Θ. Ρηγινιώτης (Άρωμα Ασίας)
Κατά την χριστιανική θεολογία, όπως την παρέδωσαν ως εμάς οι άγιοι δάσκαλοι της πίστης μας, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν και είναι ο Χριστός, για τον οποίο μίλησαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και τον ερχομό Του προανήγγειλε ο Θεός στο «πρωτευαγγέλιο», Γένεση, 3, 14-15:
Και είπε Κύριος ο Θεός τω όφει· … και έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής· αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν (και είπε ο Κύριος ο Θεός στον όφη: […] και θα θέσω έχθρα ανάμεσά σε σένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της· εκείνος θα σου χτυπήσει την κεφαλή κι εσύ θα χτυπήσεις τη φτέρνα του). Τα λόγια αυτά, κατά τη χριστιανική θεολογία, αναφέρονται στο Χριστό, που ονομάζεται «σπέρμα της γυναικός», γιατί γεννήθηκε χωρίς ανδρική παρέμβαση, και που ο «όφης» ο διάβολος «Τον χτύπησε στη φτέρνα», δηλαδή Του κατάφερε μια μικρή πληγή (τη σταύρωση). [Σημείωση: για τις παραπομπές στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, μπορείς να μπεις εδώ & εδώ].
Ο Ιησούς ονομάζεται «Χριστός» (εβραϊκά: Μεσσίας), γιατί, ως άνθρωπος, είναι «χρισμένος» από το Θεό, δηλαδή έχει πάρει την εξουσιοδότηση να πραγματοποιήσει το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Δεν είναι «ένας προφήτης», αντίθετα, οι προφήτες μίλησαν για τον ερχομό Του. Η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη από τις προφητείες τους και τα ευαγγέλια γεμάτα από αναφορές σ’ αυτές τις προφητείες, καθώς επαληθεύονταν σιγά σιγά.
Είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, χωρίς όμως το προπατορικό αμάρτημα. Έτσι, ενώνοντας στο Πρόσωπό Του Θεό και άνθρωπο, δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να ενωθούν μαζί Του και –επομένως– να ενωθούν και με το Θεό: να φτάσουν δηλαδή στη θέωση, δηλαδή στην αγιότητα.
Αν ο Χριστός δεν ήταν Θεός, η ένωση μαζί Του δε θα ένωνε τους ανθρώπους με το Θεό. Αν δεν ήταν άνθρωπος, αλλά μόνο Θεός, δε θα μπορούσαμε να ενωθούμε μαζί Του.
Και είπε Κύριος ο Θεός τω όφει· … και έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής· αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν (και είπε ο Κύριος ο Θεός στον όφη: […] και θα θέσω έχθρα ανάμεσά σε σένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της· εκείνος θα σου χτυπήσει την κεφαλή κι εσύ θα χτυπήσεις τη φτέρνα του). Τα λόγια αυτά, κατά τη χριστιανική θεολογία, αναφέρονται στο Χριστό, που ονομάζεται «σπέρμα της γυναικός», γιατί γεννήθηκε χωρίς ανδρική παρέμβαση, και που ο «όφης» ο διάβολος «Τον χτύπησε στη φτέρνα», δηλαδή Του κατάφερε μια μικρή πληγή (τη σταύρωση). [Σημείωση: για τις παραπομπές στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, μπορείς να μπεις εδώ & εδώ].
Ο Ιησούς ονομάζεται «Χριστός» (εβραϊκά: Μεσσίας), γιατί, ως άνθρωπος, είναι «χρισμένος» από το Θεό, δηλαδή έχει πάρει την εξουσιοδότηση να πραγματοποιήσει το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Δεν είναι «ένας προφήτης», αντίθετα, οι προφήτες μίλησαν για τον ερχομό Του. Η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη από τις προφητείες τους και τα ευαγγέλια γεμάτα από αναφορές σ’ αυτές τις προφητείες, καθώς επαληθεύονταν σιγά σιγά.
Είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, χωρίς όμως το προπατορικό αμάρτημα. Έτσι, ενώνοντας στο Πρόσωπό Του Θεό και άνθρωπο, δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να ενωθούν μαζί Του και –επομένως– να ενωθούν και με το Θεό: να φτάσουν δηλαδή στη θέωση, δηλαδή στην αγιότητα.
Αν ο Χριστός δεν ήταν Θεός, η ένωση μαζί Του δε θα ένωνε τους ανθρώπους με το Θεό. Αν δεν ήταν άνθρωπος, αλλά μόνο Θεός, δε θα μπορούσαμε να ενωθούμε μαζί Του.
Ο Χριστός ως Θεός
• Υπάρχει πάντα γεννημένος με μυστηριώδη πνευματικό τρόπο από τον Πατέρα, αχώριστο μέλος της Αγίας Τριάδας.
• Δημιούργησε τον κόσμο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.
• Εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, ιδίως στα οράματα των προφητών (π.χ. Ησαΐα, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ κ.τ.λ.), καθώς και στη φλεγόμενη βάτο του Μωυσή. Είναι ο Γιαχβέ (=ο Ων, δηλαδή ο Υπάρχων), ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ.
• Είναι ο Λόγος και η Σοφία του Θεού.
• Δημιούργησε τον κόσμο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.
• Εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, ιδίως στα οράματα των προφητών (π.χ. Ησαΐα, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ κ.τ.λ.), καθώς και στη φλεγόμενη βάτο του Μωυσή. Είναι ο Γιαχβέ (=ο Ων, δηλαδή ο Υπάρχων), ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ.
• Είναι ο Λόγος και η Σοφία του Θεού.
Στην Αγία Γραφή φαίνεται ότι είναι:
Θεός: Λέγει αυτώ ο Φίλιππος· Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν. Λέγει αυτώ ο Ιησούς· τοσούτον χρόνον μεθ’ ημών ειμί και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; (=τόσο χρόνο είμαι μαζί σας και δε με γνώρισες, Φίλιππε;). Ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα (=όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα). Και πώς συ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα; Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί εστί; (κατά Ιωάννην 14, 8-9).
Σε αρκετά σημεία της Καινής Διαθήκης ο Ιησούς χαρακτηρίζεται «Θεός», π.χ. κατά Ιωάννην 1, 1, κατά Ιωάννην 20, 28 [ο Θωμάς «είπεν αυτώ» (σ’ Αυτόν) «ο Κύριός μου και ο Θεός μου»], Πράξεις των αποστόλων 20, 28, προς Ρωμαίους 9, 5, προς Εφεσίους 5, 5 («εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού»), Α΄ προς Τιμόθεον 3, 16 («Θεός εφανερώθη εν σαρκί»), προς Τίτον 1, 10 («την διδασκαλίαν του σωτήρος ημών Θεού» –ο Χριστός δίδαξε, όχι ο Πατήρ) και 2, 13 («επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ πάντων» –η επιφάνεια [εμφάνιση] θα είναι του Χριστού, όχι του Πατρός), προς Εβραίους 3, 4, Β΄ επιστολή Πέτρου 1, 1, Α΄ επιστολή Ιωάννου 5, 20 κ.ά.
Σε αρκετά σημεία της Καινής Διαθήκης ο Ιησούς χαρακτηρίζεται «Θεός», π.χ. κατά Ιωάννην 1, 1, κατά Ιωάννην 20, 28 [ο Θωμάς «είπεν αυτώ» (σ’ Αυτόν) «ο Κύριός μου και ο Θεός μου»], Πράξεις των αποστόλων 20, 28, προς Ρωμαίους 9, 5, προς Εφεσίους 5, 5 («εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού»), Α΄ προς Τιμόθεον 3, 16 («Θεός εφανερώθη εν σαρκί»), προς Τίτον 1, 10 («την διδασκαλίαν του σωτήρος ημών Θεού» –ο Χριστός δίδαξε, όχι ο Πατήρ) και 2, 13 («επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ πάντων» –η επιφάνεια [εμφάνιση] θα είναι του Χριστού, όχι του Πατρός), προς Εβραίους 3, 4, Β΄ επιστολή Πέτρου 1, 1, Α΄ επιστολή Ιωάννου 5, 20 κ.ά.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι ο απόστολος Παύλος γράφει κάτι παράξενο στην επιστολή Α΄ προς Κορινθίους 8, 6: «αλλ’ ημίν είς Θεός ο Πατήρ, εξ ου τα πάντα και ημείς εις αυτόν, και είς Κύριος Ιησούς Χριστός, δι’ ού τα πάντα και ημείς δι’ αυτού» (=αλλά για μας [υπάρχει] ένας Θεός, ο Πατέρας, από τον οποίο [προέρχονται] τα πάντα και εμείς απ’ Αυτόν, και ένας Κύριος, ο Ιησούς Χριστός, διά του οποίου τα πάντα και εμείς δι’ Αυτού). Αν ο «Ένας Θεός» είναι ο Πατήρ, πώς λέμε ότι ο Χριστός είναι Θεός;
Το αίνιγμα αυτό λύνεται με τη βοήθεια των λόγων του Κυρίου Ιησού ότι η ταύτισή Του με τον Πατέρα είναι απόλυτη, σε σημείο που Πατήρ και Υιός να είναι ένα, να είναι ο Ένας μέσα στον Άλλο, όλα όσα έχει ο Ένας να τα έχει και ο Άλλος, όποιος είδε τον Υιό, να έχει δει και τον Πατέρα (άρα Πατήρ και Υιός είναι όμοιοι)· βλ. Ιω. 10, 30. 14, 9-11. 16, 15. 17, 10 και 17, 21.
Το αίνιγμα αυτό λύνεται με τη βοήθεια των λόγων του Κυρίου Ιησού ότι η ταύτισή Του με τον Πατέρα είναι απόλυτη, σε σημείο που Πατήρ και Υιός να είναι ένα, να είναι ο Ένας μέσα στον Άλλο, όλα όσα έχει ο Ένας να τα έχει και ο Άλλος, όποιος είδε τον Υιό, να έχει δει και τον Πατέρα (άρα Πατήρ και Υιός είναι όμοιοι)· βλ. Ιω. 10, 30. 14, 9-11. 16, 15. 17, 10 και 17, 21.
Παράλληλα όμως ο Κύριος μπορεί να λέει «ο Πατήρ μου είναι μεγαλύτερος από μένα» (Ιω. 14, 28), διότι ο Πατήρ είναι Πατήρ, πηγή της ύπαρξης του Υιού. Όχι όμως δημιουργός Του, αλλά Πατήρ Του (γεννήτοράς Του), ούτε μεγαλύτερος σε χρόνο, αφού διά του Υιού «δημιούργησε τους αιώνες» (προς Εβραίους, 1, 2), άρα και ο Υιός, όπως και ο Πατήρ, υπάρχει πριν το χρόνο, είναι άχρονος.
Σημειωτέον ότι ο Ιησούς διακήρυξε ευθέως τον Εαυτό Του ως ισότιμο προς το Θεό, σε περιπτώσεις όπου συγχώρησε αμαρτίες ανθρώπων ή έδωσε στους μαθητές του το χάρισμα να συγχωρούν αμαρτίες και να κάνουν θαύματα και ιδίως στο χαρακτηριστικό σημείο του κατά Ιωάννην ευαγγελίου (13, 34), όπου παρέδωσε στους μαθητές Του –και κατ’ επέκτασιν στους ανθρώπους– την εντολή της αγάπης (ως δική Του εντολή), όπως στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός είχε παραδώσει τις εντολές του «παλαιού νόμου» στο Μωυσή.
Παραδόξως όμως ο Ιησούς ονομάζεται στην Αγία Γραφή και «Λόγος» αλλά και «Σοφία» του Θεού.
Λόγος: Ένα αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος… Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν… Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού (=είδαμε τη λαμπρότητά Του), δόξαν ως μονογενούς παρά Πατρός (αρχή του κατά Ιωάννην ευαγγελίου).
Σοφία: ο απόστολος Παύλος μιλάει για «Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν» (Α΄ προς Κορινθίους 1, 24, βλ. και 1, 30). Αυτός ο χαρακτηρισμός, «Θεού σοφία», παραπέμπει σε μερικά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης, όπου εμφανίζεται ένα θείο Ον, που ονομάζεται Σοφία και δεν είναι ο Θεός Πατήρ. Η Σοφία αυτή κατά την ορθόδοξη θεολογία είναι ο Υιός, γι’ αυτό και ο μεγάλος καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης που αφιερώθηκε σ’ Αυτόν –καθώς και οι άλλοι ανάλογοι ναοί που χτίστηκαν στην Ελλάδα και στις σλαβικές χώρες– ονομάστηκε «Ναός της του Θεού Σοφίας», Αγία Σοφία.
Η Σοφία, στην Παλαιά Διαθήκη, μιλάει διά των προφητών και λέει: Εγώ από στόματος Υψίστου εξήλθον και ως ομίχλη κατεκάλυψα γην· εγώ εν υψηλοίς κατεσκήνωσα, και ο θρόνος μου εν στύλω νεφέλης· γύρον ουρανού εκύκλωσα μόνη και εν βάθει αβύσσων περιεπάτησα· εν κύματι θαλάσσης και εν πάση τη γη και εν παντί λαώ και έθνει εκτησάμην… έτι διδασκαλίαν ως προφητείαν εκχεώ (=θα αναβλύσω) και καταλείψω αυτήν εις γενεάς αιώνων· ίδετε ότι ουκ εμοί μόνω εκοποίασα, αλλά πάσι τοις εκζητούσιν αυτήν (Σοφία Σειράχ, κεφ. 24. βλ. και Παροιμίες, Σοφία Σολομώντος, Ιώβ).
Ο προφήτης συγγραφέας του βιβλίου Σοφία Σολομώντος, στην Παλαιά Διαθήκη, προσεύχεται στο Θεό και λέει: …και μετά σου η σοφία η ειδυία τα έργα σου και παρούσα, ότε εποίεις τον κόσμον… Εξαπόστειλον αυτήν εξ αγίων ουρανών και από θρόνου δόξης σου πέμψον αυτήν… (=μαζί σου η σοφία που γνώριζε τα έργα Σου και ήταν παρούσα, όταν δημιουργούσες τον κόσμο… Στείλε την από τους ιερούς ουρανούς και από το φωτεινό θρόνο Σου, Σοφία Σολομώντος, 9, 9-10).
Σοφία: ο απόστολος Παύλος μιλάει για «Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν» (Α΄ προς Κορινθίους 1, 24, βλ. και 1, 30). Αυτός ο χαρακτηρισμός, «Θεού σοφία», παραπέμπει σε μερικά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης, όπου εμφανίζεται ένα θείο Ον, που ονομάζεται Σοφία και δεν είναι ο Θεός Πατήρ. Η Σοφία αυτή κατά την ορθόδοξη θεολογία είναι ο Υιός, γι’ αυτό και ο μεγάλος καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης που αφιερώθηκε σ’ Αυτόν –καθώς και οι άλλοι ανάλογοι ναοί που χτίστηκαν στην Ελλάδα και στις σλαβικές χώρες– ονομάστηκε «Ναός της του Θεού Σοφίας», Αγία Σοφία.
Η Σοφία, στην Παλαιά Διαθήκη, μιλάει διά των προφητών και λέει: Εγώ από στόματος Υψίστου εξήλθον και ως ομίχλη κατεκάλυψα γην· εγώ εν υψηλοίς κατεσκήνωσα, και ο θρόνος μου εν στύλω νεφέλης· γύρον ουρανού εκύκλωσα μόνη και εν βάθει αβύσσων περιεπάτησα· εν κύματι θαλάσσης και εν πάση τη γη και εν παντί λαώ και έθνει εκτησάμην… έτι διδασκαλίαν ως προφητείαν εκχεώ (=θα αναβλύσω) και καταλείψω αυτήν εις γενεάς αιώνων· ίδετε ότι ουκ εμοί μόνω εκοποίασα, αλλά πάσι τοις εκζητούσιν αυτήν (Σοφία Σειράχ, κεφ. 24. βλ. και Παροιμίες, Σοφία Σολομώντος, Ιώβ).
Ο προφήτης συγγραφέας του βιβλίου Σοφία Σολομώντος, στην Παλαιά Διαθήκη, προσεύχεται στο Θεό και λέει: …και μετά σου η σοφία η ειδυία τα έργα σου και παρούσα, ότε εποίεις τον κόσμον… Εξαπόστειλον αυτήν εξ αγίων ουρανών και από θρόνου δόξης σου πέμψον αυτήν… (=μαζί σου η σοφία που γνώριζε τα έργα Σου και ήταν παρούσα, όταν δημιουργούσες τον κόσμο… Στείλε την από τους ιερούς ουρανούς και από το φωτεινό θρόνο Σου, Σοφία Σολομώντος, 9, 9-10).
Λόγος και Σοφία
Οι χαρακτηρισμοί «Λόγος» και «Σοφία» για το Χριστό είναι αρκετά μυστηριώδεις, όμως μπορούμε να επιχειρήσουμε μια διερεύνηση:
Ο άνθρωπος έχει νου, λόγο (=λογική) και σοφία, καθώς και πνεύμα (πνοή, αναπνοή ή ψυχή). Ανάλογες ιδιότητες έχει κι ο Θεός. Ο Θεός όμως είναι το απόλυτο Ον, και μάλιστα το απόλυτο Πρόσωπο. Γι’ αυτό, ο Νους, ο Λόγος, η Σοφία και το Πνεύμα Του δεν είναι απλές ιδιότητες, όπως σ’ εμάς, αλλά ολοκληρωμένα και λογικά Πρόσωπα με συνείδηση της ύπαρξής Τους και αγάπη: ο Πατήρ (Νους), ο Υιός (Λόγος και Σοφία) και το Άγιο Πνεύμα (Πνεύμα).
Ο άνθρωπος έχει νου, λόγο (=λογική) και σοφία, καθώς και πνεύμα (πνοή, αναπνοή ή ψυχή). Ανάλογες ιδιότητες έχει κι ο Θεός. Ο Θεός όμως είναι το απόλυτο Ον, και μάλιστα το απόλυτο Πρόσωπο. Γι’ αυτό, ο Νους, ο Λόγος, η Σοφία και το Πνεύμα Του δεν είναι απλές ιδιότητες, όπως σ’ εμάς, αλλά ολοκληρωμένα και λογικά Πρόσωπα με συνείδηση της ύπαρξής Τους και αγάπη: ο Πατήρ (Νους), ο Υιός (Λόγος και Σοφία) και το Άγιο Πνεύμα (Πνεύμα).
Ο Υιός, ως Λόγος, έχει και μιαν άλλη σημασία: πολλοί αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, όπως ο Ηράκλειτος και οι στωικοί, πίστευαν ότι υπάρχει μια θεϊκή δύναμη, που δημιούργησε και συντηρεί το σύμπαν, και την ονόμαζαν «Λόγο του κόσμου» (λογική). Κατά την Παλαιά Διαθήκη (Γένεσις, 1, 1-27), ο Θεός «είπε και εγενήθησαν» ο κόσμος και όσα περιλαμβάνει, εκτός από τον άνθρωπο, για τον οποίο ακολουθήθηκε εντελώς διαφορετική δημιουργική διαδικασία (η οποία όμως επίσης άρχισε με λόγο, δηλ. λόγια, Γέν. 1, 26). Ένας Ιουδαίος φιλόσοφος της Αλεξάνδρειας, ο Φίλων, που έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. (αλλά δεν ήταν χριστιανός), συνέδεσε το «Λόγο του κόσμου» των αρχαίων Ελλήνων με το «λόγο του Θεού» της Παλαιάς Διαθήκης, υποστηρίζοντας ότι και οι φιλόσοφοι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, μιλούσαν για τον αληθινό Θεό (η άποψη αυτή είναι σωστή, κατά το χριστιανισμό, και την υποστήριξαν πολλοί άγιοι, όπως ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς και ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ονομάζοντας Λόγο τον Υιό, απαντάει στο Φίλωνα και στους φιλοσόφους ότι Αυτός ο Λόγος, για τον Οποίο μιλούσαν, δεν είναι μια απρόσωπη δύναμη, αλλά ένα Πρόσωπο, και μάλιστα Ένας από την Αγία Τριάδα. Συνδέει λοιπόν τη χριστιανική θεολογία με την ιουδαϊκή και την ελληνική φιλοσοφία της αρχαιότητας.
Έτσι ερμηνεύεται από τους αγίους διδασκάλους της χριστιανικής πίστης ο λόγος του Θεού, με τον οποίο δημιούργησε τον κόσμο, όχι ως «φωνή», αλλά ως συμβολισμός της συμμετοχής του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδας στο έργο της δημιουργίας του κόσμου:
«Φωνή δε τί άλλο εστίν, αλλ’ ή ο Λόγος ο του Θεού, ός έστι και Υιός αυτού;» (τι άλλο είναι η «φωνή» [του Θεού στη Γένεση], παρά ο Λόγος του Θεού, που είναι και Υιός Του), άγιος Θεόφιλος Αντιοχείας, Προς Αυτόλυκον ΙΙ, κεφ. 22, P.G. 6, 1088Α (1).
Λόγος, Νους και Σοφία είναι ο Χριστός, γράφει και ο άγιος Αθηναγόρας ο Αθηναίος φιλόσοφος, στην Πρεσβεία περί χριστιανών (απολογία για τους χριστιανούς που θανατώνονταν από το ρωμαϊκό κράτος), κεφ. 24, P.G. 945Β: «Ως γαρ Θεόν φαμέν (=λέμε), και Υιόν τον Λόγον αυτού, και Πνεύμα άγιον, ενούμενα μεν κατά δύναμιν, τον Πατέρα, τον Υιόν, το Πνεύμα, ότι Νους, Λόγος, Σοφία, Υιός του Πατρός, και απόρροια, ως φως από Πυρός, το Πνεύμα».
Έτσι ερμηνεύεται από τους αγίους διδασκάλους της χριστιανικής πίστης ο λόγος του Θεού, με τον οποίο δημιούργησε τον κόσμο, όχι ως «φωνή», αλλά ως συμβολισμός της συμμετοχής του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδας στο έργο της δημιουργίας του κόσμου:
«Φωνή δε τί άλλο εστίν, αλλ’ ή ο Λόγος ο του Θεού, ός έστι και Υιός αυτού;» (τι άλλο είναι η «φωνή» [του Θεού στη Γένεση], παρά ο Λόγος του Θεού, που είναι και Υιός Του), άγιος Θεόφιλος Αντιοχείας, Προς Αυτόλυκον ΙΙ, κεφ. 22, P.G. 6, 1088Α (1).
Λόγος, Νους και Σοφία είναι ο Χριστός, γράφει και ο άγιος Αθηναγόρας ο Αθηναίος φιλόσοφος, στην Πρεσβεία περί χριστιανών (απολογία για τους χριστιανούς που θανατώνονταν από το ρωμαϊκό κράτος), κεφ. 24, P.G. 945Β: «Ως γαρ Θεόν φαμέν (=λέμε), και Υιόν τον Λόγον αυτού, και Πνεύμα άγιον, ενούμενα μεν κατά δύναμιν, τον Πατέρα, τον Υιόν, το Πνεύμα, ότι Νους, Λόγος, Σοφία, Υιός του Πατρός, και απόρροια, ως φως από Πυρός, το Πνεύμα».
Η κάθοδος του Ιησού στον Άδη, που είναι και η ορθόδοξη εικόνα της ανάστασής Του (από το post Τα πνεύματα των νεκρών και εμείς) |
Ο Χριστός ως Άνθρωπος
Ο Ιησούς, ως άνθρωπος, είναι ο δεύτερος Αδάμ, πρωτόπλαστος, ο πρώτος της δεύτερης δημιουργίας του ανθρώπου, στην οποία ο Θεός καλεί όποιον άνθρωπο θέλει να συμμετάσχει, για τη θεραπεία του προπατορικού αμαρτήματος.
Είναι αθάνατος ως προς το φυσικό θάνατο, αφού δεν έχει το προπατορικό αμάρτημα, αλλά πεθαίνει από ανθρώπινο χέρι επειδή ήταν πολύ καλός για να τον αντέξουν οι άνθρωποι, που είχαν απομακρυνθεί από το Θεό. Ο θάνατός Του –όπως και η επίγεια ζωή Του– συνετέλεσε ώστε:
• να υποστεί όλα τα δεινά και τις τραγωδίες του ανθρώπινου γένους (παιδί άγαμης μητέρας που κινδυνεύει να λιθοβοληθεί, γεννημένος σε στάβλο, σε θετή οικογένεια, πρόσφυγας ως βρέφος, περιπλανώμενος, προδομένος από φίλο, εγκαταλελειμμένος από τους φίλους, αθώος που καταδικάζεται και πεθαίνει με σταύρωση, νιώθοντας με ανεξήγητο τρόπο, πάνω στο σταυρό, ακόμη και την «εγκατάλειψη από το Θεό», όπως πολλές φορές νιώθουν οι άνθρωποι),
• να ενώσει στο πρόσωπό Του όλη την ανθρωπότητα, προ Χριστού και μετά Χριστόν, όχι μόνο τη μετά Χριστόν: κατά το διάστημα της παραμονής Του στον Άδη, κηρύσσει στους νεκρούς και τους μεταφέρει από εκεί (από τον τόπο του αιώνιου θανάτου) στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές σήμερα, που είναι τόπος προσωρινού θανάτου και αναμονής της ανάστασης: «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξε» (Α΄ επιστολή Πέτρου, 3, 19),
• να ανοίξει το δρόμο για την κοινή ανάσταση, γιατί οι απόγονοι κληρονομούν τις ιδιότητες του προγόνου τους (=Αδάμ). Με την ανάστασή Του δε νικάει μόνο το δικό Του θάνατο, αλλά το θάνατο όλης της ανθρωπότητας. «Ο Χριστός άνοιξε την πόρτα της ανάστασης, αλλά δεν την έκλεισε» (άγ. Νικόλαος Καβάσιλας).
• να υποστεί όλα τα δεινά και τις τραγωδίες του ανθρώπινου γένους (παιδί άγαμης μητέρας που κινδυνεύει να λιθοβοληθεί, γεννημένος σε στάβλο, σε θετή οικογένεια, πρόσφυγας ως βρέφος, περιπλανώμενος, προδομένος από φίλο, εγκαταλελειμμένος από τους φίλους, αθώος που καταδικάζεται και πεθαίνει με σταύρωση, νιώθοντας με ανεξήγητο τρόπο, πάνω στο σταυρό, ακόμη και την «εγκατάλειψη από το Θεό», όπως πολλές φορές νιώθουν οι άνθρωποι),
• να ενώσει στο πρόσωπό Του όλη την ανθρωπότητα, προ Χριστού και μετά Χριστόν, όχι μόνο τη μετά Χριστόν: κατά το διάστημα της παραμονής Του στον Άδη, κηρύσσει στους νεκρούς και τους μεταφέρει από εκεί (από τον τόπο του αιώνιου θανάτου) στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές σήμερα, που είναι τόπος προσωρινού θανάτου και αναμονής της ανάστασης: «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξε» (Α΄ επιστολή Πέτρου, 3, 19),
• να ανοίξει το δρόμο για την κοινή ανάσταση, γιατί οι απόγονοι κληρονομούν τις ιδιότητες του προγόνου τους (=Αδάμ). Με την ανάστασή Του δε νικάει μόνο το δικό Του θάνατο, αλλά το θάνατο όλης της ανθρωπότητας. «Ο Χριστός άνοιξε την πόρτα της ανάστασης, αλλά δεν την έκλεισε» (άγ. Νικόλαος Καβάσιλας).
Έτσι, καλεί τους πάντες:
• να βαφτιστούν στο όνομά Του (και στο όνομα του Πατρός και του Αγ. Πνεύματος, δηλ. του Τριαδικού Θεού) και έτσι να πάψουν να είναι απόγονοι του παλαιού Αδάμ και να γίνουν απόγονοι του νέου Αδάμ (κατά Iωάννην 3, 5: «εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού», Ματθ. 28, 19: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»)·
• να φάνε το Σώμα Του και να πιουν το Αίμα Του, ώστε να ενωθούν μαζί Του (Ιω. 6, 51-59: «ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ»), και φυσικά
• να εφαρμόσουν τη «νέα εντολή»: αγαπάτε αλλήλους, έως και τους εχθρούς σας.
Αυτή η ένωση μαζί Του θα δώσει τη δύναμη για εφαρμογή της εντολής.
Προσοχή: ο Ιησούς ζητάει να Τον αγαπούν οι άνθρωποι περισσότερο από τους γονείς και τ’ άλλα μέλη της οικογένειάς τους (π.χ. Ματθ. 10, 34-37), γιατί Εκείνος συνενώνει όλη την ανθρωπότητα, η αγάπη Του είναι η «παν-αγάπη», ενώ όταν «βάζουμε την οικογένειά μας πάνω απ’ όλα», χτίζουμε τείχος ανάμεσα στους «δικούς μας» και τους «ξένους» ή «εχθρούς» μας.
Κομβικό σημείο: ο Ιησούς δε σώζει τον κόσμο με τη διδασκαλία Του, αλλά με την ανάστασή Του, που ανοίγει το δρόμο για τη δική μας ανάσταση. Αν η ανάσταση του Χριστού είναι ψέμα ή συμβολικός μύθος, όλος ο χριστιανισμός είναι μια απάτη.
Όλοι θ’ αναστηθούμε μαζί, στο «Τέλος των ημερών» (δευτέρα παρουσία), γιατί όλη η ανθρωπότητα είναι ένα σώμα, το Σώμα του Χριστού (η Εκκλησία), δεμένο με τα δεσμά της αγάπης. Αν ο καθένας που πέθαινε ανασταινόταν την άλλη μέρα, ο σύνδεσμος της ενιαίας ανθρωπότητας θα ράγιζε.
(1) Τα αρχικά P.G. σημαίνουν Patrologia Graeca (Ελληνική Πατρολογία) και παραπέμπουν στο μνημειώδες έργο του J. P. Migne, Patrologiae cursus completus, serieus graeca, Paris 1857-1866. Είναι μια πολύτομη έκδοση όλων των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας και άλλων χριστιανών συγγραφέων, που είχε στη διάθεσή του ο εκδότης. Ο ίδιος εξέδωσε και Patrologia Latina, ανάλογη έκδοση των Πατέρων που έγραψαν στα λατινικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου