Του π. Στεφάνου Φρήμαν / Μετάφραση: Κ.Ν.
Την περίοδο των Χριστουγέννων, η Παναγία τυγχάνει κάποιας προσοχής στον ευρύτερο σημερινό πολιτισμό. Μια γυναίκα γεννάει κάτω από δύσκολες συνθήκες: μητέρα, βρέφος, βόδι και γαϊδούρι, φάτνη - μια πολύ συγκινητική σκηνή. Γρήγορα όμως σβήνει από την σκηνή, διότι περίπου πέντε αιώνες πολιτισμού φοβήθηκαν απελπισμένα πως θα τραβούσε υπερβολικά την προσοχή.
Με αυτό το σκεπτικό, είναι λίγο-πολύ απούσα από το Πάσχα: εκεί έχουμε κόκκινα αυγά, σοκολάτες, κουνελάκια, και την Ανάσταση του Χριστού (μαζί με καινούργια ρούχα και τα συναφή), όμως η Μαρία δεν φαίνεται να έχει κάποια θέση στην πασχαλινή φαντασία του πολιτισμού μας. Κάποια από τα προαναφερόμενα είναι αναμφίβολα το αποτέλεσμα 500 ετών ενός κυρίαρχου αντι-Παπικού Προτεσταντισμού. Πρέπει να αναφέρεται η Μαρία τα Χριστούγεννα, αλλά μπορεί άνετα να παραγκωνισθεί το Πάσχα.
Εκτός αν είσαι Ορθόδοξος.
Στην Ορθοδοξία, στην ουσία δεν υπάρχει διδασκαλία για τον Χριστό η οποία να μην δίνει σημασία στην Μητέρα Του. Δεν υπάρχει διδασκαλία σχετική με τον Ιησού που να μην δίνει σημασία στην ανθρώπινη πλευρά Του, η οποία ανθρώπινη πλευρά Του απαιτεί να Την μνημονεύουμε. Όταν η Σύνοδος του 431 (3η Οικουμενική) ανακήρυξε τη Μαρία ως «Θεοτόκο» («Γεννήτρια του Θεού») ήταν λόγω της ανησυχίας μήπως διαστρεβλωθεί η πλήρης αλήθεια του ποιος είναι ο Χριστός. Το μυστήριο της Ενσάρκωσης (ορθά κατανοητό) καθιστά δυνατό να ομολογείται ο παράδοξος τίτλος «Θεο-Γεννήτρια» (όχι απλώς «Χριστο-Γεννήτρια»). Ο Χριστός είναι πλήρως Θεός και πλήρως άνθρωπος. Αυτός που γεννήθηκε από τη Μαρία ήταν Θεός και άνθρωπος. Ο Θεός γεννήθηκε από Εκείνη.
Αυτό αντηχεί και στον προφητικό λόγο που ειπώθηκε στη Μαρία όταν έφερε τον Ιησού στο Ναό 40 ημέρες μετά τη γέννησή Του (σύμφωνα με τον Νόμο). Ο Προφήτης Συμεών, κρατώντας το παιδί στην αγκαλιά του, είπε στη μητέρα Του:
«και ευλόγησεν αυτούς Συμεών και είπεν προς Μαριάμ την μητέρα αυτού· ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον. Και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί». (Λουκ. 2:34-35).
Τα λόγια του Προφήτη μιλούν για «ρομφαία» (σπαθί). Πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο από μια υπόδειξη πως αυτό που πρόκειται να συμβεί στον Υιόν της θα Την πληγώσει. Δεν Της είπε απλώς: «Θα Σε στενοχωρήσει». Το μαρτύριο του Χριστού πάνω στον Σταυρό είναι εξίσου το σπαθί που διαπερνά την ψυχή της Μαρίας. Η Μαρία είναι η πρώτη Χριστιανή, η πρώτη που πίστεψε τον λόγο σχετικά με τον Υιό Της. Το μαρτύριό Του είναι και δικό της μαρτύριο. Το μαρτύριό Του επρόκειτο να γίνει και δικό μας μαρτύριο. Εάν έχετε ενωθεί με τον σταυρωμένο Χριστό, τότε, σε κάποιο βαθμό, και η δική σας ψυχή θα έχει διαπερασθεί από το σπαθί που διαπέρασε την ψυχή της Μαρίας.
Ο Απόστολος Παύλος μας λέει: «Έχω σταυρωθεί με τον Χριστό, ωστόσο ζω. Όχι όμως εγώ, αλλά ο Χριστός ζει μέσα μου, ο Οποίος με αγάπησε και έδωσε τον εαυτό Του για μένα». Η Μαρία είναι η πρώτη από όσους έχουν συσταυρωθεί με τον Χριστό.
Η άγνοιά μας για τέτοια πράγματα (ή η λήθη μας), μάς ενθαρρύνει να ξεχάσουμε πως η μαθητεία μας χαρακτηρίζεται από τον Σταυρό και ορίζεται από την κοινωνία μας με τον Εσταυρωμένο Κύριο. Πάρα πολύ εύκολα, η ανάσταση του Ιησού δεν μάς «λέει» κάτι περισσότερο από μια υπόσχεση για ζωή μετά τον θάνατο («ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε για να πάω εγώ στον παράδεισο»). Αν και είναι κάπως αληθής αυτή η σκέψη, παρά ταύτα, αποτελεί σοβαρή υποβάθμιση του Ευαγγελίου.
Ενώ ο Χριστός βρισκόταν πάνω στον Σταυρό, οι σκέψεις Του είχαν στραφεί στη Μητέρα Του. Εκείνος υπομένει το μαρτύριο και τον εξευτελισμό της σταύρωσης· Εκείνη συμμετέχει στον εξευτελισμό αυτό, και ως εκ τούτου, ένα σπαθί διαπερνά την δική Της ψυχή. Ο Χριστός Την παραδίδει στην φροντίδα του Αγίου Ιωάννη, «τού αγαπημένου Του μαθητή». Δεν ζητά από τον Ιωάννη απλώς να Την φροντίζει, αλλά του λέει: «Ιδού η μητέρα σου». Ο Ιωάννης οφείλει πλέον να είναι και δικός Της υιός
Παρεμπιπτόντως, αυτό υποστηρίζει την διδασκαλία της Εκκλησίας, πως ο «αδελφός και οι αδελφές του Χριστού» δεν ήσαν βιολογικά τέκνα της Μαρίας. Αν ήταν όντως δικά Της, θα ήταν δική τους και η παραδοσιακή υποχρέωση να Την αναλάβουν μετά τον θάνατο του Ιησού.
Καθώς η Εκκλησία εισέρχεται στα βαθειά της Μεγάλης Εβδομάδας και πλησιάζει τον θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου, την Θεοτόκο την έχει συνεχώς κατά νουν. Σε αυτό που γίνεται λειτουργική κορύφωση, η Εκκλησία συγκεντρώνεται γύρω από την εικόνα του Επιταφίου στο κέντρο του Ναού. Αφού τελεσθεί η ανάμνηση του μαρτυρίου και του θανάτου του Χριστού, το ταφικό σάβανο έχει τοποθετηθεί εκεί για να το προσκυνήσουν οι πιστοί. Έτσι προσφέρουν και τους δικούς τους θρήνους.
Σε αυτή την τελευταία στιγμή, καθώς ο ιερέας στέκεται μπροστά στην επιτάφια εικόνα, ακούμε τους εξής στίχους από τους ψάλτες:
«Μη εποδύρου μου Μήτερ, καθορώσα εν τάφω, ον εν γαστρί άνευ σποράς, συνέλαβες Υιόν· αναστήσομαι γαρ και δοξασθήσομαι, και υψώσω εν δόξη, απαύστως ως Θεός, τους εν πίστει και πόθω σε μεγαλύνοντας.
Δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι.
(Μη με θρηνείς, Μητέρα Μου, βλέποντας μέσα στον τάφο τον Υιό που συνελήφθη μέσα στην μήτρα χωρίς σπόρο, διότι θα αναστηθώ και θα δοξασθώ, και θα εξυψώσω ένδοξα όλους όσους θα Σε μεγαλύνουν με πίστη και αγάπη.
Δόξα σε Σένα, Θεέ μας, δόξα σε Σένα!)
Επί τω ξένω σου τόκω, τας οδύνας φυγούσα, υπερφυώς εμακαρίσθην, άναρχε Υιε· νυν δε σε Θεέ μου, άπνουν ορώσα νεκρόν, τη ρομφαία τής λύπης, σπαράττομαι δεινώς· αλλ ανάστηθι, όπως μεγαλυνθήσωμαι.
(Έχοντας γλιτώσει από τους πόνους κατά την παράδοξη γέννα Σου, μακαρίσθηκα υπερφυώς, ω Άναρχε Υιε μου. Όμως τώρα, βλέποντάς Σε, Θεέ μου, νεκρό και χωρίς πνοή, σπαράζω με πολύ πόνο από το ξίφος της λύπης. Αλλά ανάστα, ώστε να μεγαλυνθώ.
Δόξα σε Σένα, Θεέ μας, δόξα σε Σένα!)
Γη με καλύπτει εκόντα, αλλά φρίττουσιν Άδου, οι πυλωροί, ημφιεσμένον βλέποντες στολήν, ημαγμένην Μήτερ, τής εκδικήσεως· τους εχθρούς εν Σταυρώ γαρ, πατάξας ως Θεός, αναστήσομαι αύθις και μεγαλύνω σε.
Δόξα Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Με την δική Μου θέληση με σκεπάζει η γη, ω Μητέρα, όμως οι φύλακες του Άδη τρέμουν βλέποντάς με ντυμένο με τα αιματοβαμμένα ενδύματα της εκδίκησης. Αφού έχοντας νικήσει ως Θεός τους εχθρούς μου σταυρωμένος, θα αναστηθώ αμέσως και θα Σε μεγαλύνω.
Δόξα στον Πατέρα και στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντα και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.)
Αγαλλιάσθω η κτίσις· ευφραινέσθωσαν πάντες οι γηγενείς· ο γαρ εχθρός εσκύλευται Άδης· μετά μύρων γυναίκες προσυπαντάτωσαν· τον Αδάμ συν τη Εύα, λυτρούμαι παγγενή· και τη τρίτη ημέρα εξαναστήσομαι.
(Ας χαίρεται η δημιουργία, ας ευφρανθούν όλοι οι γεννημένοι στη γη, γιατί ο εχθρός Άδης λεηλατήθηκε· γυναίκες με μύρο ας έρθουν να με προϋπαντήσουν, διότι θα λυτρώσω τον Αδάμ και την Εύα και όλους τους απογόνους τους, και την τρίτη μέρα θα αναστηθώ.)
«Μη εποδύρου μου Μήτερ, καθορώσα εν τάφω, ον εν γαστρί άνευ σποράς, συνέλαβες Υιόν· αναστήσομαι γαρ και δοξασθήσομαι, και υψώσω εν δόξη, απαύστως ως Θεός, τους εν πίστει και πόθω σε μεγαλύνοντας.
Δόξα σοι, ο Θεός ημών, δόξα σοι.
(Μη με θρηνείς, Μητέρα Μου, βλέποντας μέσα στον τάφο τον Υιό που συνελήφθη μέσα στην μήτρα σου χωρίς σπόρο, διότι θα αναστηθώ και θα δοξασθώ, και θα εξυψώσω ένδοξα όλους όσους θα Σε μεγαλύνουν με πίστη και αγάπη.
Δόξα σε Σένα, Θεέ μας, δόξα σε Σένα!)
Οι στίχοι αυτοί είναι ένας διάλογος μεταξύ του Χριστού και της Μητέρας Του, καθώς συνάγει - μέσα στην συμπόνια την δική Του - Εκείνη, της οποίας η καρδιά είχε τρυπηθεί με το σπαθί του εξευτελισμού και της θλίψης. Της δίνει κουράγιο, με την υπόσχεση πως θα αναστηθεί και θα Την δικαιώσει. Θα δοξασθεί, και θα Την μεγαλύνει. Η πίστη, η ταπεινοφροσύνη και η υπακοή Της θα δικαιωθούν, ενώπιον όλου του κόσμου: «από του νυν μακαριούσιν Με πάσαι αι γενεαί» (Λουκάς 1: 48).
Εκείνη απαντά, ενθυμούμενη το μυστήριο της «παράξενης γέννησης» του Υιού Της. Αν και τώρα βλέπει το σώμα Του να βρίσκεται «νεκρό και χωρίς πνοή», Τον προτρέπει να αναστηθεί.
Αυτός ανταπαντά πως «καλύπτεται από τη γη» με το «δικό Του θέλημα». Δεν είναι θύμα κανενός, αλλά κάνει αυτό ακριβώς που είχε γεννηθεί να κάνει. Και τώρα, είναι ντυμένος με τα «αιματοβαμμένα ενδύματα της εκδίκησης». Νικώντας τους εχθρούς διά του Σταυρού, θα αναστηθεί και θα Την μεγαλύνει.
Κλείνοντας, επαναλαμβάνει τον αρχικό στίχο. Στην επανάληψη του «αναστήσομαι γαρ», ο Ιερέας παίρνει το επιτάφιο σάβανο και το πηγαίνει στην Αγία Τράπεζα. Οι πόρτες είναι κλειστές και κάθε φως, κάθε κερί μέσα στον Ναό, σβήνονται. Η Εκκλησία περιμένει εν σιωπή. Η Μαρία περιμένει. Όλη η δημιουργία κρατά την ανάσα της.
Χαμηλόφωνα, ο Ιερέας αρχίζει να ψάλλει, «Την Ανάστασή σου, Χριστέ Σωτήρ ημών, οι άγγελοι στον ουρανό ψάλλουν…» Σε λίγο θα βγει κρατώντας το πρόσφατα αναμμένο φως το οποίο μεταλαμπαδεύεται σε όλους.
Η ανάστασή Του είναι μια δικαίωση της Μητέρας Του. Είναι εξ ίσου η δικαίωση κάθε πιστού, αφού κι εμείς σταθήκαμε σιωπηλοί δίπλα στον τάφο, προσκυνώντας το νεκρό σώμα Του. Και εμείς, επίσης, είχαμε κάποιο μερίδιο στον εξευτελισμό Του - είτε από άλλους, είτε μας επιβλήθηκε λόγω της δικής μας απιστίας και αμφιβολίας: (έκανα λάθος που πίστεψα, Κύριε; Με έχεις ξεχάσει; Είμαι περικυκλωμένος από τους εχθρούς μου και με εμπαίζουν. Πού είσαι, Κύριε;)
«Θα αναστηθώ», μας απαντά ο Χριστός.
Η Μητέρα Του Τον είδε. Τον είδε η Μαρία η Μαγδαληνή. Τον είδαν ο Πέτρος και ο Ιωάννης. Μετά οι δώδεκα. Ύστερα ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Αργότερα, περισσότεροι από 500. Εμφανίσθηκε ακόμα και στον Παύλο, σαν σε κάποιον που γεννήθηκε εκτός χρόνου.
Αυτοί άρχισαν την πομπή που συνεχίζει να κυκλώνει τη γη, ψάλλοντες «Αξίωσέ μας επί της γης να Σε δοξάζουμε με καθαρότητα καρδιάς».
Επικεφαλής της πομπής αυτής είναι η Μητέρα Του – η οποία πλέον δικαιώνεται και μεγαλύνεται από όλους. Είπε την αλήθεια. Γέννησε τον Θεό Λόγο. Εμείς Την ονομάζουμε «Κεχαριτωμένη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου