ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

Για τον Σαββόπουλο († 21 Οκτωβρίου 2025)

 
Ν: Δεν τον δικάζουμε, προς Θεού, απλώς αναδημοσιεύουμε κάποια κείμενα για την ιστορία & για την κατανόηση της πορείας του. Από το έργο του κρατήσαμε και κρατάμε ό,τι αγαπήσαμε & ωφεληθήκαμε. Ο Θεός να τον αναπαύσει.
 
1. Τα δύο πρόσωπα του Διονύση Σαββόπουλου
 


Ο δημιουργός
 
«Ξαφνικά, τα παράτησα όλα, έκανα οτοστόπ και έφυγα για την Αθήνα. Για να φτιάξω τη ζωή μου, είπα, πρέπει να τη χαλάσω». Η πορεία ήταν ξέφρενη: ο 19χρονος φοιτητής της Νομικής εγκαταλείπει τη Θεσσαλονίκη το 1963. Ο μύθος τον θέλει να φθάνει με ένα φορτηγό στην πρωτεύουσα. «Φορτηγό» θα ονομάσει και τον πρώτο δίσκο του. Ανάμεσα στους δύο ογκόλιθους της εποχής, τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη, θα μπορέσει να βρει μια μικρή τρυπούλα, να ορθώσει το μπόι του, να τραγουδήσει τη «Συννεφούλα», να κραυγάσει «Βιετνάμ γιε-γιε» και να αφήσει το δικό του μουσικό αποτύπωμα.
«Το ελληνικό τραγούδι τελείωσε με τον Βαμβακάρη και ξανάρχισε με τον Σαββόπουλο» δήλωσε ο Τζίμης Πανούσης. Φράση εξωπραγματική και όμως δείχνει την επιρροή του σε νεότερους δημιουργούς. Ο Σαββόπουλος είδε στο δημοτικό τραγούδι την αμφισβήτηση, στα Βαλκάνια τη ροκ μυθολογία, ανέπνευσε ως Μπομπ Ντίλαν και εξέπνευσε ως Διονύσης Σαββόπουλος αριστουργήματα, με αυτή τη βραχνή, την ασθμαίνουσα, την πολλές φόρες επίτηδες φάλτσα φωνή.
H άνοδος θα είναι ραγδαία. Ο Σαββόπουλος από αιρετικός θα γίνει αρεστός, θα διαβεί την είσοδο του Μεγάρου Μουσικής και του Ηρωδείου. Θα φανεί γενναιόδωρος με τους συναδέλφους του. Θα πάρει από το χέρι τον Ρασούλη και τον Ξυδάκη, αναλαμβάνοντας την παραγωγή του εμβληματικού δίσκου «Η εκδίκηση της γυφτιάς».
Δεν είναι εύκολος άνθρωπος. Θα δηλώσει ότι ο Γιάννης Μαρκόπουλος, εκείνο τον πρώτο καιρό της καθόδου του στην Αθήνα, τον έδιωξε από το σπίτι του «όχι τόσο επειδή ήμουν φορτικός, αλλά επειδή νόμιζε ότι ήμουν πιο έξυπνος και πιο μορφωμένος από αυτόν», θα αμφισβητήσει τις μουσικές του Θεοδωράκη πάνω στον Αναγνωστάκη λέγοντας: «Δεν έχω ακούσει πιο φλύαρο πράγμα» θα ψέξει τον Χατζιδάκι, κάνοντας, βέβαια, χιούμορ, γιατί «ακούς εκεί, τέτοιος μουσικός κληρονόμος των καλύτερων παραδόσεων να γίνει δημόσιος υπάλληλος». Αργότερα θα παρουσιάσει την εκπομπή «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι».
Ο Νιόνιος σήμερα λείπει από τη μουσική. Τεμπέλιασε, μεγάλωσε, στέρεψε θα πουν οι κυνικοί. Ισως «δεν έχει ήχο, δεν έχει υλικό», όπως λέει στη «Μαύρη θάλασσα». Κρίμα, η εποχή βρίθει υλικού.
 
Ο μικροαστός
 
Χειμώνας του 1989: οι θαμώνες του «Ζουμ» στην Πλάκα στριφογυρίζουν νευρικά στις καρέκλες τους. Σφίγγουν το ποτήρι και μερικοί ευχαρίστως θα του το πετούσαν. Νιώθουν ότι ο Σαββόπουλος τους κοροϊδεύει. Κουρεμένος και φρεσκοξυρισμένος επάνω στη σκηνή, με μια άκρως συμβολική μετάλλαξη της τριχοφυΐας του, τραγουδάει για τον γιο του που πάει στον στρατό ενώ εκείνος δεν είχε υπηρετήσει, αφού είχε πάρει «τρελόχαρτο»: «Καλός πολίτης, γιε μου, καλό σου στόλισμα να σβήσει απ’ τ’ όνομά μας εκείνο το διαόλισμα».
Ο άγριος Διονύσης του Ροντέο και του Κυττάρου, ως άλλος Ζουράρις, θα εφεύρει τον ελληνορθόδοξο εαυτό του, θα δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στον Μητσοτάκη με το τραγούδι «Το μητσοτάκ» και θα μετανιώσει που δεν πήγε στρατό στον πιο μελοδραματικό τόνο.
Και επειδή το βαρέλι δεν έχει πάτο, το 1991, έπειτα από μια συμφωνία με τον τότε υπουργό Εθνικής Αμυνας, Γιάννη Βαρβιτσιώτη, θα περιοδεύσει στα ακριτικά στρατόπεδα για να δώσει συναυλίες μπροστά σε φαντάρους.
Ο Σαββόπουλος για πολλούς έφτυσε τον εαυτό του, ξεκίνησε τις βραδινές εμφανίσεις με αμφιλεγόμενες συνεργασίες, όπως αυτή με τον Γιώργο Μαργαρίτη, και έγινε ένας αστός με Φιλιππινέζα που προτείνει να μεταφερθούν οι παράνομοι μετανάστες από το κέντρο της Αθήνας σε εγκαταλελειμμένα χωριά και νησιά για να καλλιεργήσουν τη γη με τη βοήθεια του ΟΗΕ. Ισως η φράση του Ευγένιου Αρανίτση: «Παλιά, ντρεπόμασταν που δεν μοιάζαμε με τον Σαββόπουλο, σήμερα ντρεπόμαστε που μας μοιάζει» συνοψίζει το φαινόμενο του Νιόνιου.
Στο εορταστικό πρόγραμμα για τον ερχομό του 1988, στο σκετς με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, θα δηλώσει: «Εγώ, όμως, για να μείνω ο ίδιος, πρέπει να αλλάζω συνεχώς». Κάποιοι εκεί θα διακρίνουν τη δικαιολογία του, αν και ο ίδιος δεν φαίνεται να νιώθει την ανάγκη να απολογηθεί.
Δεν νιώθει την ανάγκη να δικαιολογηθεί ούτε όταν, για τη γιορτή των 40 χρόνων του στη μουσική, κάλεσε στο Ηρώδειο την Καλομοίρα, η οποία πετάχτηκε από μια τούρτα. Το μόνο που είπε ήταν: «Ποιος θέλατε να βγει από την τούρτα; Ο Μίκης;».
 
2. Πώς ο Σαββόπουλος πέρασε στη Δεξιά από την Αριστερά
 
(απόσπασμα)
 
Κων. Τσάβαλος
  

... Το δεύτερο μεγάλο ορόσημο αυτής της διαδρομής δεν είναι μουσικό, αλλά ο καθαρά δημόσιος λόγος του. Το 2011, μέσα στο ναρκοπέδιο της κρίσης και στις μεγάλες συγκεντρώσεις/επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας, ο Σαββόπουλος παρεμβαίνει ζητώντας να κηρυχθεί η πρωτεύουσα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, να «καθαρίσουν» κτίρια από τοξικοεξαρτημένους και μετανάστες και να μεταφερθούν οι δεύτεροι σε αραιοκατοικημένα νησιά υπό διεθνή εποπτεία. Η παρέμβαση αυτή προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, τροφοδότησε άρθρα και συζητήσεις και, για πολλούς, σήμανε μια καθαρή ιδεολογική μετατόπιση προς έναν αυστηρό «νόμος και τάξη» λόγο, ξένο προς την παλιά εικόνα του. Το αποτύπωμα εκείνων των δηλώσεων παραμένει έως σήμερα μέρος του δημόσιου φακέλου του δημιουργού.
Το τρίτο ορόσημο είναι το καλοκαίρι του 2015 και το δημοψήφισμα. Ενώ η χώρα ισορροπεί στο χείλος του γκρεμού, ο Σαββόπουλος τοποθετείται ανοιχτά υπέρ του «ΝΑΙ», με μια φράση που θα γίνει εμβληματική: «Δεν φοβάμαι τη δραχμή. Δεν φοβάμαι το ευρώ, που σαφώς το προτιμώ. Φοβάμαι μόνο τον διχασμό που τρέχει στο αίμα μας από τον καιρό του Θουκυδίδη ως τις μέρες μας». Είναι η πιο καθαρή πολιτική του θέση της τελευταίας δεκαετίας: φιλοευρωπαϊκή, θεσμική, αντιδιχαστική. Την ώρα που η πλειοψηφία ψηφίζει «ΟΧΙ», εκείνος επιλέγει τον δρόμο της ενσωμάτωσης στην ευρωπαϊκή κανονικότητα. Οι καταγραφές εκείνης της περιόδου, από ρεπορτάζ και αναλύσεις, επιβεβαιώνουν την τοποθέτησή του και τη σημασία που απέκτησε στον δημόσιο διάλογο.
Η τελική «συμπλήρωση» του παζλ έρχεται τον Μάιο του 2023, λίγο πριν τις εκλογές. Σε ραδιοφωνική συνέντευξη στον Παύλο Τσίμα (ΣΚΑΪ 100,3), ο Σαββόπουλος δηλώνει χωρίς περιστροφές «Ελπίζω σε μια αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας», προσθέτοντας ότι «οι εποχές έχουν αλλάξει» και «μας χρειάζεται μια ωριμότητα» και ικανότητα «διαχείρισης» που -κατά τη γνώμη του- ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα. Η δήλωση γίνεται viral, αναπαράγεται από μεγάλα Μέσα και προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Για όσους τον ακολουθούσαν από τη δεκαετία του ’70, είναι η επίσημη σφραγίδα μιας πορείας που είχε ήδη διαγραφεί: από το αντιδικτατορικό «υπόγειο» στις δημόσιες παρεμβάσεις υπέρ του «ΝΑΙ» και, τελικά, στη ρητή προτίμηση για αυτοδυναμία της ΝΔ.
 
Το «γιατί» της μετατόπισης αυτής

Το «γιατί» της μετατόπισης αυτής δεν το αφήνει στην εικασία των κριτικών. Ο ίδιος, μέσω της αυτοβιογραφίας του «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα», από τις Εκδόσεις Πατάκη, που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2025, έδωσε τη δική του απάντηση για το αν είναι αριστερός ή δεξιός και τι πιστεύουν για αυτόν.
Στην αυτοβιογραφία του εξηγεί λοιπόν ότι «με το Κούρεμα έκανα στροφή προς τη Δεξιά», απορρίπτοντας εκείνο που ονομάζει «ψευδοπροοδευτισμό» της Μεταπολίτευσης και υποστηρίζοντας ένα λεξιλόγιο «ωριμότητας» και «θεσμικότητας». «Χαρίσαμε στην Αριστερά τα καλύτερά μας χρόνια. Όχι μάταια. Έφηβοι ήμασταν και αυτά ακριβώς τα χρόνια είναι που μας άνοιξαν τον δρόμο της καρδιάς και φώτισαν, εκ παραδρομής έστω, το ιερό στοιχείο της…», γράφει ο ίδιος.
Το βιβλίο λειτουργεί, ταυτόχρονα, ως εξομολόγηση και αυτοερμηνεία: Ένας δημιουργός που αναμετριέται με τον «ρόλο» του Νιόνιου και πασχίζει να συνθέσει τα ασύμπτωτα: την αντιδικτατορική νεότητα με τον ώριμο συντηρητικό φιλελεύθερο λόγο.
«Με το “Κούρεμα” έκανα στροφή προς τη Δεξιά, μπαϊλντισμένος με τον ψευτοπροοδευτισμό της εποχής και την αλαζονεία του. Ήταν ένας προοδευτισμός νεφελώδης, αντιπαραγωγικός, πολύ κουλτουριάρης κι εντελώς αντιπνευματικός. Δυστυχώς η Αριστερά αφέθηκε να παρασυρθεί από εκείνον τον φτηνιάρικο προοδευτισμό. Παλιοί αριστεροί που, δικαιολογημένα, μισούσαν τη Δεξιά, επειδή κάποτε τους ταπείνωσε και τους ανάγκασε να υπογράψουν δηλώσεις μετανοίας, αλλά και δεν τους έφυγε ποτέ και ο ανομολόγητος θυμός για την ίδια τους την Αριστερά που τους έμπλεξε τότε, μόλις ξεπετάχθηκε το ΠΑΣΟΚ, μετακόμισαν σύσσωμοι. Το ΠΑΣΟΚ έγινε το καταφύγιο κάθε πληγωμένου εγωισμού. Άσε δε τον λαϊκισμό του. Ήταν τόσο ακαταμάχητος που επηρέασε βλαπτικά όλο το πολιτικό σύστημα, όλα τα κόμματα σχεδόν. Πολύς φανατισμός», συμπληρώνει εμφατικά ο ίδιος.
Στο μεταξύ, ο τρόπος με τον οποίο τοποθετούνται γι’ αυτόν οι αντίπαλες «αναγνώσεις» λέει πολλά και για τη χώρα. Για μια πλευρά, ο Σαββόπουλος «πρόδωσε» την αριστερή του νεότητα και συμπορεύτηκε με την εξουσία. Για μια άλλη, ωρίμασε, εγκατέλειψε τις αυταπάτες και μίλησε με ρεαλισμό για διοίκηση, μεταρρυθμίσεις και ευρωπαϊκή κανονικότητα.
 
Ν: Το παρακάτω τραγούδι επικρίθηκε έντονα όταν κυκλοφόρησε, το 1989, ως "ανθελληνικό" και "αντεθνικό". Περισσότερο το βλέπω ως πικρή διαμαρτυρία για τη μόνιμη κακοδαιμονία μας (όπως και το διαβόητο Γκρέκο Μασκαρά του Μηλιώκα). Το δημοσιεύω για την ιστορία.
Κατόπιν το αγαπημένο μας φυσικά "Ας κρατήσουν οι Χοροί" και θα δούμε τι άλλο.
Ο Θεός να τον αναπαύσει.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: