Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

Βασιλείου Τσίγκου «Θέματα Δογματικής της Ορθοδόξου Εκκλησίας»


Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
 

Εκκλησιαστική Παρέμβαση, τεύχος 228, Ιούλιος 2015

Με τον σεμνό τίτλο «Θέματα Δογματικής τής Ορθοδόξου Εκκλησίας» και υπότιτλο «κατά τας τών αγίων θεοπνεύστους θεολογίας και το τής Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα», φράση που προέρχεται από το Συνοδικό τής Ορθοδοξίας και από τα Πρακτικά τής Θ’ Οικουμενικής Συνόδου, κυκλοφόρησε πρόσφατα ένα βιβλίο με συγγραφέα τον τακτικό καθηγητή τού Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Βασίλειο Τσίγκο.
Γράφω σεμνό τίτλο, γιατί όταν διαβάζη κανείς το βιβλίο αυτό, διαπιστώνει ότι δεν αναπτύσσονται μερικά επί μέρους ζητήματα τού μαθήματος τής Δογματικής, αλλά είναι η Δογματική τής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έτσι η σεμνότητα τού καθηγητού καταγράφηκε και στον τίτλο τού βιβλίου του.
 Έχουν γραφή τις τελευταίες δεκαετίες διάφορα βιβλία Δογματικής, τα περισσότερα από τα οποία έχουν δεχθή διάφορες επιρροές και επιδράσεις, άλλοτε από την σχολαστική θεολογία και άλλοτε από την ρωσική και την προτεσταντική θεολογία. Το παρόν βιβλίο Δογματικής είναι επηρεασμένο καθαρά από την διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας, οι οποίοι εκφράζουν το εκκλησιαστικό φρόνημα, και απακαθαίρει τις Δογματικές από διάφορες άλλες προσμίξεις.
 Ο ίδιος ο συγγραφεύς στον πρόλογο τού βιβλίου παρουσιάζει τον σκοπό τού έργου, που είναι να αναδείξη τα στοιχεία εκείνα «που αποσαφηνίζουν και ερμηνεύουν ακριβέστερα το θεολογικό περιεχόμενο τών δογμάτων τής Εκκλησίας και τών συνεπειών και εφαρμογών τους στη ζωή τών μελών της». Και απώτερος σκοπός του είναι να σμικρύνη την απόσταση μεταξύ τής «εκκλησιαστικής-χαρισματικής και ακαδημαϊκής-επιστημονικής θεολογίας».
 Η πρωτοτυπία τού έργου αυτού είναι ότι συνδέει στενά μεταξύ τους την δογματική διδασκαλία, την βιβλική μαρτυρία, την πατερική διδασκαλία, την λατρεία τής Εκκλησίας και την εκκλησιαστική κοινότητα που ζη σύμφωνα με όλες τις προϋποθέσεις τών Πατέρων.
 Η πρωτοτυπία τού έργου αυτού είναι ότι συνδέει στενά μεταξύ τους την δογματική διδασκαλία, την βιβλική μαρτυρία, την πατερική διδασκαλία, την λατρεία τής Εκκλησίας και την εκκλησιαστική κοινότητα που ζη σύμφωνα με όλες τις προϋποθέσεις τών Πατέρων, δηλαδή τεκμηριώνει τα ορθά δόγματα με «τας τών αγίων θεοπνεύστους διδασκαλίας και το τής Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα».
 Μπορεί κανείς ευχερώς να διαπιστώση ότι το βιβλίο αυτό αν και αποτελείται από οκτώ κεφάλαια, εν τούτοις συγκροτείται από δύο επί μέρους ενότητες. Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει τρεις σημαντικές εισαγωγικές παρατηρήσεις που προσδιορίζουν το περιεχόμενο όλου τού βιβλίου και τις βασικές σκέψεις τού συγγραφέως, και η δεύτερη ενότητα αναλύει εκτενώς τα επί μέρους δογματικά θέματα.

1. Τρεις σημαντικές εισαγωγικές επισημάνσεις
 
 Στην πρώτη ενότητα τού βιβλίου, όπως φαίνεται καθαρά καταγράφονται τρεις σημαντικές επισημάνσεις με τις επί μέρους ενότητές τους που αποτελούν την βάση τών μετέπειτα ερμηνευτικών αναλύσεων. Πρόκειται για την βάση όχι μόνον τών θεμάτων που αναλύονται στο βιβλίο αυτό, αλλά και την βάση τής Δογματικής τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, που είναι ανεπηρέαστη από τις δυτικές ποικιλότροπες επιδράσεις.
 Η πρώτη επισήμανση έχει τίτλο «Περί ορθοδόξου Δογματικής και Δογμάτων» και αναλύει τι είναι η ορθόδοξη Δογματική και τα δόγματα, όπως γίνεται σε όλες τις Δογματικές, όμως στο παρόν βιβλίο δίνονται αυθεντικές και ορθόδοξες εξηγήσεις για το θέμα αυτό.
 Τα δόγματα είναι η πίστη τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων σε μια ενότητα και συνέχεια, ως εμπειρία και θεολογία. Είναι περιεκτικές προτάσεις που καταγράφονται στο Σύμβολο τής Πίστεως, όπως αυτό διατυπώθηκε στις δύο πρώτες Οικουμενικές Συνόδους, και αποβλέπουν στην καθοδήγηση τού ανθρώπου για να φθάση στην κοινωνία του με τον Τριαδικό Θεό «δια μέσου τών ασκητικών σταδίων τής καθάρσεως, τού φωτισμού και τής θεώσεως και ασφαλώς με την βοήθεια εμπείρου και διακριτικού πνευματικού πατρός».
 Τα δόγματα εκφράζουν την αποκάλυψη που δόθηκε την ημέρα τής Πεντηκοστής και δεν αποκαλύπτονται ούτε εξελίσσονται σταδιακά, γι’ αυτό η αληθινή θεολογία συνδέεται με την θεοπτία. Πάντοτε προηγείται η χαρισματική ζωή και ακολουθεί η χαρισματική θεολογία. Με αυτήν την ερμηνεία η θεολογία είναι «θεολογία γεγονότων», είναι περιγραφή τής εμπειρίας τών θεουμένων, και η δύναμη τής πίστεως δεν βρίσκεται στα «ρήματα», αλλά στα «πράγματα», και στην Εκκλησία έχουμε «πρόσωπα και γεγονότα και όχι απλώς λεκτικές συνθέσεις, διατυπώσεις και ονομασίες περί πίστεως».
 Στην ορθόδοξη παράδοση συνδέεται στενά η λεγόμενη βιβλική, πατερική και δογματική διδασκαλία πάντοτε ενωμένες με την λεγόμενη λειτουργική θεολογία. Έτσι, υπάρχει οργανική σύνδεση τής Δογματικής με την χριστιανική ηθική και την θεολογία τής λατρείας.
 Έπειτα, ο χώρος τής Δογματικής είναι ο μικρόκοσμος που είναι ο άνθρωπος και ο μεγαλόκοσμος που είναι ολόκληρη η κτίση. Ο άνθρωπος ως κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση τού Θεού αναγεννάται και φθάνει στην θέωση και δι’ αυτού ανακαινίζεται η κτίση.
 Ακόμη, η πρόταση τής Ορθοδόξου θεολογίας δεν πρέπει να αγνοήση τον σύγχρονο άνθρωπο και τον πολιτισμό, που σημαίνει δεν πρέπει να παρουσιάζεται με έναν «νέο-αγνωστικισμό» και «νεο-σχολαστικισμό», «με τη μορφή άλλοτε μιας α-θεολογικής φιλοδοξίας και άλλοτε μιας νεωτερικής δοξασίας», ούτε πρέπει να παρουσιάζεται με «μία ασπόνδυλη δογματικώς ευσεβολογία» και με «μία σχολαστική, νοησιαρχική και άνευ πνευματικής ικμάδας θεολογία», αγνοώντας τα προβλήματα τού σημερινού ανθρώπου περί τής ζωής και τού θανάτου, περί υπάρξεως ή ανυπαρξίας. Ούτε πρέπει η ορθόδοξη θεολογία απλώς να τεκμηριώνη τις επί μέρους αντιλήψεις τών θεολόγων που έχουν μια μικρή πνευματική πείρα, γι’ αυτό πρέπει να στηρίζεται στην διδασκαλία τών Πατέρων και το «ευσεβές φρόνημα τής Εκκλησίας».
 Η πίστη τής Εκκλησίας δια μέσου τών αιώνων διαβεβαιώνει ότι υπάρχει ενότητα τής εμπειρίας τών Προφητών, τών Αποστόλων και όλων τών αγίων, και αυτοί είναι οι «αξιόπιστοι δέκτες, ακριβολόγοι ερμηνευτές και αυθεντικοί φορείς τής πίστεως και εμπειρίας τής Εκκλησίας».

 Η δεύτερη επισήμανση έχει τίτλο «Θεολογικές προϋποθέσεις και ερμηνευτικά κριτήρια τής δογματικής τής Ορθοδόξου Εκκλησίας» και αναφέρεται στα ερμηνευτικά κριτήρια με τα οποία ξεχωρίζεται η ορθόδοξη Δογματική από οποιαδήποτε άλλη Δογματική. Πρόκειται για τα αυθεντικά ερμηνευτικά κλειδιά, που είναι απαραίτητα για την ερμηνεία και την ανάλυση κάθε φιλοσοφίας, κάθε γεγονότος και προσώπου. Χωρίς αυτά τα κριτήρια δεν μπορεί κανείς να κατανοήση την διδασκαλία κάποιου προσώπου και κάποιου γεγονότος.
 Το πρώτο ερμηνευτικό κλειδί είναι η φράση τού αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου «Θεόν φράσαι αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον», που οδηγεί στην διάκριση μεταξύ τής θεολογίας και τής οικονομίας, ότι δηλαδή άλλο είναι το μυστήριο τού Τριαδικού Θεού, άλλο είναι το μυστήριο τής ενανθρωπήσεως τού Υιού και Λόγου τού Θεού και άλλο είναι ο τρόπος που εκφράζεται κανείς για τον Θεό. Στην ίδια προοπτική εντάσσονται και οι διακρίσεις μεταξύ κτιστού και ακτίστου, και μεταξύ ουσίας και ενεργειών τού Θεού.
 Το δεύτερο ερμηνευτικό κριτήριο είναι το μυστήριο τού προσώπου και τού έργου τού Ιησού Χριστού, δηλαδή η Χριστολογία. Η Χριστολογία οδηγεί στην Τριαδολογία και έπειτα στην ανθρωπολογία. Ο Χριστός αποκαλύπτει τον Πατέρα και φανερώνει το Άγιον Πνεύμα, αλλά και ο Χριστός φανερώνει το μυστήριο τού ανθρώπου.
 Το τρίτο ερμηνευτικό κριτήριο είναι ότι η θεολογία συνδέεται στενά με την ιστορία, αφού η φανέρωση τού Θεού έγινε στην ιστορία, οπότε η θεολογία είναι «θεολογία γεγονότων».
 Το τέταρτο ερμηνευτικό κριτήριο είναι ότι η θεολογία τών Πατέρων είναι εκκλησιοκεντρική, είναι «καρπός χαρισματικής ζωής και διακονία όλου τού Εκκλησιαστικού σώματος». Η δογματική διδασκαλία μαρτυρείται μέσα στην λειτουργική πράξη τής Εκκλησίας. Οι Πατέρες δεν θεολογούσαν περιστασιακά.
 Το πέμπτο ερμηνευτικό κριτήριο είναι το «θεραπευτικό και σωτηριολογικό». Σε όλα τα βιβλικά, πατερικά και λειτουργικά κείμενα η ορολογία που κάνει λόγο για την σωτηρία τού ανθρώπου είναι ιατρική. Και όταν γίνεται λόγος για θεραπεία εν Χριστώ εννοείται η μετάνοια, η οποία οδηγεί στην θέωση μέσα από τις ασκητικές βαθμίδες και τα στάδια τής καθάρσεως, τού φωτισμού και τής θεώσεως.
 Το έκτο ερμηνευτικό κριτήριο είναι ότι η Δογματική τής Εκκλησίας είναι ενιαία και αδιαίρετη, παρά το ότι χωρίζεται σε θεματικές περιοχές για να εξετασθούν τα επί μέρους θέματα. Έτσι, δεν χωρίζεται η Τριαδολογία από την Χριστολογία, την Πνευματολογία, την Εκκλησιολογία, την ανθρωπολογία και την σωτηριολογία.
 
 Η τρίτη επισήμανση έχει τίτλο «οι Θεοφάνειες ως πηγή Θεογνωσίας». Πρόκειται για την αποκάλυψη τού Θεού στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Πατέρες, οι οποίοι στην συνέχεια δίνουν την μαρτυρία για τον Θεό σε κάθε εποχή.
 Η αληθινή θεολογία συνδέεται με την εμπειρία τών φίλων τού Θεού, οι οποίοι θεολογούν αυθεντικώς περί τού Θεού και τής σωτηρίας τού ανθρώπου. Οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο, και στην Καινή Δαθήκη έβλεπαν τον σεσαρκωμένο Λόγο. Οι θεόπτες γνωρίζουν ότι στον Θεό δεν προηγείται το πρόσωπο τής ουσίας Του, ούτε η ανυπόστατη ουσία έχει προτεραιότητα εξαιτίας τής πατρικής αιτιότητας. Έτσι, στον Τριαδικό Θεό, όπως αποκαλύπτεται στους θεόπτες αγίους, δεν υπάρχει η ουσία πριν από τις υποστάσεις ούτε οι υποστάσεις υπάρχουν και θεωρούνται πριν από την θεία ουσία.
 Η πίστη τής Εκκλησίας δια μέσου τών αιώνων διαβεβαιώνει ότι υπάρχει ενότητα τής εμπειρίας τών Προφητών, τών Αποστόλων και όλων τών αγίων, και αυτοί είναι οι «αξιόπιστοι δέκτες, ακριβολόγοι ερμηνευτές και αυθεντικοί φορείς τής πίστεως και εμπειρίας τής Εκκλησίας». Αυτοί οι θεόπτες βεβαιώνουν και μαρτυρούν ότι υπάρχει κοινή ενέργεια και φανέρωση τών Τριών Προσώπων τής Αγίας Τριάδος στην κτίση και την ιστορία.

2. Δογματικά θέματα
 
 Αφού καθορίσθηκαν οι πραγματικές ορθόδοξες προϋποθέσεις ερμηνείας τών δογμάτων, στην συνέχεια αναλύονται επί μέρους δογματικά ζητήματα, όπως χωρίζονται και στις άλλες Δογματικές, αλλά στο βιβλίο αυτό ερμηνεύονται με ορθόδοξες προϋποθέσεις. Θα παραθέσω την θεματολογία τών περιεχομένων με μερικές παρατηρήσεις.
 Στο κεφάλαιο με τίτλο «Τριαδολογία» αναπτύσσονται τα επί μέρους θέματα: Κίνηση και περιχώρηση στην τριαδική θεότητα· τριαδολογία τών Καππαδοκών Πατέρων· τριαδολογία τού αγίου Ιωάννου τού Δαμασκηνού· η Τριαδική θεότητα στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά· διάκριση ουσίας και ενεργειών τού Θεού. Οι ενέργειες τού Θεού είναι φυσικές, ουσιώδεις και άκτιστες.
 Με την προσωπική του μελέτη στις πηγές, με το συστηματικό χάρισμα που τον διακρίνει, εργάστηκε ως μια πνευματική «εργατική μέλισσα», και έκανε επαρκέστατο υπομνηματισμό και πατερικό σχολιασμό αυτών τών δογματικών θεμάτων που ανέπτυσσε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης.
 Στο κεφάλαιο με τίτλο «Χριστολογία» αναπτύσσονται οι επί μέρους ενότητες: το χριστολογικό πλαίσιο τής Α΄και Β΄Οικουμενικής Συνόδου· ο Χριστολογικός όρος τής Συνόδου τής Χαλκηδόνος· προέκταση τών χριστολογικών αιρέσεων· η συμβολή τής Χριστολογίας τού αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού· Χριστολογία τού αγίου Ιωάννου τού Δαμασκηνού, με τις υποενότητες: η καθ’ υπόσταση ένωση τών δύο φύσεων στην μια σύνθετη υπόσταση τού Λόγου και οι δογματικές της ακολουθίες, η περιχώρηση τών δύο φύσεων στο πρόσωπο τού Χριστού, οι δύο θελήσεις και οι δύο ενέργειες τού Χριστού· η χριστολογική και σωτηριολογική σημασία τού όρου «Θεοτόκος».
 Στο κεφάλαιο με τίτλο «Άνθρωπος: Από τη δημιουργία στη θέωση» αναπτύσσονται τα εξής σημεία: Δημιουργία και πτώση τού ανθρώπου· το μυστήριο τής εν Χριστώ οικονομίας· ο εν Χριστώ άνθρωπος· η εν Χριστώ σωτηρία τού «όλου» ανθρώπου· παγκοσμιότητα τής εν Χριστώ σωτηρίας· «κοινωνία τής θεώσεως».
 Στο κεφάλαιο με τίτλο «Εκκλησιολογία» αναπτύσσονται οι εξής ενότητες: Χριστοκεντρική εκκλησιολογία· η αρχή και η εν Χριστώ φανέρωση τής Εκκλησίας· Εκκλησία ως «σώμα Χριστού»· χαρίσματα και θεσμοί στη ζωή τής Εκκλησίας· ιδιότητες τής Εκκλησίας· τα μυστήρια τής Εκκλησίας, όπου αναπτύσσονται τα επί μέρους θέματα ήτοι: περί τής εν Χριστώ ζωής τού κόσμου, το Βάπτισμα και το Χρίσμα, η μετάνοια-εξομολόγηση, η θεία Ευχαριστία, Εκκλησία σημαινομένη εν τοις μυστηρίοις.
 Και στο κεφάλαιο με τίτλο «Έσχατα» αναπτύσσονται τα ακόλουθα θέματα: ο εν Χριστώ άνθρωπος και ο ανακαινισμός τής κτίσεως· η πορεία τής Εκκλησίας εντός τής ιστορίας και η πρόγευση τών εσχάτων· εσχατολογική τελείωση και «ζωή τού μέλλοντος αιώνος».

 Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό διεπίστωσα πολλά ενδιαφέροντα σημεία, κυρίως όμως θέλω εδώ να σημειώσω τρία από αυτά.
 Το πρώτο ότι ο καθηγητής Βασίλειος Τσίγκος κρατά την θεματολογία που παρατηρείται σε όλες τις σύγχρονες Δογματικές, ήτοι: Τριαδολογία, Χριστολογία, ανθρωπολογία, Εκκλησιολογία, εσχατολογία, χάρη μιας αναλυτικής επεξεργασίας τών θεμάτων αυτών, αλλ’ όμως δεν αναλύει τα θέματα αυτά ανεξάρτητα μεταξύ τους, αλλά στην πραγματικότητα εντοπίζει την ενότητα που υπάρχει σε αυτά. Αυτό σημαίνει, ότι δεν μπορεί να υπάρχη Χριστολογία χωρίς την Τριαδολογία, ή Εκκλησιολογία χωρίς την Χριστολογία και Τριαδολογία, ή ανθρωπολογία και εσχατολογία χωρίς τα προηγούμενα.
 Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όταν γίνεται λόγος για τον Τριαδικό Θεό, γίνεται αναφορά και για τον Χριστό, τον ένα τής Τριάδος· όταν γίνεται λόγος για την Χριστολογία συνδέεται στενά με την Τριαδολογία και την Εκκλησιολογία, γι’ αυτό και γίνεται ανάλυση τού θέματος «Χριστοκεντρική Εκκλησιολογία»· όταν γίνεται λόγος για τον άνθρωπο, αυτό συνδέεται με την δημιουργία του, την πτώση του, το μυστήριο τής εν Χριστώ οικονομίας και την κοινωνία τής θεώσεως· και όταν αναπτύσσεται το θέμα για τα έσχατα ερμηνεύεται μέσα από την αναγέννηση τού ανθρώπου και τον ανακαινισμό τής κτίσεως που γίνεται από τώρα εν Χριστώ, οπότε τα έσχατα μετέχονται από τα παρόντα.
 Το δεύτερο σημείο είναι ότι στο βιβλίο αυτό αναλύεται όλο το περιεχόμενο τής Δογματικής διδασκαλίας τής Εκκλησίας μέσα από την όλη παράδοση τής Εκκλησίας, όπως φαίνεται έκδηλα στην Αγία Γραφή, τα Πρακτικά τών Οικουμενικών Συνόδων, την διδασκαλία τής Εκκλησίας, την πείρα τών θεουμένων και γενικότερα την εμπειρία τής θεώσεως, την οποία διακηρύσσει η εκκλησιαστική κοινότητα.
 Συγχρόνως, καταγράφεται η εξέλιξη και η πορεία τής ορολογίας, δηλαδή εκτίθεται το πώς η Εκκλησία, αντιμετωπίζοντας τις απόψεις τών αιρετικών, καθόρισε την ορολογία. Έτσι, δεν υφίσταται εξέλιξη στην αποκάλυψη, αλλά στον λόγο περί τής αποκαλύψεως. Η αποκαλυπτική αλήθεια που δόθηκε στους αγίους παραμένει αναλλοίωτη δια μέσου τών αιώνων, αλλά εκείνο που αλλάζει είναι η ορολογία.
 Ενδιαφέρον θέμα είναι η ανάλυση τών όρων η κοινωνία τής ουσίας-φύσεως και το ακοινώνητο τών υποστατικών ιδιωμάτων, και κατ’ επέκταση οι έννοιες ενότητα στον Τριαδικό Θεό, κοινωνία, και ιδιαιτέρως, όπως κατέληξε να χρησιμοποιήται ο όρος περιχώρηση τών Προσώπων τής Αγίας Τριάδος και τών δύο φύσεων τού Χριστού. Νομίζω ότι η σημασία τού όρου περιχώρηση στον Τριαδικό Θεό και τον Χριστό είναι μεγάλη, και αυτός ο όρος μάς διευκολύνει να αναλύσουμε το δόγμα τής Αγίας Τριάδος και το μυστήριο τών δύο φύσεων στον Χριστό ορθόδοξα, χωρίς να περιπίπτουμε στις κακόδοξες εκφράσεις, όπως το βλέπουμε έντονα στην σύγχρονη εκκοσμικευμένη θεολογία.
 Το τρίτο σημείο είναι ότι στο βιβλίο αυτό που παρουσιάζεται εδώ, αναλύονται τα θέματα με την χρησιμοποίηση μικρών φράσεων από την διδασκαλία τών θεοπτών αγίων, ήτοι Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων, ακόμη και από την υμνογραφία τής Εκκλησίας και από τις ευχές τών Μυστηρίων και πάνω σε αυτές τις ευσύνοπτες φράσεις στηρίζεται όλη η ανάλυση τών δογματικών θεμάτων.
 Γενικά, το βιβλίο Θέματα Δογματικής τής Ορθοδόξου Εκκλησίας τού καθηγητού Βασιλείου Τσίγκου είναι ορθόδοξο και πατερικό, γιατί στηρίζεται στις θεόπνευστες θεολογίες τών αγίων και το ευσεβές φρόνημα τής Εκκλησίας, και διαφέρει από άλλες σύγχρονες Δογματικές –που μνημονεύονται στο βιβλίο– (σελ. 319), οι οποίες έχουν δεχθή επιρροές από την σχολαστική θεολογία.

3. Γενική παρατήρηση

 Όταν διαβάζη κανείς προσεκτικά το βιβλίο που παρουσιάζεται εδώ, ευφραίνεται πνευματικά και θεολογικά από το καθαρό πνεύμα τού συγγραφέως, το οποίο έχει διαποτισθή από την εντρύφησή του στις ορθόδοξες εκκλησιαστικές και πατερικές πηγές και έτσι παρουσιάζεται η Δογματική τής Εκκλησίας με καθαρό και έγκυρο τρόπο.
 Ο καθηγητής Βασίλειος Τσίγκος είναι μαθητής τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη και διάδοχός του στο μάθημα τής Δογματικής στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και από τις συζητήσεις που έχω κάνει μαζί του διεπίστωσα ότι τον ακολουθεί στην θεολογική του σκέψη. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στα κείμενά του· αφού τον τιμά και θεωρεί ότι ο προκάτοχός του στον τομέα τής Δογματικής προσέφερε πολλά στην ορθόδοξη θεολογία, αλλά δυστυχώς μερικοί για διαφόρους λόγους θέλησαν να τον υποτιμήσουν και να παραθεωρήσουν το έργο του. Επομένως, είναι άξιος διάδοχος ενός μεγάλου διδασκάλου τής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
 Ο ίδιος στηρίζεται στην διδασκαλία του π. Ιωάννου Ρωμανίδη, τρέφεται από αυτήν, και έχει το ιδιαίτερο χάρισμα να συστηματοποιή αυτήν την σκέψη, με την προσωπική του μελέτη στις πηγές τής ορθοδόξου Δογματικής, που είναι η εμπειρία τών θεουμένων αγίων, τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, όπως καταγράφηκε στα ομολογιακά κείμενα, αλλά και στην λατρεία τής Εκκλησίας.
 Έχω ασχοληθή με την διδασκαλία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη για δογματικά ζητήματα, εξέδωσα δύο τόμους με τίτλο «Εμπειρική Δογματική», στους οποίους παρουσιάζω την προφορική αποσταγμένη και καθαρή διδασκαλία τού μεγάλου αυτού διδασκάλου για όλα τα δογματικά θέματα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έχω καταλάβει καλά ότι ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης διάβασε προσεκτικά τις πατερικές και εκκλησιαστικές πηγές και στην συνέχεια ομιλούσε αυθεντικά και αποφθεγματικά. Έτσι, όταν διαβάζη κανείς την «Εμπειρική δογματική» καταλαβαίνει το καθαρό πνεύμα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, απηλλαγμένο από κάθε άλλη σχολαστική και προτεσταντική επιρροή.
 Ο καθηγητής Βασίλειος Τσίγκος κρατά την θεματολογία που παρατηρείται σε όλες τις σύγχρονες Δογματικές, ήτοι: Τριαδολογία, Χριστολογία, ανθρωπολογία, Εκκλησιολογία, εσχατολογία, χάρη μιας αναλυτικής επεξεργασίας τών θεμάτων αυτών, αλλ’ όμως δεν αναλύει τα θέματα αυτά ανεξάρτητα μεταξύ τους, αλλά στην πραγματικότητα εντοπίζει την ενότητα που υπάρχει σε αυτά.
 Μετά την έκδοση αυτού τού δίτομου έργου πολλές φορές σκέφθηκα να μπορέσω κάποτε να υπομνηματίσω τις αποφθεγματικές αυτές σκέψεις τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, για να φανή ότι δεν ήταν αυθαίρετες δικές του σκέψεις, αλλά στηρίζονται στην διδασκαλία τών θεουμένων αγίων και αποτελούν την πνευματική περιουσία τής Εκκλησίας και την δική μας κληρονομιά.
 Όμως, τώρα που εξεδόθη το βιβλίο αυτό τού καθηγητού Βασιλείου Τσίγκου νομίζω ότι παρέλκει μια τέτοια προσπάθεια εκ μέρους μου, γιατί διέγνωσα, ότι το βιβλίο αυτό βασίζεται στην θεολογία τής Εκκλησίας, όπως εκφράστηκε από τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, αλλά εκείνος με την προσωπική του μελέτη στις πηγές, με το συστηματικό χάρισμα που τον διακρίνει, εργάστηκε ως μια πνευματική «εργατική μέλισσα», και έκανε επαρκέστατο υπομνηματισμό και πατερικό σχολιασμό αυτών τών δογματικών θεμάτων που ανέπτυσσε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης.
 Γι' αυτό θεωρώ ότι το βιβλίο τού καθηγητού Βασιλείου Τσίγκου είναι σημαντικό και εύχομαι να το διαβάσουν όλοι οι Κληρικοί, οι θεολόγοι που ποιμαίνουν τους ανθρώπους, για να καταλάβουν το μεγάλο και ανεκτίμητο θησαυρό τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και να τον διακρίνουν από άλλα κείμενα που κυκλοφορούν και στηρίζονται στον στοχασμό και όπως είναι επόμενο δημιουργούν θεολογική και εκκλησιολογική σύγχυση.
 Πάντοτε πίστευα ότι η μεγαλύτερη προσφορά στους νέους που σπουδάζουν την θεολογία γίνεται στις Θεολογικές Σχολές, όταν οι καθηγητές γνωρίζουν επαρκώς την ορθόδοξη διδασκαλία τής Εκκλησίας. Αλλά και η μεγαλύτερη θεολογική σύγχυση πάλι γίνεται στις Θεολογικές Σχολές, όταν μερικοί καθηγητές μεταφέρουν διάφορα «θεολογικά μικρόβια» από άλλες παραδόσεις. Έτσι, η νέα γενιά τών Επισκόπων, τών Πρεσβυτέρων και τών θεολόγων πλάθεται στις Θεολογικές Σχολές με τα θετικά και αρνητικά σημεία. Και σε αυτό το θέμα πρέπει να δοθή ιδιαίτερη προσοχή.
 Το παρόν βιβλίο τού καθηγητού Βασιλείου Τσίγκου είναι δείγμα τής θετικής και μεγάλης προσφοράς του στην Θεολογική Σχολή και γι’ αυτό τον συγχαίρω εκ καρδίας, είναι μια σημαντική προσφορά στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό και χαίρομαι, γιατί οι φοιτητές και όσοι ενδιαφέρονται για τα θέματα αυτά, θα μαθαίνουν την αυθεντική Δογματική και γενικά την αυθεντική διδασκαλία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας και θα απελευθερώνωνται από ξένες και αντορθόδοξες επιδράσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου