Του Ernst Benz, από το βιβλίο:
Ausserirdische Welten, Von Kopernikus zu den Ufos (Εξωγήινοι κόσμοι,
Από τον Κοπέρνικο μέχρι τα ούφο), Aurum Verlag, Edition 2000
Συνέχεια από εδώ.
Περί της διάδοσης της αμαρτίας στον κόσμο των πλανητών
Εμμανουήλ Καντ
Στους κοσμολόγους που ασχολήθηκαν με επιστημονικές
υποθέσεις περί των κατοίκων των πλανητών ανήκε ο ίδιος εκείνος Καντ, ο οποίος
κορόιδευε τον Swedenborg λόγω των
μεταφυσικών του ονείρων περί των κατοίκων των πλανητών. Ο ίδιος εκείνος Καντ
που στην νεότητα του δεν ήταν μακριά από την ηδονή που πρόσφερε η επινόηση
παραμυθιών, για την οποία κατηγορούσε τον Swedenborg, πράγμα που παραδέχεται στην κριτική του. Οι υποθέσεις
του περί των κατοίκων των πλανητών βρίσκονται στο γνωστότερο από τα
επιστημονικά του έργα: «Γενική ιστορία της φύσεως και η θεωρία περί ουρανού ή
Δοκίμιο περί της κατάστασης και περί της μηχανικής προέλευσης του σύμπαντος,
βασιζόμενη στις αρχές του Νεύτωνα», εκδοθέν το 1755.
Είναι γενικά γνωστό περί του έργου αυτού, πως στο πρώτο
μέρος περιέχει το νέο σύστημα του κοσμικού οικοδομήματος, το οποίο ο Καντ
αναπτύσσει ως συνέχεια των ερευνών του πάνω στον Νεύτωνα, και πως στο δεύτερο
μέρος προσπαθεί να διαφωτίσει την εξέλιξη του σύμπαντος από την πιο πρωτόγονη
μορφή της φύσεως, μέσω καθαρά μηχανικών νόμων. Λιγότερο γνωστό είναι πως στα
δυο αυτά μέρη, που απέκτησαν μεγάλη διασημότητα στην ιστορία της σύγχρονης
κοσμολογίας, προστίθεται και ένα τρίτο μέρος, που ασχολείται αποκλειστικά με
τους κατοίκους των πλανητών, και περιέχει ένα «Δοκίμιο σύγκρισης μεταξύ των
κατοίκων των διαφόρων πλανητών θεμελιωμένη στις αναλογίες που υφίστανται στην
φύση».
Όση φαντασία και να περιέχουν οι υποθέσεις του Καντ για τους κατοίκους
των επιμέρους πλανητών, όσο ξεκάθαρα και να φαίνεται η πραγματική χαρά τού
συγγραφέως για την φαντασία με την οποία εξετάζει τέτοιου είδους υποθέσεις, και
τις οποίες οικοδομεί με ένα παιχνιδιάρικο τρόπο, τόσο τού είναι σαφές επίσης, πως ο
πειρασμός της ελεύθερης χρήσης της φαντασίας από ένα μορφωμένο και φιλόσοφο,
ενέχει κινδύνους. Προσπαθεί επομένως από την αρχή να χαλιναγωγήσει τις
υποθέσεις του με αυστηρές αρχές κριτικής. Ακόμα και τις αναλογίες που
χρησιμοποιεί προσπαθεί να τις κρατήσει στα όρια αυτού που μπορεί να γνωριστεί ή
τουλάχιστο υπάρχει πιθανότητα να ισχύει.
Το τρίτο μέρος αρχίζει με την υπεράσπιση εναντίον της
κατηγορίας, πως η διαπραγμάτευση τέτοιων προβλημάτων, που οδηγούν στο βασίλειο
της φαντασίας, αποτελεί ατιμία για τις ακριβείς επιστήμες (μαθηματικά,
φυσική...). Ο Καντ γνωρίζει πολύ καλά πως ασχολούμενος με το ερώτημα περί τών
κατοίκων των πλανητών αγγίζει μια περιοχή που οδηγεί πέραν τών ορίων τών επ’
ακριβώς αποδείξιμων γνώσεων περί φύσης. Για τον λόγο αυτό υπόσχεται από την
αρχή, πως για το θέμα θέλει μόνο τέτοιες προτάσεις, οι οποίες θά «μπορούν να
προσφέρουν κάτι στην διεύρυνση των γνώσεων μας»- από φόβο μήπως θεωρηθεί
ελαφρόμυαλος. Επομένως, ότι αναφέρει περί των κατοίκων τών πλανητών, βασίζεται
στην απαίτηση πως δεν είναι προϊόν φλύαρης φαντασίας, αλλά επιστημονικές
γνώσεις, «που η πιθανότητα ότι ισχύουν είναι τόσο θεμελιωμένη, που είναι σχεδόν
αδύνατο να αρνηθεί κανείς ότι ισχύουν»21.
Όπως ο Fontanelle και ο Huygens, και όλοι οι υπόλοιποι
πρόγονοι της θεωρίας περί των κατοικημένων πλανητών, έτσι και ο Καντ θεωρεί
αυτονόητο πως η μεγαλύτερη τιμή για ένα πλανήτη είναι να κατοικείται από
σκεπτόμενα όντα. Η ευχή αυτή όμως, πως το σύμπαν κατοικείται από πνευματικά
όντα με χαρακτηριστικά προσώπου, περιορίζεται από τις επιστημονικές
παρατηρήσεις, οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες στον Fontanelle ή στον Huygens. Ο Καντ δεν νομίζει
αναγκαίο πως όλοι οι κατοικημένοι πλανήτες πρέπει να θεωρηθεί πως κατοικούνται
από σκεπτόμενα όντα. Δεν βρίσκονται όλοι οι πλανήτες στο ίδιο επίπεδο
ανάπτυξης. Ο ένας πλανήτης φτάνει στην κατάσταση τελειότητας, στην οποία φυσικά
περιλαμβάνεται και η κατοίκηση με σκεπτόμενα πνευματικά όντα, νωρίτερα, άλλος
αργότερα. Βάσει των αστρονομικών παρατηρήσεων φαίνεται πως ο Δίας δεν έχει
φτάσει ακόμα στην κατάσταση να είναι κατοικήσιμος, όμως «μπορούμε να υποθέσουμε
με ακόμα μεγαλύτερη ικανοποίηση, πως αν είναι ακόμα ακατοίκητος, σε κάποια
στιγμή θα κατοικηθεί, όταν ολοκληρωθεί η περίοδος ανάπτυξης του»22.
Ο Καντ δεν προσπάθησε σε κανένα σημείο να δώσει μια
απόδειξη περί της υπάρξεως των κατοίκων των πλανητών, απλώς την προϋποθέτει, με
τον περιορισμό, πως δεν είναι αναγκαίο να υποτεθεί η ταυτόχρονη παρουσία τους
σε όλους τους πλανήτες. Η προϋπόθεση αυτή βασίζεται στην επίγνωση, πως τα
σκεπτόμενα πνευματοειδή όντα ανήκουν στην κλίμακα των πλασμάτων που κατοικούν
στο σύμπαν. «Η απειροσύνη της δημιουργίας περιλαμβάνει με την ίδια αναγκαιότητα
όλες τις φύσεις, που ο αμέτρητος πλούτος της δημιουργεί. Από την ανώτατη
τάξη μεταξύ των σκεπτόμενων όντων μέχρι το πιο ποταπό έντομο, κανένα μέλος δεν
της είναι αδιάφορο, και δεν μπορεί κάποιο μέλος να λείπει , αλλιώς θα καταλυθεί
η ομορφιά, η οποία συνίσταται στην συνάρτηση όλων»23. Το υπόβαθρο
της μοντέρνας κοσμολογίας θεμελιώνεται στις ιδέες του παλιού μυστικισμού της
φύσεως, όπως τον συναντούμε στον Cusanus, Paracelsus, Jakob Böhme.
Αν και ο Καντ, από την μια δεν πιστεύει πως είναι
αναγκαία η απόδειξη για την ύπαρξη των κατοίκων των πλανητών, αφού με
παράδειγμα την γη μας έχει καταδειχθεί πως τα σκεπτόμενα πνευματοειδή όντα
ανήκουν στην ολότητα της δημιουργίας, και μάλιστα στην κορυφή της κλίμακας, από
την άλλη όμως θεωρεί πολύ σημαντικό να θέσει πάνω από τις θολές υποθέσεις των
προκατόχων του μια αρχή διάκρισης, η οποία θα επιτρέπει τον προσδιορισμό των
σχέσεων των κατοίκων των πλανητών μεταξύ τους. Δυο σκέψεις θεωρεί πως υποδεικνύουν
την ύπαρξη μιας τέτοιας αρχής.
Η πρώτη σκέψη συνίσταται στην υπόδειξη πως η ατέλεια
τού ανθρώπου καθορίζεται από τον χοντροκομμένο χαρακτήρα τής ύλης, η οποία
αποτελεί το θεμέλιο του οργανισμού του. «Αυτός ο χοντροκομμένος χαρακτήρας της ύλης και του ιστού στην δομή της
ανθρώπινης φύσης είναι η αιτία εκείνης της αδράνειας, η οποία κρατά τις
ικανότητες της ψυχής σε μια διαρκή θολούρα και αδυναμία...Η αδράνεια αυτή της
διανοητικής του δύναμης, που είναι συνέπεια (η αδράνεια) της χοντροκομμένης και
άκαμπτης ύλης, δεν είναι μόνο η πηγή των παθών, αλλά και του σφάλλειν. Από εδώ
φαίνεται ξεκάθαρα πως οι δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής περιορίζονται και
εμποδίζονται από τα εμπόδια που προβάλλει η χοντροκομμένη ύλη, με την οποία η
ψυχή είναι στενότατα συνδεδεμένη»24.
Με αυτή την σκέψη περί της στενής σύνδεσης πνεύματος και
ύλης, ο Καντ συνδέει μια θεωρία περί αναλογίας της δομής της ύλης των επιμέρους
πλανητών. Όσο πιο μεγάλη η απόσταση από τον ήλιο, τόσο πιο λεπτή και ελαστική η
ύλη των ουράνιων σωμάτων, τόσο πιο ελαφρές και ποικίλες οι φυσικές και
οργανικές διαδικασίες, που λαμβάνουν χώρα εκεί. «Η ύλη από την οποία
αποτελούνται οι κάτοικοι των διαφόρων πλανητών, αλλά και τα ζώα και τα φυτά,
πρέπει να είναι πιο ελαφριά και εκλεπτυσμένη, και η ελαστικότητα των ινών μαζί
με τις ευνοϊκές καταβολές της δομής
τους, είναι τόσο πιο τέλεια όσο ο πλανήτης είναι πιο μακρυά από τον ήλιο»25.
Εμμανουήλ Καντ β
Αυτή η τοποθέτηση επιτρέπει να βγουν συμπεράσματα περί
των διαφορών στις πνευματικές καταβολές και ικανότητες που παρουσιάζουν τα
σκεπτόμενα πνευματικά όντα των διάφορων πλανητών, τα οποία όντα, όπως και οι
άνθρωποι αυτής της γης, εξαρτώνται από το υλικό θεμέλιο στο οποίο είναι
δεσμευμένοι. «Αν λοιπόν οι πνευματικές ικανότητες παρουσιάζουν μια αναγκαία
εξάρτηση από την ύλη της μηχανής την οποία κατοικούν, τότε μπορούμε να
συμπεράνουμε με μια περισσότερο από πιθανή βεβαιότητα, πως όλο το φάσμα της
τελειότητας των όντων αυτών ακολουθεί ένα κανόνα: οι ικανότητες αυτές γίνονται
πιο τέλειες, σύμφωνα με την αναλογία των αποστάσεων των πλανητών από τον ήλιο»26.
Σύμφωνα με αυτά ισχύει και το αξίωμα: «η τελειότητα του πνευματικού αλλά και
του υλικού κόσμου, από τον Ερμή μέχρι τον Κρόνο, και ίσως και πέρα από αυτόν
(όπου υπάρχουν και άλλοι πλανήτες), αυξάνεται με μια βαθμιαία ακολουθία, βάσει
της αναλογίας της απόστασης από τον ήλιο»27.
Ο Καντ αισθάνεται πως πρέπει να βγάλει συμπεράσματα, τα
οποία τον φέρνουν πολύ κοντά στις υποθέσεις του Swedenborg περί πνευματικής σωματικότητας των κατοίκων του κόσμου
των πνευμάτων. Όσο πιο λεπτή η υλικότητα, που αποτελεί το υπόστρωμα του
οργανισμού ενός πνευματικού όντος, τόσο πιο εκλεπτυσμένη η ικανότητα πρόσληψης
που έχει, τόσο πιο ακριβείς οι αντιλήψεις του, τόσο πιο πλαστική η δυνατότητα
του στο να αναπαριστά προς τα έξω την εσωτερική του ουσία, τόσο πιο καθαρές οι θεωρήσεις και οι ιδέες του, τόσο
πιο τέλεια η φύση του. Ναι, ο Καντ δεν διστάζει να υποθέσει, πως τα πνευματικά
όντα τα οποία βρίσκονται μακρύτερα από τον ήλιο, και επομένως έχουν πιο
εκλεπτυσμένα σώματα, έχουν επίσης μακρύτερη διάρκεια ζωής. «Αν και η χρονική
περατότητα ροκανίζει ακόμα και τις πιο τέλειες φύσεις, πρέπει να πιστέψουμε πως
η διάρκεια των πλασμάτων είναι ανάλογη της τελειότητας τους, όπως και η καχεξία
της ανθρώπινης ζωής βρίσκεται σε μια σωστή αναλογία προς τον τιποτένιο
χαρακτήρα της»28.
Αν και ο Καντ στο κύριο μέρος του δοκιμίου του για τους
κατοίκους των πλανητών, έφτασε σε επιστημονικά αποδεκτά συμπεράσματα,
ακολουθώντας την ίδια του την απαίτηση για υψηλά επίπεδα πιθανότητας των
θεωρήσεων του, στο τέλος χαλαρώνει αυτές τις απαιτήσεις, και μπαίνει στο πεδίο
των υποθέσεων, που τον οδηγούν κατευθείαν στα θεοσοφικά προβλήματα του Oetinger και του Swedenborg. Πρέπει να σημειώσουμε πως θέτει απλώς ερωτήματα, τα
οποία καθοδηγούν την ανθρώπινη φαντασία σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Δεν
ισχυρίζεται πως υπάρχουν επιστημονικά αποδεκτές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά.
Τολμά όμως να διαπραγματευθεί διεξοδικά ένα από αυτά τα ερωτήματα, που προφανώς
απασχολούσε περισσότερο από τα άλλα την φαντασία του: το ερώτημα περί του
βεληνεκούς της αμαρτίας στα διάφορα επίπεδα των κατοίκων των πλανητών.
«Τις μέχρι τώρα υποθέσεις μας τις εκθέσαμε μένοντας
πιστοί στην γραμμή των φυσικών συσχετίσεων, πράγμα που κράτησε τις υποθέσεις σε
ένα δρόμο λογικής αξιοπιστίας. Θέλουμε να επιτρέψουμε μια παρεκτροπή στο πεδίο
της φαντασίας; Ποιος μας δείχνει το όριο, όπου παύει η θεμελιωμένη πιθανότητα
και αρχίζουν οι αυθαίρετοι λογισμοί; Ποιος είναι τόσο τολμηρός ώστε να δώσει
μια απάντηση στο ερώτημα: αν η αμαρτία ασκεί την εξουσία της και σε άλλες
σφαίρες του κοσμικού οικοδομήματος, ή μόνη της η αρετή διοικεί;»
«Τα άστρα είναι έδρα λαμπρών πνευμάτων,
Και όπως εδώ το πάθος κυριαρχεί, εκεί αρχηγός είναι η
αρετή». Haller
«Δεν ταιριάζει κάποια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ της
σοφίας και της βλακείας που χαρακτηρίζει την άτυχη ικανότητα προς αμαρτίαν;
Ποιος ξέρει, μήπως οι κάτοικοι των άλλων πλανητών δεν είναι τόσο ανώτεροι και
τόσο σοφοί, ώστε να κατέβουν στο επίπεδο της τρέλας που βρίσκεται στην αμαρτία,
εκείνοι όμως που ζουν τους κατώτερους πλανήτες, είναι πολύ ισχυρά δεμένοι με
την ύλη, και έχουν πολύ χαμηλή πνευματική ικανότητα, ώστε δεν είναι σε θέση να
φέρουν ευθύνη ενώπιον του δικαστηρίου της δικαιοσύνης; Με τον τρόπο αυτό θα
ήταν η γη και ίσως και ο Άρης (ώστε να μην μας λείπει και η άθλια παρηγοριά ότι
δεν είμαστε μόνοι μας) μόνοι πάνω στον μεσαίο αυτό δρόμο, όπου οι πειρασμοί των
αισθητηριακών ερεθισμάτων έχουν μια ισχυρή ικανότητα παράσυρσης, σε σχέση με
την εξουσία του πνεύματος;»29
Και αν οι στοχασμοί αυτοί συσχετίζονται ακόμα με την
θεώρηση περί σχέσης πνεύματος και ύλης, όπως την καθορίζει η υπόθεση του Καντ
περί σχέσης και επιπέδου των κατοίκων των πλανητών, προς το τέλος ο Καντ
αναφέρεται σε καθαρά θεοσοφικά ερωτήματα, που φέρνουν την διδασκαλία περί
κατοίκων των πλανητών σε συσχέτιση με τις υποθέσεις περί του επέκεινα και της
ζωής μετά θάνατον. Στο σημείο αυτό επισημαίνει και το πρόβλημα στο οποίο το
γραπτό τού Swedenborg ισχυρίζεται πως
δίνει απάντηση: αν τα αστέρια είναι φυτώρια των πνευμάτων, όπου τα πνευματικά
όντα αυτής της γης, όταν τους αφαιρεθεί με τον θάνατο η γήινη ύπαρξη, και όπου
τιμώνται με μια ανώτερη θεώρηση του σύμπαντος και καθαρότερη γνώση περί Θεού.
«Δεν είναι καν γνωστό τι είναι πραγματικά ο άνθρωπος, αν
πρέπει με αυτά να διδάξουμε την συνείδηση και τις αισθήσεις. Πόσο λιγότερα θα
μαντέψουμε, σε σχέση με εκείνα που θα έπρεπε. Η δίψα της ανθρώπινης ψυχής για
γνώση είναι μεγάλη, γι' αυτό, το απομακρυσμένο από αυτήν αντικείμενο, και
προσπαθεί να αποκτήσει λίγο φως για αυτές τις σκοτεινές γνώσεις».
«Θα πρέπει η αθάνατη ψυχή, σε όλη την άπειρη μελλοντική
της διάρκεια, την οποία δεν διακόπτει ο τάφος, να μείνει προσκολλημένη στην γη; Δε θα πρέπει να δει και τα υπόλοιπα
θαύματα της δημιουργίας; Ποιος ξέρει αν δεν της έχει οριστεί να γνωρίσει από
κοντά εκείνες τις άλλες σφαίρες; Ίσως για τον λόγο αυτό να σχηματίζονται και
άλλες σφαίρες του πλανητικού συστήματος, για να προετοιμάσουν για μας νέες
κατοικίες;...»30.
Ο Καντ αναφέρεται σε
μια θεοσοφική ερμηνεία του σύμπαντος, αλλά αμέσως υποδεικνύει την
αβεβαιότητα της. Παρουσιάζει μια άλλη διδασκαλία περί των τελευταίων γεγονότων,
και μια άλλη πίστη περί ζωής μετά τον θάνατον, που ταιριάζουν πιο πολύ στην
φιλοσοφία του. Ο θάνατος δεν μας οδηγεί σε κάποιον άλλον πλανήτη αυτού του
γήινου σύμπαντος. Η στενή μας σχέση με το ανώτατο ον, στην οποία σχέση
εισερχόμαστε μετά την ελευθέρωση της ψυχής από τα υλικά της δεσμά, έχει ως συνέπεια
μια εντελώς νέα και διαφορετικής φύσεως σχέση προς το σύνολο της φύσεως, και
μας οδηγεί πέραν των δεδομένων που ισχύουν στις συνθήκες της γήινης ζωής μας. Η
νέα κατάσταση λοιπόν, σε σύγκριση και με τις συνθήκες των πιο τέλειων κατοίκων
των πλανητών, θα είναι εντελώς διαφορετική, και η μακαριότητα της δε θα
εξαρτάται από την όποια κατάλληλη μείξη πνεύματος και ύλης, ούτε από την τέλεια
θεώρηση των αντικειμένων έξω από την ίδια. «Η πηγή της μακαριότητας της
βρίσκεται μέσα στην ίδια».
«Μας επιτρέπεται να αστειευόμαστε με τέτοιες αντιλήψεις.
Κανένας δε θα στήριζε την ελπίδα σε τόσο αβέβαιες εικόνες της φαντασίας. Όταν η
αυταρέσκεια θα έχει πάρει το μερίδιο της, το αθάνατο πνεύμα θα συνεχίσει την
ύπαρξη του, αφού θα έχει εκτιναχθεί πάνω
από όλα, και θα βρίσκεται σε μια νέα σχέση προς την φύση, η οποία σχέση πηγάζει
από την στενή του σχέση με το ανώτερο ον. Από το σημείο αυτό, η ανυψωμένη φύση,
η οποία έχει την πηγή της μακαριότητας της μέσα της, δε θα αποσπάται πια από τα
εξωτερικά αντικείμενα, για να ζητήσει σε αυτά την ηρεμία της...»31.
Burnet: Tο τέλος του κόσμου και η θεία δικαιοσύνη
Μια δεύτερη θεμελιώδης ερώτηση της θεολογίας αναδύθηκε δια των ανακαλύψεων της μοντέρνας επιστήμης και της αλλαγής του κοσμικού συστήματος: το ερώτημα περί της θείας δικαιοσύνης. Ο Newton δίδασκε πως οι πλανήτες μπορεί να καταστραφούν και να γεννηθούν νέα ουράνια σώματα. Οι Άγγλοι ερευνητές είχαν συνδυάσει τέτοιες παρατηρήσεις με τα όσα γράφει η Αποκάλυψη, όπου γίνεται λόγος περί σβησίματος των άστρων (Αποκ. 8,12; 12,4), περί νέου ουρανού και νέας γης. Ο Newton είχε παρουσιάσει διάφορες ερμηνείες της Αποκάλυψης, στηριζόμενες στις μοντέρνες ανακαλύψεις της τότε αστρονομίας.
Η πιο γνωστή αυτού του είδους ερμηνεία της Αποκάλυψης προέρχεται από τον T. Burnet, ο οποίος το 1681 είχε συγκεντρώσει τα αποτελέσματα των ερευνών του στο έργο: Telluris Theoria Sacra orbis nostri originem et mutationes generales, quas aut jam subit aut olim subiturus est complectens. Το
πρώτο μέρος ασχολείται με τον κατακλυσμό, το δεύτερο με τον παράδεισο,
το τρίτο με την καταστροφή του κόσμου δια της πυράς, και το τέταρτο με
την μελλοντική κατάσταση των πραγμάτων. Και ο Clemm44
είχε αναφερθεί στο βιβλίο του «Εισαγωγή στην Θρησκεία» σε αυτά τα
ερωτήματα, και πάνω απ’ όλα είχε επισημάνει, πως η αύξηση των ηλιακών
κηλίδων αφήνει να εννοηθεί, πως και ο ήλιος κάποια μέρα θα σβήσει. «Με
αυτές τις αντιλήψεις δε θέλουμε να επισημάνουμε κάτι άλλο, παρά να
αποδείξουμε πως υπάρχει η πιθανότητα ενός παγκόσμιου δικαστηρίου, και να
δείξουμε πως η παρατήρηση των Γραφών και η παρατήρηση της φύσης μπορούν
να βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο.»
Πού
είναι όμως η θεία δικαιοσύνη, εάν ολόκληρος ο πλανήτης θα καταστραφεί;
Εάν καταστραφεί ένας ολόκληρος κατοικημένος πλανήτης, δεν καταστρέφονται
μαζί οι κακοί και οι καλοί; Δεν
σημαίνει αυτό πως στα γεγονότα στο σύμπαν δεν υπάρχει η θεϊκή
δικαιοσύνη, αλλά απλώς κυριαρχεί ένας τυφλός νόμος, μια σκοτεινή μοίρα,
που καταπίνει το καλό και το κακό αδιακρίτως; Η
ανακάλυψη των φυσικών επιστημών πως τα άστρα θα καταστραφούν - το ότι
κατοικούνται θεωρείται δεδομένο - μήπως δεν καταστρέφει την θεώρηση μας
περί της δικαιοσύνης του Θεού, και με τον τρόπο αυτό την πίστη στο Θεό;
Ο Burnet
πήρε στα σοβαρά τα ερωτήματα αυτά και βρήκε την εξής λύση: μέσα στην
φωτιά που καταστρέφει τον κόσμο, θα καταστραφούν οι κακοί, οι καλοί όμως
θα ζήσουν μια μακάρια ζωή με νέα σώματα πάνω στην νέα γη, που θα
προέλθουν από αυτή την διαδικασία τήξης.
Όταν από τον θρόνο του Θεού βγαίνουν βροντές και
αστραπές και φωνές, χαίρονται τα πνεύματα των τέλειων δικαίων για το
μεγαλείο του Δημιουργού τους. Αν όμως μπορούσε στη γη να υπάρξει τέτοια
καταιγίδα, με τέτοιες βροντές και αστραπές, τότε και οι πιο ηρωικοί και
αναίσθητοι αμαρτωλοί θα έτρεμαν. Η διαφορά βρίσκεται απλώς στην συνείδηση, η οποία μας κατηγορεί ή μας αθωώνει.
Αν οι κάτοικοι των πλανητών κρατήσουν την συνείδηση τους καθαρή μέχρι
την ημέρα του Χριστού, όταν θα καταστραφεί ο κόσμος θα μπορούν να
σηκώσουν με χαρά το κεφάλι ψηλά, όπως οι εκλεκτοί και πιστοί άνθρωποι».
Swedenborg α
Ενώπιον αυτών των δεδομένων, ο οραματιστής Emanuel Swedenborg, με την πρόταση του περί μιας νέας κοσμολογίας της σωτηρίας, αποκτά την σημασία του πρωτοπόρου στον τομέα αυτόν. Η σημασία που απέκτησε δικαιολογείται από το γεγονός, πως κάτω από την επίδραση των επιστημονικών του γνώσεων και των οραμάτων-εμπειριών του, δημιούργησε την ώθηση προς μια νέα κοσμική (συμπαντική) Χριστολογία, προς μια νέα κοσμική αντίληψη περί ιστορίας της σωτηρίας, και προς μια νέα εσχατολογική προσμονή η οποία επεκτείνεται στο σύμπαν. Όλα αυτά μπορεί να αποτελέσουν ένα θετικό ή κριτικό μοντέλο παρόντων και μελλοντικών προσπαθειών, από τις οποίες η χριστιανική θεολογία δεν μπορεί να ξεφεύγει επ’ αόριστον.
Περί της γλώσσας και της θρησκείας των κατοίκων των πλανητών
Αυτά
έλεγαν οι ερευνητές-φυσικοί. Τι έλεγαν όμως οι θεολόγοι; Η μοντέρνα
θεολογία δεν έχει κάνει ακόμα τον κόπο, να λύσει τον παραδοσιακό δεσμό
των θεμελιωδών σκέψεων της με την μυθολογική κοσμοθεωρία της Παλαιάς και
Καινής Διαθήκης, και να τις κάνει έτσι σύμφωνες προς την μοντέρνα
μετά-κοπερνικάνικη εικόνα του σύμπαντος. Φαίνεται μάλιστα πως προσπαθεί
να διατηρήσει αυτή την σχιζοφρενική συνύπαρξη της θρησκευτικής και της
επιστημονικής κοσμοθεωρίας, που καμιά σχέση δεν έχουν μεταξύ τους. Και
αυτό σε μια εποχή, όπου η γνώση της νέας κοσμοθεωρίας δεν είναι πια
προνόμιο ενός στενού κύκλου μορφωμένων ειδικών, αλλά ως συνέπεια των
αποτελεσμάτων της νέας αστρονομίας, έχει γίνει μέρος της γενικής
μόρφωσης, της κανονικής συνείδησης και αίσθησης για τον κόσμο.
Ενώπιον αυτών των δεδομένων, ο οραματιστής Emanuel Swedenborg, με την πρόταση του περί μιας νέας κοσμολογίας της σωτηρίας, αποκτά την σημασία του πρωτοπόρου στον τομέα αυτόν. Η σημασία που απέκτησε δικαιολογείται από το γεγονός, πως κάτω από την επίδραση των επιστημονικών του γνώσεων και των οραμάτων-εμπειριών του, δημιούργησε την ώθηση προς μια νέα κοσμική (συμπαντική) Χριστολογία, προς μια νέα κοσμική αντίληψη περί ιστορίας της σωτηρίας, και προς μια νέα εσχατολογική προσμονή η οποία επεκτείνεται στο σύμπαν. Όλα αυτά μπορεί να αποτελέσουν ένα θετικό ή κριτικό μοντέλο παρόντων και μελλοντικών προσπαθειών, από τις οποίες η χριστιανική θεολογία δεν μπορεί να ξεφεύγει επ’ αόριστον.
Ο Swedenborg
συνέδεσε την ιδέα του περί δομής και πνευματικό-σωματικής οργάνωσης του
κόσμου των πνευμάτων με τις κοσμολογικές και αστρονομικές του ιδέες,
και τις εξέθεσε με μεγάλη ακρίβεια και έκταση στην διδασκαλία του περί
των κατοίκων των άστρων45. Παρατηρήσεις αυτού του είδους
βρίσκονται σε πολυάριθμα έργα της εποχής των οραμάτων, η οποία ξεκινά το
1745. Μια συστηματική παρουσιάσει των ιδεών αυτών βρίσκεται στο έργο
«Περί σωμάτων του ηλιακού μας συστήματος που μοιάζουν με την γη, τα
οποία ονομάζονται πλανήτες, και μερικών άλλων στον ουρανό των απλανών
άστρων, όπως και περί των κατοίκων τους, πνευμάτων και αγγέλων, βάσει
των όσων ειδώθηκαν και ακούστηκαν», Λονδίνο 1758.
Στο σημείο αυτό, βάσει της σημερινής μας αντίληψης, μας φαίνεται πως το οραματικό χάρισμα του Swedenborg κινείται προς τον χώρο της φαντασίας. Ο Swedenborg
όμως δεν άρχισε να ασχολείται με το ερώτημα περί των κατοίκων των
άστρων, μετά την εμφάνιση του οραματικού του χαρίσματος. Ήδη από την
αρχή της επιστημονικής του περιόδου, στα πλαίσια των κοσμολογικών και
αστρονομικών του μελετών, βρίσκονται σκέψεις παρόμοιες με αυτές του
Κάντ.
Αυτά
τα ερωτήματα τα εξέφρασε κυρίως στον τρίτο τόμο του έργου του «Τα
θεμέλια της φύσης», του 1734, δηλαδή δέκα πριν την κλήση του. Στο έργο
αυτό αντικατοπτρίζεται, όπως και στον Böhme, η συνταρακτική εντύπωση που προκάλεσε μέσα στον Swedenborg
η ματιά προς το αμέτρητο βάθος και την πολυπλοκότητα του έναστρου
ουρανού, και που ξύπνησε μέσα του ένα ταπεινό αίσθημα που αρμόζει σε ένα
δημιούργημα: «Κοίτα αυτό το απροσμέτρητο μεγαλείο και την πληρότητα,
και ταυτόχρονα κοίτα και σύγκρινε τον εαυτό σου, αχ αγαπητέ ανθρωπάκο,
πόσο μικρό κομμάτι του ουρανού και του κόσμου δείχνεις! Το μεγαλείο σου
μπορεί να συνίσταται μόνο στη δυνατότητα που έχεις να λατρεύεις
(προσκυνάς) το μέγιστο και το άπειρο»46.
Η θαυμάζουσα προσκύνηση του απείρου, καταλήγει στον Swedenborg
σε ένα ύμνο για το άγριο και αστείρευτο ποτάμι της ζωής, που διαποτίζει
το σύμπαν, και που δημιουργεί την ασύλληπτη ποικιλία των κόσμων. Μετά
τον ύμνο αυτό παρουσιάζει μια εικόνα των κόσμων που δημιουργούνται και
καταστρέφονται, και ήλιους που άλλοι ανάβουν και άλλοι σβήνουν, και
πλανήτες που σχηματίζονται και συνθλίβονται. «Όταν δημιουργούνται άλλοι
κόσμοι, και μάλιστα βάσει ίδιων αρχών, με τον ίδιο τρόπο και συνάφεια
και περίπτωση, όπως δημιουργήθηκε ο δικός μας πλανήτης, τότε μπορούμε να
υποθέσουμε, πως ένας νεοδημιουργημένος κόσμος στην νεότητα του θα είναι
παρόμοιος με την γη μας στην νεότητα της»47.
Όπως αργότερα ο Καντ, ο Swedenborg
βλέπει στο διάστημα διαρκώς δημιουργούμενους νέους κόσμους. Κάποιοι
νέοι πλανήτες εμφανίζονται την στιγμή που κάποιοι άλλοι είναι στο άνθος
τους, άλλοι έχουν φτάσει στην ωριμότητα, και άλλοι κατέληξαν στον
«γεροντικό μαρασμό». Πρέπει επίσης να υποθέσουμε πως κάτω από παρόμοιες
συνθήκες σχηματίζονται και οι κάτοικοι των νέων άστρων. Όπως και ο Καντ,
έτσι και ο Swedenborg
αισθάνεται ότι ίσως αφέθηκε να παρασυρθεί υπέρμετρα, φτάνοντας σε
συμπεράσματα που δεν μπορούν να αποδειχθούν βάσει της έρευνας και της
αναλογίας: «Παρόλα αυτά, δεν επιτρέπεται να συμπεράνουμε από το γεγονός
πως κάτι μπορεί να είναι, ότι πράγματι είναι έτσι. Ας γυρίσουμε λοιπόν
από τις υποθέσεις και ας πάμε στην πραγματικότητα».
Ο Swedenborg
δεν μένει στο επίπεδο των παρατηρημένων δεδομένων, αλλά στρέφεται πάλι
στις υποθέσεις. Οι μορφές ζωής στα άλλα άστρα δεν είναι ίδιες όπως σε
μας. Η φαντασία δεν πρέπει να παραπλανηθεί, και να υποθέσει ότι υπάρχει
μια απλή αναλογία μεταξύ των εδώ και των εκεί. Πρέπει μάλλον να
υποθέσουμε πως οι άλλοι κόσμοι έχουν τα δικά τους πλάσματα, που
αντιστοιχούν στην ιδιαίτερη θέση που έχει ο κάθε πλανήτης στο διάστημα
και στην στοιχειακή ιδιοσύσταση του κάθε πλανήτη. «Η φύση ενός πλανήτη
δεν μπορεί να είναι ίδια με την φύση σε ένα άλλο, και τα πλάσματα στον
ένα πλανήτη δεν μπορεί να είναι με τον ίδιο τρόπο μετατρέψιμα όπως σε
κάποιο άλλο πλανήτη. Ο μηχανισμός τους παρουσιάζεται διαφορετικά, γιατί
είναι οργανωμένος βάσει άλλων ιδεών, τρόπων και επιπέδων. Κάθε τι
σχηματίζεται (στους διάφορους πλανήτες) με διαφορετικό τρόπο, και η
ανάλυση εξαντλεί έτσι όλες τις αναλογίες της. Ο αέρας, ή ότι άλλο
αναλογεί εκεί στον αιθέρα, δεν τρέμει με τον ίδιο τρόπο όπως εδώ. Οι
ταλαντωτές κινήσεις εκεί έχουν άλλη επίδραση στα όργανα της όρασης και
της ακοής, και ίσως τα δικά μας όργανα να μην είναι σε θέση να
προσλάβουν τις κυματοειδείς κινήσεις που λαμβάνουν χώρα εκεί, γιατί δεν
έχουν διαμορφωθεί βάσει εκείνης της αρχής κινήσεως, και δεν είναι
προσαρμοσμένα στις κινήσεις εκείνων των στοιχείων»48.
«Οι
μηχανές κάθε ζώντος είδους πρέπει ίσως να κατασκευάζονται βάσει άλλων
κανόνων, και βάσει άλλων εφαρμογών των δυνάμεων. Ο μεγαλόστομος
Αρχιμήδης, που με τον μηχανισμό του ήθελε να μετακινήσει την γη, αν τον
μετέφεραν σε άλλο κόσμο ή άλλη γη, θα μιλούσε με μεγαλύτερη
μετριοφροσύνη, και θα ρωτούσε τι απέγινε η τέχνη του και ο μηχανισμός
του. Και δε θα ήξερε πώς να εφαρμόσει την δύναμη των μοχλών του, και αν
ήθελε να προσπαθήσει εκ νέου, θα έπρεπε να καταδεχθεί να μάθει μέσω των
φαινομένων εκείνου του κόσμου, τις αρχές και τα στοιχεία του. Όλες οι
κινήσεις εκεί στοχεύουν προς την ισορροπία τους βάσει άλλων σχημάτων και
αναλογιών. Άλλοι τρόποι, άλλες συνάφειες, άλλες αιτίες συλλειτουργούν
εκεί για να προκαλέσουν τα φαινόμενα. Σε σύγκριση με τα δικά μας, τα
φαινόμενα εκεί θα μας φαίνονταν θαυμαστά. Ο κόσμος των μορφωμένων στους
άλλους πλανήτες θα ήταν αντικείμενο γέλωτος για τους μορφωμένους της γης
μας, πριν κατανοήσουν τις δικές τους αιτίες εκεί»49.
Και
αυτές είναι σκέψεις τις οποίες βρίσκουμε στον Καντ, οι οποίες όμως, και
αυτό είναι αστείο, χρησιμοποιούνται αντίστροφα, για να περιορίσουν την
γήινη γνώση. Την συμπερίληψή τους βρίσκουμε σε μια αναφορά του Pope:
Προσφάτως είδαν οι πάνω σοφοί,
Πράγμα που μόλις, αλήθεια θαυμαστό,
Ένας θνητός σε μας εδώ έχει κάνει
Πως εκτυλίσσει της φύσης τον νόμο,
Απόρησαν,
Πως από ένα γήινο πλάσμα
Κάτι τέτοιο δυνατόν είναι να γίνει,
Και είδαν τον Νεύτωνα μας,
Όπως εμείς ένα πίθηκο.
ΣΧΟΛΙΟ ΑΜΕΘΥΣΤΟΥ:
Ισως δέν αντιλαμβανόμαστε μέ ακρίβεια ότι αρχίζουμε νά πλησιάζουμε τό
Αρχέτυπο τού μοντέρνου θεολόγου, όπως τό υπηρετεί πιστά η Θεολογική
Θεσ/νίκης. Ο Σβέντενμποργκ είναι γνωστός αποκρυφιστής, δέκτης δαιμονικών
οραμάτων καί εμπνευστής τού Κάντ.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...
Να είσαι καλά που ανεβάζεις τόσο ενδιαφέροντα θέματα και από όλα τα είδη Νεκρέ.Το συγκεκριμένο διάβασα και τα 3 μέρη του,αλλά δεν κατέληξα σε συμπέρασμα.Είναι σωστά θεολογικά αυτά που λέει ο Στγκ. και ο Κάντ; λίγο τρομακτική βρίσκω την τόση ενασχόληση του με τα πλανητο-ουφολογικά.Δεν ξέρω κάπως με τρομάζει το όλο θέμα.Ωστόσο το βρίσκω ενδιαφέρον.Δεν κατάλαβα όμως ειλικρινά,καθόλου,που θέλει να καταλήξει. - Lexie
ΑπάντησηΔιαγραφήΞέχασα.Ο συγγραφέας επίσης Ernst Benz, γνωρίζεις που αποσκοπούσε γράφοντας αυτά καθώς και αν συμφωνούσε;
ΑπάντησηΔιαγραφή~ Σε ευχαριστώ εκ των προτέρων. -Lexie
Σας ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ μελέτη πιάνει διάφορα θέματα και γι' αυτό έχει κυρίως ιστορικό χαρακτήρα, κατά τη γνώμη μου. Το γενικό θέμα των ιστορικών αναφορών είναι το πώς καταλήξαμε στη σημερινή θρησκειοποιημένη αντιμετώπιση του θέματος της εξωγήινης ζωής, που αναφέρεται στο 1ο μέρος.
Οι παλαιοί φιλόσοφοι που αναφέρονται γράφουν από τη φαντασία τους. Δε νομίζω ότι οι απόψεις τους έχουν κάποια βάση, είναι υποθέσεις. Ο συγγραφέας δεν φαίνεται να θεωρεί υγιή αυτή τη θρησκειοποίηση των UFO, που καταντά να προσδοκούν οι άνθρωποι βοήθεια και λύτρωση από εξωγήινους "θεούς" αντί για τον αληθινό Θεό...
Ο Ernst Benz (1907-1978) ήταν Γερμανός Προτεστάντης θεολόγος και εκκλησιαστικός ιστορικός. Συνεπώς ήταν υπέρμαχος της πίστης στον Ιησού Χριστό, όχι σε εξωγήινες οντότητες. Περί αυτού εδώ (γερμανικά):
http://de.wikipedia.org/wiki/Ernst_Benz