Γράφει η Νεκταρία Τσολάκου
Στην εποχή μας βλέπουμε, εντονότερα από ποτέ, ότι η τεχνολογία δεν έχει αλλάξει μόνο τον τρόπο που οι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ζουν γενικότερα. Ιδιαίτερα μετά την έναρξη της πανδημίας, τον Μάρτιο του 2020, οι προσπάθειες για την ψηφιοποίηση των πάντων αυξήθηκαν με φρενήρεις ρυθμούς. Η επίδραση του δικτύου σήμερα αντανακλάται σε κάθε πτυχή της ζωή μας, αλλά και στην οικονομία που διαμορφώνεται συνεχώς μπροστά μας.
Όλο και περισσότερες καθημερινές μας δραστηριότητες, όπως π.χ. η ψυχαγωγία, η μόδα, η μουσική κ.λπ., μετατρέπονται σε ένα εμπόρευμα που μπορείς να απολαύσεις μέσα από την πρόσβαση στο διαδίκτυο ή σε μία πληρωμένη εμπειρία στους εικονικούς κόσμους του κυβερνοχώρου.
Ο συγγραφέας Jeremy Rifkin στο βιβλίο του «Η νέα εποχή της πρόσβασης» αναφέρει ότι στην καινούργια οικονομία που αναδύεται μέσω του διαδικτύου χάνουν την υλική τους μορφή και ψηφιοποιούνται όχι μόνο τα προϊόντα (π.χ. η ανάγνωση ενός βιβλίου σε ηλεκτρονική μορφή) αλλά και οι ίδιες οι ανθρώπινες εμπειρίες. Η οικονομία του διαδικτύου έχει απλώσει τα πλοκάμια της σε όλο το φάσμα της καθημερινής μας ζωής. Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Τα εμπορικά δίκτυα κάθε μορφής και είδους υφαίνουν έναν ιστό γύρω από την ολότητα της ανθρώπινης ζωής, ανάγοντας κάθε στιγμή ζωντανής εμπειρίας σε μια εμπορευματοποιημένη κατάσταση»1.
Η συνεχώς μεταβαλλόμενη δικτυακή οικονομία στοχεύει περισσότερο στην συγκράτηση της προσοχής των χρηστών-πελατών παρά στην αύξηση των πωλήσεων. Όσο περισσότερο έχουν τον έλεγχο της προσοχής μας, τόσο πιο εύκολα μπορεί να καθιερωθεί μια μακροχρόνια σχέση με απώτερο στόχο την δυνατότητα εμπορευματοποίησης των εμπειριών ολόκληρης της ζωής ενός ατόμου.
Μέσω του διαδικτύου οι εταιρείες με την βοήθεια των αλγορίθμων και της τεχνητής νοημοσύνης συλλέγουν πληροφορίες και δεδομένα που χρησιμοποιούνται για να προβλέψουν τις μελλοντικές επιθυμίες και τις ανάγκες των ατόμων. Στη συνέχεια, μέσω μεθόδων μάρκετινγκ προσπαθούν να μας δελεάσουν, ώστε να ενταχθούμε σε μια μακροχρόνια εμπορική σχέση μαζί τους. Αυτό συμβαίνει ήδη με τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης που επιζητούν συνέχεια την προσοχή μας.
Όσο, όμως, βλέπουμε την πρόοδο της τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης να εισβάλει σε κάθε πτυχή της ζωής μας, διαπιστώνουμε ότι και ο κυβερνοχώρος αρχίζει να αντικαθιστά την πραγματικότητα γύρω μας με την εικονική πραγματικότητα (VR-Virtual Reality). Πολλοί επιστήμονες σε μεγάλα Πανεπιστήμια και κέντρα έρευνας πειραματίζονται στην δημιουργία ενός περιβάλλοντος που μπορεί να αντικαταστήσει στο σύνολό του τον φυσικό κόσμο. Ο Rifkin γράφει τα εξής:
«Καθώς περνούμε τις περισσότερες ώρες της ημέρας μας σε συνθετικά περιβάλλοντα… η ίδια η ζωή μετατρέπεται σε εμπόρευμα. Κάποιοι την κατασκευάζουν για λογαριασμό μας, εμείς την αγοράζουμε από αυτούς. Γινόμαστε καταναλωτές της δικής μας ζωής»2.
Επίσης, ο συγγραφέας αναφέρει ότι στο κοντινό μέλλον (που ίσως αντιστοιχεί στο δικό μας παρόν, δεδομένου ότι έτος δημοσίευσης του βιβλίου είναι το 2001!) ο κυβερνοχώρος θα είναι μια νέα παγκόσμια σκηνή, όπου θα παρουσιάζονται πολιτισμικές παραγωγές κάθε είδους, και ο καθένας μας θα πρέπει να πληρώνει εισιτήριο, να γίνει συνδρομητής ή μέλος, ώστε να έχει πρόσβαση.
Έτσι θα δημιουργηθεί ένας νέος εικονικός κόσμος, ο οποίος θα συγκροτεί το νέο άυλο επίπεδο της ανθρώπινης ύπαρξης και, στο μέλλον, μεγάλο μέρος της ζωής μας θα διεξάγεται εκεί.
Τι θα γίνει όμως με τους ανθρώπους που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να έχουν πρόσβαση σε αυτόν τον εικονικό κόσμο;
Σύμφωνα με τον συγγραφέα στο νέο κόσμο που αναδύεται θα συμβαίνει το εξής:
«Η αυτονομία, που κάποτε θεωρούνταν ταυτόσημη με την προσωπική ελευθερία, μετατρέπεται στο αντίθετό της. Το να είσαι αυτόνομος σε ένα δικτυωμένο κόσμο σημαίνει ότι είσαι απομονωμένος και αποσυνδεδεμένος»3.
Το συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί είναι ότι η νέα εποχή δεν θα χρειάζεται αυτόνομους αλλά περισσότερους συνδεδεμένους ανθρώπους. Η πρόσβαση σε ηλεκτρονικά διαμεσολαβημένους κόσμους θα είναι ουσιώδης για την δυνατότητα συμμετοχής σε μια «δημοκρατική κοινωνία», ειδάλλως οι «μη συνδεδεμένοι» πολίτες θα μετατρέπονται αυτόματα σε απόβλητους και στερούμενους δικαιωμάτων.
Ίσως οι «μη συνδεδεμένοι» που θα μείνουν εκτός των ηλεκτρονικών πυλών, είναι οι «συνειδητοί παρίες» του μέλλοντος, όπως η Hannah Arendt ονόμασε στην εποχή της όσους επέλεξαν να μην ακολουθήσουν την οδό της προσαρμογής και της αφομοίωσης4.
Επιπλέον, ποιοι άλλοι τομείς θα επηρεαστούν από την μετατροπή της προσωπικής ανθρώπινης ζωής σε επί πληρωμή εμπειρίες;
Πάνω σε αυτό το ζήτημα ο Rifkin εστιάζει στα εξής τρία σημαντικά σημεία:
1. Συμπόνια:
«Η συμπόνα καλλιεργείται σε πραγματικό χρόνο και με το πλησίασμα των άλλων. Όσο μακρύτερα είναι κανείς από την ζωντανή εμπειρία μιας άλλης ανθρώπινης ύπαρξης, τόσο λιγότερο είναι ικανός να νιώσει συμπόνια»5.
Επιπλέον αναφέρει ότι η γενιά που μεγαλώνει μέσα σε εικονικούς-προσομοιωμένους κόσμους, σύμφωνα με αρκετούς ψυχολόγους και κοινωνιολόγους, δεν θα έχει επαρκή συγκινησιακή εμπειρία, ώστε να νιώσει συμπόνια. Αυτό αναπόφευκτα οδηγεί σε έναν κόσμο ψυχρότερο, απογυμνωμένο συναισθημάτων.
2. Κουλτούρα και πολιτιστικές αξίες:
«Η πολιτιστική ζωή, επειδή ακριβώς αντιπροσωπεύει την κοινή εμπειρία των ανθρώπων, πάντα είχε ως επίκεντρό της την πρόσβαση και την συμμετοχή. Κάποιος ή είναι μέλος μια κοινότητας και μιας κουλτούρας και συνεπώς έχει πρόσβαση στα κοινά της δίκτυα νοήματος και εμπειριών ή αποκλείεται»6.
Ακόμη κι αυτό το κομμάτι της ζωής μας στη νέα εποχή μετακινείται από την επικράτεια του κοινωνικού στον τομέα της εμπορευματοποίησης, συνεπώς και η πρόσβαση του ατόμου δεν θα βασίζεται μελλοντικά σε κριτήρια, όπως οι παραδόσεις, η εθνικότητα, το γένος κ.λπ., αλλά στην ικανότητα να την απολαμβάνει μέσω της επί πληρωμή πρόσβασής του.
3. Εκπαίδευση:
«Η μάθηση, υποστηρίζουν, συνεπάγεται περισσότερα από το πάτημα ενός κουμπιού για τη σύνδεση με την κατάλληλη πηγή πληροφοριών στον Παγκόσμιο Ιστό. Απαιτεί επίσης άμεση συμμετοχή και οικειότητα με τους άλλους στον πραγματικό χρόνο και χώρο»7.
Η μάθηση θα πρέπει να είναι ουσιαστική, με στόχο να δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη ανθρώπινη ύπαρξη και όχι έναν ενήλικα που απλώς προσπαθεί να πουλήσει τις ικανότητές του στην αγορά εργασίας σαν να’ ναι ένα κοινό προϊόν προς πώληση.
Στον επίλογο του βιβλίου, ο Rifkin, θέλοντας να στείλει ένα προειδοποιητικό μήνυμα, μας κάνει να αναλογιστούμε τον κίνδυνο που θα αντιμετωπίσει ο άνθρωπος στο εγγύς μέλλον (που, όπως ήδη επισημάνθηκε παραπάνω, ίσως αντιστοιχεί στο δικό μας παρόν!):
«Η απώλεια πρόσβασης στην πλούσια πολιτισμική ποικιλότητα χιλιάδων χρόνων ζωντανής εμπειρίας θα ήταν τόσο καταστροφική για τη μελλοντική μας ικανότητα να επιζήσουμε, όσο καταστροφική είναι και η απώλεια της εναπομένουσας βιοποικιλότητας»8.
Οι εικόνες ενός κίβδηλου καλωδιωμένου κόσμου, πλήρως συνδεδεμένου, όπου οι άνθρωποι θα αδυνατούν να επιβεβαιώσουν ότι μια εικόνα είναι πιο αληθινή από μια άλλη, μοιάζει να έχουν βγει μέσα από ένα ερεβώδες όνειρο που πρέπει να μας αφυπνίσει. Διαφορετικά, θα ήταν σαρκαστικό να ζητήσουμε την ελευθερία μας, αφού εμείς οι ίδιοι θα έχουμε επιλέξει την ψηφιακή μας φυλακή. Αξίζει να θυμηθούμε τους στίχους από το θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν «Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί»:9
Καθηγητής Ρούμπεκ: Καλοκαιρινή νύχτα ψηλά στα βουνά. Με μένα. Και σένα. Αχ, Ιρένε…έτσι θα 'ταν η ζωή. Κι εμείς τη χάσαμε…κ’ οι δυό μας.
Ιρένε: Ότι χάσαμε ανεπιστρεπτί θα το μάθουμε, όταν…
Καθηγητής Ρούμπεκ: Όταν;
Ιρένε: Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί.
Καθηγητής Ρούμπεκ: Ναι, μα τι θα μάθουμε στ’ αλήθεια;
Ιρένε: Ό,τι ποτέ δε ζήσαμε.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το ανωτέρω άρθρο δημοσιεύθηκε σχεδόν ταυτόσημο στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 25.9.2022, σελ. 07β/23.
«Είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι άνθρωποι από εμάς εξαρτιόμαστε από τα κοινωνικά κριτήρια, χάνουμε την αυτοπεποίθησή μας αν η κοινωνία δεν μας αποδοκιμάζει. Είμαστε έτοιμοι –και πάντοτε ήμασταν– να πληρώσουμε οποιοδήποτε τίμημα προκειμένου να γίνουμε αποδεκτοί από την κοινωνία. Είναι όμως εξίσου αλήθεια ότι οι λιγοστοί ανάμεσά μας που προσπάθησαν να πορευτούν δίχως όλα αυτά τα κόλπα και τα τεχνάσματα της προσαρμογής και της αφομοίωσης, πλήρωσαν ένα πολύ υψηλότερο τίμημα από ό,τι θα μπορούσαν να αντέξουν: διακινδύνευσαν τις λιγοστές ευκαιρίες που ακόμα και οι προγραμμένοι έχουν σε ένα χαώδη κόσμο. Η στάση αυτών των λίγων, τους οποίους, ακολουθώντας τον Μπερνάρ Λαζάρ, μπορούμε να τους ονομάσουμε “συνειδητούς παρίες”, μπορεί τόσο λίγο να εξηγηθεί από τα πρόσφατα γεγονότα και μόνο, όσο και η στάση του κ. Κοέν που προσπαθεί να αναρριχηθεί με κάθε τρόπο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου