Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Του αγίου Ιωνά του Προφήτη (21 Σεπτεμβρίου)

Ιωνάς

Ο προφήτης Ιωνάς
Ο προφήτης Ιωνάς
Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».
Το βιβλίο «Ιωνάς» διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα προφητικά έργα, καθώς δεν συνιστά συλλογή προφητειών αλλά αφήγηση ενός επεισοδίου της ζωής του ομώνυμου προφήτη.

Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Ιωνάς αποστέλλεται από το Θεό στη Νινευή για να κηρύξει στους αμαρτωλούς κατοίκους της την επερχόμενη καταστροφή. Ο προφήτης προσπαθεί να αποφύγει την αποστολή του και δραπετεύει με ένα καράβι που ταξίδευε δυτικά. Με θαυματουργική επέμβαση του Θεού ο Ιωνάς φέρει τελικά σε πέρας την αποστολή του, αλλά η απρόσμενη επιτυχία του κηρύγματος του, που προκάλεσε τη μετάνοια των κατοίκων της Νινευή και τη συγχώρησή τους από το Θεό, τον γεμίζει απογοήτευση. Και πάλι με θαυματουργικό τρόπο όμως διδάσκεται ο προφήτης ότι η αγάπη του Θεού δεν περιορίζεται στον Ισραήλ, αλλά επεκτείνεται σε όλους εκείνους που μετανοούν και ζητούν τη θεία βοήθεια.

Έτσι, το βιβλίο προβάλλει ένα ιδιαίτερα επαναστατικό για την εποχή του μήνυμα, σε αντίθεση προς τις κυρίαρχες αντιλήψεις, όπου είχαν μία πολύ πιο στενή αντίληψη για το Θεό. Το βιβλίο διακηρύσσει το ενδιαφέρον και την αγάπη του Θεού για όλα τα πλάσματα του και την αλήθεια ότι ο λαός του Ισραήλ, όπως και ο Ιωνάς, κλήθηκε ακριβώς για να απευθύνει το μήνυμα αυτό προς όλους τους ανθρώπους.

Από την περιεκτική ιστοσελίδα Ορθόδοξοι Ορίζοντες (αρχική σελ. εδώ). Ακολουθεί ολόκληρο το βιβλίο του Ιωνά (διαβάζεται στην εκκλησία το Μεγάλο Σάββατο το πρωί, καθότι αποτελεί προτύπωση της τριήμερης ταφής & ανάστασης του Χριστού, σύμφωνα με τον ίδιο το Χριστό, Ματθ. 12, 38-40).
Παραθέτουμε μόνο τη νεοελληνική μετάφραση. Στην αρχική πηγή, στίχο προς στίχο παρατίθεται το αρχαίο κείμενο και αμέσως αποκάτω η μετάφραση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- Η προσπάθεια του Ιωνά να αποφύγει την αποστολή του
                              και η τιμωρία του από το Θεό.
Ιων. 1,1                      Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Ιωνάν, τον υιόν του Αμαθί, και του είπε.

Ιων. 1,2                     “Σηκω και πήγαινε εις την Νινευή, την πόλιν την μεγάλην, και κήρυξε στους κατοίκους της, ότι κραυγαλέα η κακία των έφθασεν έως εις εμέ, και ήλθε πλέον η στιγμή της καταστροφής των”.

Ιων. 1,3                     Ο Ιωνάς δυσφορών δια την εντολήν, που έλαβε, εσηκώθη, δια να φύγη μακράν από την παρουσίαν του Κυρίου εις Θαρσίς. Κατέβη λοιπόν εις Ιόππην και ευρήκε πλοίον έτοιμον να πλεύση εις Θαρσίς. Εδωκε το ναύλον του, εισήλθεν εις αυτό, δια να ταξιδεύση μέ τους άλλους εις Θαρσίς και να φύγη μακράν από το πρόσωπον του Κυρίου.

Ιων. 1,4                     Ο Κυριος όμως εσήκωσεν ισχυρόν άνεμον εις την θάλασσαν, έγινε μεγάλη τρικυμία και το πλοίον εκινδύνευε να συντριβή από τα κύματα.

Ιων. 1,5                     Οι ναυτικοί εφοβήθησαν και όλοι με μεγάλην φωνήν προσηύχοντο ο καθένας στον Θεόν του. Ερριψαν εις την θάλασσαν διάφορα αντικείμενα, δια να ελαφρώση το πλοίον από το βάρος των. Ο δε Ιωνάς εν τω μεταξύ είχε κατεβή στο αμπάρι του πλοίου, εκοιμάτο βαθέως και ερροχάλιζε.

Ιων. 1,6                     Επλησίασε προς αυτόν ο πιλότος και του είπε· “τι συ ροχαλίζεις; Σηκω επάνω, παρακάλει και συ τον Θεόν σου να μας σώση και να μη χαθώμεν”.

Ιων. 1,7                     Επειδή όμώς παρά τας προσευχάς των η τρικυμία εξακολουθούσεν απειλητική, οι εν τω πλοίω ναυτικοί είπαν ο ένας προς τον άλλον· “ελάτε να βάλωμεν κλήρους και να μάθωμεν εξ αιτίας τίνος μας ευρήκεν αυτή η ταλαιπωρία”. Εβαλαν, λοιπόν, κλήρους και ο κλήρος έπεσεν στον Ιωνάν.

Ιων. 1,8                     Οι άλλοι είπαν τότε προς αυτόν· “ειπέ μας, ποιά είναι η αιτία, δια την οποίαν μας ευρήκεν η μεγάλη αυτή τρικυμία, ποιά είναι η εργασία σου; Από που έρχεσαι και που πηγαίνεις; Από ποίαν χώραν κατάγεσαι και εις ποίον λαόν ανήκεις;”

Ιων. 1,9                     Απήντησε προς αυτούς ο Ιωνάς και είπεν· “εγώ είμαι δούλος του Κυρίου, σέβομαι και λατρεύω τον Κυριον και Θεόν του ουρανού αυτόν, ο οποίος εδημιούργησε την θάλασσαν και την ξηράν”.

Ιων. 1,10                   Οι άνθρωποι του πλοίου εφοβήθησαν πολύ και είπαν προς αυτόν· “διατί, λοιπόν, διέπραξες αυτήν την παρακοήν απέναντι του Κυρίου σου;” Διότι όλοι έμαθαν ότι ο Ιωνάς έφευγε μακράν από τον Κυριον, όπως ο ίδιος είχεν ομολογήσει εις αυτούς.

Ιων. 1,11                    Τοτε εκείνοι του είπαν· “τι πρέπει τώρα να κάμωμεν εις σέ, δια να εξευμενισθή ο Θεός σου και σταματήση αυτή η θαλασσοταραχή, η εναντίον μας;” Διότι η τρικυμία εγίνετο ολοένα αγριωτέρα και εδυνάμωνε συνεχώς περισσότερον εις φοβερόν κλύδωνα.

Ιων. 1,12                   Είπε τότε προς αυτούς ο Ιωνάς· “πάρετέ με και ρίψατέ με εις την θάλασσαν και θα γαληνεύση η τρικυμία. Διότι εγώ είδα και επείσθην, ότι εξ αιτίας μου εξέσπασεν εναντίον σας η μεγάλη αυτή τρικυμία”.

Ιων. 1,13                    Οι ναυτικοί κατέβαλον μεγάλας προσπαθείας να επιστρέψουν κάπου και προσορμισθούν προς την ξηράν. Αλλά δεν ημπόρεσαν, διότι η τρικυμία ολοένα εμεγάλωνε και τεράστια κύματα εξεγείροντο εναντίον των.

Ιων. 1,14                   Οι ναυτικοί έκραξαν με θερμήν προσευχήν προς τον Κυριον και είπαν· “κατ' ουδένα λόγον και τρόπον, Κυριε, δεν πρέπει να χαθώμεν όλοι εξ αιτίας του ενός τούτου ανθρώπου. Και μη θελήσης να μας τιμωρήσης ως χύνοντας αίμα αθώον, επειδή θα ρίψωμεν αυτόν εις την θάλασσαν, διότι συ, Κυριε, όπως ηθέλησες έτσι και έκαμες”.

Ιων. 1,15                    Επήραν τότε τον Ιωνάν και τον έρριψαν εις την θάλασσαν. Αμέσως δε εσταμάτησεν η τρικυμία από την θάλασσαν.

Ιων. 1,16                   Οι άνδρες, που υπήρχαν στο πλοίον, κατελήφθησαν από μεγάλον φόβον απέναντι του Κυρίου, προσέφεραν θυσίαν στον Κυριον και έκαμαν διάφορα τάματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- Η προσευχή του Ιωνά από την κοιλιά του κήτους.

Ιων. 2,1                     Ο Κυριος διέταξε τότε ένα μεγάλο θαλάσσιον κήτος να καταπίη τον Ιωνάν. Και ο Ιωνάς ευρέθη τότε και έμεινεν εις την κοιλίαν του κήτους τρεις ημέρας και τρεις νύκτας,

Ιων. 2,2                    Προσηυχήθη δε ο Ιωνάς προς τον Κυριον τον Θεόν του από την κοιλίαν του κήτους

Ιων. 2,3                     και είπεν· “εν τη θλίψει μου εβόησα προς Κυριον τον Θεόν μου και ήκουσε την προσευχήν μου. Από την κοιλίαν του άδου, όπου ευρισκόμην, συ, Κυριε, ήκουσες και εδέχθης την μεγαλόφωνον προσευχήν μου.

Ιων. 2,4                    Συ με έρριψες εις τας πλέον βαθείας περιοχάς της θαλάσσης. Ρεύματα πολλά με περιεκύκλωσαν, μεγάλα τα κύματά σου επερνούσαν από επάνω μου.

Ιων. 2,5                     Και εγώ τότε, συναισθανόμενος το σφάλμα μου, είπα κατατρομαγμένος· Εχω, λοιπόν, απορριφθή μακράν από τα μάτια του. Αραγε θα αξιωθώ να ίδω άλλην μίαν φοράν τον άγιόν σου ναόν;

Ιων. 2,6                    Ολόγυρά μου απειλητικά κατά της ζωής μου περιεχύθησαν τα ύδατα της θαλάσσης. Μέγας ωκεανός με έχει κυκλώσει. Η κεφαλή μου εβυθίσθη εις σχισμάς υποθαλασσίων ορέων.

Ιων. 2,7                     Κατέβηκα εις τα κατώτερα μέρη της γης, τα αιώνια κλειδία της με κρατούν τώρα υπό την κατοχήν των. Ω Κυριε, ας απαλλαγή τώρα από αυτόν τον κίνδυνον της φθοράς η ζωη μου και ας επανέλθω ενώπιόν σου ευπειθής και υπάκουος.

Ιων. 2,8                    Τωρα, που φεύγει πλέον από εμέ η ψυχή μου και σβήνει η ζωη μου, ενεθυμήθην τον Κυριον. Είθε να φθάση η προσευχή μου προς σε στον άγιόν σου ναόν.

Ιων. 2,9                    Οσοι τιμούν και προσκυνούν τα μάταια και ψευδή είδωλα, εγκαταλείπουν και χάνουν το έλεος του Κυρίου.

Ιων. 2,10                   Εγώ όμως με φωνήν αίνων και δοξολογίας θα προσφέρω εις σε θυσίαν. Θα προσφέρω προς σε τον Κυριον μου, όσα έχω τάξει, δια να μου στείλης σωτηρίαν”. 
[Σημ: αυτή είναι η περίφημη "ωδή του Ιωνά", με πολλές προφητικές αναφορές στην ταφή και την ανάσταση του Χριστού. Σ' αυτήν βασίζεται η 6η από τις 9 ωδές των υμνογραφικών "κανόνων", που ψάλλονται στην ακολουθία του Όρθρου].

Ιων. 2,11                   Ο Κυριος διέταξε το θαλάσσιον κήτος και έβγαλε τον Ιωνάν εις την ξηράν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- Το κήρυγμα του Ιωνά και η μετάνοια των Νινευιτών.

Ιων. 3,1                     Ο Κυριος ωμίλησε δια δευτέραν φοράν στον Ιωνάν και του είπε·

Ιων. 3,2                     “Σηκω και πήγαινε εις την Νινευή, την μεγάλην αυτήν πόλιν, και κήρυξε εις αυτήν το ίδιο μήνυμα, το οποίον εγώ προηγουμένως είχα είπει προς σέ”.

Ιων. 3,3                     Η Νινευή ήτο πόλις μεγάλη ενώπιον του Θεού. Τρεις ημέραι εχρειάζοντο, δια να την διασχίση κανείς.

Ιων. 3,4                     Ο Ιωνάς εισήλθεν εις την πόλιν και ήρχισε το έργον του. Περιήλθεν επί μίαν ημέραν την πόλιν και εκήρυττε λέγων· “τρεις ακόμη ημέραι και η Νινευή θα καταστραφή”.

Ιων. 3,5                     Ολοι οι κάτοικοι της Νινευή επίστευσαν εις τον Θεόν και στο μήνυμά του. Δια κήρυκος δε ανήγγειλαν γενικήν νηστείαν, εφόρεσαν σάκκους ως ενδύματα εις ένδειξιν του πένθους της μετανοίας των, από τον μικρόν έως τον μεγάλον.

Ιων. 3,6                     Το γεγονός περιήλθεν εις γνώσιν του βασιλέως της Νινευή. Ηγέρθη και αυτός από τον θρόνον του, αφήρεσε την βασιλικήν στολήν από επάνω του, εφόρεσεν ένα ένδυμα σάκκινον εις ένδειξιν μετανοίας και εκάθησεν επάνω εις στάκτην.

Ιων. 3,7                     Διά κήρυκος δε εγνωστοποιήθη και ελέχθη εις την Νινευή η απόφασις του βασιλέως και των αρχόντων αυτού. “Ανθρωποι και βόϊδια και πρόβατα και όλα τα άλλα ζώα ας μη γευθούν τροφήν, ας μη βοσκήσουν, ας μη πίουν νερό”.

Ιων. 3,8                     Οι άνθρωποι περιεβλήθησαν σάκκινα ενδύματα, εφόρεσαν ίδια ενδύματα εις τα κτήνη των και με μεγάλην φωνήν απηύθυναν εκτενή μετά πίστεως προσευχήν προς τον Θεόν. Ο καθένας από αυτούς μετενόησε και επεστράφη από τον αμαρτωλόν τρόπον της ζωής του και από όλας τας αδικίας, τα οποίας διέπραττον αι χείρες των και έλεγαν·

Ιων. 3,9                     “ποιός γνωρίζει, μήπως ο Θεός αλλάξη γνώμην και απομακρύνη τον θυμόν και την οργήν του, ώστε να μη καταστραφώμεν”!

Ιων. 3,10                   Ο Θεός είδε τα έργα αυτών και την ειλικρινή των μετάνοιαν, ότι δηλαδή επήραν την απόφασιν και απεμακρύνθησαν από τους αμαρτωλος δρόμους της ζωής των, και ήλλαξεν ο Θεός απόφασιν δια την τιμωρίαν, την οποίαν είχεν αναγγείλει ότι θα αποστείλη εναντίον των, και δεν την επραγματοποίησε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4- Η απογοήτευση του Ιωνά και η απάντηση του Θεού.

Ιων. 4,1                     Ο Ιωνάς ελυπήθη παρά πολύ, ανεστατώθη ολόκληρος.

Ιων. 4,2                    Προοηυχήθη δε προς τον Κυριον παραπονούμενος και είπεν· “Ω Κυριε, αυτοί δεν είναι οι λόγοι, δια τους οποίους, όταν εγώ ήμουνα εις την χώραν μου, και δεν ήθελα να σε υπακούσω; Δια τούτο επήρα την απόφασιν να φύγω εις Θαρσίς, διότι εγνώριζα ότι συ είσαι ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος και μετανοείς προκειμένου να επιβάλης τιμωρίας στους ανθρώπους δια τας κακίας των.

Ιων. 4,3                     Και τώρα, Κυριε, πάρε πλέον την ζωήν μου, διότι δι' εμέ προτιμότερον είναι να αποθάνω παρά να ζω”.

Ιων. 4,4                    Ο Κυριος απήντησε προς τον Ιωνάν· “τόσον πολύ λοιπόν έχεις λυπηθή συ;”

Ιων. 4,5                     Ο Ιωνάς εβγήκεν από την πόλιν, την Νινευή, εκάθισεν εις ένα λόφον απέναντι από την πόλιν. Εκεί κατεσκεύασε δια τον εαυτόν του μίαν καλύβην και εκάθητο υποκάτω από αυτήν, έως ότου ίδη τι επί τέλους θα συμβή εις την πόλιν.

Ιων. 4,6                    Ο δε Κυριος διέταξε μίαν κολοκύνθην να φυτρώση· και αυτή εφύτρωσεν αμέσως, εμεγάλωσεν, ανέβη επάνω από την κεφαλήν του Ιωνά, ώστε να κρατή σκιαν επάνω από την κεφαλήν του και να τον προφυλάσση από το καύμα των ηλιακών ακτίνων. Ο Ιωνάς εχάρη χαράν μεγάλην δια την κολοκύνθην.

Ιων. 4,7                     Την πρωΐαν της επομένης ημέρας διέταξεν ο Θεός ένα σκώληκα και κατέφαγεν εις την ρίζαν την κολοκύνθην, και αυτή εξηράνθη.

Ιων. 4,8                    Μετά την ανατολήν του ηλίου, διέταξεν ο Θεός να πνεύση ένας πολύ καυστικός άνεμος. Αι ηλιακαί ακτίνες εκτύπησαν την κεφαλήν του Ιωνά, ωλιγοψύχησεν ο Ιωνάς, έχασε το θάρρος δια την ζωήν του και είπε· “προτιμότερον είναι δι' εμέ να αποθάνω παρά να ζω”.

Ιων. 4,9                    Είπε τότε ο Θεός προς τον Ιωνάν· “πράγματι, τόσον πολύ συ ελυπήθης δια την κολοκύνθην;” Ο Ιωνάς απήντησε· “πάρα πολύ έχω λυπηθή μέχρι θανάτου”.

Ιων. 4,10                   Ο Κυριος του είπε· “συ ελυπήθης δια μίαν κολοκύνθην, δια την οποίαν δεν εκοπίασες και την οποίαν δεν έθρεψες. Αυτή εφύτρωσε μίαν νύκτα και την άλλην νύκτα εχάθη.

Ιων. 4,11                   Εγώ δεν έπρεπε να λυπηθώ δια την μεγάλην πόλιν την Νινευή, εις την οποίαν, έκτος των ωρίμων κατά την ηλικίαν ανθρώπων, κατοικούν και περισσότερα από εκατόν είκοσι χιλιάδες νήπια, που δεν μπορούν να διακρίνουν το δεξί των χέρι από το αριστερόν των, όπως επίσης και ζώα πολλά;” 

 
 Κήτος μεγάλο σαν του Ιωνά. Μας το έστειλε φίλος με παραπομπή στο περιοδικό Focus (το ελληνικό), τεύχ. 111, σελ. 10-11 (από εδώ).

Ακούστε σημαντικές ερμηνευτικές διαλέξεις στην Παλαιά Διαθήκη του Μητροπολίτη Γόρτυνος Ιερεμία, καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου