελ. 435.
6.
Την διάκριση αυτή στον Θεό σε ουσία και ενέργειες, που είναι βασικό
δόγμα, την έκαναν από παλαιά οι Πατέρες και επανέλαβε τώρα ο άγιος
Παλαμάς στον αιρετικό Βαρλαάμ. Ήδη ο άγιος Βασίλειος (4ος αιών) είχε πει:
«Ημείς εκ των ενεργειών γνωρίζειν λέγομεν τον Θεόν ημών, τη δε ουσία
αυτή προσεγγίζειν ουχ υπισχνούμεθα. Αι μεν γαρ ενέργειαι αυτού προς ημάς
καταβαίνουσιν, η δε ουσία αυτού μένει απρόσιτος» (Επιστολή 234,1).
Αν ο
Θεός είναι ουσία μόνο και δεν έχει ενέργειες, τότε άρα ο κόσμος έγινε
από την θεία ουσία. Τότε, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «της
ουσίας του Θεού τα κτίσματα μεθέξουσι» και αυτό είναι το «πάντων
ατοπώτατον». Τότε, όπως λέγει πάλι ο ίδιος άγιος πατέρας, και η θέωση
των αγίων θα λεγόταν «θεοποίηση», ως μετοχή στην θεία φύση και ουσία,
πράγμα όμως που είναι αδύνατο. «Ει γαρ μη τούτο δοίη τις, της του Θεού
φύσεως μεθέξουσιν οι θεούμενοι και φύσει έσονται θεοί», λέγει ο άγιός
μας Γρηγόριος Παλαμάς.
7.
Είναι πολύ δυνατός ένα σχετικός λόγος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
προς τον Βαρλαάμ, τον οποίο και παραθέτουμε:
«Αν συ ανέλης – του λέγει –
το μεταξύ του αμεθέκτου και των μετεχόντων, ω της ζημίας! Διέστησαν ημάς
Θεού, το συνδούν εκ μέσου ποιησάμενος και χάσμα μέγα και αδιάβατον
μεταξύ θέμενος εκείνου και της γενέσεως και διοικήσεως των γενητών...
Δει δη ζητείν ημάς θεόν έτερον, όντα πως μεθεκτόν, ου μετέχοντες οικείως
εαυτού, κατά την της μεθέξεως αναλογίαν όντες και ζώντες και ένθεοι
εσόμεθα» (Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 3,2,24).
8.
Βλ. Πρωτ. Θεοδ. Ζήση, Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, σελ. 72 εξ. και
βιβλίο μας Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ, Δημητσάνα
2007, σελ. 68.69.
9.
Ο Επίσκοπος πατήρ Αθανάσιος Γιέβτιτς λέγει: «Νομίζομεν ότι η Σύνοδος της
Κωνσταντινουπόλεως επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά το 1351, κρίνοντας
τουλάχιστον βάσει του μεγάλου θεολογικού έργου της, δύναται και αξίζει
να συναριθμήται εις τας Οικουμενικάς Συνόδους της Ορθοδόξου Εκκλησίας,
των οποίων δεν υστερεί εις τίποτε ως προς την σωτηριολογικήν σημασίαν
της θεολογίας της. Η Σύνοδος αύτη αποτελεί την απόδειξιν της συνεχείας
της συνοδικότητος της ορθοδόξου Εκκλησίας και της ζώσης εμπειρίας και
θεολογίας περί της εν Χριστώ σωτηρίας». (Στο βιβλίο του Χριστός - Αρχή
και Τέλος, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χόρν, σελ. 195).
10.
Βλ. Γ. Μαντζαρίδου, Παλαμικά, Πρόλογος, Θεσ/νίκη 1973.
*
Η σχετική με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά και τον Ησυχασμό
βιβλιογραφία είναι εκτενής, από την οποία σημειούμε τα εξής έργα:
Mητροπολίτου Ναυπάκτου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ, Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΩΣ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, και άλλες σχετικές του περί του αγίου αυτού μελέτες· Μοναχού
Θεοκλήτου Διονυσάτου Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ· Πρωτοπρεσβυτέρου
Ιωάννου Ρωμανίδη ΡΩΜΑΙΟΙ Η ΡΩΜΗΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΤΟΜΟΣ Ι (Εισαγωγή)·
Παναγ. Χρήστου Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Ο ΚΗΡΥΞ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΦΩΤΟΣ· Του ιδίου εις ΕΠΕ (ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ) ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ
ΠΑΛΑΜΑ ΕΡΓΑ 1 (Εισαγωγή ως και άλλες μελέτες του ιδίου καθηγητού)· Του
ιδίου ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ, ΝΗΠΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΣΚΗΤΙΚΑ· Βλασίου Φειδά
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Β´, σελ. 505-537· Μ. Φαράντου Η ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ (ιδιαίτερα στις σελ. 479 εξ.)· Πρωτοπρεσβυτέρου
Θεοδ. Ζήση Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ· Γ. Μαντζαρίδου ΠΑΛΑΜΙΚΑ· J.
Meyendorff Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ·
Πρακτικά Διεθνών Επιστημονικών Συνεδρίων Αθηνών και Λεμεσού Ο ΑΓΙΟΣ
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΟΝ, Ιερά Μεγίστη Μονή
Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2010· Αρχιμ. Εφραίμ, Καθηγ. Ι. Μ. Ξηροποτάμου Ο
ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΜΕΓΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΕΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ, και
άλλες σχετικές μελέτες.
Δείτε και:
1 σχόλιο:
Αναπαύει ο γέροντας με τον ορθόδοξο πατερικό λόγο.
Να ΄χουμε την ευχή του!
Δημοσίευση σχολίου