Από το έργο του μεγάλου ιεραποστόλου της Ιαπωνίας αγίου Νικολάου Κασάτκιν του Ισαποστόλου (3 Φεβρουαρίου)
Δείτε ακόμη:
Saint Nickolas of Japan & the samurai Fr Paul Sawabe Takuma
Αυτοδύναμη ανάπτυξη του πρώτου πυρήνα των Σαμουραϊ
Πηγή: Ιεραποστολικό βιβλίο του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου
Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστασίου: "Έως εσχάτου της γης"
σελ. 237-241. ΟΟΔΕ
Το
Χακοντάτε κατέστη το κέντρο της Χριστιανικής
Ιεραποστολής στη Βόρειο Ιαπωνία. Όπως μνημονεύει ο Anesaki στην
«Ιστορία της ιαπωνικής θρησκείας», ο Νικολάι «προσήλκυσε
αρκετούς σαμουράι από τη βορειοανατολική Ιαπωνία· ως εκ
τούτου η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία (sic) έχει την
πλειονοψηφία των οπαδών της στις επαρχίες αυτές»21.
Ένας από τους κύριους παράγοντες στην προσέλκυση των
Ιαπώνων αυτών ιπποτών υπήρξε ο ζήλος του Παύλου Σαβάμπε
και μερικών άλλων αξιολόγων ανθρώπων τους όποιους
κατόρθωσε να ελκύσει στον Χριστιανισμό ο π. Νικόλαος
Κασάτκιν22.
Μεταξύ των πρώτων επιτυχιών του ήταν ο Κανάρι, ο οποίος
αργότερα εξελίχθηκε σε διακεκριμένο κήρυκα, και ένας
νέος διανοούμενος, ο Αράι.
Την εποχή
εκείνη η πολιτική ζωή της χώρας βρισκόταν σε αναβρασμό.
Τα περισσότερα μέλη της φρατρίας Σεντάι ήσαν εναντίον
του αυτοκράτορα και είχαν σχέδιο να οργανώσουν ιδιαίτερη
δημοκρατία στην περιοχή Γιέζο. Κατά τις εκκαθαριστικές
όμως επιχειρήσεις των αυτοκρατορικών δυνάμεων είχαν
υποστεί πολλές απώλειες σε ανθρώπους και γόητρο23.
Ο Αράι έστρεψε την προσοχή του προς τους κύκλους αυτούς
των σαμουράι της περιοχής Σεντάι. Η νέα θρησκεία
δημιουργούσε την ελπίδα διαμορφώσεως καταλλήλων συνθηκών
για μια νέα τάξη πραγμάτων.
Στις αρχές του 1870 ο Αράι
έφερε στο Χακοντάτε την είδηση ότι οι σαμουράι της
Σεντάι ενδιαφέρονταν για τον Χριστιανισμό. Η σκέψη της
προσελκύσεως στην Εκκλησία της δυναμικής αυτής ομάδας
ενθουσίασε τον Σαβάμπε, ο οποίος έβλεπε στο γεγονός αυτό
μία ακόμη δυνατότητα πολιτικής και πνευματικής
αναμορφώσεως της Ιαπωνίας. Πολλοί από τους σαμουράι
ιππότες ήσαν άνθρωποι των γραμμάτων24 και
ασκούσαν πολλαπλή επιρροή.
Ο Αράι,
μετά από σχετικές συνεννοήσεις, απέστειλε στην ομάδα των
ενδιαφερομένων σαμουράι επιστολή, στην οποία ανέπτυσσε
την ιδέα, ότι η νέα θρησκεία ήταν σε θέση να δώσει νέα
πνοή στη χώρα και να ενώσει όλους όσοι οραματίζονταν ένα
καλύτερο μέλλον για την πατρίδα. Αρκετοί από τους
παραλήπτες ενδιαφέρθηκαν για την πρόσκληση, άλλοι
συμμεριζόμενοι τις σκέψεις για ενότητα του έθνους, άλλοι
με την ελπίδα ότι δινόταν μια διέξοδος στη φρατρία
Σεντάι για την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών, άλλοι
σκεπτόμενοι πρακτικότερα, ότι οι σχέσεις με έναν ξένο
Ιερέα άνοιγαν μια πόρτα για μετάβαση στην Ευρώπη.
Ορισμένοι από αυτούς αποφάσισαν να μεταβούν στο
Χακοντάτε για να δουν από κοντά την κατάσταση25.
π. Παύλος Σαβάμπε (εδώ) |
Όταν η
πρώτη ομάδα, που την αποτελούσαν τρία άτομα, έφθασε στην
πόλη, αντιμετώπισε βαθιά απογοήτευση: ο π. Νικόλαος
έλειπε στη Ρωσία· ο Σαβάμπε, τον οποίο φαντάζονταν
ευκατάστατο και στην οικονομική συμπαράσταση του οποίου
υπολόγιζαν, εργαζόταν για τον επιούσιο·
οι Χριστιανικές ιδέες ήσαν τελείως διαφορετικές από
εκείνες που είχαν φαντασθεί·
όσα τους ανέπτυξε ο Αράι, επί τη βάσει ενός μικρού
εγχειριδίου, τους φαίνονταν παράδοξα. Προς στιγμήν
σκέφθηκαν να επιστρέψουν στον τόπο τους, αλλά ο φόβος
για τα ειρωνικά σχόλια των εκεί γνωστών τους, τους
οδήγησε τελικώς στην απόφαση να παραμείνουν και να
ασχοληθούν κάπως περισσότερο με τη νέα θρησκεία.
Τα μέσα
κατηχήσεως ήσαν πενιχρά·
οι πρώτοι βαπτισθέντες, ο Παύλος Σαβάμπε και ο Ιωάννης
Σακάι, είχαν βρει μια μετάφραση της Καινής Διαθήκης στην
κινεζική, την οποία και μοίρασαν μεταξύ τους.
Η
τριανδρία των σαμουράι της Σεντάι, η οποία μετά από λίγο
απέκτησε ζωηρό ενδιαφέρον για τον Χριστιανισμό,
αποφάσισε να αντιγράψει το τμήμα εκείνο που είχε στην
κατοχή του ο Σαβάμπε. Αργότερα έφθασε μία ακόμη
Πενταμελής, ομάδα. Μεταξύ αυτών βρισκόταν ένας διαπρεπής
σαμουράι, ο Καγκέτα, ο οποίος κρυβόταν από καιρό,
φοβούμενος μήπως συλληφθεί από τους αντιπάλους του που
είχαν εν τω μεταξύ επικρατήσει.
Ο Σαβάμπε
δέχθηκε με πολλή εγκαρδιότητα τους νεοαφιχθέντες, η
φιλοξενία τους όμως παρουσίαζε δυσχέρειες, διότι το
σπίτι του είχε καεί και ο ίδιος έμενε σ’ ένα παράπηγμα
κοντά στο παλαιό σιντοϊκό ιερό, όπου κάποτε είχε
διατελέσει Ιερέας. Παρά τη στενότητα του χώρου κατόρθωσε
να τακτοποιήσει όλους τους ξένους εκτός από δύο, για
τους όποιους βρέθηκε κατάλυμα σε άλλο σπίτι.
Ο τέως
στρατιωτικός Παύλος Σαβάμπε δεν έτρεφε παλαιότερα μεγάλη
αγάπη προς τα βιβλία και τώρα δυσκολευόταν να
ανταποκριθεί στις ερωτήσεις των ξένων, οι οποίοι
διακρίνονταν για τη μόρφωσή τους. Για να καλύψει τις
ελλείψεις του άρχισε να δανείζεται βιβλία πάνω σε
διάφορα θέματα, ιδιαιτέρως δε αφοσιώθηκε στη μελέτη
κινεζικών κλασικών κειμένων, ώστε να διευκολυνθεί στη
χρήση της κινεζικής μεταφράσεως της Καινής Διαθήκης, την
οποία είχε αποκτήσει κατά το ήμισυ.
Υπό αυτές
τις συνθήκες η κατήχηση των ανησύχων σαμουράι της Σεντάι
γινόταν προβληματική. Οι «κατηχητές» γνώριζαν σχετικώς
λίγα πράγματα για το θέμα που ήθελαν να αναπτύξουν, ενώ
οι κατηχούμενοι ήσαν δύσκολοι και απαιτητικοί. Άκουγαν
διδασκαλίες τόσο επαναστατικές και παράδοξες! Ιδίως
εκείνο το «αγαπάτε τους εχθρούς υμών», το οποίο, μετά
τον πολιτικό αναβρασμό που είχαν ζήσει, δημιουργούσε
θύελλα αντιδράσεων, διότι αποτελούσε ακατανόητη άρνηση
του θεμελιώδους εθιμικού κώδικα της Ιαπωνίας.
Από τους
πιο ανικανοποίητους και αντιδραστικούς ήταν ο Καγκέτα· η ιδέα της υπάρξεως Θεού του φαινόταν
κυριολεκτικώς παραφροσύνη·
σε πολλά ζητήματα έθετε κρίσιμες ερωτήσεις, οι οποίες
έφερναν τους άλλους σε αμηχανία. Υπήρχε εντούτοις
ειλικρινής αναζήτηση εκ μέρους όλων και αρκετοί τελικά
κατέληξαν, παρά την ελλιπή κατατόπιση, σε εσωτερική
βεβαιότητα για την ορθότητα του ευαγγελίου. Είναι
αξιοσημείωτο ότι ο ίδιος ο Καγκέτα έφθασε να γίνει
ενθουσιώδης οπαδός της διδασκαλίας που με τόση οξύτητα
είχε αρχικά αντιμετωπίσει και να εξελιχθεί σε ενθουσιώδη
κήρυκα του Χριστιανισμού.
Κλικ εδώ |
Η μικρή
ομάδα δεν άργησε να αντιμετωπίσει και άλλο αδιέξοδο, το
οικονομικό. Δύο από τα μέλη της αποφάσισαν να
επιστρέφουν στη Σεντάι για να αναζητήσουν πόρους και να
διαδώσουν αυτά στα οποία είχαν πιστέψει. Οι υπόλοιποι
σκέπτονταν να τους ακολουθήσουν. Ο Σαβάμπε ήθελε πάση
θυσία να τους κρατήσει στο Χακοντάτε μέχρι να επιστρέφει
ο π. Νικόλαος. Για να εξασφαλίσει τη διατροφή τους
έφθασε μέχρι σημείου να αποφασίσει κάτι απίθανο για ένα
σαμουράι: να πουλήσει το ξίφος του. Ο υπερήφανος
σαμουράι αναγκάσθηκε αργότερα να παρασκευάζει ζύθο από
ρύζι για να συντηρηθεί, αλλά, καθώς ήταν ασυνήθιστος σε
τέτοιου είδους εργασία, δεν είχε μεγάλη επιτυχία.
Κατά την
εποχή του οικονομικού αδιεξόδου η μικρή ομάδα των
κατηχουμένων είχε μια ακόμη δοκιμασία·
ο Σακάι, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε επιστρέφει στο
Χακοντάτε και κέρδιζε αρκετά εργαζόμενος ως ιατρός,
έδειχνε μια περίεργη αδιαφορία που πίκραινε τους
υπολοίπους και ιδιαιτέρως τον Σαβάμπε· μερικοί μάλιστα, περισσότερο
θερμόαιμοι, σκέφθηκαν να τον επισκεφθούν και να
εκδηλώσουν την αγανάκτησή τους. Εντούτοις ο Σακάι, καθώς
θα δούμε ευθύς αμέσως, δεν είχε ψυχρανθεί, όπως φαινόταν
εξωτερικά.
Διωγμοί
στη Σεντάι και το Χακοντάτε κατά το
δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα
Παρά το
άνοιγμα των σχέσεών τους προς τους ξένους, οι ιαπωνικές
αρχές εξακολούθησαν να τηρούν εχθρική στάση απέναντι
στον Χριστιανισμό και προσπάθησαν να επιβάλουν το Σίντο
ως εθνική θρησκεία[38]. Στο Ναγκασάκι μάλιστα, που ήταν
όπως σημειώθηκε τo
προπύργιο των ρωμαιοκαθολικών, συνέλαβαν το 1869
χιλιάδες Χριστιανούς.
Από την ενορία του αγίου στη Ν. Αφρική |
Το μέτρο αυτό προκάλεσε έντονα
διαβήματα των δυτικών δυνάμεων και πολλές εσωτερικές
ζυμώσεις, οι οποίες κατέληξαν το έτος 1873 στην άρση των
αντιχριστιανικών διαταγμάτων[39]. Κατά την περίοδο των
απαγορεύσεων υπέστησαν σκληρούς διωγμούς στη Βόρειο
Ιαπωνία οι Ορθόδοξοι.
Στην πόλη
Σεντάι είχε, όπως είδαμε, αποσταλεί τριμελής ομάδα
αποτελούμενη από τον Παύλο Σαβάμπε, Ιάκωβο Τακάγια και
Πέτρο Σασακάουα. Όταν έφθασαν εκεί επισκέφθηκαν τους
προσωπικούς φίλους και συγγενείς για να μεταφέρουν σ’
αυτούς τις νέες θρησκευτικές εμπειρίες τους. Τόποι
συναντήσεως ήσαν κατά πρώτο λόγο η κατοικία του φίλου
τους Όνο ο οποίος εν τω μεταξύ βρισκόταν στο Τόκιο και
δευτερευόντως διάφορα σπίτια ενδιαφερομένων. Σε μικρό
χρονικό διάστημα ο κύκλος των συμμετεχόντων διευρύνθηκε,
και μάλιστα άρχισαν να έρχονται και από τα γύρω χωριά.
Σε ορισμένες συναντήσεις παρευρίσκονταν πάνω από εκατό
άνδρες, γυναίκες και παιδιά.
Το
πράγμα, όπως είναι ευνόητο, δεν άργησε να γίνει ευρύτατα
γνωστό. Οι κύκλοι των καχυπόπτων έλεγαν ότι αυτοί που
μετείχαν στις συγκεντρώσεις ασχολούνταν με μαγείες. Ένας
από τους ακροατές ανέφερε στη σύναξη ότι ήταν ενδεχόμενο
να γίνουν συλλήψεις και πρότεινε την προσωρινή διακοπή
των συναντήσεων. Οι υπεύθυνοι όμως δεν ήσαν υπέρ μιας
τέτοιας αναστολής του ευαγγελικού έργου. Χαρακτηριστικά
ο Τακάγια απάντησε: «Από την πρώτη στιγμή γνωρίζαμε ότι
ήταν ενδεχόμενο να επέμβουν στην εργασία μας οι Αρχές.
Εάν στον πρώτο ψίθυρο ταραχής διακόψουμε το κήρυγμα του
ευαγγελίου, πότε θα έρθει ο καιρός για να γίνει γνωστή η
ευσπλαχνία του Θεού; Δεν είναι δικό μας θέμα να
σκεφθούμε αν οι άρχοντες θα κάνουν συλλήψεις. Όσο
είμαστε ελεύθεροι θα συνεχίσουμε την εργασία μας»[40].
Οι φόβοι
εντούτοις επαληθεύθηκαν το βράδυ της 13ης Φεβρουάριου
1872. Αστυνομική δύναμη περικύκλωσε το σπίτι του Ιωάννη
Όνο, όπου έμενε ο Παύλος Σαβάμπε. Ένας από αυτούς,
μεταμφιεσμένος σε έμπορο, είχε πάει προηγουμένως εκεί
για να συγκεντρώσει πληροφορίες. Ο Σαβάμπε κήρυττε στο
σπίτι ενός από τους κατηχουμένους όταν τον πληροφόρησαν
γι' αυτές τις κινήσεις. Χωρίς να θορυβηθεί συνέχισε
μέχρι τέλους την προγραμματισμένη συνάντηση. Όταν
επέστρεψε στην οικία του Όνο, τρεις αστυνομικοί τον
συνέλαβαν, τον έδεσαν και τον οδήγησαν στους τοπικούς
άρχοντες.
Θρύλοι
από τους παλαιότερους διωγμούς, που είχαν εξαπολυθεί
πριν από δυο-τρεις αιώνες, ανέφεραν ότι οι Χριστιανοί
χρησιμοποιούσαν μαγείες και διέφευγαν[41]. Για να
εμποδίσουν τέτοιο ενδεχόμενο ή τυχόν αντίσταση, σαράντα
αστυνομικοί είχαν αποκλείσει τον δρόμο με οδοφράγματα
και είχαν περικυκλώσει το σπίτι. Μετά τη σύλληψη του Σαβάμπε πολλοί από αυτούς μπήκαν στην οικία για
εξονυχιστική ερευνά, συγκέντρωσαν όσα βιβλία βρήκαν και
ποδοπάτησαν τις άγιες εικόνες. Από το σημειωματάριο του
Σαβάμπε οδηγήθηκαν σε περαιτέρω συλλήψεις. Κατά την
ανάκριση ο Παύλος Σαβάμπε, σύμφωνα με την παράδοση των
πρώτων Χριστιανών, βρήκε την ευκαιρία για να κηρύξει
στους ανακριτές του τη Χριστιανική αλήθεια. Εκείνοι όμως
τον διέκοψαν και, αφού του αφαίρεσαν ό, τι Χριστιανικό
σύμβολο έφερε επάνω του, τον έριξαν στη φυλακή.
Από τη δραστήρια ιεραποστολική ενορία του Αγίου Νικολάου της Ιαπωνίας στη Νότια Αφρική (η ιστοσελίδα της). Για την Ορθοδοξία στη Νότια Αφρική εδώ, παρακαλώ.
Ο άλλος
κήρυκας, ο Πέτρος Σασακάουα, γνωρίζοντας ότι πλησίαζε η
σύλληψή του, αποφάσισε να πάει στις αρχές οικειοθελώς
και να ζητήσει μάλιστα εξηγήσεις, γιατί συνέλαβαν τον
Σαβάμπε, τον οποίο είχε δηλώσει στην αστυνομία ως
φιλοξενούμενό του, χωρίς να τον ειδοποιήσουν ως
οικοδεσπότη. Το αποτέλεσμα ήταν να φυλακίσουν αμέσως και
τον Σασακάουα. Ο τρίτος Ορθόδοξος κήρυκας, ο
Ιάκωβος Τακάγια, που ήταν σε ταξίδι, μόλις πληροφορήθηκε
τα καθέκαστα έσπευσε να επιστρέψει στη Σεντάι για να
συμμερισθεί τη δοκιμασία των αδελφών του. Τον έριξαν στη
φυλακή των κοινών εγκληματιών.
Αν και
απομόνωσαν τους τρεις Χριστιανούς σε ιδιαίτερους χώρους,
οι φύλακες τους φέρθηκαν με κατανόηση. Τον Τακάγια, για
παράδειγμα, όχι μόνο δεν τον υποχρέωσαν να προσευχηθεί
μπροστά στο βουδδιστικό σύμβολο που υπήρχε εκεί, αλλά
και του επέτρεψαν να απαγγέλλει δυνατά τις δικές του
Χριστιανικές προσευχές. Επίσης επέτρεψαν στους φίλους
των φυλακισμένων να τους φέρουν φαγητό. Τα τρόφιμα τα
συγκέντρωναν οι πιστοί στο παρεκκλήσι που υπήρχε στο
σπίτι του Όνο. Εκτός από αυτούς που φυλακίσθηκαν, εκατόν
πενήντα ακόμη πρόσωπα, μεταξύ των οποίων πολλοί
ανήλικοι, είχαν τεθεί υπό την επίβλεψη των συγγενών
τους[42].
Μόλις ο
π. Νικόλαος πληροφορήθηκε στο Τόκιο τα διατρέξαντα,
κάλεσε ανήσυχος τον Όνο για να τον προτρέψει επιμόνως να
ενεργήσει για τη σωτηρία των φυλακισμένων της Σεντάι. Ο
τελευταίος ήταν έτοιμος να πάει για να συμμερισθεί τη
δοκιμασία των αδελφών του, ακόμη και τον θάνατο, αν
παρίστατο ανάγκη. Αλλά ο π. Νικόλαος επέμεινε ότι ήταν
καλύτερο να κινηθούν δραστήρια στην πρωτεύουσα για την
απελευθέρωση των κρατουμένων. Πράγματι ο Όνο, μέσω των
προσωπικών του γνωριμιών και άλλων φίλων, πέτυχε να
επικοινωνήσει με επίσημες προσωπικότητες της Ιαπωνίας
που μπορούσαν να επηρεάσουν την κυβέρνηση (τον υπουργό
Εξωτερικών, συμβούλους του κράτους, επιστήμονες και
άλλους σημαντικούς παράγοντες). Έτσι, όταν έφθασε η
σχετική έκθεση της νομαρχίας της Σεντάι για τους
συλληφθέντες, παρά τις υπάρχουσες διχογνωμίες στους
κυβερνητικούς κύκλους, τελικά δόθηκε η εντολή να
απολυθούν οι κρατούμενοι Χριστιανοί.
Ενδεικτικό της τακτικής των ιαπωνικών αρχών κατά την
περίοδο εκείνη ήταν ο τρόπος με τον οποίο ανακοινώθηκε η
απόφαση της απολύσεως: «Αν και είσθε αξιόποινοι, διότι
σπουδάζατε τη νέα θρησκεία, τύχατε συγγνώμης, διότι
μετανοήσατε για τα σφάλματά σας. Προσέξτε να μην
παραβείτε και πάλι τον νόμο»[43].
Όταν οι φυλακισμένοι διαμαρτυρήθηκαν, ότι καθόλου δεν
είχαν μετανοήσει για τις Χριστιανικές τους αντιλήψεις,
οι αρμόδιοι τους διέκοψαν και τους διέταξαν να
απομακρυνθούν αμέσως.
Με βαθιά συγκίνηση η κοινότητα των
Χριστιανών της Σεντάι συγκεντρώθηκε μαζί με τους τέως
φυλακισμένους στο παρεκκλήσι της οικίας του Όνο, για να
ευχαριστήσουν τον Σωτήρα.
Η
δοκιμασία απομάκρυνε τους χλιαρούς και
αμφιταλαντευομένους, εμπόδισε για κάποιο διάστημα την
προσέλευση νέων ακροατών, γενικότερα όμως ισχυροποίησε
τη συνείδηση και αποφασιστικότητα τών Χριστιανών της
Σεντάι. Το 1873, ενώ ακόμη συνεχιζόταν η απαγόρευση του
Χριστιανισμού, υπολογίζεται ότι υπήρχαν στην πόλη αυτή
γύρω στους διακόσιους που είχαν προσέλθει στην Ορθόδοξη
Εκκλησία, ενώ ανάμεσα σ’ αυτούς ήσαν είκοσι ολόκληρες
οικογένειες. Πολλοί ακόμη δεν είχαν βαπτισθεί. Όταν
αργότερα ο Σαβάμπε χειροτονήθηκε Ιερέας, το έτος 1875,
βαπτίσθηκαν στη Σεντάι εκατόν είκοσι εννέα πρόσωπα[44].
Σ' αυτή την πόλη εγκαταστάθηκαν μετά την παλινόρθωση της
μοναρχίας πολλοί από τους παλαιούς μαθητές του Νικολάι
στο Χακοντάτε και η Ορθόδοξη κοινότητα παρουσίασε μεγάλη
άνθηση[45].
Άλλη
μεγάλη δοκιμασία έπληξε τους Χριστιανούς του Χακοντάτε.
Ο αντικαταστάτης του π. Νικολάου, ο π. Ανατόλιος[46],
κάλεσε λίγο μετά την αφιξή του τους πιστούς να
προτείνουν τα πρόσωπα εκείνα που θα ανελάμβαναν άμεσο
έργο ευαγγελισμού. Εξέλεξαν τον Ματθαίο Καγκέτα, τον
Ιωάννη Σακάι και τον Παύλο Τσούντα. Οι τρεις κήρυκες
ανέπτυξαν μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα τόση
δραστηριότητα, ώστε χρειάστηκε να ζητήσουν τη βοήθεια
και άλλων Χριστιανών. Σε διάφορα σημεία της πόλεως είχαν
διατεθεί ορισμένα σπίτια για τις κατηχητικές
συγκεντρώσεις.
Η εορτή
του Πάσχα, που τελέσθηκε πανηγυρικά στο παρεκκλήσι του
Ρωσικού Προξενείου τον Μάρτιο του 1872, έγινε αφορμή
νέων συζητήσεων και σχολίων για τη Χριστιανική θρησκεία.
Στην Ορθόδοξη τελετή είχαν παρευρεθεί τριάντα πιστοί και
μερικοί ακόμη ενδιαφερόμενοι. Κατά την εβδομάδα της
Διακαινησίμου, όταν σήμαινε η καμπάνα του ναού, πλήθη
περιέργων συγκεντρώνονταν στην πύλη του παρεκκλησίου.
Λόγω του περιορισμένου χώρου, τους οδηγούσαν μέσα ανά
εκατό και εκεί τους δινόταν μια σύντομη εξήγηση για τη
Χριστιανική πίστη. Στην πόλη έγινε εκτεταμένη συζήτηση
επί του θέματος και, όπως ήταν φυσικό, οι γνώμες
διχάστηκαν. Άλλοι έβλεπαν τον Χριστιανισμό καλό, άλλοι
επικίνδυνο και ανήθικο, άλλοι φύσεως μαγικής[47].
Η υπόθεση
του Χριστιανισμού εισήλθε σε νέα φάση, όταν οι
στρατιωτικοί διοικητές της επαρχίας του Γιέζο αποφάσισαν
τη διενέργεια απογραφής. Οι πολίτες διατάχτηκαν να
δώσουν τα ονόματά τους στους ναούς της πατροπαράδοτης
θρησκείας των Ιαπώνων[48]·
εκεί τους παραδιδόταν φυλακτό, το οποίο θα έπρεπε να
επιστραφεί στον ναό όταν ο κάτοχός του πέθαινε. Η
διαταγή αυτή έγινε αιτία να πληροφορηθούν οι Ιαπωνικές
αρχές την ύπαρξη και τη δράση των Χριστιανών.
Πρώτο
συνέλαβαν τον Ιωάννη Σακάι. Κατά την εξέταση επιχείρησε
να μιλήσει στους ανακριτές του περί Χριστού, εκείνοι
όμως τον διέκοψαν και διέταξαν την άμεση φυλάκισή του.
Κλείστηκε στις εγκληματικές φυλακές, σε ένα μικρό χώρο
δεκαπέντε τετραγωνικών μέτρων, όπου ήδη έμεναν δεκαπέντε
άτομα. Για την προσευχή του κατασκεύασε μικρό σταυρό από
ένα είδος χόρτου, και «κομποσχοίνι», για την κατασκευή
του οποίου χρησιμοποίησε κλωστή από τα ενδύματα του και
σβώλους από μαγειρεμένο ρύζι. Μετά από λίγο κλήθηκαν
στην αστυνομία οι δύο Ορθόδοξοι κήρυκες, ο Παύλος
Τσούντα και ο Ματθαίος Καγκέτα. Η ανάκριση έγινε σε ένα
θάλαμο βασανιστηρίων κοινών εγκληματιών, όπου και μόνο η
θέα των βασανιστικών μηχανών προκαλούσε ρίγος.
Η
ανάκριση του Τσούντα είναι χαρακτηριστική τόσο της
νοοτροπίας των διοικητών, όσο και της ωριμότητος των
Χριστιανών και αποκαλύπτει: Τη θετικότητα και την
ευστροφία του απολογουμένου, καθώς και την πίστη και την
αφοσίωσή του στην Ορθοδοξία. Κανένα αίσθημα μειονεξίας
απέναντι στο κράτος και την ασκούμενη βία· η απόφασή του είναι όχι μόνο να
μείνει πιστός, αλλά και να εργασθεί ιεραποστολικά σε
ολόκληρη την Ιαπωνία. Για να διευκολύνει τους ανακριτές
του, είπε ότι η θρησκεία του Ιησού, στην οποία αυτός
πιστεύει, ασφαλώς είναι κάτι άλλο από εκείνο που οι
παλαιοί νομοθέτες είχαν απαγορεύσει. Δείχνει ακόμη ότι
στη δυναμική τάξη των σαμουράι, που ενδιαφερόταν για το
μέλλον της Ιαπωνίας, ιδιαίτερη εντύπωση έκανε το
γεγονός, ότι η θρησκεία του Ιησού βοήθησε τις χώρες της
Ευρώπης και της Αμερικής στην πολιτιστική τους
πορεία[49]. ["Ν": διαβάστε στην υποσημείωση το συνταρακτικό διάλογο].
Η
ανάκριση δεν διήρκεσε πολύ·
ο σκοπός της ήταν προδιαγεγραμμένος: οι δύο κήρυκες
καταδικάσθηκαν. Επειδή ανήκαν στην προνομιούχο τάξη των
σαμουράι οδηγήθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές, εν
αναμονή οριστικότερης δίκης. Ο Τσούντα είχε κρυμμένα στο
στήθος του τμήματα της Αγίας Γραφής, αλλά ανέβαλε να τα
χρησιμοποιήσει από φόβο μήπως κατασχεθούν. Αργότερα
επετράπη να τους φέρουν λίγα βιβλία και τότε ο
φυλακισμένος σαμουράι βρήκε την ευκαιρία να βγάλει από
το στήθος του τα χειρόγραφα αποσπάσματα της Αγίας
Γραφής. Τον αντιλήφθηκαν όμως και του αφαίρεσαν όλα τα
χαρτιά που είχε μαζί του. Η περίοδος της φυλακής πέρασε
με προσευχή, ύμνους, συζητήσεις. Βλέποντας οι
διοικούντες ότι οι προσπάθειές τους να μεταπείθουν τους
φυλακισμένους παρέμεναν άκαρπες, απευθύνθηκαν στο
υπουργείο Δικαιοσύνης για να ζητήσουν οδηγίες. Η αναφορά
τους συνέπεσε να φθάσει μετά την υπόθεση της Σεντάι και
έτσι εστάλη και στο Χακοντάτε παρόμοια εντολή απολύσεως.
Η αποφυλάκιση έγινε την 1η Μαΐου του 1872[50].
Δεν
άφησαν όμως τους τρεις κήρυκες να παραμείνουν στο
Χακοντάτε. Για τους δύο σαμουράι κάλεσαν ειδικό
απεσταλμένο από τη Σεντάι για να τους παραλάβει και τα
τους οδηγήσει στα χωριά τους με τη ρητή εντολή να
διακόψουν κάθε είδους Χριστιανική δράση. Τον Σακάι, ο
οποίος δεν ήταν σαμουράι, τον έστειλαν βορείως τής
Σεντάι, υπό την αυστηρή επιτήρηση ενός συγγενούς του.
Εντούτοις και οι τρεις, παρά τις απειλές, συνέχισαν την
ιεραποστολική τους δραστηριότητα. Το περιβάλλον όμως
άρχισε να γίνεται εχθρικό. Οι συμπολίτες του Σακάι ήσαν
απρόθυμοι να ακούσουν για μία θρησκεία που είχε
προξενήσει στον ίδιο τόσες ταλαιπωρίες, ενώ, κατά την
αντίληψή τους, η θρησκεία έπρεπε να είναι καταφύγιο
ειρήνης και ασφάλειας και όχι πηγή δοκιμασιών. Προ των
δυσκολιών αυτών στο περιβάλλον του ο Σακάι έστρεψε την
προσοχή του προς τα γειτονικά χωριά. Σε ένα από αυτά
κατόρθωσε να επηρεάσει βαθιά ένα νέο ονομαζόμενο Σέμπα,
ο οποίος αργότερα βαπτίσθηκε στο Τόκιο[51].
Ο
χειμώνας των αντιδράσεων κατά την πρώτη αυτή εποχή ήταν
βαρύς, αλλά η Ορθοδοξία είχε ρίξει γερές ρίζες στην
ιαπωνική γη. Παρά τις αυστηρές απαγορεύσεις του κράτους,
υπήρχαν στο τέλος της πρώτης δεκαετίας σημαντικοί
πυρήνες Ορθοδόξων στο Χακοντάτε, τη Σεντάι και το Τόκιο.
Την 31η Μαρτίου 1873 ανακλήθηκε η απαγόρευση της
Χριστιανικής θρησκείας στην Ιαπωνία[52]. Μια νέα
περίοδος άρχιζε για τη μετάδοση του ευαγγελίου της
ειρήνης στην ανήσυχη αυτή περιοχή του Ειρηνικού.
Σημειώσεις:
21.
Μ.
Anesaki,
μν.
έργ.,
σ.
338.
22.
Η. Kishimoto,
μν.
έργ.,
σ.
182-183. Mc Coy,
μν.
έργ.,
σ.
164.
23.
Ο αυτοκράτορας Μεΐζι το έτος 1868
κατόρθωσε να καταργήσει τη στρατιωτική εξουσία του
Σογκούν και να συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια του,
μετέφερε δε την έδρα του από το Κιότο στο Τόκιο.
24.
Mc Coy,
μν. έργ., σ. 164.
25.
Η εξιστόρηση που ακολουθεί στηρίζεται βασικά στο έργο
του Cary, το οποίο, όπως
αναφέρθηκε (σημ. 11), έχει ενσωματώσει την ιστορία της
Ορθόδοξης Ιεραποστολής που γράφηκε στην ιαπωνική από
αυτόπτες μάρτυρες (Nihon Seikyo Dendo Shi). Προς
επίρρωση μόνο ορισμένων πληροφοριών προσθέτουμε κάποιες
παραπομπές σε άλλους συγγραφείς. Ο Cary διευκρινίζει ότι
παραθέτει συχνά αυτούσιο το υλικό της πηγής του:
εξιστορεί απλώς τα γεγονότα «συνήθως με τις λέξεις των
ίδιων των πρωταγωνιστών ή με τις χρησιμοποιούμενες από
συγγράφεις που ανήκουν στην ίδια κοινότητα» (μν. έργ.,
τόμ. I, σ. 6. Παράβαλλε Η. Kishimoto, μν. έργ., σ. 182).
(...)
38. Σημαντική αναγέννηση του
Σιντοϊσμού παρουσιάσθηκε κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Οι
πρωταγωνιστές της τόνιζαν την απόλυτη υπακοή στους θεούς
και τον αυτοκράτορα, καθώς και την ανάγκη αποδεσμεύσεως
από τις βουδδιστικές διδασκαλίες. Παράλληλα τονιζόταν η
υπεροχή της Ιαπωνικής φυλής και το δικαίωμα απόλυτης
κυριαρχίας του αυτοκράτορα. Οι ιδέες αυτές προλείαναν το
έδαφος για την παλινόρθωση της αυτοκρατορικής εξουσίας
κατά το β' ήμισυ του 19ου αιώνα (Μ. Eder, «Japan»,
Religion in Geschichte und Gegenwart, , εκδ. 3η, τόμ.
III,
στ. 540).
39. M. Anesaki,
μν.
έργ.,
σ.
337.
40. O. Cary, μν. έργ., σ.
394-395.
41. Οι διάφορες προπαγανδιστικές
φήμες και οι σκληρές τιμωρίες εναντίoν τών Χριστιανών
είχαν συντελέσει στο να δημιουργηθεί η αντίληψη στα
λαϊκά στρώματα ότι «ο Χριστιανισμός ήταν είδος μαγείας»
(Η. Kishimoto, μν. έργ., σ. 183).
42.
O. Cary, μν. έργ., σ.
395-396. J. Glazik, μν. έργ., σ. 185. Ο τελευταίος
σημειώνει ότι μαζί με τον Σαβάμπε συνελήφθησαν οκτώ
ακόμη Χριστιανοί και 120 τέθηκαν υπό τη φύλαξη των
συγγενών τους.
43.
O. Cary, μν. έργ., σ.
397.
44.
O. Cary, μν. έργ., σ.
398.
45.
Mc
Coy, μν. έργ., σ. 165.
46. G. K. Piovesana, "La
mission russe au Japon", Église Vivante, 12 (1960),
σ.
423. Glasik,
μν.
έργ.,
σ.
186.
47.
O. Cary, μν. έργ., σ.
398-399.
48. Βλ. σημ. 5 και 38.
49.
O. Cary, μν. έργ., σ.
399-400, ο οποίος, υπενθυμίζουμε στηρίχθηκε σε Ιαπωνικές
πηγές, ενδεχομένως των ίδιων των πρωταγωνιστών,
διηγείται την ανάκριση ως εξής:
«— Για
ποιο λόγο ήρθες σ' αυτή την πόλη;
Ήρθα,
απάντησε ο Τσούντα, για να σπουδάσω τη Ρωσική γλώσσα.
—Μ’ αυτό
το πρόσχημα σπουδάζεις συγχρόνως τον Χριστιανισμό·
γιατί;
—Στις
μέρες μας, που η Ιαπωνία έχει σχέσεις με άλλα έθνη,
είναι φυσικό να μας ρωτούν οι ξένοι, για ποιο λόγο έχει
απαγορευθεί η θρησκεία τους. Μου φάνηκε ότι η αδυναμία
να δώσω μια εξήγηση, θα αποτελούσε ντροπή για μένα και
για τη χώρα μου. Κατόπιν τούτου σκέφθηκα ότι είναι
απαραίτητο να εξετάσω τις διδασκαλίες τους. Άρχισα τη
μελέτη και σύντομα ανακάλυψα ότι δεν υπήρχε τίποτε που
να δικαιολογεί τόση αντίδραση. Η θρησκεία, στην οποία
αναφερόταν η απαγόρευση αυτή, πρέπει να είναι κάτι το
εντελώς διαφορετικό από τη θρησκεία του Ιησού, που η
υπέροχη διδασκαλία της έφερε τις χώρες της Ευρώπης και
της Αμερικής στο σημερινό επίπεδο του πολιτισμού.
Πεπεισμένος για την αλήθειά της αποφάσισα να τη μελετήσω
περισσότερο.
— Αυτή η
θρησκεία του Ιησού, όπως την ονομάζεις, είναι ακριβώς η
ίδια με τον Χριστιανισμό, τον οποίο απαγορεύουν αυστηρώς
τα διατάγματα σε ολόκληρη τη χώρα;
— Ασφαλώς
γνωρίζω τι αναφέρουν αυτά τα διατάγματα· επιπλέον από την παιδική μου ηλικία
έχω γνωρίσει τον Σιντοϊσμό, τον Κομφουκιανισμό, καθώς
επίσης και τον Βουδδισμό, ο οποίος υπήρξε η θρησκεία της
οικογενείας μου. Αφ’ ότου όμως για πρώτη φορά βρήκα την
οδό της σωτηρίας και της δικαιοσύνης στη θρησκεία του
Ιησού, επιθύμησα να διδαχθώ όσο το δυνατόν περισσότερα
γι' αυτήν.
— Εφόσον
είσαι φοιτητής, υπάρχουν ενδεχομένως μερικοί λόγοι για
να κάνεις έρευνα για τον Χριστιανισμό· αλλά γιατί τον
διδάσκεις και στους άλλους;
— Ο
Ιησούς είπε, ότι πρέπει να κάνουμε και τους άλλους
συμμετόχους των δωρεών που επιθυμούμε για τον εαυτό μας.
Συνεπώς, ο πόθος μου είναι, να διδάξω αυτήν τη θρησκεία
όχι μόνο στο Χακοντάτε, αλλά σε όλες τις περιοχές της
Ιαπωνίας.
— Οι
άνθρωποι του Χακοντάτε έχουν μικρή μόρφωση. Μέχρι τώρα
έχουν μείνει ικανοποιημένοι από τον Βουδδισμό. Να τους
διδάξει κανείς κάτι νέο, και αν ακόμη είναι ενδεχομένως
καλό καθ’ εαυτό, θα τους δημιουργήσει μόνο σύγχυση.
Ο Τσούντα
φάνηκε να ερεθίστηκε από αυτές τις λέξεις και είπε:
— Η
νοημοσύνη και η έλλειψη νοημοσύνης εξαρτώνται κατά πολύ
από τη βαθμίδα εκπαιδεύσεως στην οποία φθάνει κανείς.
Κατά συνέπεια επιθυμώ ιδιαίτερα να διδάξω αυτούς που
βρίσκονται σε άγνοια.
Ο
ανακριτής, ο οποίος φαινόταν να αναζητεί κάποια βάση για
να διατυπώσει την καταδικαστική απόφαση, τόνισε και
πάλι:
— Η
θρησκεία του Ιησού είναι ασφαλώς η ίδια με εκείνη που
από καιρό απαγορεύεται.
—
Απαγορεύεται διότι είναι καλή ή διότι είναι κακή; ρώτησε
ο Τσούντα, σκεπτόμενος ότι, εάν η απάντηση ήταν ότι
είναι κακή, θα ρωτούσε ποια σημεία της είναι τα κακά·
εάν ομολογείτο ότι η διδασκαλία της είναι καλή, θα
ρωτούσε γιατί τότε διώκεται.
Ο
ανακριτής όμως ζύγισε την ερώτηση και απλώς είπε:
— Ο νόμος
είναι νόμος και συ, ως παραβάτης του νόμου, θα έπρεπε να
τρέμεις στη σκέψη της αδικοπραγίας σου.
— Δεν έχω
τη συνείδηση, απάντησε ο Τσούντα, ότι είμαι παραβάτης
του νόμου, διότι δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να μελετώ
μια καλή θρησκεία».
50. Ο. Cary, μν. έργ., σ. 401. Ο Glazik σημειώνει:
Ιούνιος 1872. Ορθότερη η ημερομηνία που αναφέρει ο Cary.
51. Ο.
Cary, μν. έργ., σ.
401-402.
52.
J.
lazik,
μν. έργ., σ. 185. Παράβαλλε Κ.
S.
Latourette,
μν. έργ., σ. 377.
Δείτε επίσης, παρακαλώ:
Γενικά περί Ιεραποστολής
Εμπειρίες Μεταστροφής
Ιστορία της Χριστιανικής επέκτασης
Η Ορθοδοξία σε διάφορες χώρες
Ιαπωνία
1ο Μέρος: Ιστορία τής Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Ιαπωνία: Εισαγωγικά
2ο Μέρος: Το πολιτικό και πνευματικό κλίμα στην Ιαπωνία κατά την άφιξη τού π. Νικολάου Κασάτκιν
3ο Μέρος: Υπομονητική προετοιμασία και «μαρτύρια» κατά το ξεκίνημα τής Ιεραποστολής στην Ιαπωνία
4ο Μέρος: Αυτοδύναμη ανάπτυξη τού πρώτου πυρήνα τών Σαμουράι
5ο Μέρος: Μετάβαση τού π. Νικολάου Κασάτκιν στη Ρωσία
6ο Μέρος: Μεταφορά τού Ορθοδόξου Ιεραποστολικού κέντρου στο Τόκιο
7ο Μέρος: Διωγμοί Χριστιανών στη Σεντάι και το Χακοντάτε κατά το δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα
8ο Μέρος: Συμπερασματικά σχόλια για τη Θεολογία της Ιεραποστολής με βάση την Ιεραποστολή στην Ιαπωνία
9ο Μέρος: Η έναρξη συστηματικής ιεραποστολικής εργασίας στην Ιαπωνία
10ο Μέρος: Προσαρμογή του Χριστιανισμού στην Ιαπωνική πραγματικότητα στις αρχές τού 20ού αιώνα
11ο Μέρος: Το μυστικό της Ιεραποστολική επιτυχίας τού αγίου Αρχιεπισκόπου Νικολάου Κασάτκιν
Ο Χριστός στα βάθη της Ασίας (ενότητα)
Νέα Υόρκη: ο Ιάπωνας ζητιάνος που έγινε Ορθόδοξος μοναχός! (με πολλά links)
Orthodox Church and Southeast Asia (σημαντική ανάρτηση με ιστότοπους κ.τ.λ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου