Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για τις γυναίκες και τους δούλους

Αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (13 Νοεμβρίου) δείτε εδώ.
 
Για τη Γυναίκα (από εκτενή μελέτη με θέμα τη θέση της Γυναίκας στο χριστιανισμό)
 
Α) P.G., 51, 190 (Εις το, Ασπάσαθε Πρίσκιλλαν και Ακύλαν): «Υπάρχει και άλλη ωφέλεια εδώ, όχι μικρότερη, που μάλιστα, όταν κατορθωθεί, διαπερνά όλη τη ζωή μας. Ποια είναι; το να μην κατηγορεί κάποιο το γάμο, ούτε να νομίζει εμπόδιο και κώλυμα στο δρόμο της αρετής το να έχει γυναίκα και να ανατρέφει παιδιά και να κυβερνά σπίτι και να ασκεί τέχνη. Ορίστε και εδώ, άντρας και γυναίκα, και διοικούν εργαστήρια και ασκούν επάγγελμα και όμως αναδείχθηκαν πολύ φιλοσοφικότεροι [εννοεί αγιότεροι] από εκείνους που ζουν στα μοναστήρια».
 
Β) P.G., 51, 191-192 (στο ίδιο έργο). Ο άγιος εξετάζει το νόημα της αναφοράς του Παύλου πρώτα στην Πρίσκιλλα και έπειτα στον Ακύλα.
Αξίζει να εξετάσουμε και το άλλο, για ποιο λόγο ανέφερε πρώτα την Πρίσκιλλα και μετά τον άνδρα (της). Γιατί δεν είπε «Χαιρετίστε τον Ακύλαν και την Πρίσκιλλαν», αλλά «την Πρίσκιλλαν και τον Ακύλαν». Δεν το έκανε χωρίς λόγο, αλλά, νομίζω, επειδή ήξερε ότι η εκείνη ήταν ευλαβέστερη από τον άνδρα της. Και αυτό δεν είναι απλή υπόθεση, αλλά φαίνεται και από το βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων: τον Απολλώ, άνδρα μορφωμένο και καλό γνώστη της Αγίας Γραφής, που γνώριζε μόνο το βάπτισμα του Ιωάννου [του Προδρόμου, δηλ. δεν ήξερε το χριστιανικό βάπτισμα], αυτή τον πήρε και τον κατήχησε στην οδό του Θεού και τον ανέδειξε διδάσκαλο πλήρως καταρτισμένο.
Βλέπετε, οι γυναίκες που περιέβαλλαν τους αποστόλους δεν είχαν τις ίδιες έγνοιες με τις σημερινές, να ντύνονται πολυτελώς, να καλλωπίζονται με βαφές και να αγχώνουν τους συζύγους τους αναγκάζοντάς τους να τους αγοράσουν φορεσιά πολυτελέστερη από της και λευκούς ημίονους και χρυσόπαστους χαλινούς, να υπηρετούνται από ευνούχους και μια μεγάλη ομάδα υπηρετριών και κάθε άλλη γελοία φαντασίωση.  Αλλά απορρίπτοντας όλα αυτά και αποβάλλοντας τον πόθο της πολυτέλειας, ένα μόνο ζητούσαν, να συμμετάσχουν στο έργο των αποστόλων.
Τέτοια δεν ήταν μόνον εκείνη [η Πρίσκιλλα], αλλά και όλες οι υπόλοιπες. Διότι μιλάει και για κάποια Περσίδα, «η οποία πολύ κοπίασε για μας», και κάποια Μαρία και κάποια Τρύφαινα θαυμάζει γι’ αυτούς τους κόπους, ότι κοπίαζαν μαζί με τους αποστόλους και επιδίδονταν τους ίδιους αγώνες.
Τότε πώς γράφει στον Τιμόθεο «Δεν επιτρέπω σε γυναίκα να διδάσκει, ουδέ να καθοδηγεί τον άντρα»; (Αυτό ισχύει) όταν και ο άντρας είναι ευλαβής και διαθέτει την ίδια πίστη και μετέχει στην ίδια σοφίας. Όταν όμως είναι άπιστος ή πλανημένος, δεν της αποστερεί την αυθεντία της διδασκαλίας. Γιατί γράφει στους Κορίνθιους: «Και γυναίκα που έχει άνδρα άπιστο, ας μην τον αφήσει, γιατί, που ξέρεις, γυναίκα, αν δε σώσεις τον άνδρα»; Πώς θα έσωζε η πιστή γυναίκα τον άπιστο άνδρα; Διδάσκοντάς τον και οδηγώντας τον προς την πίστη, όπως και τον Απολλώ η Πρίσκιλλα.
 
Γ) P.G., 51, 219 (Εις το, Γυνή δέδεται νόμω, εφ’ όσον χρόνον ζη ο ανήρ αυτής…). Ο άγιος ζητά από τους άνδρες να μην «απολύουν» (διώχνουν) τη γυναίκα τους, έστω κι αν εκείνη έχει πολλά ελαττώματα. Θεωρεί το γάμο αδιάλυτο, εκτός από πορνεία, δηλ. μοιχεία (κατά το Ευαγγέλιο, όπου ο Ιησούς αναφέρεται σε διάταξη του μωσαϊκού νόμου). Κι αυτό όμως ακόμη (το διαζύγιο λόγω μοιχείας) θεωρεί ότι επετράπη κατ’ ανάγκην, λόγω της ανθρώπινης σκληρότητας και ο Χριστός, με τη θυσία Του, το σχετικοποίησε και αυτό! (Καλύτερα λοιπόν να μη χωρίζει ο άντρας τη γυναίκα του ακόμη κι όταν μοιχεύσει). Και συνεχίζει:
«Άλλωστε, ούτε ο Μωϋσής το νομοθέτησε εξ αρχής, αλλ’ αναγκαζόμενος λόγω της αδυναμίας του λαού. Επειδή ήταν πάντα έτοιμοι να διαπράττουν φόνους και γέμιζαν τα σπίτια με συγγενικό αίμα, χωρίς να λυπούνται ούτε τους δικούς τους ούτε τους ξένους. Για να μην κατασφάζουν λοιπόν τις γυναίκες, όρισε να τις χωρίζουν, αποτρέποντας το σοβαρότερο κακό, την “περί τας σφαγάς ευκολίαν”».
Με την ιδέα αυτή συμφωνεί και ο άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης (Επιστολή οστ΄, στο P.G., 78, 784), γράφοντας ότι ο Μωϋσής «συνεχώρησε μάλλον ή διηγόρευσεν» (ανέχτηκε περισσότερο παρά διέταξε) το διαζύγιο λόγω μοιχείας, για να αποτρέψει τους φόνους των γυναικών από τους «ατιμασμένους» συζύγους. Ο Χριστός όμως, αν και ανέχτηκε αυτή τη διάταξη «διά την σκληροκαρδίαν» των ανδρών (Ματθ. 19, 8), «πάντα τα άλλα ελαττώματα των γυναικών φέρειν προσέταξε» (διέταξε να ανέχονται οι άντρες όλα τα άλλα ελαττώματα των γυναικών).
 
Δ) P.G., 51, 220-222 (Χρυσόστομος, στο ίδιο). Για την εγκατάλειψη της γυναίκας από τον άνδρα προσθέτει: «Αν αυτό ήταν καλό [το να χωρίζει ο άνδρας τη γυναίκα του κατά βούλησιν] δε θα δημιουργούσε έναν άνδρα και μία γυναίκα, αλλά έναν τον Αδάμ και δύο γυναίκες, ώστε, αν ήθελε, να διώξει τη μία και να πάρει την άλλη. Όμως διά του τρόπου της δημιουργίας εισήγαγε τον νόμο, στον οποίο αναφέρομαι. Δηλαδή ποιον;
Τη γυναίκα που σου έτυχε από την αρχή, την ίδια να έχεις μέχρι το τέλος. […] Ο δε προφήτης Μαλαχίας το φανερώνει πολύ σαφέστερα από το Μωϋσή, ή μάλλον δε όχι ο Μαλαχίας, αλλά ο Θεός διά του Μαλαχία, λέγοντας: «Είναι άξιο να εγκρίνω τις θυσίες σας και να δεχτώ τα δώρα σας;». Και κατόπιν: «Για ποιο λόγο εγκατέλειψες τη γυναίκα της νεότητας σου;» και δείχνοντας πόσο κακό είναι και στερώντας από κάθε δικαιολογία εκείνον που το διαπράττει, βαρύνει την κατηγορία προσθέτοντας τα εξής: «Αυτή είναι σύντροφός σου και γυναίκα της διαθήκης σου, και εγκατάλειμμα του πνεύματός σου, και δεν τη δημιούργησε άλλος». Κοίταξε πόσα δικαιώματα (της συζύγου) παραθέτει. Πρώτο το της ηλικίας: «γυναίκα της νεότητας σου». Έπειτα το της ανάγκης [δηλ. πόσο ο άντρας χρειάζεται τη γυναίκα]: «Αυτή είναι σύντροφός σου». Έπειτα τον τρόπο της δημιουργίας: «Εγκατάλειμμα πνεύματός σου».
Και επί πλέον, το σπουδαιότερο, την αξίωση του Δημιουργού: «δεν τη δημιούργησε άλλος». Δε μπορείς να πεις, δηλαδή, ότι εσένα σε δημιούργησε ο Θεός, ενώ εκείνη όχι, αλλά ένας άλλος, κατώτερος. Ένας και ο ίδιος έφερε στην ύπαρξη και τους δύο. Ώστε, κι αν δεν πειστείς από κάτι άλλο, να τραπείς Αυτόν και να διαφυλάξεις την αγάπη προς εκείνη. […] Γι’ αυτό παρακαλώ και δέομαι, ούτε άντρες να διώχνουν γυναίκες, ούτε γυναίκες να εγκαταλείπουν άντρες…».
 
Ε) P.G. 51, 225 κ.εξ. (Εγκώμιον εις Μάξιμον, και περί του ποίας άγεσθαι γυναίκας). Ο άγιος αναφέρεται στο γάμο του Νυμφίου Ιησού με την νύμφη/ανθρώπινη φύση (που ήταν άσχημη και γηρασμένη κ.τ.λ.). Αναφέρεται στα λόγια του Παύλου «καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής…» (έτσι να αγαπάτε τη γυναίκα σας) κ.τ.λ. Και συνεχίζει:
«Ώστε και αν πρέπει να πεθάνεις υπέρ των γυναικών, μη διστάσεις. Διότι, αν ο Κύριος αγάπησε τόσο τη δούλη [ενν. ο Χριστός την παρακμασμένη ανθρωπότητα], ώστε να παραδώσει τον εαυτό της για χάρη της, πολλώ μάλλον εσύ πρέπει να αγαπάς το ίδιο τη συνάνθρωπό σου» (P.G. 51, 228).
Επιχειρηματολογεί αποτρέποντας τους άντρες να διώχνουν τη γυναίκα τους, ακόμη και αν τους κάνει τη ζωή δύσκολη (έχει πει στην αρχή ότι, αν λάβεις «γυναίκα πονηράν», θα την έχεις διά παντός): «Όπως, όταν εμφανιστεί μια αρρώστια στο σώμα μας, δεν ακρωτηριάζουμε το μέλος, αλλά διώχνουμε το νόσημα, έτσι (να) κάνουμε και με τη γυναίκα. Αν γίνει απ’ αυτήν κάτι κακό, μη διώξεις τη γυναίκα, αλλά την κακία. Και υπόψιν ότι το να διορθωθεί η γυναίκα είναι εφικτό [σ.σ.: δεν εννοεί με τη βία, όπως έχει φανεί από τα προηγούμενα], ενώ το άρρωστο μέλος πολλές φορές είναι αδύνατο να θεραπευτεί» (P.G. 51, 228).
 
Στ) P.G. 51, 213-215. Δείτε τι γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος προς τους άντρες συζύγους που, παράλληλα προς τη σχέση με τη γυναίκα τους, επισκέπτονται πορνεία. Παίρνει αφορμή από τα λόγια του αποστόλου Παύλου στην Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 7, στ. 3: «Ο άνδρας να προσφέρει στη γυναίκα την εύνοια [=συζυγική αγάπη] που της οφείλει, το ίδιο και η γυναίκα στον άνδρα». Και λέει:
«Το σώμα του άνδρα δεν ανήκει στον άνδρα, αλλά στη γυναίκα (του). Ας της διατηρεί λοιπόν ακέραιο το κτήμα και ούτε να της το μειώνει ούτε να της το καταστρέφει. … Αφού λοιπόν το σώμα του άνδρα είναι κτήμα της γυναίκας, ας δείξει αυτός το ενδιαφέρον του για τη διαφύλαξη αυτής της παρακαταθήκης. Το ότι βέβαια αυτό εννοεί (ο Παύλος) αποδεικνύεται από το εξής: Αφού είπε «ας αποδίδει τη συζυγική αγάπη», πρόσθεσε: «Η γυναίκα δεν εξουσιάζει το σώμα της η ίδια, αλλά ο άνδρας της. Παρόμοια και ο άνδρας δεν εξουσιάζει το σώμα του, αλλά η γυναίκα του» [Α΄ Κορ. ζ΄ 4]. Όταν λοιπόν δεις μια πόρνη να σε δελεάζει, να σκέπτεται το κακό σου, να επιθυμεί το σώμα σου, πες της: «Δεν είναι δικό μου το σώμα, αλλά της γυναίκας μου. Δεν τολμώ να το σφετερισθώ ούτε να το παραδώσω σε άλλη γυναίκα». Το ίδιο ας κάνει και η γυναίκα…
»Διότι η γυναίκα σου δεν ήλθε σε σένα για να ατιμάζεται, δεν εγκατέλειψε πατέρα και μητέρα και όλο το σπίτι της για να προσβάλλεται … Την πήρες συνοδοιπόρο και σύντροφο της ζωής και ελεύθερη και ισότιμη. Πώς λοιπόν δεν είναι παράλογο να δείχνεις κάθε ενδιαφέρον, όταν παίρνεις την προίκα, χωρίς να αφήνεις να ελαττωθεί καθόλου, ενώ αυτό που είναι πιο πολύτιμο από όλη την προίκα, δηλ. τη σωφροσύνη [=σωματική αυτοσυγκράτηση] και τη σεμνότητα και το δικό σου σώμα, που είναι δικό της κτήμα, να το διαφθείρεις και να το μολύνεις; Εάν ελαττώσεις την προίκα, δίνεις λόγο στην πεθερό σου, εάν όμως μειώσεις τη σωφροσύνη θα δώσεις λόγο στο Θεό, ο οποίος εισήγαγε το γάμο και σου παρέδωσε τη γυναίκα».
Παρόμοια και «χειρότερα» λέει για τους άνδρες που απατούν τη γυναίκα τους γενικώς (όχι ειδικότερα στο πορνείο): βλ. P.G., 51, 215-216.
 
Ζ) Ο Χρυσόστομος τονίζει ότι η κατάσταση της κοινωνικής ανισότητας άντρα και γυναίκας δεν είναι φυσική: «Όταν πλάστηκε η γυναίκα δεν υπετάγη εξ αρχής˙ ούτε όταν την παρουσίασε ο Θεός στον άνδρα αυτή άκουσε τίποτα τέτοιο από το Θεό, ούτε ο άνδρας είπε τίποτα τέτοιο προς αυτή˙ αλλά είπε: είναι οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του˙ πουθενά δεν της είπε τίποτε για εξουσία, ούτε για υποταγή» (Λόγος κστ', Εις την Α' Προς Κορινθίους, 3). Ο Χρυσόστομος απαγορεύει στους άντρες να χρησιμοποιούν τη σωματική τους δύναμη επί των γυναικών. «Μη γένοιτο [να δέρνεται η γυναίκα]˙ διότι αυτό είναι μέγιστη ατιμία, όχι γι’ αυτήν που δέρνεται αλλά γι’ αυτόν που δέρνει. […] Και τι λέγω εγώ για τη γυναίκα; Ούτε δούλη θα ήταν ανεκτό σε άνδρα ελεύθερο να χτυπά και να χειροδικεί εναντίον της. Και, αν είναι μεγάλη ντροπή για τον άνδρα να χτυπήσει δούλη [εδώ δεν λέει μόνο «για τον ελεύθερο»], πολλή περισσότερο το να σηκώσει το χέρι εναντίον ελεύθερης γυναίκας» (στο ίδιο, 10).
 
Η αγία Ολυμπιάδα η Διακόνισσα (25 Ιουλίου), η σοφή και ικανή συνεργάτιδα του ιερού Χρυσοστόμου (δες εδώ)
 
Η) Σε ιδιαίτερη ομιλία του «κατά της οργής», ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος καταβάλλει κάθε προσπάθεια να πείσει τις κυρίες να μη δέρνουν τις υπηρέτριές τους («…μηδέ τύπτειν ασχημόνως δεσποίνας τας εαυτών θεραπαινίδας», αναφέρει ως θέμα της ομιλίας ο Δωρόθεος Σχολάριος στην Κλείδα της Ελληνικής Πατρολογίας). Μεταξύ άλλων όμως τονίζει: «Ουχ οράς πώς αισχρόν πράγμα γυναίκα τύπτεσθαι;» (=δε βλέπεις πόσο αισχρό πράγμα είναι να δέρνεται μια γυναίκα;). Και παρακάτω: «Αισχύνη γαρ ανδρί γυναίκα τύπτειν» (=διότι είναι ντροπή στον άνδρα να χτυπάει γυναίκα). Και παρακάτω: «Πάντα δε τα ελαττώματα των γυναικών φέρειν τους άνδρας προσέταξεν ο Θεός» (=όλα τα ελαττώματα των γυναικών πρόσταξε ο Θεός να ανέχονται οι άνδρες), P.G., 62, 109-110.
 
Θ) Έχουν κατηγορήσει τον Χρυσόστομο, πως δε βρίσκει τίποτε καλό στη γυναίκα. Να όμως τι λέει κάπου, αποστομώνοντας τους άντρες που κατηγορούν το γυναικείο φύλο: «Είναι αλήθεια ότι οι παρθένοι είναι περισσότεροι μεταξύ των γυναικών, η σωφροσύνη είναι μεγαλύτερη σ’ εκείνες˙ κανένα αισχρό λόγο δε θα μπορούσε η γυναίκα να προφέρει τόσο γρήγορα. Πές μου [άντρα], λοιπόν, γιατί αισχρολογείς εσύ; Μη μου πεις βέβαια, σε παρακαλώ, τα πολύ γνωστά, ότι δηλαδή το γένος των γυναικών είναι φιλόκοσμο [=λατρεύει τα στολίδια] και έχει το ελάττωμα αυτό. Αλλά και σ’ αυτό τις ξεπερνάτε εσείς οι άνδρες. [...] Δεν υπερηφανεύεται ο άνδρας τόσο για την χρυσή ζώνη όσο για το ότι η γυναίκα του φορεί χρυσά κοσμήματα. Συνεπώς είστε αίτιοι και δι' αυτό σεις. [...] Πολύ περισσότερον αρμόζει εις την γυναίκα να στολίζεται, παρά εις τον άνδρα. [...] Έχουν οι γυναίκες κάτι το ματαιόδοξο, αλλά αυτό είναι κοινό και στους άνδρες˙ είναι κάπως οργίλες, και αυτό είναι κοινό. Εκείνα όμως, στα οποία πλεονεκτούν, δεν είναι καθόλου κοινά» (Ομιλία ιγ', Εις την Προς Εφεσίους, 4).
Σε μια άλλη ομιλία του ο Χρυσόστομος θέλει να φέρει ως παράδειγμα μια σύζυγο που έχει όλα τα ψυχικά ελαττώματα, αν και διαπιστώνει ότι δε θα ήταν δυνατόν να υπάρξει τέτοια γυναίκα˙ ωστόσο, επειδή αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι θα αναρωτηθούν γιατί διάλεξε μια φανταστική γυναίκα κι όχι έναν φανταστικό άντρα ως παράδειγμα, γράφει (Ομιλία λ', Εις το Κατά Ματθαίον, 5): «Υπάρχουν και άνδρες που είναι πολύ χειρότεροι από παρόμοια γυναίκα. Επειδή όμως έχει ανατεθεί η φροντίδα στους άνδρας, για τούτο κατ' αρχάς φανταζόμαστε γυναίκα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σ’ αυτήν πλεονάζει η κακία. Διότι είναι δυνατόν να βρει κανείς και πολλά ελαττώματα μεταξύ των ανδρών, τα οποία δεν υπάρχουν στις γυναίκες, όπως επί παραδείγματι ο φόνος [...] και πολλά παρόμοια. Μη νομίσετε λοιπόν ότι το κάνω αυτό για να εξευτελίσω το γυναικείο φύλο˙ δεν είναι δυνατόν να συμβαίνη αυτό, όχι δεν είναι».
 
Ι) Ο ίδιος ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος καυτηριάζει την αμαρτωλή ανδρική φύση σε ομιλίες, όπως η Περί του πώς δει πολιτεύεσθαι, καθώς αναφέρει πολλά αντρικά αμαρτήματα. Δε διστάζει να παρομοιάσει τους άνδρες με άγρια θηρία που διψάνε για αίμα, εξαιτίας των αγαπημένων τους παραπτωμάτων, δηλαδή τη φιληδονία, την απανθρωπία, τη βία, την οργή, τη λαιμαργία και άλλα. Λέει στον άνδρα: «Για τη σωφροσύνη της γυναικός είσαι τόσο λεπτολόγος, ώστε γίνεσαι σχολαστικός και υπερβολικός και δεν της επιτρέπεις ούτε τις πλέον απαραίτητες εξόδους˙ στον εαυτό σου όμως νομίζεις ότι όλα επιτρέπονται. Δεν σου τα επιτρέπει όμως ο Παύλος, ο οποίος δίνει την ίδια εξουσία και στη γυναίκα» (Ομιλία Ζ' Εις το Κατά Ματθαίον, 7).
Βλέπετε πως ο άγιος ερμηνεύει τον Παύλο ως υποστηρικτή της ισοτιμίας των δύο φίλων και όχι ως υποτιμητικό προς τη γυναίκα, όπως δυστυχώς τον παρερμηνεύουν πολλοί σημερινοί (προκατειλημμένοι ή παραπληροφορημένοι) μελετητές του.

ΙΑ) Επίσης γράφει (Ομιλία κ' Εις την Προς Εφεσίους, 2): «Ποια σύζευξη υπάρχει, όταν η γυναίκα τρέμει τον άνδρα;». Και προσθέτει τα εξής εκπληκτικά (στο ίδιο, 6): «Ούτε ο άνδρας να πιστεύει εύκολα τα λεγόμενα εναντίον της γυναικός του. [...] Και αν ακόμη σε κατηγορεί η γυναίκα, να μη δυσανασχετείς˙ η ενέργειά της αυτή είναι δείγμα φιλίας, όχι απογνώσεως˙ οι κατηγορίες της είναι δείγμα θερμής φιλίας και θερμής διαθέσεως και φόβου»! Και ακόμη (στο ίδιο, 8): «Να αποδεικνύεις ότι εκτιμάς πάρα πολύ την επικοινωνία μαζί της και ότι θέλεις να βρίσκεσαι γι’ αυτήν περισσότερο στο σπίτι, παρά στην αγορά˙ και να την προτιμάς από όλους τους φίλους και τα παιδιά που γεννήθηκαν από αυτή, και αυτά να τα αγαπάς εξ αιτίας της». Λίγο νωρίτερα, έχει πει (στο ίδιο, 2): «να μην αποστραφείς τη γυναίκα εξ αιτίας της ασχήμιας της»!

Για  τους δούλους και τη δουλεία (από εκτενέστερο άρθρο με θέμα τις απόψεις των αρχαίων χριστιανών Πατέρων για τη δουλεία)

Ο Χρυσόστομος λοιπόν, σε μια από τις ομιλίες του, στην οποία ο καθ. Ιωάννης Αναστασίου αποδίδει περιεχόμενο που αφορά «περιορισμό και κατάργηση της δουλείας» [12], το χριστιανικό κήρυγμα του πατέρα της Εκκλησίας τίθεται απέναντι στη δουλεία ως κατάσταση που εναντιώνεται στο θέλημα του Θεού.
Επειδή η ομιλία χωρίζεται σε δύο μέρη, το ένα από τα οποία αναφέρεται σε μια έκκληση για τον περιορισμό -έστω- της δουλείας, θα τα εξετάσουμε χωριστά.

Ο Χρυσόστομος σε έναν από τους λόγους του «Εις την Α΄ Προς Κορινθίους», φαίνεται απόλυτα ρεαλιστής σχετικά με τη δουλεία, αλλά και πρωτοπόρος. Γνωρίζει και αναγνωρίζει την δυσκολία κατάργησης ενός αυτονόητου για την εποχή θεσμού. Όπως μας λέει, οι άνθρωποι δεν επιθυμούν να ακούσουν ούτε για απελευθέρωση των δούλων, ούτε καν για μείωσή του αριθμού τους: «Οίδα μεν ότι φορτικός ειμι τοις ακούουσιν» PG 61,354).

Φυσικά, αυτό το αδιέξοδο δεν είναι ο πρώτος που το συναντά. Το χειρότερο μάλιστα, για την τακτική του Ste Croix είναι ότι αντιλαμβάνεται τον προβληματισμό του Χρυσοστόμου από το αντίστοιχο αδιέξοδο που συναντά ένας πρώην δούλος και ευαίσθητος στο ζήτημα της δουλείας, ο στωικός φιλόσοφος Επίκτητος. Ο Ste Croix αναφέρει τον Επίκτητο, όμως δεν σχολιάζει την ουσία των γραφομένων του, όπου στο έργο του «Διατριβαί» (IV, 1, 32 και εξής), σημειώνει πως συχνά η απελευθέρωση των δούλων τους οδηγούσε σε αδιέξοδο! Ο απροετοίμαστος απελεύθερος έπεφτε στα χέρια χειρότερων εκμεταλλευτών, κινδύνευε ακόμα και με εκπόρνευση και τελικά έφτανε στο σημείο να νοσταλγεί θρηνώντας την εποχή της δουλείας του: «ανακλαίεται και την δουλείαν ποθεί»!
Κατά συνέπεια, όταν ακούμε αναφορές στον περιορισμό της δουλείας και, ακόμη περισσότερο, στην κατάργηση της δουλείας εκείνη την εποχή, θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε πόσο βαθιά εθισμένες ήταν οι τότε κοινωνίες στην παρουσία και τη χρήση δούλων.

Όμως ο Χρυσόστομος πραγματικά γνωρίζει τα προβλήματα και θέτει τους ανθρώπους ενώπιον των ευθυνών και της υποκρισίας τους.
Λέει καταρχάς ότι είναι ντροπιαστικό να κατέχουν κάποιοι μεγάλες ομάδες δούλων («περιφέρεις ανδραπόδων αγέλας … ουκ ειδώς ότι τούτο μεν ουν μάλιστά εστι το καταισχύνόν σε;» PG 61,353) και ζητά έστω τον περιορισμό του φαινομένου. Αυτό θα πρέπει να γίνει στη βάση της απόλυτης ανάγκης κάποιου για υπηρετικό προσωπικό ενός ή δύο προσώπων («ει δε και αναγκαίον, ένα που μόνον, ή το πολύ δεύτερον» PG 61,354). Και θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τις λέξεις με τη σημασία τους: απόλυτη ανάγκη σημαίνει ίσως γεράματα, αναπηρία, πάντως ανικανότητα αυτοεξυπηρέτησης.

Όμως και πάλι, για τους χριστιανούς, η απόκτησή δούλων πρέπει και οφείλει να γίνεται με γνώμονα την φιλανθρωπία και το αντίθετο αποτελεί υποκρισία («ει δε πολλούς συνάγεις, ου φιλανθρωπίας ένεκεν τούτο ποιείς» PG 61,354).
Οι ιδέες του Χρυσοστόμου από εδώ και πέρα, είναι απίστευτης εμβέλειας:
Ο Χριστιανός λοιπόν που έχει τη δυνατότητα να αγοράσει δούλους, οφείλει να το κάνει από φιλανθρωπία, με σκοπό να τους απαλλάξει από την σκληρότητα του δουλεμπορίου! Δεν θα τους αγοράσει για να τον υπηρετούν («μηδένα εις διακονίαν απασχολήσης την σήν» PG 61,354), αλλά μόνο για να τους ωφελήσει· να τους μάθει δηλαδή τέχνες ώστε να γίνουν αυτάρκεις και όχι έρμαια σε κάθε εκμεταλλευτή, και κατόπιν να τους ελευθερώσει («αγοράσας, και τέχνας διδάξας ώστε αρκείν εαυτοίς, άφες ελευθέρους» PG 61,354)!

Και αν κάποιος από αυτούς που αποκτούν δούλους παριστάνει ότι το κάνει από φιλανθρωπία, υπάρχει τρόπος να φανεί η υποκρισία του: πρώτον τους αποκτά για να τον υπηρετούν και όχι για να τους απελευθερώσει, και δεύτερον τους κρατά δεσμευμένους/φυλακισμένους και τους χτυπά («όταν δε μαστίζης, όταν δεσμεύης, ουκέτι φιλανθρωπίας το έργον» PG 61,354).

Η ειλικρίνεια του Χρυσοστόμου είναι δεδομένη. Δεν έχει καμία ανάγκη να παραστήσει το δεκανίκι του «συστήματος». Γνωρίζουμε ότι «δεν εκφώνησε κανέναν πανηγυρικό προς τιμήν του αυτοκράτορα» [13]. Στην πραγματικότητα, «καμία πραγματεία Περί βασιλείας -γνήσια ή ψευδεπίγραφη-δεν μας παραδόθηκε με το όνομά του, ούτε με το όνομα ενός άλλου μεγάλου πατέρα της Ανατολής τον 4ο αιώνα … και οι ευκαιρίες για μία θεολογική διάλεξη στο ‘’ανάκτορον’’ δεν θα έλειψαν στον επίσκοπο Κωνσταντινούπολης, εάν πραγματικά ήθελε να τις εκμεταλλευτεί» [14]. Άλλωστε, οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί μας βεβαιώνουν για «τη "συνήθην παρρησίαν" του Ιωάννη απέναντι στους κρατούντες», γεγονός στο οποίο οφείλονταν οι «πολλές αντιπάθειες που δημιούργησε ο επίσκοπος στη νέα πρωτεύουσα της Ανατολής» [15].

Κατά συνέπεια, οι θέσεις του πηγάζουν μόνο από τα χριστιανικά του πιστεύω. Και σύμφωνα με αυτά, δεν περιμένουμε να ακούσουμε από τον Χρυσόστομο κάποιο έναυσμα «επίθεσης» από μια κοινωνική τάξη σε μια άλλη. Αφορμή για μια ανακύκλωση της βίας δεν πρόκειται να γίνει ο Χρυσόστομος, καταφέρνοντας απλώς οι πρώην δούλοι να γίνουν κύριοι, και οι πρώην κύριοι, δούλοι, για να αλλάξει αυτό και πάλι αργότερα μέσα σε ένα λουτρό αίματος.
Η προτροπή όμως του Χρυσοστόμου να αγοράζει κάποιος δούλους με σκοπό να τους γλυτώσει από τον δουλέμπορο και κατόπιν να τους απελευθερώνει ως καταρτισμένους τεχνίτες, είναι μια θέση που συντρίβει κάθε επιχείρημα του Ste Croix.

Η κατάργηση της δουλείας σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο

 
[...] Ας ακούσουμε λοιπόν τον Χρυσόστομο να μας μιλάει, εκτός από τον περιορισμό της δουλείας, και για το ασύμβατο της κατοχής δούλων με τον Χριστιανισμό και με τον Νόμο του Θεού:

«Ο Θεός έκανε τους ανθρώπους αυτάρκεις ως προς το να υπηρετούν και τους εαυτούς τους αλλά και τον πλησίον. Και αν δεν πιστεύεις, άκουσε τον Παύλο που λέει «για τις ανάγκες τις δικές μου και των συνοδών μου δούλεψαν αυτά εδώ τα χέρια» (Πραξ. 20,34). Εάν ο διδάσκαλος της οικουμένης Παύλος, άξιος του Παραδείσου, δεν ντρεπόταν να υπηρετεί μυριάδες, πως εσύ θεωρείς απαράδεκτο το να μην περιφέρεις μπουλούκια σκλάβων, χωρίς να αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό πιο πολύ ντροπή αποτελεί για σένα; Διότι γι’ αυτό μας έδωσε ο Θεός χέρια και πόδια, ώστε να μην χρειαζόμαστε υπηρέτες. Δεν δημιουργήθηκε λόγω ανάγκης η κατηγορία των δούλων, διότι αν ήταν έτσι, μαζί με τον Αδάμ θα είχε πλασθεί και ένας δούλος. [Η δουλεία] είναι το τίμημα της αμαρτίας και η τιμωρία της παρακοής. Όμως, όταν ήλθε ο Χριστός, έβαλε ένα τέλος και σε αυτό. "Χάρη στον Ιησού Χριστό, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος" (Γαλ. 3,28). Άρα, δεν είναι απαραίτητο να έχεις σκλάβο […] Αν ενδιαφέρεσαι γι’ αυτούς, κανέναν δεν θα απασχολήσεις για την προσωπική σου υπηρεσία, αλλ’ αφού τους αγόρασες και τους δίδαξες τέχνες ώστε να είναι αυτάρκεις, άστους ελεύθερους. Όταν μαστιγώνεις, όταν βάζεις δεσμά, αυτό δεν είναι έργο φιλανθρωπίας […] Και γνωρίζω ότι είμαι φορτικός σε όσους με ακούν» ("Εις την Προς Κορινθίους Α΄ Επιστολή", PG 61,353-354). [...]

Σημειώσεις
[12] Αναστασίου Ιωάννης, «Ανθολογία πηγών Εκκλησιαστικής Ιστορίας», τόμ. Α΄, τεύχ. Α΄ (Α΄- ΙΑ΄αι.), Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 537.
[13]
Μποζίνης Κωνσταντίνος, «Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος για το Imperium Romanum», Καρδαμίτσας, Αθήνα 2003, σελ. 31.
[14]
Μποζίνης Κωνσταντίνος, «Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος…», ό.π., σελ. 35.
[15]
Μποζίνης Κωνσταντίνος, «Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος…», ό.π., σελ. 34, σημ. #9. 

Να προσθέσουμε ότι ο Χρυσόστομος επιχειρηματολογεί για την αδελφική σχέση των κυρίων με τους δούλους τους, λέγοντας ότι, ενώ ο Χριστός «ονομάζει τους δικούς μας δούλους αδελφούς, φίλους και συγκληρονόμους Του, πώς εμείς ντρεπόμαστε να τους θεωρούμε αδελφούς μας;» (βλ. Υπόμνημα εις την προς Φιλήμονα, Ομιλία Γ΄, P.G. 63, 117 – ο ίδιος φυσικά δεν είχε δούλους, αλλά χρησιμοποιεί το α΄ πληθυντικό για ρητορικούς λόγους).

Δείτε επίσης:
 
Ιερός Χρυσόστομος: «Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο, όχι δικαστήριο» 

Κείμενα του αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου (& άρθρα για τον άγιο) στο Διαδίκτυο υπάρχουν πολλά (όπως και ύβρεις εναντίον του, αφού αποτελεί κόκκινο πανί για κάθε είδους φανατικούς πολέμιους του χριστιανισμού). Μπορείτε να δείτε μερικά εδώ:
Επισκεφτείτε & την πολυθεματική ιστοσελίδα του κ. Νεκτ. Μαμαλούγκου, ενότητα "Έργα Πατέρων".
 
Άλλοι άγιοι στις 13 & 14 Νοεμβρίου (όπως ο άγιος απόστολος Φίλιππος, ο άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγ. Κωνσταντίνος ο Υδραίος κ.ά.).

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος14/11/14 01:42

    η αγαπη του Χριστου κ της Παναγιας μας ειναι το παν οπως και των αγίων μας. ειναι οι μονοι που μπορουν να μας βοηθησουν να φυγουμε απο την ανθρωπινη μας σκληροτητα,που αν δεν τη παλεψουμε με τη βοηθεια τους μπορει να μας καταστρεψει.Μεγαλος αγιος ο αγ.Ιωαννης Χρυσοστομος και οτι ελεγε ηταν απο αγαπη και αγωνια να σωθουμε ολοι...φαινεται αυτο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή