Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Ο άγιος της 29ης Φεβρουαρίου


Ποιος άγιος γιορτάζει στις 29 Φεβρουαρίου;
Γιορτάζουν αρκετοί άγιοι, όπως μπορείτε να δείτε εδώ. Αλλά ο πιο γνωστός είναι ο άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος, ένας μεγάλος διδάσκαλος του χριστιανικού πνευματικού αγώνα, που έζησε τον 4ο & 5ο αιώνα μ.Χ. Όπως και σε κάθε άγιο, θα του άξιζε ένα μεγάλο αφιέρωμα - αντί γι' αυτό, ως μικροί που είμαστε, του κάνουμε ένα μικρό. Μακάρι να έχουμε τις πρεσβείες του προς το Θεό, και εμείς και ο δυτικός κόσμος, για τον οποίο η παρουσία του ήταν καθοριστική.
Σημ.: όταν ο Φλεβάρης δεν έχει 29 μέρες, η γιορτή του αγίου μεταφέρεται στις 28 του μηνός.

O βίος του Οσίου Κασσιανού του Ρωμαίου

Μια βαθιά πνευματική προσωπικότητα, που αυγάζει στο στερέωμα της εν ουρανοίς θριαµβεύουσας Εκκλησίας και κοσμεί τη χορεία των αγίων της Ορθοδοξίας, είναι ο Αββάς Κασσιανός.

Γεννήθηκε  γύρω στο 360 µ.Χ στη Μικρή Σκυθία (Ντόμπροτζεα της σημερινής Ρουμανίας). Του αποδίδεται και το όνομα Ιωάννης, που μάλλον ήταν το βαπτιστικό ή το μοναχικό του όνομα, και Κασσιανός πρέπει να ήταν μάλλον το προσωνύμιό του. Όπως ο ίδιος µας πληροφορεί «από την τρυφερή ηλικία διδάχθηκε να παίρνει μεγάλες αποφάσεις» και «από την παιδική ηλικία έζησε μεταξύ των μοναχών». Κατά την πρώιμη νεανική ηλικία ο Άγιος Κασσιανός μαζί με τον αδελφικό του φίλο Γερμανό αποφάσισαν να ακολουθήσουν την μοναχική ζωή και εγκαταστάθηκαν σε κάποια Μονή της Βηθλεέμ, κατά πάσα πιθανότητα στο ονομαστό για την πνευματικότητά του Κοινόβιο του Αγίου Ιερωνύμου, κοντά στο Σπήλαιο της Γεννήσεως, «όπου», όπως γράφει ο ίδιος, «ο Κύριός µας συγκατέβη να γεννηθεί από την Παρθένο». Στην πνευματική αυτή εστία βρήκαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις που θα ευόδωναν τον ιερό σκοπό της ζωής τους. Από εκεί ήρθαν σε επαφή με τον ακμάζοντα μοναχισμό της Παλαιστίνης, της Συρίας και της Μεσοποταμίας, τον οποίο είχε κατά κύριο λόγο υπόψη του ο Άγιος, όταν συνέτασσε τους «Κοινοβιακούς Κανονισμούς».


Ύστερα από μερικά χρόνια Κασσιανός και Γερμανός εξέφρασαν την επιθυμία στους προεστώτες του Κοινοβίου τους να επισκεφθούν τους αναχωρητές της Αιγύπτου, για να αποκομίσουν από τη γνωριμία αυτή πνευματική βοήθεια. Το αίτημά τους έγινε δεκτό με την προϋπόθεση να επιστρέψουν και πάλι στη Μονή της μετανοίας τους. Όταν έφθασαν στην Αίγυπτο συνάντησαν τον Επίσκοπο της Πανεφώ (Πανέφυσις) Αρχίβιο, ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε το σκοπό της επισκέψεώς τους, τους συμβούλευσε, πριν προχωρήσουν στις μεγάλες ερήμους της ενδοχώρας, να επισκεφθούν πρώτα τους αναχωρητές που ζούσαν στα περίχωρα της Πανεφώ, πάνω σε κάποια ξερονήσια. Δέχτηκαν με χαρά την πρότασή του και με τη δική του καθοδήγηση ξεκίνησαν, διασχίζοντας μονότονους βαλτότοπους, να συναντήσουν τους ασκητές.


Η περιοδεία τους συνεχίστηκε σε πολλές σκήτες, μοναστήρια και ερημητήρια, όπου κάθε άγιος γέροντας είχε να τους προσφέρει πλούσια πνευματική τροφοδοσία. Οι συζητήσεις και η έντονη ασκητική ζωή των πατέρων που συνάντησαν, τους οδήγησαν πολλές φορές στον πειρασμό να επιθυμήσουν να παραμείνουν εκεί μαζί τους και να μην επιστρέψουν στη Μονή της μετανοίας τους, όπως είχαν υποσχεθεί. Οι συμβουλές όμως των πατέρων που συνάντησαν τους στήριξαν στην υπακοή και στην τήρηση της εντολής που είχαν λάβει.Έτσι επέστρεψαν στη Βηθλεέμ, στη Μονή τους, και εκεί επιβραβεύτηκε η υπακοή τους. Ύστερα από λίγο πήραν και πάλι ευλογία να επισκεφθούν για δεύτερη φορά την Αίγυπτο, αλλά αυτή τη φορά τους αναχωρητές στα βάθη της ερήμου. Εκεί στην έρημο της Σκήτης, στην κοιλάδα της Νιτρίας, ο Όσιος Αµµούν, σύγχρονος και φίλος του Μεγάλου Αντωνίου, είχε οργανώσει τη μοναχική πολιτεία κατά τον 4ο αι. µ.Χ. και «επόλησεν
[=μετέτρεψε σε πόλη] αυτήν την περιοχήν της κάτω Αιγύπτου, όπως ο Άγιος Αντώνιος την Θnβαΐδα», κατά τον Παλλάδιο. Συνάντησαν εκεί μεγάλους ασκητές, όπως τον Αββά Μωυσή, τον Αββά Παφνούτιο, τον Αββά Σεραπίωνα, τον Αββά Ισαάκ, με τους οποίους συνομίλησαν για ένα πλήθος πνευματικών θεμάτων της χριστιανικής ζωής.

Θεολογικές αναταραχές που προκλήθηκαν εξ αφορμής της αιρέσεως του ανθρωποµορφισµού, ανάγκασαν τους δύο μοναχούς να φύγουν από την Αίγυπτο και να πάνε στην Κωνσταντινούπολη, στης οποίας τον Πατριαρχικό θρόνο ήταν
ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο Άγιος πήρε υπό την προστασία του τους νεαρούς μοναχούς, ενώ εκείνοι σαγηνεύτηκαν από το μεγαλείο της προσωπικότητάς του. Ο Κασσιανός του αφοσιώθηκε με σεβασμό και υιική τρυφερότητα και μέχρι το τέλος της ζωής του συνήθιζε να λέει ότι στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο όφειλε όλες τις γνώσεις του για την πνευματική ζωή, τον αποκαλεί δε «μάρτυρα» και «πατέρα» του.

Οι δύο μοναχοί, ως συνεργάτες πλέον του Πατριάρχου, υπέστησαν τις συνέπειες του διατάγματος του Αρκαδίου του 404 µ.Χ., σύμφωνα με το οποίο έπρεπε να εγκαταλείψουν τη χώρα όλοι οι υποστηρικτές του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Ο Άγιος, πριν τον αποχωρισμό τους, τους τίμησε με την εμπιστοσύνη του επιφορτίζοντάς τους να μεταβούν στη Ρώμη και να επιδώσουν στον Πάπα Ιννοκέντιο Α’ μια επιστολή του κλήρου και του λαού, που περιείχε αίτηση για συμπαράσταση προς τον διωκόμενο Πατριάρχη και πλήρες ιστορικό των διώξεων που υπέστη ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο Κασσιανός και ο Γερμανός έφθασαν στη Ρώμη, παρέδωσαν την επιστολή και παρέμειναν στη Ρώμη, ο μεν Κασσιανός για δέκα χρόνια, ενώ ο Γερμανός μέχρι το τέλος της ζωής του, διακονώντας τις ανάγκες της Εκκλησίας. Εκεί, το 430 µ.Χ., ύστερα από παράκληση του αρχιδιακόνου Λέοντος και στενού του φίλου, ο Άγιος Κασσιανός συνέγραψε το έργο «Περί Ενσαρκώσεως και κατά του Νεστορίου». Εκεί, στη Ρώμη, ο Άγιος χειροτονήθηκε ιερέας.


Ο κυριότερος βιογράφος του Αγίου, ο Γεννάδιος, μας πληροφορεί ότι περί το 415 µ.Χ., ο Κασσιανός βρίσκεται στη Μασσαλία, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Και «μέσα σ’ αυτά τα πυκνά δάση, απ’ όπου έκαναν προμήθειες τα πλοία των Φοινίκων, όσα την εποχή του Καίσαρα έφθαναν μέχρι τις ακτές της Μασσαλίας», ο Αββάς Κασσιανός ίδρυσε δύο μοναστήρια, ένα ανδρικό και ένα γυναικείο, στην περιοχή που επί Διοκλητιανού, μαρτύρησε ο Άγιος Βίκτωρ. Γι’ αυτό το ανδρικό Μοναστήρι το αφιέρωσε στον Άγιο Βίκτωρα, ενώ το γυναικείο στο Σωτήρα Χριστό. Ο Άγιος ουσιαστικά υπήρξε ο πρωτεργάτης και οργανωτής των Κοινοβίων της Δύσεως, με βάση τα «όσα είχε πάρει από τον μοναχισμό της Ανατολής».

Η μεγάλη εκτίμηση που απολάμβανε το έργο του Αγίου Κασσιανού φαίνεται από τον τεράστιο αριθμό χειρογράφων των «Κοινοβιακών Κανονισμών» και των «Συνομιλιών με τους πατέρες της ερήμου», που υπάρχουν στις Βιβλιοθήκες της Ευρώπης.Ο Άγιος Κασσιανός υπήρξε πολυγραφότατος και, εκτός από τη θεωρητική κατοχύρωση του μοναχισμού που προσέφεραν κάποια από τα έργα του στην Δύση — όπου το περιβάλλον ήταν καχύποπτο προς την μοναχική ζωή — η διδασκαλία του, που εκφράζεται μέσα στο συγγραφικό του έργο, έχει βαθύ παιδαγωγικό και διδακτικό χαρακτήρα πάνω σε σοβαρά θεολογικά ζητήματα, αλλά και σε καθημερινούς προβληματισμούς που αφορούν στην πνευματική ζωή του Ορθοδόξου Χριστιανού.
Είναι δε τόσο διαχρονική η σκέψη του, που αισθάνεται ο αναγνώστης ότι ο Άγιος έχει διατυπώσει ερωτήματα και προβλήματα της δικής µας συγχυτικής εποχής, για τα οποία ο ίδιος και οι Άγιοι Ασκητές-συνομιλητές του δίνουν απαντήσεις εξαιρετικά πρακτικές, κατανοητές και επίκαιρες.

Ενδεικτική συνομιλία αποτελεί αυτή με τον Αββά Θεόδωρο, στην οποία ο Άγιος ασκητής ομιλεί «Για την υπεροχή του τελείου ανθρώπου, που μεταφορικά ονομάζεται αµφοτεροδέξιος». Μεταξύ άλλων λέει ο Αββάς Θεόδωρος: 
«Οι τέλειοι είναι εκείνοι που n Αγία Γραφή τους ονομάζει αµφοτεροδέξιους. Έτσι µας περιγράφεται στο βιβλίο των Κριτών πως ήταν ο ξακουστός Αώδ, «ο οποίος μπορούσε να χρησιμοποιεί το αριστερό του χέρι τόσο καλά, όσο και το δεξιό» (Κριτές 3, 15).
Έτσι θα αξιωθούμε κι εμείς να γίνουμε και να λεγόμαστε αµφοτεροδέξιοι — με την πνευματική έννοια του όρου — αν κάνουμε καλή χρήση της ευημερίας, την οποία ονομάζουμε συμβολικά «δεξί χέρι», και της θλίψης, την οποία παριστάνουμε ως «αριστερό χέρι». Αν, με άλλα λόγια, θεωρήσουμε τα πάντα, ό,τι κι αν µας συμβαίνει, πως είναι καλά, θετικά και χρήσιμα. Να µας γίνεται καθετί, όπως λέει ο Απόστολος, «όπλο δικαιοσύνης» (Β’ Κορ. 6, 7). Ο εσωτερικός µας άνθρωπος, πράγματι, το βλέπουμε ξεκάθαρα, αποτελείται από δύο ουσιώδη μέρη. Ο «έσω άνθρωπος» έχει δύο χέρια. Δεν υπάρχει δίκαιος που να μην έχει στη ζωή του θλίψεις, να μην έχει δηλαδή αριστερό χέρι. Αλλά n τέλεια αρετή αναγνωρίζεται από το εξής σημάδι: Και το ένα και το άλλο χέρι, χαρές και θλίψεις, λειτουργούν σαν το δεξιό, με τη θετική τους, δηλαδή, μορφή και ενέργεια. Γιατί, όταν φθάσει καθείς σ’ αυτό το ύψος αρετής, τότε ξέρει πλέον να κάνει ορθή χρήση και των δύο καταστάσεων, και την ευχάριστων και των θλιβερών…» (Αββάς Κασσιανός, τόμος Α’ εκδ. ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ, Καρέας 2004).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είδε στο πρόσωπο, στη βιοτή και στο συγγραφικό έργο του Αγίου Αββά Κασσιανού τον φορέα και ταµιούχο του Ορθοδόξου μοναχικού φρονήματος, καθώς και τον ερμηνευτή των δογμάτων της πίστεως, ο οποίος «λόγω και έργω» έγινε οδοδείκτης της οδού της Βασιλείας των ουρανών. Γι’ αυτό τον ανακήρυξε άγιο και η μνήμη του τιμάται στις 29 Φεβρουαρίου.

Ο καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Φ. Δημητρακόπουλος, στο έργο του: «Σελίδες για τον άγιο Κασσιανό τον Ρωμαίο στην παλιά πόλη της Λευκωσίας», (Ακτή, 1997) αναφέρει ότι στη μαρτυρική Κύπρο πολλοί ναοί είναι καθιερωμένοι στο όνομά του και πανηγυρίζουν την ήμερα της μνήμης του. Αντίθετα, η Δυτική Εκκλησία δεν τον κατέταξε στο επίσημο Αγιολόγιό της και δεν τον τιμά, εκτός της περιοχής της Μασσαλίας. Όταν οι Δυτικοί θεολόγοι αναφέρονται στο πρόσωπό του, τον αποκαλούν «Ιερό» και θεωρούν ότι ο Άγιος Κασσιανός «έχασε αυτή τη θέση (του Αγίου) και την οικουμενική αξιοπρέπειά του (!), όπως και κάποιοι άλλοι που προέρχονταν επίσης από την Ανατολή» (Dr. Newman: «Historical sketches», 3, 307).

Ένας ακόμη λόγος της περιθωριοποίησης του Αγίου Κασσιανού από τη Δυτική Εκκλησία είναι ότι υπήρξε ο κύριος αντίπαλος της θεωρίας του απόλυτου προορισμού του Ι. Αυγουστίνου, την οποία ενστερνίστηκε η δυτική θεολογία.

Οι εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» της ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα, με την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ.κ. Δανιήλ, εξέδωσαν τον Νοέμβριο του 2004 τον Α’ τόμο των «Συνομιλιών με τους Πατέρες της Ερήμου», του Αββά Κασσιανού, ο οποίος περιλαμβάνει εκτενώς σε μορφή ερωταποκρίσεων με θεματικά κεφάλαια όλες τις συνομιλίες με τους Αγίους Γέροντες της Αιγυπτιακής ερήμου του 4ου αιώνα, τους οποίους συνάντησε ο Άγιος Κασσιανός με τον πνευματικό του αδελφό Γερμανό, με σκοπό την πνευματική τους τροφοδοσία. Οι συνομιλίες αυτές αποδίδονται στην παραπάνω αναφερόμενη έκδοση στην νεοελληνική και αποτελούν αντικειμενικά ένα ανάγνωσμα της «δεσποτικής του Κυρίου νομοθεσίας και της ευαγγελικής πολιτείας ανάπτυξίς τε και εξάπλωσις», κατά τον χαρακτηρισμό που αποδίδει ο Μέγας Φώτιος στην «Μυριόβιβλό» του στο έργο του Αγίου Κασσιανού.

*****
Κάτι ακόμα, από το αφιέρωμά μας Άγιοι της Ρουμανίας:

ΔΥΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ (από τον Προσκυνητή)

Mε τον Όσιο Ιωάννη Κασσιανό μπορείς να συναντηθείς στις δυο αντίθετες πλευρές της Ευρώπης,στην Μασσαλία, όπου βρίσκονται και τα λείψανά του, στο μοναστήρι του Αγίου Βίκτωρος, που ο ίδιος ίδρυσε, και στην Κωνστάντσα, στο νομό Ντομπροτζέας, όπου -στο μέρος που γεννήθηκε- βρίσκεται το σπήλαιό του, ένα μοναστήρι που τιμάται στο όνομά του και ένα χωριό -Casian- με τ'όνομά του.




Τα λέιψανα του Οσίου Κασσιανού


Η μονή του Αγ. Βίκτωρος στη Μασσαλία όπου βρίσκονται και τα λείψανά του


Η μονή του Όσίου Κασσιανού στην Κωνστάντσα
http://www.ioancasian.ro/



To σπήλαιο του Οσίου Κασσιανού


Η είσοδος του σπηλαίου

*****
Λαϊκή παράδοση για τον άγιο Κασσιανό (από αυτό το παιδικό ιστολόγιο)

Κάθε τέσσερα χρόνια που το έτος είναι δίσεκτο, την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου, δηλαδή στις 29 του μήνα, γιορτάζει ο Άγιος Κασσιανός. Η περίεργη αυτή γιορτή, έδωσε αφορμή για διάφορες λαϊκές ερμηνείες και περιπαίγματα.

Στη Μυτιλήνη, τη γιορτή του Αγίου Κασσιανού τη θεωρούν ως γιορτή των τεμπέληδων! Λένε μάλιστα: «του Κασσιανού γιορτάζουν οι οκνοί (οι τεμπέληδες)».
Η παράδοση από την Μυτιλήνη που εξηγεί τις παραπάνω εκφράσεις είναι οι εξής:
Μια μέρα που ο Χριστός γύριζε με τους Αποστόλους, έκατσε σε ένα μέρος να ξεκουραστεί. Πάνε τότε όλοι οι Άγιοι κοντά, για να του γυρέψουν δουλειά. Πάει ο Άι- Νικόλας και του λέει:
-Χριστέ μου για πες μου, τι να κάνω;
Λέει τότε ο Χριστός:
-Πήγαινε να δεις ποια καράβια και καΐκια βολοδέρνουν και απέ να τα σώζεις.
Πάει ο Άι - Τρύφωνας και του λέει:
-Εγώ τι θέλεις να κάνω;
-Αμ' το κλαδευτήρι το'χεις στη μέση σου και κρέμεται, τι ρωτάς λοιπόν; Πήγαινε στα χωράφια και στα αμπέλια και κάνε τη δουλειά σου. Διώξε τις αρρώστιες απ' τα δέντρα κι όλα τα κακά!
Ένας ,ένας πήγαν όλοι οι Άγιοι στο Χριστό και ανέλαβαν τη δουλειά τους. Πίσω, πίσω πήγε και ο Άγιος Κασσιανός και λέει:
-Εγώ Χριστέ μου, τι να κάνω;
Γέλασε τότε ο Χριστός, δε βάσταξε και του ‘πε:
-Αμ' εσύ είσαι που είσαι οκνός! Φύλαγε λοιπόν το Φλεβάρη! Κι άμα δεις και τραβάει είκοσι εννιά, έμπα μέσα στο είκοσι εννιά και κάνε τη δουλειά σου. Πάλι, σα δεν έχει είκοσι εννιά, κάτσε απ' όξω.

Κείμενο του αγίου Κασσιανού: Περί των οκτώ λογισμών της κακίας

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Φρικιά στην Εκκλησία!!



Τα "Φρικιά" είναι ένα σύμπτωμα του πόνου που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος. Προδομένος, απελπισμένος, αηδιασμένος, μπουχτισμένος από ανούσια αγαθά, ζει σε μια κόλαση από μηχανές χωρίς καρδιά. Δηλώνει λοιπόν με την αλλόκοτη εμφάνισή του ότι δε θέλει ν' ανήκει σ' αυτό τον κόσμο.
Πού όμως θέλει να ανήκει; Οι μορφές της φρίκης -που εμφανίζονται στα πρόσωπα, το σώμα και τη ζωή των ανθρώπων- είναι σημάδια της κόλασης. Δεν υπάρχει όμως και παράδεισος;
Για τα Φρικιά όλου του κόσμου, όπως κι αν ζουν, ό,τι κι αν πιστεύουν, ό,τι κι αν κάνουν, απ' όπου κι αν είναι, στέλνω μια πρόσκληση στην Εκκλησία. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, το σπίτι μας.
Αν δεν τη νιώθεις για σπίτι σου (μάλλον επειδή δεν την ξέρεις και τόσο), σου θυμίζω ότι ο άσωτος γύρισε και μπήκε στο σπίτι του Πατέρα του, ενώ ο "καλός και πιστός" μεγάλος γιος, που όμως δεν είχε στάλα αγάπη για τον αδερφό του, στάθηκε απ' έξω και αρνιόταν να μπει. Κι ο Χριστός ήξερε τι έλεγε, όταν είπε αυτή την παραβολή.
Σου κάνω πάσα λοιπόν μερικά ποστάκια, γραμμένα ειδικά για σένα, αδελφέ μου. Κι εγώ φρικιό είμαι, στην ψυχή - εσύ, μπορεί να είσαι στην εμφάνιση, αλλά να είσαι όμορφος/όμορφη στην ψυχή. Όμορφος σαν το Χριστό, ας μου επιτραπεί να το πω. Έλα λοιπόν και γνώρισέ Τον, γνώρισε τη Μητέρα Του και τους φίλους μας, τους αγίους (παλαιούς & σύγχρονους). Σε περιμένουν - μας περιμένουν. Σε παρακαλώ, μην αργείς.

Ταρσώ η "Τρελή": μια σύγχρονη αγία, πιο αντισυμβατική από σένα (βάζουμε στοίχημα;). Γνώρισέ την εδώ.
Τα ποστάκια σου:
Μουσική της Κόλασης - Μουσικοί στην Κόλαση!...
Two hundred tattoo artists & a prayer with humble love for Enigma...

Η θεία τρέλα και οι αναρχικοί της Ορθοδοξίας (και ενότητα σαλοί)
Έτος 2030 μ.Χ. - και ένα σχόλιο!...

ΥΓ. Η φωτο στην αρχή (Σχολή για ζόμπι) είναι από αυτό το post.

π. Βασίλειος Νάσαρ: ένας σύγχρονος μάρτυρας της Ορθοδοξίας


 
Μία είδηση που κανένα ελληνικό κανάλι δεν μετέδωσε !!!
Στις 25 Ιανουαρίου 2012 ο ορθόδοξος Ιερομόναχος Βασίλειος Νάσαρ πυροβολήθηκε από ένοπλη τρομοκρατική ομάδα στη Χάμα της Συρίας, κατά τη δεύτερη μέρα των εκεί σφοδρών συγκρούσεων.
Ο π. Βασίλειος βρισκόταν στη Μητρόπολη όταν ενημερώθηκε από ένα τηλεφώνημα ότι ένας ενορίτης του είχε πυροβοληθεί και χρειαζόταν βοήθεια. Το Πατριαρχείο Αντιοχείας ανέφερε ότι ο 30χρονος ιερέας πυροβολήθηκε καθώς έδινε ιατρική βοήθεια στον τραυματισμένο άνδρα ο οποίος είχε προ ολίγου πυροβοληθεί. Ο π. Βασίλειος πυροβολήθηκε στο στήθος και στη δεξιά αμασχάλη.

Αμέσως ένας άλλος ιερέας, ο π. Παντελεήμων Ίσα, ο οποίος ήταν μαζί του, έσυρε το αιμόφυρτο σώμα, σε ένα κοντινό κτίριο για να τον σώσει, αλλά ο μάρτυρας για τον Χριστό πατέρας Βασίλειος μέσα σε 30 λεπτά πέθανε από αιμορραγία. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στις 26 Ιανουαρίου, στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Χάμα.

Ο μακαριστός π. Βασίλειος – κατά κόσμον Μάζιν – γεννήθηκε το 1982 στο χωριό Κφάρμπο της Χάμα.

Ολοκλήρωσε τις θεολογικές του σπουδές στην Θεολογική σχολή του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού- Μπάλαμαντ, απ’ όπου πήρε και το μεταπτυχιακό. Υπηρετούσε στο χωριό του και στην πόλη Χάμα, ενώ δίδασκε την βυζαντινή μουσική στην μουσική σχολή Αγίου Κοσμά του Μελωδού την οποία είχε ιδρύσει ο ίδιος στην Μητρόπολη. Αιωνία του η μνήμη!

π. Γεώργιος Μασούχ (*): O Βασίλειος Nάσαρ και το καλύτερο Τζιχάντ

Ήταν μαχητής, αλλά δεν ήταν όπως τους άλλους μαχητές. Ήταν πολεμιστής, αλλά δεν έμοιαζε με κανένα άλλο πολεμιστή. Ήταν οπλισμένος, αλλά τα όπλα του δεν ήταν αυτού του κόσμου. Ήταν επαναστάτης, αλλά η επανάσταση του δεν ήταν αυτού του κόσμου, ακόμα κι αν ήταν σε αυτόν τον κόσμο. Ακολούθησε το παράδειγμα του Ιησού του. Η ηλικία του ήταν στο κατώφλι των τριάντα χρόνων. Το όνομά του ήταν Βασίλειος Νάσαρ και έχει γίνει ο μάρτυρας Βασίλειος Νάσαρ.
Ήταν από το χωριό Κφάρμπαχομ της περιοχής της Χάμα.

Μεγάλωσε στο χωριό του και σπούδασε θεολογία στην σχολή του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού στο Πανεπιστήμιο του Μπαλαμάντ. Απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στη θεολογία και στη συνέχεια επέστρεψε για να υπηρετήσει την εκκλησία του χωριού του. Σκοτώθηκε από κακόβουλες σφαίρες την περασμένη εβδομάδα κατά την εκτέλεση ανθρωπιστικού έργου, προσπαθώντας να φέρει ανακούφιση σε ένα τραυματισμένο μέλος του ποιμνίου του.
Το όπλο του πατέρα Βασιλείου ήταν το Ιερό Ευαγγέλιο και πανοπλία του ήταν ο Ζωοποιός Σταυρός. Το σπαθί του ήταν η απόλυτη αλήθεια και το βέλος του η δικαιοσύνη η και ευλάβεια. Το κάστρο του ήταν η Αγία Εκκλησία την οποία ο Κύριος μας απέκτησε με το άγιο αίμα Του. Κρατούσε την αγάπη ως λάβαρο που τον προστάτευε από το μίσος και την προκατάληψη. Σήκωσε την ελπίδα, ως ένα τείχος ενάντια στην καταπίεση και τον εξαναγκασμό. Δήλωσε την πίστη του σε ένα δάσκαλο ο οποίος δεν άφησε κανένα άλλο νόμο, εκτός από μια μόνο εντολή: «Να αγαπάτε αλλήλους, καθώς εγώ σας αγάπησα».

Ο Βασίλειος πίστευε ότι «ο δούλος δεν είναι μεγαλύτερος από τον κύριό του». Αυτές τις λέξεις είπε ο Χριστός όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, τη νύχτα της σταύρωσης. Ο Βασίλειος πήρε τη ποδιά του και εξυπηρετούσε τους φτωχούς, τους άπορους, τους άστεγους, τους απόκληρους, τους αρρώστους, τις χήρες, τα ορφανά, τους ηλικιωμένους … Στο τελικό του ταξίδι, ήθελε να είναι σαν το Σαμαρείτη που νοιάστηκε για εκείνον που είχε «πέσει ανάμεσα σε ληστές», τραυματισμένος και να παλεύει με το θάνατο. Πήγε ένα βήμα πάρα πέρα από ??ό, τι έκανε ο Σαμαρείτης, αφού δεν του ήταν αρκετό μόνο να δώσει χρήματα για την περίθαλψη του τραυματισμένου ανθρώπου. Πλήρωσε τη λύτρωση με το αίμα του, για να σώσει έναν άνθρωπο από το θάνατο. Πέθανε έτσι ώστε κάποιος άλλος να μπορέσει να ζήσει και έτσι έφτασε στα όρια του μαρτυρίου.

Όπως και τον εσταυρωμένο δάσκαλό του, ο Βασίλειος δεν πίστευε στη βία ως τρόπο υπεράσπισης των καταπιεσμένων. Πίστευε στο Λόγο της αλήθειας και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και της ελευθερίας που είναι η εικόνα του Θεού στην ανθρωπότητα. Δεν έφερε όπλο για να υπερασπιστεί τα παιδιά του ποιμνίου του, αλλά έφερε το άσπρο σάβανο του. Δεν έφερε λευκή σημαία με την οποία θα παραδιδόταν στο τυφλό μίσος και τη σύγκρουση που άναψε ανάμεσα σε παιδιά του ίδιου έθνους, της ίδιας πόλης και του ίδιου χωριού. Αντίθετα, έφερε το λάβαρο της αγάπης το οποίο είναι το μόνο που καταστρέφει το μίσος και το κατακτά. Ο άνθρωπος δεν κατακτά το μίσος με το μίσος. Αυτό είναι που Βασίλειος μας είπε με το μαρτύριο του.
Ο Βασίλειος κατάγεται από μια Εκκλησία από την οποία προέρχονται χιλιάδες άγιοι μάρτυρες, από μια Εκκλησία που θεωρεί ότι η μαρτυρία με αίμα είναι το ποιο υψηλό μαρτύριο. Κατάγεται από μια Εκκλησία της οποίας η χρυσή εποχή δεν ήταν η εποχή της συμμαχίας της με το κράτος. Αντίθετα, η χρυσή εποχή της, ήταν όταν ζούσε και διέδιδε και ευαγγέλιζε στη σκιά του τυραννικού ρωμαϊκού κράτους που δίωκε τα παιδιά του. Κατάγεται από μια Εκκλησία της οποίας τα παιδιά λένε, «σ’ Αυτόν (δηλαδή, τον Κύριο), ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε και σε κανέναν άλλο».

Είναι σημαντικό για εμάς να γνωρίζουμε ποια πλευρά σκότωσε τον πατέρα Βασίλειο τον Νεομάρτυρα, ακόμη και αν αυτό είναι δύσκολο εν μέσω εμφυλίου πολέμου. Ωστόσο, είναι πιο σημαντικό για εμάς να μην κυκλοφορούμε μέσα στο καθαρό αίμα του και να μην επωφεληθούμε από αυτό στο παζάρι της εσωτερικής σύγκρουσης. Δηλώνοντας αυτό, η πικρή πραγματικότητα δεν παύει να δείχνει ότι ένας έντιμος Σύρος πολίτης σκοτώθηκε από συριακές σφαίρες που πυροβολήθηκαν από κάποιο πολίτη της Συρίας. Αυτό είναι το πιο οδυνηρό γεγονός, ότι «τα παιδιά του ίδιου έθνους επιτίθενται ο ένας στον άλλο με σφαίρες».
Ευλογημένη είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία στην οποία ο αγαπημένος Βασίλειος ανήκει, στις τάξεις των δικαίων μαρτύρων της. Ευλογημένος να είναι, επειδή ολοκλήρωσε την αναζήτησή του και πολέμησε με καλό αγώνα. Υπάρχει κάτι περισσότερο ένδοξο από αυτό το τζιχάντ;
 
(*) Ο π. Γεώργιος Μασούχ είναι καθηγητής Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπαλαμάντ.

Δείτε επίσης: Η δολοφονία του π. Γρηγορίου Γιάκοβλεφ (2000)
Ένας ήσυχος ύμνος γεμάτος φως: ο νεομάρτυρας Ανδρέας († 6 Ιουλίου 1993)

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Heaven in a Choir Loft


Reflections of Georgian-Russian Orthodox brotherhood one year after the South Ossetian war.

 
In the ongoing saga of foreign affairs involving the Republic of Georgia and the Russian Federation, one story has escaped the attention of the news media. It is the story of an Orthodox Christian parish in Toronto, Canada, where Orthodox of all ethnicities, but especially Russian and Georgian, have come together as brothers, as children in the Kingdom of God. It is a joyful unity unnoticed by the outside world, but for those with eyes to see and ears to hear, it is a foretaste of the age to come, made possible only in Christ.

For many years, Christ the Saviour Cathedral in Toronto has been known among Canadian Orthodox as a staunch defender of Russian language and traditions. The parish itself has been very welcoming to regular worshippers of Korean, Chinese, Romanian, and Mediterranean backgrounds, yet the prevailing spirit and ethos of the parish have remained firmly Russian. However, early in 2008, a number of choir members asked to expand the choir's repertoire to include Georgian Orthodox hymns. Within weeks, the choir tentatively grasped the rudiments of Georgian chant, an ancient tradition of polyphony from the Caucasus mountains believed to be the earliest form of polyphony in the world.


In the world at large, in August 2008, armed hostilities between Georgia and Russia broke out over the territories of South Ossetia (Samachablo) and Abkhazia (Abkhazeti). Media "experts" offered the same tired, tendentious opinions on the complex history of Georgian and Russian relations. In North America, Europe and Russia, variously polarized versions of the crisis were promoted to stoke the passions of their target audiences. Among the heightened rhetoric on both sides of the political fence, Archpriest Oleg Kirilov (rector of Christ the Saviour Cathedral) courageously stood up and preached about the spiritual brotherhood that transcended the Orthodox Georgian and Russian peoples, and of all peoples who share the Orthodox Christian faith. On local Russian television and in newspapers, Fr. Oleg spoke of the necessity to oppose the devilish tactics of nationalistic division, and to embrace the true unity that exists among believers of the one Holy Catholic and Apostolic Church - the Orthodox Church. In the meantime, the choir continued to improve its repertoire of Georgian hymns as a sign of this Christian brotherhood, despite the apparent tension of Georgian-Russian relations after the South Ossetian war.


Fr. Oleg's truly Christian message of Orthodox brotherhood subsequently bore fruit in September 2008, one month after the South Ossetian war. One Sunday towards the end of the Divine Liturgy, a group of newly-arrived Georgians approached the parish's choir mistress. Having witnessed the choir's goodwill in singing ancient Georgian chant, they offered to sing a few hymns in order to show "how it is done back home". The parishioners were riveted to the floor during the performance of the haunting, other-worldly psalmody which, when concluded, left them momentarily stunned, then quickly erupting in a thunder of applause. (thus eliciting a stern reprimand to the congregation from Fr. Oleg: "Clapping hands is not appropriate behaviour in the House of God!").


Since that day, the stream of faithful Georgian Orthodox flowing to Christ the Saviour Cathedral has grown, and the choir has been a focal point of brotherhood among the newly-arrived Georgians and the established Russians. The piety of the Georgians has elevated the spirit of the parish and has caused many to re-focus on the essential bond of love for which true Christians, ancient and modern, have always been known. Fr. Oleg continues to commemorate the Patriarchs of Georgia and Russia (in the Georgian and Slavonic languages, respectively), as well as praying specifically for the armed forces of Canada and Russia, at which all parishioners fervently cross themselves - the Georgians most of all! Whether the Georgians are praying for the success of the Russian armed forces (not likely) or that God may enlighten and have mercy on their "adversaries", this act of praying for one's "enemies" - and to do so with the love and fervency shown every week at the Divine Liturgy - this is the Orthodox Christian way. There is no greater catechism than seeing the entire parish praying with one mind and one heart for God's mercy - by all and for all.


Not everything has gone smoothly, however, and in the beginning there were a few bumps along the way. One Sunday, the Georgians in the choir loft unexpectedly started stumbling around in a panic, chaos quickly spreading among the ranks. One Georgian member began to pull out his hair in anguish. In this atmosphere of sudden turmoil, one of the older Georgians grabbed one of the Russians and pleaded in desperation to know why the parishioners were kneeling on a Sunday, at the consecration of the Holy Gifts! As penitential kneeling on Sundays is prohibited by the Canons, but is a local practice of reverential piety, the Georgians were up in arms. Praying for God's mercy to be upon the Russian armed forces during the Commemorations at Liturgy is perfectly fine, but woe if you dare kneel on a Sunday!


At the feast of Pascha just past (2009), Fr. Oleg made it a point to read the Holy Gospel in as many languages as possible, including Georgian. Based on the evident joy and smiles by all Orthodox Georgians in attendance, while simultaneously shaking and holding their heads in their hands, two things were evident: 1) Fr. Oleg's pronunciation in Georgian could use a little more practice, and 2) they knew that they are loved and appreciated by their Russian brethren in faith, as they have loved and appreciated their new parish home in Toronto.


As the celebrations after the Paschal Celebration continued long into the night - the sounds of Georgian and Russian festal hymns mingling with the joy of the communal Paschal breakfast - it was a taste of Paradise. It was the Prophet Isaiah's vision of the age to come, where "the wolf will recline with the lamb, and they will do no hurt in all of God's Holy Mountain, and both will feast together in the Kingdom of Heaven".

Mikheil Ivanidze (Dormition, 2009)
 

The Drama Of My Life: Blogs, Cell Phones, and the End of Privacy


Photo from here
 
 
 "No man can serve two masters: for either he will hate the one, and love the other; or else he will hold to the one, and despise the other." - Matthew 6:24

As much as our southern cousins like to take credit for him, the inventor of the telephone was Canadian. Although born and raised in Scotland, Alexander Graham Bell's best years were spent on his family homestead outside Brantford, Ontario, where his early experimentation with sound and language flowered into detailed studies of the Mohawk language on the nearby Six Nations Reserve. It was also here that Bell invented the telephone, the device that would transform modern communications, and which would later branch out into the Internet technologies we know today.

Ironically, Bell himself knew the risks of his own invention. After his discovery had become more commonplace later in his lifetime, Bell refused to have a telephone installed in his study, out of a concern that it would be a distraction, and would undermine more serious work. Bell was the first to admit the capacity for communication to descend into time-wasting trivialities and mere entertainment. The applications of his work at the beginning of the twenty-first century demonstrate just how prophetic his understanding would be.

The modern world can credit Bell with pioneering the technology that knits together world banking and commerce, as well as reducing isolation and connecting people with shared interested, including church communities and families separated by distance, as Bell himself experienced as an immigrant to Canada. Like any lost traveller in rural Canada, Bell would have marvelled at the opportunity to obtain instant travel directions. As a researcher and scientist at heart, Bell would no doubt have been impressed with the overwhelming availability of online texts, the ease of communication afforded academic researchers, and the speed with which rare books can be located, purchased, and received without leaving the warmth of home.

Yet for the generation which grew up after the demise of the dial phone, Bell's inventions and their progeny are the underpinnings of something more than means of communication. They have revolutionized the way in which human being relate - or don't relate - to one another. While Bell's own work with communication opened many doors of human connectedness (particularly his work with deaf students such as Helen Keller) he would lament the dehumanizing effect that technology has often brought to communication today.

Bell saw the capacity for technology to enhance the emotional intimacy of life as it should be lived; he could not have foreseen a time when information would be customarily exchanged in the emotional vacuum of emails or text messages, which offer a shadow of real human contact, but which cannot convey the living thought and feeling of the human person. For many raised in the field of Blackberries, one-dimensional techno-talk has become a substitute for human intimacy. In many cases, it is hardly recognized as a problem.

The father of the telephone did foresee the growth of intrusive communication, and could have possibly predicted the need for filtering communication. Bell himself would have considered most telephone conversations the verbal equivalent of junk mail, and would likely have understood most emails as an inconvenience. One can only guess what the dour old Scot would have had to say about text messaging.


For Orthodox Christians, the benefits of telephone-based technologies - especially the Internet which grew out of them - are numerous. Yet for those who come from the neptic tradition of the Church Fathers, and who take seriously the spiritual discipline of guarding the senses, Bell's grandchild, the Internet, is heir to a multitude of less-than-noble features, which pose real spiritual dangers.

The pop guru Andy Warhol suggested that there would come a time when everyone would experience fifteen minutes of fame. For Orthodox Christians, these words come as a warning that we must be constantly vigilant regarding the spiritual side of investing our energies in self-promotion over the Internet. Websites are one level of this phenomenon; Facebook and similar networking sites are another level. The idea that private life would become the constant fodder for public view, and that regular individuals would become celebrities, would make Warhol and Bell shudder - not to mention the deep sadness it would evoke in the hearts of the Church Fathers.

One must rightly ask: is this sort of thing Christian? Do people who are struggling to become holy, to have some victory over the passions, properly engage in this kind of self-promotion? How does this help - or hinder - our salvation? This is not a question of eschewing technology in neo-Luddite style, nor is it a question of the promotion of a business or a charitable cause, for which one might argue technology can be a useful and even benevolent tool. This is a question of man making himself a celebrity for no other reason than the desire to be a celebrity. This is man making himself god.

For Orthodox Christians (including bishops and priests), there is also the temptation of virtual spirituality, the growth of online "experts", easily detached from spiritual guidance, or church community life. The growth of this phenomenon bears a noteworthy parallel to the decline in the number of faithful partaking in weekly Holy Communion and Confession, both of which require a physical presence. What might have once been called arm-chair spirituality in the era of television, is now accepted as a norm, where spiritual critics trade arguments and often insults in online "theological discussions". This exchange is often far removed from what the Church would recognize as theology - the knowledge of God (Theos) the Word (Logos). Rationalistic theorising has replaced the knowledge of God, and in the fast paced age of instant communication, the change often goes unnoticed.

 
The rise of technology has also contributed to the phenomenon of perpetual availability. A growing number of Canadian employers offer their staff free Blackberries for personal use, with the understanding that the employees will make themselves available for contact by the employer at all times. For some, this is seen as a status symbol. In reality, it calls Orthodox Christians to come to terms with a new kind of slavery, one which dominates every moment of our time - waking and asleep, on the job or at home - pacifying us with the technological chains that make for happy slaves.

Such monopolization of time has consequences. Gone are the days where most Orthodox Christians marked the regular feasts of the Church by attending divine services on feast days: work takes precedence. Weekends which used to offer some respite of personal time (when they are not flooded with more work hours), are now often crowded with social commitments facilitated by the easy distraction of instant message invitations. Where slaves in the early Church rose before sunrise to receive the Holy Mysteries each day, free citizens in prosperous countries today struggle to make it out the door for Sunday Liturgy. Technology has played a significant role in this change.

One of the greatest challenges of the Christian life is making time for prayer. Once the time is made, the greatest challenge is persevering through our prayers to completion (not to mention the added struggle of offering our prayers with compunction of heart and a sincere mind). The drive for perpetual accessibility changes all this. Even when the cell phone is turned off, even when email is not up on the computer screen, or the blog or Facebook status has been updated, the pressure for timeliness - the need to have the latest news, and the latest message - is perpetual. If we can be reached at any time, if we are never able to devote ourselves one hundred percent to any activity without the prospect of being called away, we are not in fact masters of our own lives, nor can God be our Master. We are slaves to another, or to many others.
 
 
For several years, I made the daily journey back and forth to the "Telephone City" of Brantford, Alexander Graham Bell's home, the birthplace of all the technological stuff that clutters our everyday life and challenges the time we devote to the struggle for repentance. The visible landscape of this little corner of Upper Canada has changed little since Bell's time: a patchwork of farms and tiny villages, tractors and friendly faces between market towns and pottery barns.

Yet the inner landscape - the landscape of the human heart - continues to face the same struggle in the Telephone City that it does in every city, town, and home across our country. Like our daily drive through Brant County, it can be a landscape free of ringtones and online chat and graphic Facebook images, a peaceful wandering in a quiet land where the Lord is our only Mapquest.

Or it can be something very different, something which Alexander Graham Bell knew well when he refused to have a phone in his study, for the man who invented the original ringtone recognized that silence is indeed golden.


Father Geoffrey Korz
 
Click: 
REMEMBER YOUR BAPTISMAL

Εκεί που ο Χριστός είναι περισσότερο απών, εκεί περισσεύει το χυδαίο και το βάρβαρο...




...Στην εποχή μας πάλι, όλες οι αιρετικές εκκλησίες οικοδόμησαν αμυντικά τείχη γύρω από το Ευαγγέλιο χρησιμοποιώντας τις επιστημονικές θεωρίες και υιοθετώντας πολλές από αυτές ως κάτι αυθεντικό. Μολονότι οι μεγαλύτεροι επιστήμονες του καιρού μας σταμάτησαν να θεωρούν και τη θετική ακόμα γνώση –για να μη μιλήσουμε για τις θεωρίες- ως κάτι το αυθεντικό. 

Όπως οι στρατιώτες του Πιλάτου ενέδυσαν με φτηνή πορφύρα τον Κύριο Ιησού και ο Ηρώδης με λευκό ένδυμα, έτσι και οι θεολόγοι των αιρετικών περιέβαλαν τον Σωτήρα με το φτηνό ένδυμα της ειδωλολατρικής φιλοσοφίας και της ψευδοεπιστήμης για να τον ενδύσουν  δήθεν και να τον στολίσουν πιο όμορφα! Μα και στις δύο περιπτώσεις ο Χριστός είναι το ίδιο ονειδιζόμενος και ταπεινούμενος.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη στον κόσμο η οποία διατήρησε την πίστη στο Ευαγγέλιο σαν τη μόνη απόλυτη αλήθεια που δεν χρειάζεται υπεράσπιση μήτε και υποστήριξη από καμία φιλοσοφία ή κοσμική επιστήμη. Γι’ αυτό, όταν αναγινώσκουμε το ένατο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως· Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, ως Μία Εκκλησία εννοούμε την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Οι αιρετικοί θεολόγοι ονόμασαν περιφρονητικά την Ορθόδοξη Εκκλησία ως «απολιθωμένη εκκλησία» (Harnack: das Wesen des Christenthums). Για ποιο λόγο; Επειδή, όπως λένε, τούτη η Εκκλησία «δεν πορεύεται κατά την εποχή της» ή «δεν προσαρμόζεται στους καιρούς»! Όμως, αυτή ακριβώς είναι η δόξα της Ορθοδοξίας, στο ότι αυτή δεν συμπορεύεται με την κάθε εποχή μήτε και προσαρμόζεται σε αυτήν ακολουθώντας την εντολή του Αποστόλου Παύλου: και μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω (προς Ρωμαίους 12, 2 [για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη μπείτε εδώ]).

Πώς μπορεί το αιώνιο να συμπορεύεται με το χρόνο; Πώς το απόλυτο να προσαρμοστεί με αυτό που παρέρχεται; Πώς η Βασιλεία των Ουρανών να συμφιλιωθεί με το βασίλειο του κόσμου και το ακριβό να φιλιώσει με το φτηνό; Εάν ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται (Α΄ επιστολή Ιωάννου, 5, 19) πώς μπορούμε να περιορίσουμε το αιώνιο αγαθό και να το υποστηρίζουμε με τη βοήθεια του κακού, να ενισχύουμε το ουράνιο φως με τις καπνογόνες φλόγες που βγάζει το κάρβουνο και το πετρέλαιο;

Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι θεολόγοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι οποίοι βαδίζουν στα ίχνη των αιρετικών θεολόγων, θεωρώντας ότι το Ευαγγέλιο δεν είναι αρκετά ισχυρό να συντηρηθεί και να αμυνθεί από μόνο του μέσα στην κοσμική θύελλα. Αυτοί τονώνονται από αιρετικές θεωρίες και αιρετικές μεθόδους. Είναι, με όλη τους την ψυχή, στο πλευρό των αιρετικών, εξωτερικά όμως παραμένουν συνδεδεμένοι με την Ορθόδοξη Εκκλησία, τόσο μόνον, όσο για να συντηρούνται. Είναι οι δήθεν γνήσιοι Βαλκάνιοι για τους οποίους, όλα όσα βρίσκονται πέρα από το φράχτη φαίνονται καλύτερα και σοφότερα από τα ενδότερα –ακόμα και η συμβιβαστική, ανάμεικτη θεολογία (η παγανοχριστολογία).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία ως σύνολο απορρίπτει τέτοιους θεολόγους και δεν τους αναγνωρίζει ως δικούς της. Τους ανέχεται όμως για δύο λόγους: πρώτον, επειδή περιμένει να μετανοήσουν και ν’ αλλάξουν και δεύτερον, μην τυχόν αποβάλλοντάς τους κάμει το κακό χειρότερο δηλαδή τους ωθήσει στην αβυσσαλέα αγκάλη των αιρετικών. Έτσι, θα προκαλούσε την αριθμητική αύξηση των αιρετικών αλλά και θα οδηγούσε σε απώλεια τις ψυχές των άλλων. Τέτοιοι θεολόγοι, δεν είναι φορείς του ορθοδόξου φρονήματος και της ορθοδόξου  αυτοσυνειδησίας αλλά πάσχοντα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος (Α΄ Κορ. 12, 26). Φορείς του ορθοδόξου φρονήματος και της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας είναι ο λαός, ο μοναχισμός και οι ενοριακοί ιερείς.

Είπε ο ένδοξος Κύριός μας: δόξαν παρά ανθρώπων ου λαμβάνω (Ιω. 5, 41). Η θέση των αιρετικών είναι ακριβώς αντίθετη με τη θέση του Σωτήρος του κόσμου. Αυτοί επιζητούν τη δόξα των ανθρώπων. Αυτοί φοβούνται τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και γαντζώνονται στους αποκαλούμενους «ενδόξους ανθρώπους» μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, για να στηρίξουν το Ευαγγέλιο και να γίνουν  πιο ευάρεστοι στους ανθρώπους του κόσμου τούτου. Και απολογούνται γι’ αυτό λέγοντας: το κάνουμε για να τους κερδίσουμε! Ω! Πόσο έχουν εξαπατηθεί! Όσο περισσότερο κολακεύουν τον κόσμο –για να τραβήξουν δήθεν τον κόσμο στην εκκλησία- τόσο αυτός ο κολακευόμενος κόσμος φεύγει ακόμη πιο μακριά από αυτήν. Όσο περισσότερο καμώνονται τους «φωτισμένους», τους «αποπνευματοποιημένους» και τους «σύγχρονους», τόσο ο κόσμος τους περιφρονεί περισσότερο. Είναι στ’ αλήθεια αδύνατον να ευαρεστήσει κάποιος και Θεό και ανθρώπους. Εξάλλου κάθε έμπειρος Χριστιανός γνωρίζει ότι είναι σε κάποιο μέτρο εφικτό το να ευαρεστήσει κανείς το Θεό εν αληθεία και δικαιοσύνη ενώ τον κόσμο δεν είναι δυνατόν διόλου να τον ευαρεστήσει, ούτε με την αλήθεια ή το ψεύδος ούτε και με το δίκαιο ή την αδικία. Επειδή, ο Θεός είναι αιώνιος και αμετάβλητος ενώ ο κόσμος παροδικός και μεταβαλλόμενος.

Είπε ακόμα στους Εβραίους ο ένδοξος Κύριός μας: Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες, και την δόξαν την παρά μόνου του Θεού ου ζητείτε; (Ιω. 5, 44). Λόγος που αρμόζει απόλυτα στους αιρετικούς θεολόγους και εξηγεί με πληρότητα τη στάση τους ως ικανοποιητική κρίση του Θεού γι’ αυτούς. Αν επιζητούσαν τη δόξα που προέρχεται από Θεού τότε θα πίστευαν και στο Ευαγγέλιο του Θεού και δεν θα στρεφόταν μήτε δεξιά μήτε και αριστερά. Μα εκείνοι επιθυμούν τη δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων και γι’ αυτό πασχίζουν, τη μαρτυρία του Θεού να την τεκμηριώσουν και υποστηρίξουν με μαρτυρίες ανθρώπινες. Τούτο είναι και εφάμαρτο και λανθασμένο. Θα ήταν τέτοιο ακόμη και τότε, όταν αυτοί δεν θα επιζητούσαν τη δόξα των ανθρώπων προσωπικά για τον εαυτό τους αλλά για την εκκλησία τους. Επειδή αποτελεί ύβρη για τον Ύψιστο, το να τεκμηριώνουμε τη μαρτυρία Του με ανθρώπινες μαρτυρίες, να αποδεικνύουν δηλαδή οι άνθρωποι εκείνο που ο Θεός λέει!

Ποιες είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας αιρετικής προσέγγισης του κόσμου; Καταστροφικές! Αλήθεια, καταστροφικές για το Ευαγγέλιο, καταστροφικές για τον κόσμο ολόκληρο, ατομικά και κοινωνικά, στους λαούς που είναι αιρετικοί. Καταστροφικές για την πίστη, τον πολιτισμό, την οικονομία, την πολιτική, το γάμο, για όλα και σε όλα. Γιατί η σχέση μας με το Χριστό, καθορίζει με μαθηματική ακρίβεια όλες τις άλλες σχέσεις μας με όλους και με όλα.

Ενώ ο Χριστός λέει: χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν (Ιω. 15, 5), ο αιρετικός κόσμος με χίλιους τρόπους εκφράζει την ακόλουθη σκέψη: χωρίς το Χριστό μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Όλος ο σύγχρονος πολιτισμός είναι στραμμένος εναντίον του Χριστού. Όλες οι μοντέρνες επιστήμες συναγωνίζονται ποια θα καταφέρει το ισχυρότερο χτύπημα στη διδαχή του Χριστού. Είναι η επανάσταση των χυδαίων υπηρετριών εναντίον της κυρίας τους· είναι επανάσταση της κοσμικής επιστήμης εναντίον της ουράνιας επιστήμης του Χριστού. Όμως, όλη αυτή η επανάσταση καταλήγει στις μέρες μας σε αυτό που είναι γραμμένο, με τόση μάλιστα σαφήνεια: φάσκοντες είναι σοφοί, εμωράνθησαν (="ισχυριζόμενοι ότι είναι σοφοί, έγιναν ανόητοι" ,προς Ρωμ. 1, 22).

Στ’ αλήθεια δεν ξέρει κανείς πού βρίσκεται η μεγαλύτερη παραφροσύνη του σύγχρονου κόσμου που έχει εκπέσει από το Χριστό: στην προσωπική ζωή του καθενός ή στο γάμο; στο σχολείο ή στην πολιτική; στις οικονομικές δομές ή στις νομικές διατάξεις; στον πόλεμο ή στην ειρήνη; Παντού βλέπει κανείς αυτό που ονομάζουμε χυδαίο και βάρβαρο. Εκεί που ο Χριστός είναι περισσότερο απών, εκεί περισσεύει το χυδαίο και το βάρβαρο. Το ψεύδος και η βία θριαμβεύουν.

Ας αισχύνονται οι αιρετικοί θεολόγοι και οι προϊστάμενοι των αιρετικών εκκλησιών που με τη βοήθεια του Χριστού αναδείχθηκαν κυρίαρχοι και ηγεμόνες όλων των λαών της γης. Έχουν κάθε λόγο να αισχύνονται. Γιατί σαν άλλοι ανόητοι Γαλάτες, ενώ άρχισαν με το πνεύμα τελειώνουν στη σάρκα –ω ανόητοι Γαλάται… ούτως ανόητοί εστε; εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε; (Γαλ, 3. 1, 3). Αυτοί είναι οι κύριοι ένοχοι για το ότι οι λαοί τους ξέφυγαν από τον ορθό δρόμο και άρχισαν να χωλαίνουν και από τα δύο πόδια, προσκυνώντας πότε το Θεό στην Ιερουσαλήμ και πότε τους χρυσούς μόσχους στη Σαμάρεια.

Όπως κάποτε οι άπιστοι Εβραίοι καταπατούσαν τις εντολές του Θεού τη μία μετά την άλλη και πορευόταν κατά τις επιθυμίες του κόσμου και των καρδιών τους, το ίδιο έπραξαν τώρα και τούτοι με τη διδαχή του Χριστού, του κυρίαρχου όλων των διδαχών. Υπονόμευσαν και κατήργησαν το ένα δόγμα μετά το άλλο, εξαφάνισαν όλες τις ευαγγελικές εντολές, απέρριψαν τις αποστολικές και πατερικές διατάξεις, εξευτέλισαν όλους τους λόγους των Αγίων και τα ασκητικά παραδείγματα τα κατέστησαν μύθους.

Το ισχυρότερο πλήγμα που κατέφεραν στο Ευαγγέλιο οι αιρετικοί θεολόγοι είναι το ότι αμφισβήτησαν τη θεότητα του Μεσσία του κόσμου, κάποιοι μονάχα αμφιβάλλοντας ενώ κάποιοι άλλοι απορρίπτοντάς την ολοκληρωτικά. Ακολούθησε ολόκληρη σειρά άρνησης των πνευματικών αληθειών όπως η ύπαρξη των Αγγέλων και των Δαιμόνων, του Παραδείσου και της Κολάσεως, της αιωνίου δόξης των Αγίων και των Δικαίων, της νηστείας, της δυνάμεως του Σταυρού και της αξίας της προσευχής κ.ο.κ.

Με μια λέξη, οι αιρετικοί θεολόγοι ασχολήθηκαν με τις προσαρμογές και εξομοιώσεις ακόμα από το σχίσμα της Δύσης από την Ανατολή, μα πιο εντατικά τα τελευταία 150 έτη. Προσάρμοσαν τον ουρανό στη γη, το Χριστό στους άλλους «ιδρυτές θρησκειών» και το Χαρμόσυνο Άγγελμα στις άλλες θρησκείες· την ισραηλιτική, την μωαμεθανική και την παγανιστική. Όλα δήθεν στο όνομα της «ανεκτικότητας» και «προς όφελος της ειρήνης» μεταξύ ανθρώπων και λαών. Όμως, ακριβώς εδώ βρίσκεται η αρχή και η σύλληψη πολέμων και επαναστάσεων πρωτάκουστων στην ιστορία του κόσμου. Γιατί η αλήθεια με τίποτε δεν ανέχεται να ενωθεί με την ημιαλήθεια και το ψεύδος.

Η θεοσοφική άποψη ότι η αλήθεια βρίσκεται διασκορπισμένη σε όλες τις θρησκείες, φιλοσοφίες και μυστήρια, υπερίσχυε και στους αιρετικούς θεολόγους του δυτικού κόσμου. Έτσι, λένε, θα πρέπει και στο Χριστιανισμό να υπάρχει κάποια δόση αλήθειας όπως και στο Ισλάμ και στον Ινδουϊσμό ή στον Βραχμανισμό, στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, στη Ζεντ-Αβέστα, στις Τάντρες και Μάντρες [=ιερές φράσεις, προσευχές] του Θιβέτ. Αν ήταν έτσι, τότε η κιβωτός της ανθρωπότητας θα έπλεε δίχως ελπίδα μέσα στο σκοτεινό ωκεανό της ζωής, χωρίς πυξίδα και καπετάνιο.  

["Νεκρός": ο άγ. Νικόλαος δεν αρνείται τη διδασκαλία του σπερματικού λόγου (ότι σε όλες τις θρησκείες υπάρχουν κομμάτια αλήθειας, που όμως οδηγούν προς την πλήρη αλήθεια, το Χριστό. Γράφει:
«Και στην καρδιά μας, όπως και στην καρδιά των αδελφών μας αρχαίων Αιγυπτίων και των Ινδιάνων, υπάρχει αυτή η ενστικτώδης προαίσθηση, η φλόγα μέσα μας από την αρχή σαν μέγιστη προφητεία της μέγιστης πραγματικότητας που θα έρθει. Και στο νου μας, όπως και στο νου των αδελφών μας, των αρχαίων φιλοσόφων όλων των λαών, μπορεί να χωρέσει τούτη η ίδια λογική των πραγμάτων: ο θάνατος δεν σημαίνει συντόμευση αλλά αλλαγή και επιμήκυνση της ζωής» (αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, Αργά βαδίζει ο Χριστός, εν Πλω, 2008, σελ. 114-115).

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Επισκόπου Αχρίδος 1956
ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ

Αξίζει επίσης να δείτε τις αναρτήσεις μας για ένα σύγχρονο εραστή και αναζητητή της αλήθειας, τον Αμερικανό π. Σεραφείμ Ρόουζ.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Η μητρότητα ως διακονία της γυναίκας


Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ
ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ

Η θέση της γυναίκας κατά τους περασμένους αιώνες ήταν εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ακόμη ως τις ημέρες μας δεν έχει πλήρως τακτοποιηθεί.
Σε όλα τα επίπεδα της ζωής το πρόβλημα αυτό αποδεικνύεται υπερβολικά πολύπλοκο και στο επίπεδο της κρατικής νομοθεσίας, και στο επίπεδο της δομής της κοινωνίας, και στο επίπεδο της κατανομής της εργασίας, και στο επίπεδο της εκπαιδεύσεως και της μορφώσεως, και στο επίπεδο τέλος της εκκλησιαστικής ζωής.

Πολλά έχουν αλλάξει κατά τις τελευταίες δεκαετίες· από πολλές απόψεις η γυναίκα απέκτησε θέση ασύγκριτα καλύτερη από την προηγούμενη, αλλά ωστόσο δεν έχει βρει τη θέση της στην κοινωνία· δεν έχει βρεθεί πραγματικά το σωστό μέτρο για την αξιολόγησή της.

Κατά τους προηγούμενους αιώνες ο άνδρας ήταν ο νομοθέτης, ο κύριος. Η γυναίκα όμως συχνά ήταν υπερβολικά υποβιβασμένη, και κατά την αναζήτηση αλήθειας και δικαιοσύνης όλοι όσοι επιθυμούσαν βελτίωση της θέσεως της γυναίκας είχαν τη σκέψη: να την εξισώσουν στα δικαιώματα με τον άνδρα σε όλα τα επίπεδα. Η οδός αυτή έδωσε υπέροχους καρπούς.
Πολλές γυναίκες απέκτησαν μεγάλη μόρφωση, κατέχουν υπεύθυνες θέσεις στην κρατική μηχανή, άρχισαν να διαδραματίζουν ιστορικό ρόλο συμμετέχοντας στις εκλογές κυβερνήσεων. Στην οικογένεια επίσης η θέση της γυναίκας άλλαξε προς όφελός της.

Πραγματικά, όλα αυτά έτσι είναι. Αλλά μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε λυμένα τα προβλήματα όχι μόνο της εργασίας της γυναίκας, αλλά ακόμη και της οικογενειακής θέσεώς της; Η πείρα της ιστορίας έδειξε ότι το τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας αποτελείται από κύτταρα, και ένα τέτοιο κύτταρο είναι η οικογένεια. Στο μέτρο που τα κύτταρα είναι υγιή υγιαίνει και το σώμα.
Συνεπώς η υγεία στο τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας εξαρτάται από την υγεία του κυττάρου του σώματος αυτού, της οικογένειας. Μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε τη σύγχρονη θέση της ως ευτυχή; Λόγω του ότι η γυναίκα γίνεται οικονομικά εντελώς ανεξάρτητη, εργαζόμενη όπως εργάζεται κάθε άνδρας, πλήθυναν οι διαλύσεις των οικογενειών, δηλαδή τα διαζύγια.

Και στην περίπτωση που δεν υπάρχει διάλυση της οικογένειας, όταν αναγκάζεται να εργασθεί η γυναίκα εκτός σπιτιού, πάλι υποφέρει η οικογένεια, εφόσον για τα παιδιά δεν υπάρχει στο σπίτι πλέον ουσιαστικά ούτε πατέρας ούτε μητέρα. Τα παιδιά μένουν αρκετή ώρα μόνα τους ή ανατρέφονται από συγγενικά ή ξένα χέρια ή ανατίθενται σε σχολεία για την ανατροφή τους. Βασικά όμως στερούνται της μητρικής στοργής. 

Αν η γυναίκα εργάζεται εξίσου με τον άνδρα, τότε πάλι καταργείται η δικαιοσύνη, επειδή η γυναίκα στην οικογένεια, παράλληλα με την εργασία, βαστάζει και άλλα βάρη, επιπρόσθετα καθήκοντα, επειδή ακριβώς αυτή είναι η μητέρα των παιδιών. Θα νόμιζε κάποιος ότι, επειδή η γυναίκα βαρύνεται από μεγαλύτερες ευθύνες και ασκεί πολυπλοκότερο ρόλο, σε αυτήν πρέπει να ανήκει το προνόμιο να «κατευθύνει» την οικογένεια. Ασφαλώς κάποιος πρέπει να κατευθύνει την οικογένεια, όπως και κάθε άλλο ανθρώπινο καθίδρυμα. Έτσι, σε πολλές οικογένειες ανακύπτει η πάλη για εξουσία, που πολύ συχνά γίνεται καταστροφική για την οικογένεια. Συνεπώς, οπού και αν στρέψουμε την προσοχή μας, παντού βλέπουμε υπερβολικά πολύπλοκα προβλήματα, και δεν πλησιάσαμε ακόμη στην επίλυσή τους.

Έκανα τις λίγες αυτές παρατηρήσεις, για να δω τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπει η πλειονότητα των ανθρώπων. Νομίζω όμως ότι εμείς ως χριστιανοί βλέπουμε ακόμη και εκείνα που οι άλλοι δεν προσέχουν. Θεωρούμε ότι το σπουδαιότερο θέμα γενικά για κάθε άνθρωπο είναι το ερώτημα: Τί είναι ο άνθρωπος; Ποιός είναι ο προορισμός του; Γιατί και για ποιόν λόγο εμφανίστηκε στον κόσμο; Ποιός σκοπός υπάρχει μπροστά του; Ποιό είναι το νόημα της υπάρξεώς του; Αν δεν απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε· ούτε σε ένα επίπεδο.
Είναι αδύνατον για παράδειγμα να επιτύχουμε αληθινά δίκαια δομή της κοινωνίας χωρίς τη γνώση αυτή. Δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα της κρατικής οργανώσεως, αν δεν έχουμε απάντηση στο κύριο αυτό ερώτημα. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας γράφεται με άσκοπη περιδίνηση, παράλογους πολέμους, άδικη καταπίεση του ισχυρού επάνω στον ασθενή, όπως βλέπουμε στον ζωικό κόσμο.
Συνεπώς, τί είναι ο άνθρωπος; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό την παίρνουμε από την Αγία Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γένεσις 1,27). Και λίγο πιο κάτω διαβάζουμε: «Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γέν. 2,7). ["Ν: για τις παραπομπές στην Παλαιά Διαθήκη μπορείτε να μπείτε εδώ και για την Καινή εδώ].

Αν λοιπόν ο Θεός δημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα ως ενιαία ανθρωπότητα, τότε είναι φυσικό ότι το θέμα της σχέσεως μεταξύ ανδρός και γυναικός ήταν και θα είναι πάντοτε ένα από τα σπουδαιότερα ζωτικά θέματα. Αν στρέψουμε την προσοχή μας στα φυσικά χαρίσματα της γυναίκας και τα συγκρίνουμε με τα αντίστοιχά τους στον άνδρα, θα δούμε από την μακρόχρονη πείρα ότι τα χαρίσματα αυτά είναι ποικίλα· κάποτε συμπίπτουν, ενώ κάποτε γίνονται συμπληρωματικά το ένα του άλλου.
 Γνωρίζουμε επίσης από την ιστορία και από την Αγία Γραφή ότι στην Ανατολή, όπου γεννήθηκαν όλες οι μεγάλες θρησκείες, η κυριότητα του άνδρα επάνω στη γυναίκα ήταν υπερβολικά ισχυρή. Η γυναίκα στη συνείδηση της Ανατολής ήταν κατά κάποιον τρόπο κατώτερο ον. Ακόμη και στο Ευαγγέλιο βλέπουμε παρόμοια χωρία, όπως για παράδειγμα: «Οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων» (Ματθ. 14,21). Ελάμβαναν υπ’ όψιν μόνο τους άνδρες, ενώ τις γυναίκες ούτε καν τις μετρούσαν. Αλλά αυτό δεν το βλέπουμε μόνο στην Ανατολή.

Έτυχε να διαβάσω, όταν ήμουν νέος, κάποιες στατιστικές που έκαναν μερικοί Γερμανοί μορφωμένοι άνθρωποι για τον ρόλο του άνδρα και τον ρόλο της γυναίκας στην ιστορία του πολιτισμού. Οι πολυμαθείς αυτοί Γερμανοί παρουσίαζαν τα κατορθώματα του άνδρα ως άκρως σημαντικά (παρομοιάζοντάς τα ως όρη υψηλά), ενώ από τα κατορθώματα της γυναίκας σημείωναν μόνο μερικά που ούτως ή άλλως γράφτηκαν στην ιστορία του πολιτισμού.

Μου φαίνεται ότι η παρεξήγηση αυτή εμφανίστηκε ως συνέπεια της απώλειας της συνειδήσεως εκείνης, που περιέχεται στη Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 1,27). Αυτό το ξεχνούν όχι μόνο οι άνδρες, αλλά και οι ίδιες οι γυναίκες. Για να διορθώσουμε λοιπόν τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα της, αρχίζοντας από την οικογένεια, οφείλουν οι γυναίκες να ανυψωθούν με το πνεύμα και να φανερώσουν στον κόσμο την αυθεντική αξία τους, τον υψηλό ρόλο τους. Για την χριστιανική Εκκλησία το θέμα του ρόλου της γυναίκας γίνεται κάθε χρόνο διαρκώς οξύτερο.

Βλέπουμε ότι στις χώρες όπου ο άθεος κομμουνισμός διεξάγει ανοικτή πάλη εναντίον της Εκκλησίας με την εφαρμογή κάθε είδους εκβιασμών, διασώζει την Εκκλησία η ανδρεία των γυναικών, η αυτοθυσία τους, η ετοιμότητά τους για κάθε είδους παθήματα. Παντού παρατηρούμε ότι οι γυναίκες στις Εκκλησίες αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό. Μπορούμε να πούμε ότι στις Εκκλησίες κατά τις ακολουθίες οι γυναίκες συνιστούν την πλειονότητα, κάποτε τα τρία τέταρτα, κάποτε όμως και περισσότερο. Αν τώρα όλες οι γυναίκες αποχωρούσαν από την Εκκλησία, τότε αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει, γιατί οι άνδρες που εκπληρώνουν υψηλή ποιμαντική διακονία, κατέχοντας υψηλές ιεραρχικές θέσεις, θα έμεναν ολιγάριθμοι και, με απλά λόγια, θα ήταν γι’ αυτούς από υλικής πλευράς αδύνατον να διατηρήσουν την Εκκλησία.

Συνεπώς ο ρόλος της γυναίκας στην Εκκλησία είναι μεγάλος, και όλοι μας πρέπει να σκεφτούμε το φαινόμενο αυτό. Στη χριστιανική μας διδασκαλία για τον άνθρωπο, μιλώντας θεολογικά, η γυναίκα παρουσιάζεται στο ίδιο ακριβώς μέτρο ως άνθρωπος, όπως και ο άνδρας. Οι δυνατότητες της διακονίας της (=προσφοράς, υπηρεσίας) μέσα στην ιστορία είναι απεριόριστες. Το γεγονός ότι ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε από γυναίκα καταδεικνύει ότι η γυναίκα δεν είναι καθόλου μειωμένη ενώπιον του Θεού.

Η αγία Θεοδότη, μητέρα των αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού (σχετικό post εδώ)

Εδώ όμως θέλω να εκφράσω το βασικότερο νόημα της ομιλίας μου. Όλα, όσα είπα μέχρι τη στιγμή αυτή, ήταν μόνο εισαγωγικά, για να σταθούμε όλοι σε σαφή πορεία σκέψεως. Αν μιλάμε για τη μεγάλη σπουδαιότητα της γυναίκας, τότε και οι ίδιες οι γυναίκες οφείλουν να δικαιώσουν τη σπουδαιότητά τους αυτή να δικαιώσουν τον εαυτό τους σε όλα τα επίπεδα της ζωής της ανθρωπότητος.
Το ουσιωδέστερο όμως γι’ αυτές έργο, το σπουδαιότερο λειτούργημά τους, είναι η Μητρότητα: «Και εκάλεσεν Αδάμ το όνομα της γυναικός αυτού Ζωή, ότι αύτη μήτηρ πάντων των ζώντων» (Γεν. 3,20). Για να ανυψώσουν την ανθρωπότητα οι γυναίκες, πρέπει να φέρνουν στον κόσμο παιδιά με τον τρόπο που μας διδάσκει ο λόγος του Θεού. Υπάρχουν όμως δύο είδη γεννήσεως το ένα κατά σάρκα, το άλλο κατά πνεύμα.
 Ο Χριστός είπε στον Νικόδημο: «Το γεγεννημένον εκ της σαρκός σαρξ έστι, και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος πνεύμα έστι. Μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δει υμάς γεννηθήναι Άνωθεν» (Ιωάν. 3,6-7). Επειδή οι γυναίκες της εποχής μας έχασαν την υψηλή αυτή συνείδηση, άρχισαν να γεννούν προπαντός κατά σάρκα. Τα παιδιά μας έγιναν ανίκανα για την πίστη. Συχνά αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι εικόνα του Αιωνίου Θεού. Η μεγαλύτερη αμαρτία στις ημέρες μας έγκειται στο ότι οι άνθρωποι βυθίστηκαν στην απόγνωση και δεν πιστεύουν πια στην Ανάσταση. Ο θάνατος του ανθρώπου εκλαμβάνεται από αυτούς ως τελειωτικός θάνατος, ως εκμηδένιση, ενώ πρέπει να θεωρείται ως στιγμή αλλαγής της μορφής της υπάρξεώς μας· ως ημέρα γεννήσεώς μας στην ανώτερη ζωή, σε ολόκληρο πλέον το πλήρωμα της ζωής που ανήκει στον Θεό.
Αλήθεια, το Ευαγγέλιο λέει: «Ο πιστεύων εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον ο δε απειθών τω Υιώ ουκ όψεται ζωήν» (Ιωάν. 3,36). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι… ο πιστεύων τω Πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάν. 5,24). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον λόγον τον Εμόν τηρήση, θάνατον ου μη θεώρηση εις τον αιώνα» (Ιωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπόν εκφράσεις μπορούμε να αναφέρουμε πολλές.

Συχνά ακούω από τους ανθρώπους: Πώς ή γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων έχασε την ικανότητα να πιστεύει; Δεν είναι άραγε η νέα απιστία συνέπεια της ευρύτερης μορφώσεως, όταν αυτό που λέει η Γραφή γίνεται μύθος, απραγματοποίητο όνειρο;

Η Πίστη, η ικανότητα για την πίστη, δεν εξαρτάται πρωτίστως από τον βαθμό μορφώσεως του ανθρώπου. Πράγματι παρατηρούμε ότι στην εποχή μας, κατά την οποία διαδίδεται η μόρφωση, η πίστη ελαττώνεται, ενώ θα έπρεπε ουσιαστικά να συμβαίνει το αντίθετο· όσο δηλαδή πλατύτερες γίνονται οι γνώσεις του ανθρώπου, τόσο περισσότερες αφορμές έχει για να αναγνωρίζει τη μεγάλη σοφία της δημιουργίας του κόσμου. Σε τί λοιπόν συνίσταται η ρίζα της απιστίας;

Πριν απ’ όλα οφείλουμε να πούμε ότι το θέμα αυτό είναι πρωτίστως έργο των γονέων, των πατέρων και των μητέρων. Αν οι γονείς φέρονται προς την πράξη της γεν¬νήσεως του νέου ανθρώπου με σοβαρότητα, με τη συνείδηση ότι το γεννώμενο βρέφος μπορεί να είναι αληθινά «υιός ανθρώπου» κατ’ εικόνα του Υιού του Ανθρώπου, δηλαδή του Χριστού, τότε προετοιμάζονται για την πράξη αυτή όχι όπως συνήθως γίνεται αυτό.
Να ένα υπέροχο παράδειγμα· ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ προσεύχονταν για πολύ καιρό να τους χαρισθεί τέκνο… Και τί συνέβη λοιπόν; «Ώφθη δε αυτώ (τω Ζαχαρία) άγγελος Κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. Και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών, και φόβος επέπεσεν επ’ αυτόν.
Είπε δε προς αυτόν ο άγγελος- μη φοβού, Ζαχαρία· διότι εισηκούσθη η δέησίς σου, και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην και έσται χαρά σοι και αγγαλίασις, και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου… και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και πολλούς των υιών Ισραήλ επιστρέψει επί Κύριον τον Θεόν αυτών» (Λουκ. 1,11-16).
 
Η γέννηση του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου

Βλέπουμε μάλιστα στη συνέχεια ότι ο Ιωάννης [ο Πρόδρομος], ευρισκόμενος ακόμη στην κοιλιά της μητέρας του, αναγνώρισε την επίσκεψη της μητέρας του Χριστού, σκίρτησε από χαρά και η χαρά του μεταδόθηκε στη μητέρα του. Τότε εκείνη γέμισε με προφητικό Πνεύμα (βλ. Λουκ. 1,40-41). Άλλο παράδειγμα είναι η προφήτιδα Άννα (βλ. Λουκ. 2,36).

Έτσι και τώρα· αν οι πατέρες και οι μητέρες θα γεννούν παιδιά συναισθανόμενοι την άκρα σπουδαιότητα του έργου αυτού, τότε τα παιδιά τους θα γεμίζουν από Πνεύμα Άγιο, ήδη από την κοιλιά της μητέρας- και η πίστη στον Θεό, τον Δημιουργό των απάντων, ως προς τον Πατέρα τους, θα γίνει γι’ αυτά φυσική, και καμία επιστήμη δεν θα μπορέσει να κλονίσει την πίστη αυτή, γιατί «το γεννώμενον εκ Πνεύματος πνεύμα έστιν».
Η ύπαρξη λοιπόν του Θεού και η εγγύτητά του σε μας είναι για μια τέτοια ψυχή οφθαλμοφανές γεγονός. Και η απιστία των πολυμαθών ή των αμαθών στα μάτια των τέκνων αυτών του Θεού θα είναι απλώς απόδειξη ότι οι άνθρωποι εκείνοι δεν γεννήθηκαν ακόμη Άνωθεν, και ακριβώς εξαιτίας του γεγονότος αυτού δεν πιστεύουν στον Θεό, διότι είναι εξ ολοκλήρου σάρκα, γεννημένοι από σάρκα.

Εκείνο όμως που αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για την Εκκλησία, τον προορισμό της, είναι το πώς να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αληθινά τέκνα και θυγατέρες του αιωνίου Πατρός· πως να δείξει στον κόσμο τη δυνατότητα μιας άλλης ζωής, όμοιας προς τη ζωή του ιδίου του Χριστού, ή τη ζωή των προφητών και των αγίων. Η Εκκλησία οφείλει να φέρει στον κόσμο όχι μόνο την πίστη στην ανάσταση, αλλά και τη βεβαιότητα γι’ αυτήν. Τότε περιττεύει η απαίτηση για οποιεσδήποτε άλλες ηθικιστικές διδασκαλίες.

π. Σωφρονίου (Σαχάρωφ) «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ.180-189. Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου – Έσσεξ

Γέροντας Σωφρόνιος (ενότητα στο blog μας)

Ειδικοί ιστότοποι
Μητερικό (νεότερο)