Για το μαρτύριο των αγίων Δισμυρίων μαρτύρων, ο Συναξαριστής γράφει:
Τον 4ο αιώνα μ.Χ., επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, οι χριστιανοί της Νικομήδειας ήταν αρκετά πολυπληθείς. Ο επίσκοπος Άνθιμος, άνδρας άξιος και με αυταπάρνηση, κοπίαζε νύχτα - μέρα για τις ψυχές των πιστών. Η πρόοδος αυτή των χριστιανών κέντρισε το φθόνο των ειδωλολατρών αρχόντων και θέλησαν να εξοντώσουν τη χριστιανική Εκκλησία, προπάντων στα μεγαλύτερα και πολυπληθέστερα κέντρα της. Σχεδίασαν λοιπόν, ανήμερα Χριστούγεννα να κάνουν γενική σφαγή των χριστιανών της Νικομήδειας. Οι χριστιανοί είχαν μαζευτεί και πανηγύριζαν το κοσμοσωτήριο γεγονός της γεννήσεως του Χριστού.
Ο επίσκοπος, μόλις πληροφορήθηκε ότι τους είχαν περικυκλώσει στρατός και όχλος ειδωλολατρών με όπλα και ρόπαλα, διέταξε να γίνει γρήγορα η κοινωνία των αχράντων Μυστηρίων. Έπειτα, βάπτισε τους κατηχουμένους, για να έχουν ασφαλή εφόδια στην αιώνια σωτηρία. Τότε οι ειδωλολάτρες έβαλαν φωτιά στο ναό, με αποτέλεσμα να καούν χιλιάδες πιστοί. Το τραγικό αυτό γεγονός, αντί να μειώσει τον αριθμό των μελών της Εκκλησίας, αντίθετα τον πολλαπλασίασε και χαλύβδωσε ακόμα περισσότερο το ηθικό των πιστών. Έτσι και στην περίπτωση αυτή αποδείχθηκε περίτρανα αυτό που είπε η κεφαλή της Εκκλησίας Ιησούς Χριστός: «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθαίου, ιστ' 18). Ο θάνατος δηλαδή και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού, δε θα υπερισχύσουν, ούτε θα κατανικήσουν την Εκκλησία, που είναι αιώνια και αθάνατη.
Πόσο όμως τεκμηριώνεται ιστορικά το παραπάνω γεγονός; Στην εποχή μας, όπου αμφισβητείται έντονα η αξιοπιστία των συναξαρίων, μια προσπάθεια ιστορικής διερεύνησης του θέματος αποτελεί το παρακάτω απόσπασμα από τη μελέτη Αρχαίοι διωγμοί και Μάρτυρες – Ιστορικά στοιχεία για τους αρχαίους διωγμούς κατά των χριστιανών και τους μάρτυρες της Εκκλησίας, από το κεφάλαιο Γενικές παρατηρήσεις: Λείψανα & άφθορα σκηνώματα αγίων:
...μια ομάδα αγίων, που εύλογα προβληματίζει, είναι οι περιπτώσεις, στις οποίες τα συναξάρια αναφέρουν χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες μαρτύρων, όπως των αγίων «δεκατεσσάρων χιλιάδων νηπίων» της Βηθλεέμ (29 Δεκεμβρίου) ή των «αγίων δισμυρίων μαρτύρων», που κάηκαν από το ρωμαϊκό στρατό και τον ειδωλολατρικό όχλο στον χριστιανικό ναό της Νικομήδειας την ημέρα των Χριστουγέννων κατά το διωγμό του Διοκλητιανού (εορτάζουν 28 Δεκεμβρίου).
Για τα άγια νήπια και τον αριθμό τους βλ. το άρθρο Η σφαγή τών νηπίων. Για τη Νικομήδεια, ο Ευσέβιος αναφέρει ότι, μετά τον αποκεφαλισμό του αγίου Ανθίμου Νικομηδίας, «τούτω δε πλήθος άθρουν μαρτύρων προστίθεται», ιδιαίτερα εξαιτίας πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε «εν τοις βασιλείοις» (στα ανάκτορα) και αποδόθηκε συκοφαντικά στους χριστιανούς, οπότε υπήρξαν εκατόμβες μαρτύρων κάθε ηλικίας, είτε με ξίφος, είτε με φωτιά, είτε με διάφορους άλλους τρόπους: «παγγενεί σωρηδόν βασιλικώ νεύματι των τήδε θεοσεβών οί μεν ξίφει κατεσφάττοντο, οί δε διά πυρός ετελειούντο, ότε λόγος έχει προθυμία θεία τινί και αρρήτω άνδρας άμα γυναιξίν επί την πυράν καθαλέσθαι…». Σε αυτά τα λίγα λόγια ίσως περιλαμβάνεται και η πυρπόληση του ναού.
Σε άρθρο της κυρίας Αφροδίτης Καμάρα στην Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού για την αρχαία ιστορία της Νικομήδειας (εδώ) διαβάζουμε: «Το 303, μόλις ξέσπασαν οι διωγμοί κατά των χριστιανών, που έμελλαν να είναι οι σκληρότεροι και πιο μακροχρόνιοι της αυτοκρατορίας, το παλάτι πυρπολήθηκε και ο εμπρησμός αποδόθηκε στους χριστιανούς. Σε αντίποινα κατεδαφίστηκε ο καθεδρικός ναός. Τα γεγονότα αυτά τα εξιστορεί λεπτομερώς ο ρήτορας Λακτάντιος, τον οποίο ο Διοκλητιανός είχε καλέσει για να διδάξει λατινικά στην αυτοκρατορική αυλή. Ωστόσο, η εικόνα που μας παρουσιάζει είναι μονομερής και διαστρεβλωμένη ενδεχομένως, καθώς ο Λακτάντιος, χριστιανός ο ίδιος, καταδίκαζε τους διωγμούς, συμπάσχοντας με τους διωκόμενους χριστιανούς».
Παρότι εδώ βλέπουμε τη γνωστή καχυποψία, που παρατηρείται απέναντι στους χριστιανούς, καταγράφεται η αρχαιότερη ίσως γραπτή μαρτυρία για την καταστροφή του καθεδρικού ναού. Αν και χαρακτηρίζεται κατεδάφιση, αυτό δεν αποκλείει την πυρπόληση και την ύπαρξη θυμάτων.
Πάντως στο εορτολόγιο μνημονεύονται ονομαστικά την ίδια μέρα οι άγιοι μάρτυρες «Ίνδης, Γοργόνιος, Πέτρος, Ζήνων, Δωρόθεος ο πρεπόσιτος, Μαρδόνιος, Γλυκέριος ο πρεσβύτερος, Θεόφιλος ο διάκονος και Μυγδόνιος» ως προερχόμενοι «από της Συγκλήτου», συλληφθέντες «έξω του ναού» και θανατωθέντες ποικιλοτρόπως. Μάρτυρες Γοργόνιο και Δωρόθεο και τους «αμφί τον Δωρόθεον βασιλικούς παίδας», μεταξύ των οποίον και Πέτρο, κατονομάζει και ο Ευσέβιος ως υπομείναντας «τους υπέρ ευσεβείας ονειδισμούς τε και πόνους και τους κεκαινουργημένους επ᾿ αυτοίς πολυτρόπους θανάτους» μαζί με άλλους από την υπηρεσία του βασιλέως («ετέροις άμα πλείοσιν της βασιλικής οικετίας μετά τους πολυτρόπους αγώνας βρόχω την ζωήν μεταλλάξαντες, της ενθέου νίκης απηνέγκαντο βραβεία», Βιβλίον Η΄).
Πέραν τούτου, δεν μπορώ να πω κάτι περισσότερο. Αυτό όμως που μπορώ να πω είναι ότι ο προσδιορισμός «μύριοι» και «δισμύριοι» (αλλά και τα συνώνυμα αριθμητικά «δέκα» ή «είκοσι χιλιάδες») είναι βέβαιον ότι δεν πρέπει να εκλαμβάνεται κυριολεκτικά ως δέκα ή είκοσι χιλιάδες αριθμημένοι άνθρωποι, αλλά ως όροι που, με το σχήμα της υπερβολής, εννοούν «πάρα πολλοί» άνθρωποι, πράγμα που γνώριζαν οι πρόγονοί μας της βυζαντινής εποχής και δεν το παρερμήνευαν, όπως ενίοτε εμείς. Πρόκειται δηλαδή για εκφράσεις ανάλογες με κάποιες σημερινές, όπως «το είπα ένα εκατομμύριο φορές», «έκανα χίλια πράγματα», «εδώ βρίσκονται εκατό άνθρωποι» κ.τ.τ.
Τεκμήρια αυτού του ισχυρισμού νομίζω ότι μπορούμε να βρούμε σε πολλά αρχαία κείμενα, αλλά θα αρκεστώ σε τρία: στο ρητό «ενός κακού μύρια έπονται» (Σοφοκλής, όπως βλέπω), στο παύλειο «θέλω πέντε λόγους εν τω νοΐ μου λαλήσαι ή μυρίους λόγους εν γλώσση» (Α΄ Κορινθ. 14, 19) και στο, του ιερού Χρυσοστόμου, «όπου γαρ χρήματα, εκεί έχθρας υπόθεσις και μυρίων πολέμων». Αλλά και στην ίδια την Εκκλ. Ιστορία του Ευσεβίου, στο 8ο βιβλίο, όπου ιστορείται ο διωγμός επί Διοκλητιανού, διαβάζουμε «Μυρίους μεν γαρ ιστορήσαι αν τις θαυμαστήν υπέρ ευσεβείας του θεού των όλων ενδεδειγμένους προθυμίαν», «μυρίου πλήθους εν παντί τόπω καθειργνυμένου» και, για τους μάρτυρες της αιγυπτιακής Θηβαΐδος, «Θαυμάσειε δ᾿ αν τις αυτών και τους επί της οικείας γης μαρτυρήσαντας, ένθα μυρίοι τον αριθμόν, άνδρες άμα γυναιξιν και παισίν…» κ.λ.π. Σε καμία από αυτές τις αναφορές η λέξη μύριοι δεν εννοεί με ακρίβεια δέκα χιλιάδες.
Το ίδιο ισχύει και για τις γιορτές «των αγίων μυρίων Θηβαίων ασκητών» (7 Αυγούστου), των αγίων «είκοσι χιλιάδων μαρτύρων» της Αχρίδος, που πίστεψαν στο Χριστό διά του αγίου Έρασμου (2 Ιουνίου), αλλά και για τη «Σύναξη των μυρίων αγίων αγγέλων», στις 10 Ιανουαρίου, κ.ά.
Υμνογραφικά των αγίων (από εδώ)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον
στράτευμα, πόλις ἁγία, περιούσιος λαὸς Κυρίου, ἀνεδείχθητε Δισμύριοι
Μάρτυρες· τῇ γὰρ ἀγάπῃ αὐτοῦ δροσιζόμενοι, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἠνύσατε.
Ἀλλ’ αἰτήσασθε, ἐλέους σοφοὶ τὸν πρύτανιν, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα
ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Συρατὸς
ἐν ἀριθμῷ, δισμυρίων Μαρτύρων, ὡς ἄδυτος φωστήρ, ἀνατέλλει φωτίζων,
καρδίας καὶ νοήματα, εὐσεβῶν διὰ πίστεως· ἐξαφθέντες γάρ, θείᾳ στοργῇ
τοῦ Δεσπότου, τέλος ἅγιον, διὰ πυρὸς οἱ γενναῖοι, προθύμως ἐδέξαντο.
Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ
τροπαιοῦχος ἀθλητική, καὶ ἅγιος κλῆρος, ὦ Δισμύριοι Ἀθληταί, ἐκ παντὸς
γένους, καὶ πάσης ἡλικίας, λαμπρῶς συγκροτηθέντες, Θεῷ ἐδείχθητε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου