Σάββατο 13 Ιουλίου 2024

Πώς άνθρωποι πιστοί φθάνουν στην αθεΐα (άγιος Παΐσιος)

 


«Θα έρθει καιρός που όλοι θα πιστέψουν, γιατί θα φθάσουν σε αδιέξοδο και θα επέμβει ο Χριστός».

Ο κόσμος ήδη νοιώθει αυτό το κενό και το αδιέξοδο και σιγά σιγά θα καταλάβουν όλοι, ότι αυτό που ζούσαν όλα αυτά τα χρόνια ήταν ένα ψέμα και μια κακοστημένη απάτη.
 

Πῶς ἄνθρωποι πιστοὶ φθάνουν στὴν ἀθεΐα
 
Στὸ θέμα αὐτὸ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν δύο περιπτώσεις.

Στὴν μία περίπτωση μπορεῖ νὰ ἦταν κανεὶς πολὺ πιστός, νὰ ἐνήργησε ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του μὲ πολλὰ χειροπιαστὰ γεγονότα, καὶ ὕστερα νὰ ἔφθασε σὲ μιὰ θόλωση στὸ θέμα τῆς πίστεως. Αὐτὸ συμβαίνει, ὅταν λ.χ. κάνη κανεὶς ἄσκηση ἀδιάκριτη μὲ ἐγωισμό, πιάνη δηλαδὴ ξερὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. «Τί ἔκανε ὁ τάδε Ἅγιος; λέει, θὰ τὸ κάνω καὶ ἐγώ», καὶ ἀρχίζει νὰ κάνη μιὰ ἀδιάκριτη ἄσκηση. Σιγὰ-σιγὰ ὅμως, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβη, δημιουργεῖται μέσα του μιὰ ψευδαίσθηση ὅτι, ἂν δὲν ἔφθασε στὰ μέτρα τοῦ τάδε Ἁγίου, κάπου ἐκεῖ κοντὰ πρέπει νὰ εἶναι. Ἔτσι συνεχίζει τὴν ἄσκηση. 
 
Ἀλλά, ἐνῶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν τὸν λογισμὸ τὸν βοηθοῦσε ἡ θεία Χάρις, τώρα ἀρχίζει νὰ τὸν ἐγκαταλείπη. Γιατί, τί δουλειὰ ἔχει μὲ τὴν ὑπερηφάνεια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ; Ὁπότε δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ κάνη τὴν ἄσκηση ποὺ ἔκανε προηγουμένως καὶ ζορίζει τὸν ἑαυτό του. Μὲ τὸ ζόρισμα ὅμως δημιουργεῖται ἄγχος. Ἔρχεται καὶ ἡ ὑπερηφάνεια ποὺ εἶναι μιὰ ἀντάρα καὶ τοῦ δημιουργεῖ μιὰ θόλωση. Καὶ ἐνῶ εἶχε κάνει τόσα καὶ εἶχε ἐνεργήσει ἡ θεία Χάρις καὶ εἶχε γεγονότα, ἀρχίζει σιγὰ-σιγὰ νὰ ἔχη λογισμοὺς ἀπιστίας καὶ νὰ ἀμφιβάλλη γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ.

Ἡ δεύτερη περίπτωση εἶναι, ὅταν θελήση ἕνας ἀγράμματος νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸ δόγμα. Ἔ, αὐτὸς δὲν εἶναι καλά! Ἄλλο νὰ ρίξη μιὰ ματιά, γιὰ νὰ γνωρίση τὸ δόγμα. Ἀλλὰ καὶ ἕνας μορφωμένος ἂν πάη ὑπερήφανα νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸ δόγμα, καὶ αὐτόν, ἐπειδὴ ἔχει ὑπερηφάνεια, θὰ τὸν ἐγκαταλείψη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ ἀρχίση νὰ ἔχη ἀμφιβολίες. Δὲν μιλάω φυσικὰ γιὰ ἕναν ποὺ ἔχει εὐλάβεια. Αὐτὸς καὶ μορφωμένος νὰ μὴν εἶναι, μπορεῖ νὰ ρίξη μιὰ ματιὰ μὲ διάκριση, μέχρι ἐκεῖ ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξετάση, καὶ νὰ κατανοήση τὸ δόγμα. Ἀλλὰ ἕνας ποὺ δὲν ἔχει πνευματικότητα καὶ πάει νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὰ δογματικά, αὐτός, καὶ ἂν πίστευε λίγο, μετὰ δὲν θὰ πιστεύη καθόλου.

Συχνὰ βλέπει κανεὶς καὶ σ᾿ αὐτοὺς ἀκόμη ποὺ λένε ὅτι δὲν πιστεύουν στὸν Θεὸ νὰ ὑπάρχη μέσα τους κρυμμένη λίγη πίστη. Μιὰ φορὰ μοῦ εἶπε ἕνα παλληκάρι: «Δὲν πιστεύω ὅτι ὑπάρχει Θεός». «Ἔλα πιὸ κοντά, τοῦ εἶπα. Ἀκοῦς τὸ ἀηδόνι ποὺ κελαηδάει; Ποιός τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα αὐτό;». Τὸ καημένο ἕνα κι ἕνα συγκινήθηκε. Ἔφυγε ἐκείνη ἡ σκληράδα τῆς ἀπιστίας καὶ ἄλλαξε τὸ προσωπάκι του. Ἄλλη φορὰ εἶχαν ἔρθει δύο ἐπισκέπτες στὸ Καλύβι. Ἦταν περίπου σαράντα πέντε χρονῶν καὶ ζοῦσαν πολὺ κοσμικὴ ζωή. Ὅπως ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ λέμε «ἀφοῦ εἶναι μάταιη αὐτὴ ἡ ζωή, τὰ ἀρνούμαστε ὅλα», ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι, ἀπὸ τὴν ἀντίθετη πλευρά, εἶπαν «δὲν ὑπάρχει ἄλλη ζωὴ» καί, ὅταν ἦταν νέοι, ἄφησαν τὶς σπουδές τους καὶ ρίχτηκαν στὴν κοσμικὴ ζωή. Ἔφθασαν σὲ σημεῖο νὰ γίνουν ψυχικὰ καὶ σωματικὰ ράκη. 
 
Ὁ πατέρας τοῦ ἑνὸς πέθανε ἀπὸ τὴν στενοχώρια. Ὁ ἄλλος κατέστρεψε τὴν περιουσία τῆς μάνας του καὶ τὴν ἔκανε καρδιακιά. Μετὰ ἀπὸ τὴν συζήτηση ποὺ κάναμε, εἶδαν τὰ πράγματα ἀλλιῶς. «Ἐμεῖς ἀχρηστευθήκαμε», ἔλεγαν. Ἔδωσα στὸν ἕναν μιὰ εἰκόνα γιὰ τὴν μάνα του. Πῆγα νὰ δώσω καὶ στὸν ἄλλο μία εἰκόνα, ἀλλὰ δὲν τὴν ἔπαιρνε. «Δῶσε μου ἕνα σανιδάκι ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πριονίζεις, μοῦ λέει. Δὲν πιστεύω στὸν Θεό· στοὺς Ἁγίους πιστεύω». Τότε τοῦ εἶπα: «Ἢ καθρέφτης εἶναι κανεὶς ἢ καπάκι ἀπὸ κονσερβοκούτι, ἂν δὲν πέσουν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου ἐπάνω του, δὲν γυαλίζει. Οἱ Ἅγιοι ἔλαμψαν μὲ τὶς ἀκτίνες τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὰ ἀστέρια παίρνουν φῶς ἀπὸ τὸν ἥλιο».

Τοὺς καημένους τοὺς νέους τοὺς ζαλίζουν μὲ διάφορες θεωρίες. Εἶχα προσέξει ἐκεῖ στὸ Καλύβι ὅτι συνήθως δύο μαρξιστὲς πενηντάρηδες ἔμπαιναν στὰ γκροὺπ τῶν νέων, γιὰ νὰ τοὺς ζαλίζουν. Οἱ μαρξιστὲς δὲν πιστεύουν καί, ὅταν πᾶς νὰ τοὺς ἀποδείξης τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, κρίνουν τὸν Θεὸ καὶ εἶναι ὅλο ἐρωτήσεις· «γιατί αὐτό, γιατί ἐκεῖνο κ.λπ.». Ὁ Προφήτης Ἠσαΐας λέει ὅτι αὐτοὶ ποὺ δὲν θέλουν νὰ σωθοῦν, δὲν καταλαβαίνουν (1). Μιὰ φορὰ τοὺς εἶπα: «Βλέπετε τὰ ἀστέρια; Αὐτὰ δὲν εἶναι βιδωμένα· κάποιος τὰ κρατᾶ στὸ στερέωμα. Γιὰ τὸν Χριστό, ὅσα εἶπαν οἱ Προφῆτες ἐκπληρώθηκαν. Ἔχουμε τόσους Μάρτυρες, ποὺ ἦταν πρὶν πολὺ ἄπιστοι, δήμιοι, εἰδωλολάτρες, καὶ μετὰ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ μαρτύρησαν. Μερικοὺς τοὺς ἔκοβαν τὴν γλῶσσα, γιὰ νὰ μὴ μιλᾶνε γιὰ τὸν Χριστό, καὶ μὲ κομμένη γλῶσσα μιλοῦσαν καλύτερα! Κάθε μέρα ἔχουμε τόσους Ἁγίους ποὺ ἑορτάζουν!

Εἶναι ζωντανὴ ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων. Καὶ ὅταν ἀκόμη ἐμεῖς δὲν τοὺς βρίσκουμε, ἐκεῖνοι μᾶς βρίσκουν!

Πολλοὶ ἀσκητὲς στὴν ἔρημο, ποὺ δὲν ἔχουν ἡμερολόγιο καὶ δὲν ξέρουν ποιός Ἅγιος γιορτάζει, λένε «Ἅγιοι τῆς ἡμέρας, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν» καὶ παρουσιάζονται οἱ Ἅγιοι καὶ τοὺς φανερώνουν καὶ τὸ ὄνομά τους· καὶ μάλιστα εἶναι Ἅγιοι μὲ δύσκολα ὀνόματα. Κοιτᾶνε ὕστερα οἱ ἀσκητὲς τὸ ἡμερολόγιο καὶ βλέπουν ὅτι γιορτάζουν ἐκείνη τὴν ἡμέρα οἱ Ἅγιοι ποὺ τοὺς παρουσιάσθηκαν (2). Αὐτὸ πῶς τὸ βλέπετε;». Μετὰ μοῦ εἶπαν: «Γιατί πᾶνε οἱ Ἅγιοι στοὺς καλογήρους καὶ δὲν πᾶνε νὰ βοηθήσουν τὸν λαὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη;». «Μὲ τί ἤρθατε ἐδῶ, παλληκάρια; τὰ ρώτησα· μὲ τὸ ἀεροπλάνο;». «Ὄχι, μὲ τὸ αὐτοκίνητο», μοῦ λένε. 
 
«Ἐντάξει· στὸν δρόμο ποὺ ἐρχόσασταν, πόσα προσκυνητάρια εἴδατε; Αὐτὰ δὲν φύτρωσαν μὲ τὰ πρωτοβρόχια. Βοηθήθηκαν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τοὺς Ἁγίους καὶ ἀπὸ εὐλάβεια τὰ ἔφτιαξαν, καὶ ἀνάβουν καὶ τὰ κανδήλια. Οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ὅσο πετοῦν τὰ ὑλικά, τόσο ἀνεβαίνουν. Οἱ ὑλιστές, καὶ αὐτοὶ κάτι ἀπολαμβάνουν· φτιάχνουν π.χ. τόσα κύπελλα, παίρνουν τόσα χρήματα· ἅμα φτιάξουν περισσότερα, παίρνουν περισσότερα. Ἐσεῖς μόνον τὴν προπαγάνδα κάνετε καὶ σταματᾶτε ἐκεῖ· δὲν ἔχετε τίποτε νὰ ἀπολαύσετε. Εἶστε οἱ πιὸ ταλαίπωροι, διότι, ὅταν πετύχετε αὐτὸ ποὺ θέλετε, δὲν θὰ ἔχετε κανένα ἄλλο ἰδανικό, μόνον τὸ βάσανο τῆς μαρξιστικῆς σκλαβιᾶς». Στὸ τέλος μοῦ εἶπαν: «Εἶσαι πολὺ καλὸς ἄνθρωπος, δίκαιος, σοφός…».

Πάντως εἴτε τὸ θέλουν οἱ ἄνθρωποι εἴτε δὲν τὸ θέλουν, θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ ὅλοι θὰ πιστέψουν, γιατὶ θὰ φθάσουν σὲ ἀδιέξοδο καὶ θὰ ἐπέμβη ὁ Χριστός.

1) Βλ. Ἠσ. 6, 9-10.

2) Στὶς 3-6-1979, ἐπειδὴ ὁ Γέροντας δὲν θυμόταν ποιός Ἅγιος γιόρταζε ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ δὲν ἔβρισκε τὰ γυαλιά του, γιὰ νὰ δῆ στὸ ἡμερολόγιο – μόλις τότε εἶχε ἐγκατασταθῆ στὸ Καλύβι «Παναγούδα» καὶ ἀκόμη δὲν εἶχε τακτοποιηθῆ –, ἔκανε κομποσχοίνι λέγοντας «Ἅγιοι τῆς ἡμέρας, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν». Τότε τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Ἅγιος Λουκιλλιανὸς ποὺ γιορτάζει ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ τοῦ ἐπανέλαβε τρεῖς φορὲς τὸ δύσκολο ὄνομά του.

από το βιβλίο: «ΛΟΓΟΙ Β’- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ» – ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου