π. Μελέτιος Βαρδαχάνης
Για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη, μπορείτε να μπείτε εδώ
Ανάληψη - μια κάπως άγνωστη δεσποτική γιορτή ["Ν": "δεσποτικές" ονομάζουμε τις γιορτές του Χριστού (του "δεσπότη" = βασιλιά του κόσμου) και "θεομητορικές" της γιορτές της Παναγίας (της "θεομήτορος" = μητέρας του Θεού)].
Μια γιορτή, που επειδή πέφτει πάντοτε σε καθημερινή εργάσιμη μέρα, δεν έχει την ανάλογη θέση στη συνείδηση του λαού, όπως οι μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων, Θεοφανίων, Ευαγγελισμού, Αναστάσεως, Πεντηκοστής. Το ίδιο συμβαίνει και με τη γιορτή της Μεταμορφώσεως. Ειδικά στην Ανάληψη απέχει μόνιμα η μαθητιώσα νεολαία της χώρας μας. Είναι ημέρα που συνήθως τα σχολεία έχουν εισέλθει στην περίοδο των εξετάσεων, μ’ αποτέλεσμα ν’ αδυνατεί και ο πιο καλοπροαίρετος εκπαιδευτικός να φέρει τους μαθητές στην Εκκλησία. Έτσι μεγαλώνουν τα παιδιά μας, εισέρχονται μετά στο χώρο της βιοπάλης, και μπορεί να περάσουν δεκαετίες ολόκληρες και να μην έχουν την ευκαιρία ν’ απολαύσουν και να βιώσουν λατρευτικά τη μεγάλη αυτή γιορτή.
Η Ανάληψη έπεται της Αναστάσεως [=ακολουθεί μετά την Ανάσταση]. Είναι αμέσως μετά το τεσσαρακονθήμερο των εμφανίσεων του Χριστού στους μαθητές του. Ο Χριστός, σ’ αυτές τις σαράντα μέρες, με συνεχείς εμφανίσεις και εξαφανίσεις αφ’ ενός μεν τους αποδεικνύει την αλήθεια της αναστάσεώς του, αφ’ ετέρου δε τους γυμνάζει στη συνεχή σωματική απουσία του. Πρέπει οι μαθητές να χειραφετηθούν από την συνεχή σωματική αίσθηση και αντίληψη του Χριστού. Να παύσουν να τον απολαμβάνουν δια της οράσεως, της ακοής, της αφής. Να παύσουν να έχουν αισθητά ντοκουμέντα της παρουσίας του Χριστού. Η ένσαρκος παρουσία του Χριστού που άρχισε με τη γέννηση του εδώ τελειώνει. Ή μάλλον σταματά για να συνεχίσει στην Β΄ Παρουσία του. Τότε το μυστήριο της ενσαρκώσεως θα ξαναφανεί. Τότε «πάσαι αι φυλαί της γης όψονται τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής» (Ματθ. 24,30). Μέχρι τότε οι πιστοί μαθαίνουν να ζουν με την διαρκή αόρατη παρουσία του Χριστού.
«Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28,20). Είναι μαζί μας ο Χριστός. συνεχώς αλλά αοράτως. Οι πιστοί αντλούν δύναμη από αυτή την παρουσία του Χριστού αλλά δεν παύουν να νοσταλγούν και να επιθυμούν και να αδημονούν την ένσαρκη Β΄ Παρουσία του Κυρίου. Γι’ αυτό η Εκκλησία θα κραυγάζει συνεχώς έως τότε· «ναι έρχου Κύριε Ιησού». Και η απάντηση του Χριστού θ’ ακούγεται συνεχώς «ναι, έρχομαι ταχύ» (Αποκάλυψις. 22,20).
Αναλήφθηκε, λοιπόν εις τους ουρανούς ο Χριστός μας. Την ανθρώπινη φύση, την οποία ένωσε με τη θεία του φύση αχωρίστως, ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως κατά την διδασκαλία της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, την παίρνει και την τοποθετεί υπεράνω Χερουβίμ και Σεραφίμ, αγγέλων και αρχαγγέλων, δίπλα στο θρόνο του Θεού Πατέρα. Άπειρες είναι οι εικόνες και οι μεγαλοπρεπείς εκφράσεις των προφητών και των υμνωδών της Εκκλησίας μας που εξυμνούν και εκθειάζουν και γεραίρουν το θαυμαστό αυτό γεγονός. «Ανέβη ο Θεός εν αλλαλαγμώ, Κύριος εν φωνή σάλπιγγος».
«Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης» θα πει ο προφητάναξ Δαυίδ [προφητάναξ = προφήτης & άναξ (βασιλιάς)]. Πίσω απ’ όλες αυτές τις ποιητικές και μεγαλοπρεπείς και ανθρωποπαθείς εκφράσεις, ένα είναι το ουσιαστικό γεγονός, ένα είναι το θαύμα των θαυμάτων, ένα είναι το «καινόν υπό τον ήλιον» όπως λέγει το βιβλίο του Εκκλησιαστού στην Παλαιά Διαθήκη· η ένωση θείας και ανθρώπινης φύσεως. Η ένωση αυτή η τόσο σωτηριώδης για μας, εν τούτοις, έχει την «αρνητική» πλευρά να παρασύρει στην αορασία και στο μυστήριο την ανθρώπινη φύση του Χριστού μέχρι την Β΄ Παρουσία του. Είναι κάτι για το οποίο ο άνθρωπος, ο οποίος κυριαρχείται από τη σάρκα, ζει και βιώνει κυρίως με την παρουσία και την ενέργεια της, επαναστατεί. Διότι θέλει να υπάρχει το σώμα του Ιησού· να μπορεί να το βλέπει, να το πιάνει, να το ακουμπά, να το αγκαλιάζει, ν’ αρπάζει τη χάρη που εμφωλεύει μέσα του όπως η αιμορροούσα. Γι’ αυτό, όπως προαναφέραμε, κραυγάζει «ναι, έρχου, κύριε Ιησού».
Προσοχή όμως! Δεν εξέλειπε εντελώς η σωματική παρουσία του Χριστού. Υπάρχει και θα υπάρχει συνεχώς έως «τερμάτων αιώνος». Πού όμως είναι αυτή η σωματική παρουσία; Είναι στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στα είδη του άρτου και του οίνου, που στα ‘‘σα εκ των σων…’’ μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Χριστού. Και δύναται ο πιστός όχι απλώς να δει, ν’ ακουμπήσει, να ψηλαφίσει το σώμα του Χριστού, αλλά και να το φάει. Να το βάλει μέσα του. Να εισέλθει μέχρι το τελευταίο κύτταρο του. Να εισδύσει στην ουσία της υπάρξεως του και έτσι να θεωθεί.
Συνεπώς δεν εξέλειπε η σωματική παρουσία του Χριστού μας. Απλώς για να την απολαύσουμε πρέπει να συχνάζουμε εις τας αυλάς του Κυρίου μας. Να μετέχουμε στο κατ’ εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο για το οποίο υπάρχουν όλα τάλλα, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όταν το κάνουμε αυτό συνειδητά και με μετάνοια, τότε θα ισχύσει και για μας αυτό που λέγει ο Απ. Παύλος· «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα» (απόστολος Παύλος, Α΄ προς Θεσαλονικείς, 4,17).
Από εδώ
Περίεργος θα φανεί ο τίτλος του άρθρου αυτού. Για μας, που ζούμε περίπου 2.000 χρόνια μετά το τελευταίο αυτό γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως του Χριστού μας, η ανάληψη του Κυρίου μας εις τους ουρανούς, που συνέβη 40 μέρες μετά την ανάστασή του, είναι ένα γεγονός ευχάριστο και ενδυναμωτικό της πίστεώς μας, γιατί ο Χριστός απέδειξε μ’ ένα ακόμη μοναδικό και καταπληκτικό θαύμα ότι είναι Θεός. Ανέβηκε μόνος του χωρίς κανένα βοηθητικό μέσο στους ουρανούς συνοδεία αγγέλων.
Η ανάληψη ακόμη είναι ένα χαρούμενο σωτηριολογικό γεγονός, που δείχνει ότι ο άνθρωπος, που πίστεψε και αγωνίστηκε να βιώσει το ευαγγέλιο, δεν θ’ αναστηθεί απλώς, αλλά θ’ αξιωθεί της θεώσεως. Θα βρεθεί δίπλα με το Θεό και θα έχει κοινωνία με αυτόν. Η ανάληψη όπως και η μεταμόρφωση του Κυρίου μας αποκαλύπτουν πόσο λαμπρή και ένδοξη θα είναι η σωτηρία μας.
Επίσης γνωρίζουμε ότι με την ανάληψη του Κυρίου μας, εμείς στείλαμε ως δώρο στο Θεό την ανθρώπινη φύση (του Κυρίου μας) και ο Θεός έστειλε σε μας σαν δώρο το Άγιο Πνεύμα, που παραμένει συνεχώς μέσα στην Εκκλησία μας και μας χαριτώνει ποικιλοτρόπως. Σκοπός της ενσαρκώσεως του Κυρίου μας και επέκταση αυτής είναι η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και η οικείωση των δωρεών του.
Κι όμως για τους μαθητές του Χριστού, που δεν είχαν υπ’ όψη τους τι ακριβώς θα επακολουθήσει και ήταν ήδη αναστατωμένοι από το γεγονός της σταυρώσεως και της φαινομενικής, προς ώρα, νίκης των εχθρών του Χριστού, η ιδέα ότι θα χάσουν ξανά τον αναστηθέντα διδάσκαλό τους, τον πνευματικό τους καθοδηγό και αρχηγό τους, τους γέμιζε λύπη και απόγνωση.
Γι’ αυτό ο Χριστός προβαίνει σε κάποιες ενέργειες για να τους ενδυναμώσει και να τους κάνει να χαρούν.
Όταν ανέβαινε στους ουρανούς, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλογούσε, και έτσι χώρισε απ’ αυτούς (Λκ. 24, 50-51). Δεν τους ευλόγησε απλώς μια φορά και μετά ανεχώρησε, αλλά ανήλθε εις τους ουρανούς ευλογώντας τους συνεχώς. «Εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ’ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν». Ήθελε να τους δείξει ότι παραμένει μαζί τους αοράτως και εσαεί ευλογών αυτούς. Τους υποσχέθηκε ότι «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28,20). Έτσι πλήρωσε εν τέλει τους μαθητές με χαρά (Λουκ. 24,52).
Επίσης τους είχε διδάξει πολύ νωρίτερα ότι «ο τρώγων μου την σάρκαν και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ» (Ιω.6, 56). Δηλαδή ο Χριστός παραμένει και σωματικά στη γη, στα είδη του άρτου και του οίνου της θείας ευχαριστίας. Στα «σα εκ των σων» της λειτουργίας, στην αγία τράπεζα βρίσκεται το Σώμα του Χριστού μας και μπορούμε όχι μόνο να το ακουμπήσουμε και να το προσκυνήσουμε, αλλά και να το βάλουμε μέσα μας και έτσι να εισέλθει και στο τελευταίο κύτταρό μας. Ο Ηλίας Μηνιάτης σε λόγο του στην Ανάληψη παρατηρεί· «όταν με πύρινον άρμα ανελήφθη ο Θεσβίτης Ηλίας, δια να παρηγορήσει τον μαθητήν Ελισαίον του άφησε την μηλωτήν· ομοίως αναληφθείς ο φιλάνθρωπος κύριος μας αφήνει εις παρηγορίαν το ένδυμα της θεότητος του, όπου εφόρεσε γενόμενος άνθρωπος, ήγουν την μακαριωτάτην του σάρκαν εις το φρικτόν της θείας ευχαριστίας μυστήριον δια να είναι αχώριστος αφ’ ημών· όθεν μας παρηγορεί λέγοντας· «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος».
Υπάρχει όμως και άλλη παρουσία του Χριστού. Η παρουσία μέσω των αγίων του. Ο άγιος είναι το ορατό σημείο της χάριτος του Χριστού. Δοχείο των ακτίστων ενεργειών του. Παρουσία του Θεού στον κόσμο. Φορέας της θείας δυνάμεως. Κάνει τέρατα, σημεία και δυνάμεις. Είναι πού χαρακτηριστικά και διαφωτιστικά τα χωρία της αγίας Γραφής πάνω σ’ αυτό το θέμα. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιω. 14,23). «Εγώ ειμί η άμπελος υμείς τα κλήματα. Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ (Ιω. 15,50). Γι’ αυτό στην αγία Τράπεζα θέτουμε οστά αγίων. Γι’ αυτό εορτάζουμε πανηγυρικά την ανακομιδή των οστών. Γι’ αυτό δεχόμαστε κάποιες μέρες λείψανα αγίων από άλλες εκκλησίες. Γιατί θεωρούμε την φιλοξενία και παραμονή των λειψάνων σαν παρουσία Θεού.
Από αυτό το ωραίο άρθρο για την Ανάληψη
Στις «Πράξεις των αποστόλων» (1,10-11) παρουσιάζονται άγγελοι να λέγουν στους μαθητές· «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ’ υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, ον τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν». Γιατί τα λέγουν αυτά οι άγγελοι; Τα λέγουν για τους εξής δύο λόγους κατά τον ιερό Χρυσόστομο·
α΄. Διότι πάντοτε στενοχωριούνταν οι μαθητές για την αναχώρηση του Χριστού. Αυτό φαίνεται σ’ αυτό που τους είπε ο Χριστός· «Κανείς από σας δεν με ρωτά που πηγαίνεις; Αλλά η λύπη έχει γεμίσει την καρδία σας επειδή σας είπα αυτά» (Ιω. 16,5-6). Αν εμείς λυπούμαστε που αποχωριζόμαστε κάποτε, ακόμη και για λίγο, φίλους, γνωστούς, ή συγγενείς, πόσο θα στενοχωριούνταν οι μαθητές που χάνανε δια παντός την ορατή παρουσία του Χριστού; Γι’ αυτό στέκονται οι άγγελοι και λέγουν αυτά· για να καταπραΰνουν με την επάνοδο του Κυρίου τη λύπη που τους προξένησε η αναχώρησή του. Για να μη πάθουν οι μαθητές ότι έπαθε ο Ελισαίος, όταν είδε τον διδάσκαλο του, τον Ηλία, ν’ ανεβαίνει στους ουρανούς. Έσκισε τα ρούχα του από τον πόνο, διότι δεν υπήρχε κανείς να του πει ότι ο Ηλίας θα ξαναρθεί. Πράγματι, λέγει ο Παύλος, «ο ίδιος ο Κύριος θα κατεβεί από τον ουρανό με πρόσταγμα με φωνή αρχαγγέλου· κι εμείς οι ζωντανοί, που θ’ απομένουμε τότε στη ζωή, θ’ αρπαχθούμε με σύννεφα για να συναντήσουμε τον Κύριο στον αέρα» (Α΄ Θεσ. 4,15-16).
β΄. Για να τονίσουν ότι ο Χριστός ανεβαίνει όχι ως απλός άνθρωπος, όπως ο Ηλίας, αλλά ως Θεός. Εκείνος ανέβηκε με πύρινο άρμα, ο Χριστός με νεφέλη· η νεφέλη στην αγία Γραφή είναι το όχημα και ο θρόνος του Θεού. «Ιδού Κύριος κάθεται επί νεφέλης κούφης» (Ησ.19,1), λέγει η Γραφή. Επειδή λοιπόν ο Πατέρας κάθεται πάνω σε νεφέλη, γι’ αυτό και στον Υιό έστειλε τη νεφέλη. Είναι σαν να τους λέγει· Μη στενοχωρείσθε εάν ο Ελισαίος πήρε τη μηλωτή του Ηλία σαν δώρο· εσείς θα πάρετε άπειρα θεϊκά χαρίσματα.
Και πράγματι μόλις έφυγε η ανθρώπινη φύση του Χριστού με την ανάληψη ήρθε η αισθητή, δυναμική και πυρφόρα παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Ήρθε ο «άλλος Παράκλητος», που είχε υποσχεθεί ο Χριστός στους μαθητές του (Ιω.14,16), και ο οποίος δημιούργησε την ορατή ανθρώπινη Εκκλησία, που είναι η συνέχεια του Σώματος του Χριστού. Η Εκκλησία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας. Μόλις έφυγε ο αρχιερεύς Χριστός, ήρθε το Άγιο Πνεύμα βάπτισε και έχρισε όλους τους πιστούς και τους γέμισε χαρίσματα ποικίλα. Ειδικά τους αποστόλους τους έχρισε αρχιερείς. Χάσαμε λοιπόν την αισθητή παρουσία του Χριστού που εκδηλωνότανε με την ανθρώπινή του φύση, έχουμε όμως την αισθητή -εξωτερική και εσωτερική- παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Έχουμε τους επισκόπους και ιερείς, που είναι «εις τύπον και τόπον Χριστού» και αποτελούν την ορατή παρουσία του Θεού. Δεν εγγίζουμε τα ιμάτια του Χριστού όπως η αιμορροούσα, αλλά εγγίζουμε τα άμφια των ιερέων που έχουν την ίδια δύναμη. Δεν ακούμε το Χριστό, ακούμε όμως το κήρυγμα των ιερέων και παίρνουμε απ’ αυτούς το Σώμα και το Αίμα του, το οποίο όχι απλώς το εγγίζουμε, αλλά το τρώμε, το βάζουμε μέσα μας.
Μετά απ’ όλες αυτές τις ενέργειες του Χριστού έγινε πραγματικότητα αυτό που ψάλλει η Εκκλησία μας την ημέρα της αναλήψεως· «Ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους μαθητάς τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος· βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι σύ ο Υιός του Θεού, ο λυτρωτής του κόσμου».
π. Κωνσταντίνος Δράγας
Γιατί έγινε η Ανάληψη μετά από 40 μέρες και όχι αμέσως μετά την Ανάσταση;
Για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη, μπορείτε να μπείτε εδώ
Ανάληψη - μια κάπως άγνωστη δεσποτική γιορτή ["Ν": "δεσποτικές" ονομάζουμε τις γιορτές του Χριστού (του "δεσπότη" = βασιλιά του κόσμου) και "θεομητορικές" της γιορτές της Παναγίας (της "θεομήτορος" = μητέρας του Θεού)].
Μια γιορτή, που επειδή πέφτει πάντοτε σε καθημερινή εργάσιμη μέρα, δεν έχει την ανάλογη θέση στη συνείδηση του λαού, όπως οι μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων, Θεοφανίων, Ευαγγελισμού, Αναστάσεως, Πεντηκοστής. Το ίδιο συμβαίνει και με τη γιορτή της Μεταμορφώσεως. Ειδικά στην Ανάληψη απέχει μόνιμα η μαθητιώσα νεολαία της χώρας μας. Είναι ημέρα που συνήθως τα σχολεία έχουν εισέλθει στην περίοδο των εξετάσεων, μ’ αποτέλεσμα ν’ αδυνατεί και ο πιο καλοπροαίρετος εκπαιδευτικός να φέρει τους μαθητές στην Εκκλησία. Έτσι μεγαλώνουν τα παιδιά μας, εισέρχονται μετά στο χώρο της βιοπάλης, και μπορεί να περάσουν δεκαετίες ολόκληρες και να μην έχουν την ευκαιρία ν’ απολαύσουν και να βιώσουν λατρευτικά τη μεγάλη αυτή γιορτή.
Η Ανάληψη έπεται της Αναστάσεως [=ακολουθεί μετά την Ανάσταση]. Είναι αμέσως μετά το τεσσαρακονθήμερο των εμφανίσεων του Χριστού στους μαθητές του. Ο Χριστός, σ’ αυτές τις σαράντα μέρες, με συνεχείς εμφανίσεις και εξαφανίσεις αφ’ ενός μεν τους αποδεικνύει την αλήθεια της αναστάσεώς του, αφ’ ετέρου δε τους γυμνάζει στη συνεχή σωματική απουσία του. Πρέπει οι μαθητές να χειραφετηθούν από την συνεχή σωματική αίσθηση και αντίληψη του Χριστού. Να παύσουν να τον απολαμβάνουν δια της οράσεως, της ακοής, της αφής. Να παύσουν να έχουν αισθητά ντοκουμέντα της παρουσίας του Χριστού. Η ένσαρκος παρουσία του Χριστού που άρχισε με τη γέννηση του εδώ τελειώνει. Ή μάλλον σταματά για να συνεχίσει στην Β΄ Παρουσία του. Τότε το μυστήριο της ενσαρκώσεως θα ξαναφανεί. Τότε «πάσαι αι φυλαί της γης όψονται τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής» (Ματθ. 24,30). Μέχρι τότε οι πιστοί μαθαίνουν να ζουν με την διαρκή αόρατη παρουσία του Χριστού.
«Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28,20). Είναι μαζί μας ο Χριστός. συνεχώς αλλά αοράτως. Οι πιστοί αντλούν δύναμη από αυτή την παρουσία του Χριστού αλλά δεν παύουν να νοσταλγούν και να επιθυμούν και να αδημονούν την ένσαρκη Β΄ Παρουσία του Κυρίου. Γι’ αυτό η Εκκλησία θα κραυγάζει συνεχώς έως τότε· «ναι έρχου Κύριε Ιησού». Και η απάντηση του Χριστού θ’ ακούγεται συνεχώς «ναι, έρχομαι ταχύ» (Αποκάλυψις. 22,20).
Αναλήφθηκε, λοιπόν εις τους ουρανούς ο Χριστός μας. Την ανθρώπινη φύση, την οποία ένωσε με τη θεία του φύση αχωρίστως, ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως κατά την διδασκαλία της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, την παίρνει και την τοποθετεί υπεράνω Χερουβίμ και Σεραφίμ, αγγέλων και αρχαγγέλων, δίπλα στο θρόνο του Θεού Πατέρα. Άπειρες είναι οι εικόνες και οι μεγαλοπρεπείς εκφράσεις των προφητών και των υμνωδών της Εκκλησίας μας που εξυμνούν και εκθειάζουν και γεραίρουν το θαυμαστό αυτό γεγονός. «Ανέβη ο Θεός εν αλλαλαγμώ, Κύριος εν φωνή σάλπιγγος».
«Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης» θα πει ο προφητάναξ Δαυίδ [προφητάναξ = προφήτης & άναξ (βασιλιάς)]. Πίσω απ’ όλες αυτές τις ποιητικές και μεγαλοπρεπείς και ανθρωποπαθείς εκφράσεις, ένα είναι το ουσιαστικό γεγονός, ένα είναι το θαύμα των θαυμάτων, ένα είναι το «καινόν υπό τον ήλιον» όπως λέγει το βιβλίο του Εκκλησιαστού στην Παλαιά Διαθήκη· η ένωση θείας και ανθρώπινης φύσεως. Η ένωση αυτή η τόσο σωτηριώδης για μας, εν τούτοις, έχει την «αρνητική» πλευρά να παρασύρει στην αορασία και στο μυστήριο την ανθρώπινη φύση του Χριστού μέχρι την Β΄ Παρουσία του. Είναι κάτι για το οποίο ο άνθρωπος, ο οποίος κυριαρχείται από τη σάρκα, ζει και βιώνει κυρίως με την παρουσία και την ενέργεια της, επαναστατεί. Διότι θέλει να υπάρχει το σώμα του Ιησού· να μπορεί να το βλέπει, να το πιάνει, να το ακουμπά, να το αγκαλιάζει, ν’ αρπάζει τη χάρη που εμφωλεύει μέσα του όπως η αιμορροούσα. Γι’ αυτό, όπως προαναφέραμε, κραυγάζει «ναι, έρχου, κύριε Ιησού».
Προσοχή όμως! Δεν εξέλειπε εντελώς η σωματική παρουσία του Χριστού. Υπάρχει και θα υπάρχει συνεχώς έως «τερμάτων αιώνος». Πού όμως είναι αυτή η σωματική παρουσία; Είναι στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στα είδη του άρτου και του οίνου, που στα ‘‘σα εκ των σων…’’ μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Χριστού. Και δύναται ο πιστός όχι απλώς να δει, ν’ ακουμπήσει, να ψηλαφίσει το σώμα του Χριστού, αλλά και να το φάει. Να το βάλει μέσα του. Να εισέλθει μέχρι το τελευταίο κύτταρο του. Να εισδύσει στην ουσία της υπάρξεως του και έτσι να θεωθεί.
Συνεπώς δεν εξέλειπε η σωματική παρουσία του Χριστού μας. Απλώς για να την απολαύσουμε πρέπει να συχνάζουμε εις τας αυλάς του Κυρίου μας. Να μετέχουμε στο κατ’ εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο για το οποίο υπάρχουν όλα τάλλα, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όταν το κάνουμε αυτό συνειδητά και με μετάνοια, τότε θα ισχύσει και για μας αυτό που λέγει ο Απ. Παύλος· «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα» (απόστολος Παύλος, Α΄ προς Θεσαλονικείς, 4,17).
Ανάληψη - Ένα λυπηρό γεγονός για τους μαθητές του Χριστού
Από εδώ
Περίεργος θα φανεί ο τίτλος του άρθρου αυτού. Για μας, που ζούμε περίπου 2.000 χρόνια μετά το τελευταίο αυτό γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως του Χριστού μας, η ανάληψη του Κυρίου μας εις τους ουρανούς, που συνέβη 40 μέρες μετά την ανάστασή του, είναι ένα γεγονός ευχάριστο και ενδυναμωτικό της πίστεώς μας, γιατί ο Χριστός απέδειξε μ’ ένα ακόμη μοναδικό και καταπληκτικό θαύμα ότι είναι Θεός. Ανέβηκε μόνος του χωρίς κανένα βοηθητικό μέσο στους ουρανούς συνοδεία αγγέλων.
Η ανάληψη ακόμη είναι ένα χαρούμενο σωτηριολογικό γεγονός, που δείχνει ότι ο άνθρωπος, που πίστεψε και αγωνίστηκε να βιώσει το ευαγγέλιο, δεν θ’ αναστηθεί απλώς, αλλά θ’ αξιωθεί της θεώσεως. Θα βρεθεί δίπλα με το Θεό και θα έχει κοινωνία με αυτόν. Η ανάληψη όπως και η μεταμόρφωση του Κυρίου μας αποκαλύπτουν πόσο λαμπρή και ένδοξη θα είναι η σωτηρία μας.
Επίσης γνωρίζουμε ότι με την ανάληψη του Κυρίου μας, εμείς στείλαμε ως δώρο στο Θεό την ανθρώπινη φύση (του Κυρίου μας) και ο Θεός έστειλε σε μας σαν δώρο το Άγιο Πνεύμα, που παραμένει συνεχώς μέσα στην Εκκλησία μας και μας χαριτώνει ποικιλοτρόπως. Σκοπός της ενσαρκώσεως του Κυρίου μας και επέκταση αυτής είναι η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και η οικείωση των δωρεών του.
Κι όμως για τους μαθητές του Χριστού, που δεν είχαν υπ’ όψη τους τι ακριβώς θα επακολουθήσει και ήταν ήδη αναστατωμένοι από το γεγονός της σταυρώσεως και της φαινομενικής, προς ώρα, νίκης των εχθρών του Χριστού, η ιδέα ότι θα χάσουν ξανά τον αναστηθέντα διδάσκαλό τους, τον πνευματικό τους καθοδηγό και αρχηγό τους, τους γέμιζε λύπη και απόγνωση.
Γι’ αυτό ο Χριστός προβαίνει σε κάποιες ενέργειες για να τους ενδυναμώσει και να τους κάνει να χαρούν.
Όταν ανέβαινε στους ουρανούς, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλογούσε, και έτσι χώρισε απ’ αυτούς (Λκ. 24, 50-51). Δεν τους ευλόγησε απλώς μια φορά και μετά ανεχώρησε, αλλά ανήλθε εις τους ουρανούς ευλογώντας τους συνεχώς. «Εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ’ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν». Ήθελε να τους δείξει ότι παραμένει μαζί τους αοράτως και εσαεί ευλογών αυτούς. Τους υποσχέθηκε ότι «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28,20). Έτσι πλήρωσε εν τέλει τους μαθητές με χαρά (Λουκ. 24,52).
Επίσης τους είχε διδάξει πολύ νωρίτερα ότι «ο τρώγων μου την σάρκαν και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ» (Ιω.6, 56). Δηλαδή ο Χριστός παραμένει και σωματικά στη γη, στα είδη του άρτου και του οίνου της θείας ευχαριστίας. Στα «σα εκ των σων» της λειτουργίας, στην αγία τράπεζα βρίσκεται το Σώμα του Χριστού μας και μπορούμε όχι μόνο να το ακουμπήσουμε και να το προσκυνήσουμε, αλλά και να το βάλουμε μέσα μας και έτσι να εισέλθει και στο τελευταίο κύτταρό μας. Ο Ηλίας Μηνιάτης σε λόγο του στην Ανάληψη παρατηρεί· «όταν με πύρινον άρμα ανελήφθη ο Θεσβίτης Ηλίας, δια να παρηγορήσει τον μαθητήν Ελισαίον του άφησε την μηλωτήν· ομοίως αναληφθείς ο φιλάνθρωπος κύριος μας αφήνει εις παρηγορίαν το ένδυμα της θεότητος του, όπου εφόρεσε γενόμενος άνθρωπος, ήγουν την μακαριωτάτην του σάρκαν εις το φρικτόν της θείας ευχαριστίας μυστήριον δια να είναι αχώριστος αφ’ ημών· όθεν μας παρηγορεί λέγοντας· «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος».
Υπάρχει όμως και άλλη παρουσία του Χριστού. Η παρουσία μέσω των αγίων του. Ο άγιος είναι το ορατό σημείο της χάριτος του Χριστού. Δοχείο των ακτίστων ενεργειών του. Παρουσία του Θεού στον κόσμο. Φορέας της θείας δυνάμεως. Κάνει τέρατα, σημεία και δυνάμεις. Είναι πού χαρακτηριστικά και διαφωτιστικά τα χωρία της αγίας Γραφής πάνω σ’ αυτό το θέμα. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιω. 14,23). «Εγώ ειμί η άμπελος υμείς τα κλήματα. Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ (Ιω. 15,50). Γι’ αυτό στην αγία Τράπεζα θέτουμε οστά αγίων. Γι’ αυτό εορτάζουμε πανηγυρικά την ανακομιδή των οστών. Γι’ αυτό δεχόμαστε κάποιες μέρες λείψανα αγίων από άλλες εκκλησίες. Γιατί θεωρούμε την φιλοξενία και παραμονή των λειψάνων σαν παρουσία Θεού.
Από αυτό το ωραίο άρθρο για την Ανάληψη
Στις «Πράξεις των αποστόλων» (1,10-11) παρουσιάζονται άγγελοι να λέγουν στους μαθητές· «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ’ υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, ον τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν». Γιατί τα λέγουν αυτά οι άγγελοι; Τα λέγουν για τους εξής δύο λόγους κατά τον ιερό Χρυσόστομο·
α΄. Διότι πάντοτε στενοχωριούνταν οι μαθητές για την αναχώρηση του Χριστού. Αυτό φαίνεται σ’ αυτό που τους είπε ο Χριστός· «Κανείς από σας δεν με ρωτά που πηγαίνεις; Αλλά η λύπη έχει γεμίσει την καρδία σας επειδή σας είπα αυτά» (Ιω. 16,5-6). Αν εμείς λυπούμαστε που αποχωριζόμαστε κάποτε, ακόμη και για λίγο, φίλους, γνωστούς, ή συγγενείς, πόσο θα στενοχωριούνταν οι μαθητές που χάνανε δια παντός την ορατή παρουσία του Χριστού; Γι’ αυτό στέκονται οι άγγελοι και λέγουν αυτά· για να καταπραΰνουν με την επάνοδο του Κυρίου τη λύπη που τους προξένησε η αναχώρησή του. Για να μη πάθουν οι μαθητές ότι έπαθε ο Ελισαίος, όταν είδε τον διδάσκαλο του, τον Ηλία, ν’ ανεβαίνει στους ουρανούς. Έσκισε τα ρούχα του από τον πόνο, διότι δεν υπήρχε κανείς να του πει ότι ο Ηλίας θα ξαναρθεί. Πράγματι, λέγει ο Παύλος, «ο ίδιος ο Κύριος θα κατεβεί από τον ουρανό με πρόσταγμα με φωνή αρχαγγέλου· κι εμείς οι ζωντανοί, που θ’ απομένουμε τότε στη ζωή, θ’ αρπαχθούμε με σύννεφα για να συναντήσουμε τον Κύριο στον αέρα» (Α΄ Θεσ. 4,15-16).
β΄. Για να τονίσουν ότι ο Χριστός ανεβαίνει όχι ως απλός άνθρωπος, όπως ο Ηλίας, αλλά ως Θεός. Εκείνος ανέβηκε με πύρινο άρμα, ο Χριστός με νεφέλη· η νεφέλη στην αγία Γραφή είναι το όχημα και ο θρόνος του Θεού. «Ιδού Κύριος κάθεται επί νεφέλης κούφης» (Ησ.19,1), λέγει η Γραφή. Επειδή λοιπόν ο Πατέρας κάθεται πάνω σε νεφέλη, γι’ αυτό και στον Υιό έστειλε τη νεφέλη. Είναι σαν να τους λέγει· Μη στενοχωρείσθε εάν ο Ελισαίος πήρε τη μηλωτή του Ηλία σαν δώρο· εσείς θα πάρετε άπειρα θεϊκά χαρίσματα.
Και πράγματι μόλις έφυγε η ανθρώπινη φύση του Χριστού με την ανάληψη ήρθε η αισθητή, δυναμική και πυρφόρα παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Ήρθε ο «άλλος Παράκλητος», που είχε υποσχεθεί ο Χριστός στους μαθητές του (Ιω.14,16), και ο οποίος δημιούργησε την ορατή ανθρώπινη Εκκλησία, που είναι η συνέχεια του Σώματος του Χριστού. Η Εκκλησία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας. Μόλις έφυγε ο αρχιερεύς Χριστός, ήρθε το Άγιο Πνεύμα βάπτισε και έχρισε όλους τους πιστούς και τους γέμισε χαρίσματα ποικίλα. Ειδικά τους αποστόλους τους έχρισε αρχιερείς. Χάσαμε λοιπόν την αισθητή παρουσία του Χριστού που εκδηλωνότανε με την ανθρώπινή του φύση, έχουμε όμως την αισθητή -εξωτερική και εσωτερική- παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Έχουμε τους επισκόπους και ιερείς, που είναι «εις τύπον και τόπον Χριστού» και αποτελούν την ορατή παρουσία του Θεού. Δεν εγγίζουμε τα ιμάτια του Χριστού όπως η αιμορροούσα, αλλά εγγίζουμε τα άμφια των ιερέων που έχουν την ίδια δύναμη. Δεν ακούμε το Χριστό, ακούμε όμως το κήρυγμα των ιερέων και παίρνουμε απ’ αυτούς το Σώμα και το Αίμα του, το οποίο όχι απλώς το εγγίζουμε, αλλά το τρώμε, το βάζουμε μέσα μας.
Μετά απ’ όλες αυτές τις ενέργειες του Χριστού έγινε πραγματικότητα αυτό που ψάλλει η Εκκλησία μας την ημέρα της αναλήψεως· «Ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους μαθητάς τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος· βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι σύ ο Υιός του Θεού, ο λυτρωτής του κόσμου».
10 ερωτήσεις για την Ανάληψη του Χριστού
π. Κωνσταντίνος Δράγας
Γιατί έγινε η Ανάληψη μετά από 40 μέρες και όχι αμέσως μετά την Ανάσταση;
Ο αρχηγός της ζωής, που έλυσε τα δεσμά του θανάτου με την Ανάστασή του, συναναστράφηκε με τους μαθητές του επί σαράντα ημέρες και επιβεβαίωσε σ’ αυτούς την Ανάστασή του με πολλές αποδείξεις. Δεν ανέβηκε στους ουρανούς την ίδια ημέρα που αναστήθηκε, γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε αμφιβολίες και ερωτηματικά. Διαφορετικά, πολλοί από τους άπιστους θα μπορούσαν να προβάλλουν το επιχείρημα ότι η Ανάσταση δεν ήταν παρά ένα ακόμη από τα όνειρα ευσεβών πόθων που γρήγορα έρχονται και πιο γρήγορα παρέρχονται. Για αυτό ακριβώς έμεινε ο Χριστός σαράντα ολόκληρες ημέρες στη γη, και εμφανίστηκε επανειλημμένα στους μαθητές του, και τους έδειξε τις ουλές από τα πληγές του, τους μίλησε για τις προφητείες που εκπλήρωσε με την ζωή και τα πάθη του ως άνθρωπος, και μάλιστα συνέφαγε μαζί τους.
Γιατί έφαγε ο αναστημένος Χριστός ψητό ψάρι και μέλι;
Στο σημερινό Ευαγγέλιον της Εορτής ακούμε ότι ζήτησε και έφαγε ο Χριστός «ιχθύος οπτού μέρος και από μελισσίου κηρίου», δηλ. ένα κομμάτι από ψητό ψάρι και από κηρύθρα με μέλι (Λουκ. 24:42). Γιατί αναφέρεται η λεπτομέρεια αυτή; Κατά την εκκλησιαστική παράδοση, η λεπτομέρεια αυτή είχε πολύ σπουδαία αλληγορική σημασία. Όσον αφορά στο ψάρι, γνωρίζουμε ότι αν και ζει μέσα στην αλμυρή θάλασσα, το σώμα του δεν είναι αλμυρό, αλλά γλυκό. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο Χριστός, που έζησε μέσα στην ‘αλμυρή θάλασσα της αμαρτίας’ του κόσμου τούτου, «αμαρτίαν ουκ εποίησε, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού», δηλ. δεν έκανε καμιά αμαρτία, ούτε ξεστόμισε τίποτε το δόλιο (Ησαΐας 53:9). Επίσης, ο Χριστός παρέμεινε πιο άφωνος και από το ψάρι όταν υπέστη το σωτήριο πάθος του και δέχτηκε τα ανήκουστα εκείνα βασανιστήρια και ακατανόμαστους υβρισμούς. Όσον αφορά στο μέλι και στο κερί, γνωρίζουμε ότι το μέλι είναι γλυκό και το κερί φωτιστικό, γι’ αυτό και θεωρούνται σαν σύμβολα της πνευματικής ηδονής και του φωτισμού που μεταδίδει στους πιστούς ο Χριστός μετά την Ανάστασή του. Επίσης, συμβολίζουν, το μεν πρώτο την θεραπεία της μεγάλης πίκρας της αμαρτίας την οποίαν συμβολίζει η χολή που του δόθηκε στο πάθος του, το δε δεύτερο, την διάλυση του πυκτού σκοταδιού της αμαρτίας την οποία συμβολίζει το σκοτάδι που έγινε κατά την σταύρωσή του.
Γιατί έγινε η Ανάληψη στο Όρος των Ελαιών;
Αφού λοιπόν επιβεβαίωσε ο Χριστός την εκ νεκρών Ανάστασή του στους μαθητές του με μελιστάλακτους λόγους, και φώτισε τον νου τους και θέρμανε την καρδιά τους με την παρουσία του, τους οδήγησε την 40ην ημέρα από την Ανάστασή του στο Όρος των Ελαιών, που βρίσκεται στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Έπρεπε σ’ αυτό το Όρος να γίνει η Ανάληψη, γιατί σ’ αυτό, σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση, θα επανέλθει ο Κύριος σωματικά και με δόξα για να κρίνει τον κόσμο κατά την έσχατη ημέρα. Εκεί θα ελεηθούν με το μέγα έλεος οι δίκαιοι, και εκεί θα θρηνήσουν με τον αιώνιο και απαρηγόρητο θρήνο οι αμαρτωλοί. Τις δύο αυτές αντίθετες καταστάσεις των ανθρώπων δηλώνει η ονομασία του Όρους τούτου, γιατί οι κορυφές του ονομάζονται Όρος Ελαιών, ενώ οι πρόποδές του, κοιλάδα του Κλαυθμώνος. Το ίδιο προμήνυσε και ο χρησμός του προφήτη Ζαχαρία που ρητά δήλωσε «Ιδού ημέρα έρχεται Κυρίου, και στήσονται οι πόδες αυτού επί το Όρος των Ελαιών κατέναντι Ιερουσαλήμ εξ ανατολών» (Ζαχ. 14:4).
Γιατί έπρεπε να ήταν παρόντες οι Απόστολοι και η Θεοτόκος;
Σ’ αυτό το Όρος οδήγησε ο Κύριος τους μαθητές του και την Θεοτόκο που τον γέννησε, για να δουν με τα μάτια τους την ένδοξη Ανάληψή του. Έπρεπε η κατά σάρκα Μητέρα του να είναι παρούσα σ’ εκείνη την μεγάλη δόξα του Υιού της, έτσι ώστε όπως σαν Μητέρα πληγώθηκε ψυχικά για το πάθος του πάνω από όλους, έτσι κατά τρόπο ανάλογο να χαρεί πάνω από όλους βλέποντας τον Υιό της να ανέρχεται με δόξα στους ουρανούς, να προσκυνείται σαν Θεός από τους Αγγέλους και να καθίζεται στον θρόνο της Μεγαλοσύνης πάνω από κάθε αρχή και εξουσία. Έπρεπε επίσης και οι θείοι Απόστολοι να γίνουν αυτόπτες της Ανάληψής του, για να πληροφορηθούν, ότι ο θείος Διδάσκαλός τους που ανεβαίνει τώρα στους ουρανούς, από εκεί είχε κατεβεί, και εκεί θα τους περιμένει σαν αληθινός Υιός του Θεού και Σωτήρας του κόσμου.
Πώς έγινε η πρωτόγνωρη και μοναδική Ανάληψη του Χριστού;
Είχαν ήδη φτάσει στη μεσαία κορυφή του Όρους. Μπροστά τους απλωνόταν η πόλη των Ιεροσολύμων. Ήταν ακόμα ανοιχτή στο χώμα η οπή στην οποία στήθηκε ο Σταυρός. Ανοιχτή ήταν επίσης και η είσοδος στον Τάφο του Σωτήρα, αφού ήταν ακόμα πεσμένος στο χώμα ο μέγας λίθος με τον οποίον είχε σφραγισθεί. Τότε στρέφει ο Σωτήρας τα νώτα του προς την αχάριστη πόλη των Ιεροσολύμων και το βλέμμα του ατενίζει προς ανατολάς, όπως αναφέρει ο Δαυίδ με χαρά σε κάποιο ψαλμό του, «Ψάλλατε τω Θεώ τω επιβεβηκότι επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς» (Ψαλμ. 67:34). Και ενώ αποχαιρετάει τους μαθητές του, υψώνει τα άχραντα χέρια του και ευλογεί για τελευταία φορά –τα χέρια εκείνα με τα οποία ανάπλασε τον άνθρωπο που είχε δημιουργήσει στην αρχή, και τα οποία άπλωσε από φιλανθρωπία επάνω στον Σταυρό και συνένωσε «τα διεστώτα», δηλ. αυτά που βρίσκονταν σε διάσταση. Ενώ δεν χόρταιναν τα μάτια των μαθητών να βλέπουν το θεοειδές και γλυκύτατο εκείνο πρόσωπο του Κυρίου τους, ξαφνικά άρχισε Εκείνος να ανέρχεται στον ουρανό. Το βλέμμα τους έμεινε καρφωμένο στο παράδοξο και ακατανόητο εκείνο θέαμα της σωματικής Ανάληψης του Κυρίου, μέχρις ότου τον έκρυψε η φωτεινή νεφέλη.
Τι πρωτόγνωρη και μοναδική που ήταν η μεγαλοπρέπεια αυτής της Ανάληψης! Και ο Ηλίας είχε αναληφθεί στους ουρανούς, όπως αναφέρει η Γραφή, όμως η ανάληψή του έγινε με πύρινο άρμα και πύρινους ίππους, γιατί ήταν απλός άνθρωπος και χρειαζόταν βοήθεια για να αναληφθεί πάνω από την γη. Ο Χριστός όμως ήταν Θεάνθρωπος που αναλήφθηκε από μόνος του, με μόνη την παντοδυναμία του. Όσον αφορά στην νεφέλη εκείνη, επρόκειτο για το Άγιο Πνεύμα, όπως ακριβώς συνέβη και στην Μεταμόρφωση του Χριστού. Όπως η κάθοδός του και η Ενσάρκωσή του έγιναν «εκ Πνεύματος Αγίου», σύμφωνα με το μήνυμα του Γαβριήλ προς την Παρθένο («Πνεύμα Κυρίου επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σε» Λουκ. 1:35), έτσι και τώρα «συνανέρχεται» (ανεβαίνει μαζί με το Άγιο Πνεύμα) γιατί Εκείνο τον παρακολουθεί και συνυπάρχει μαζί του ως ομοούσιό του, συμπροσκυνούμενο και συνδοξαζόμενο.
Τι πρωτόγνωρη και μοναδική που ήταν η μεγαλοπρέπεια αυτής της Ανάληψης! Και ο Ηλίας είχε αναληφθεί στους ουρανούς, όπως αναφέρει η Γραφή, όμως η ανάληψή του έγινε με πύρινο άρμα και πύρινους ίππους, γιατί ήταν απλός άνθρωπος και χρειαζόταν βοήθεια για να αναληφθεί πάνω από την γη. Ο Χριστός όμως ήταν Θεάνθρωπος που αναλήφθηκε από μόνος του, με μόνη την παντοδυναμία του. Όσον αφορά στην νεφέλη εκείνη, επρόκειτο για το Άγιο Πνεύμα, όπως ακριβώς συνέβη και στην Μεταμόρφωση του Χριστού. Όπως η κάθοδός του και η Ενσάρκωσή του έγιναν «εκ Πνεύματος Αγίου», σύμφωνα με το μήνυμα του Γαβριήλ προς την Παρθένο («Πνεύμα Κυρίου επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σε» Λουκ. 1:35), έτσι και τώρα «συνανέρχεται» (ανεβαίνει μαζί με το Άγιο Πνεύμα) γιατί Εκείνο τον παρακολουθεί και συνυπάρχει μαζί του ως ομοούσιό του, συμπροσκυνούμενο και συνδοξαζόμενο.
Γιατί εστάλησαν οι δύο ανθρωπόμορφοι και λευκοφόροι Άγγελοι;
Ενώ ατένιζαν έκθαμβοι στον ουρανό οι άγιοι Απόστολοι, δύο άνδρες παρουσιάστηκαν σ’ αυτούς ντυμένοι με λευκή στολή. Ήταν άγγελοι οι δύο αυτοί άνδρες που είχαν πάρει ανθρώπινη μορφή για να μη φοβίσουν τους μαθητές. Και ήταν λευκοφόροι για να φανερωθεί η αγνότητά τους και το διαφωτιστικό και χαρμόσυνο μήνυμα τους το οποίο είχαν αποσταλεί να παραδώσουν. Τους απόστειλε ο Χριστός που αναλήφθηκε, για να τους παρηγορήσει την στιγμή της λύπης τους για τον αποχωρισμό του, αλλά και να τους διαφωτίσει ότι ο αόρατος πλέον Κύριός τους καθόταν στα δεξιά του Θεού Πατρός και ότι θα κατεβεί και πάλι στη γη για να κρίνει όλους τους ανθρώπους, τους ζωντανούς και τους νεκρούς.
Ποιο ήταν το μήνυμα των λευκοφόρων Αγγέλων;
«Άνδρες Γαλιλαίοι», τους είπαν, «γιατί στέκεστε με το βλέμμα σας προσηλωμένο στους ουρανούς; Αυτός ο Ιησούς, τον οποίον σήμερα βλέπετε να αναλαμβάνεται, θα επανέλθει για να κρίνει τον κόσμο, και η επάνοδός του θα είναι ίδια με την ανάληψή του». Δηλαδή, θα έλθει από τον ουρανό φορώντας το ίδιο άχραντο Σώμα, το οποίο παρέλαβε από τα αίματα της αγνής Παρθένου, και το οποίο θα έχει επάνω του χαραγμένες τις πληγές που έλαβε στο πάθος του. Τώρα μόνο εσείς οι λίγοι τον βλέπετε να ανέρχεται στον ουρανό, όταν όμως επανέλθει, όλες οι φυλές της γης θα τον δουν να κατεβαίνει από εκεί με δόξα επάνω σε νεφέλες. Η ένδοξη αυτή κατάβασή του θα αποβεί πρόξενος μακαριότητας και χαράς για όσους έζησαν δίκαια. Για τους αμαρτωλούς όμως θα είναι αιτία θλίψεως και συμφοράς.»
Ποιος ήταν ο αντίκτυπος της Ανάληψης στους Αποστόλους και στο μικρό ποίμνιο της πρώτης Εκκλησίας;
Αυτά άκουσαν οι Απόστολοι και προσκύνησαν τον Σωτήρα στην Ανάληψή του και ύστερα επέστρεψαν με χαρά στα Ιεροσόλυμα. Η χαρά τους ήταν πολύ μεγάλη, γιατί έμαθαν οριστικά, ότι ο θείος Διδάσκαλός τους είναι Θεός αληθινός, που αναλήφθηκε στους ουρανούς, όχι για να εγκαταλείψει τη γη, αλλά για να την ενώσει με τον ουρανό. Η χαρά τους ήταν επίσης πολύ μεγάλη γιατί πήραν την ευλογία του Σωτήρα τους στην Ανάληψή του. Με αυτήν την ευλογία η ολιγάριθμη Εκκλησία των μαθητών, το μικρό εκείνο ποίμνιο, αυξήθηκε μέσα σε ένα μικρό διάστημα και έγινε πολύ μεγάλη, και παίρνοντας την χάρη του Αγίου Πνεύματος αναδείχτηκε στην Εκκλησία εκείνη που εγκαθιδρύθηκε σε όλα τα μέρη της γης.
Ποιος ήταν ο αντίκτυπος της Ανάληψης στις ταξιαρχίες των Αγγέλων στους ουρανούς;
Ενώ αυτά συνέβαιναν στη γη εξ αιτίας της Ανάληψης, στους ουρανούς οι Άγγελοι έστηναν μεγαλειώδες πανηγύρι. Οι τάξεις των Αγγέλων που υπηρέτησαν τον Σωτήρα επάνω στη γη και τον συνόδευαν τώρα στην θεία του Ανάληψη καλούσαν τις άνω ταξιαρχίες να ανοίξουν τις ουράνιες πύλες για να εισέλθει ο Βασιλεύς της Δόξης. «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών,» ψάλλει ο προφητάναξ Δαυίδ, «και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της Δόξης» (Ψαλμ. 23:7). ["Νεκρός": κατά τη γνώμη μου, ο στίχος αναφέρεται στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη και όχι στην άνοδό Του στους ουρανούς (είναι φανερό ότι πρόκειται για πολεμικό στίχο, που προφητεύει κατάκτηση), γι' αυτό και είθισται να λέγεται στους ναούς κατά τη νύχτα της Ανάστασης]. Επειδή με το σωτήριο πάθος του έγινε ο Σωτήρας Χριστός ενδοξότερος και υψηλότερος –όπως το διατυπώνει ο Απόστολος Παύλος: «Εταπείνωσε το εαυτόν του και έγινε υπήκουος μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου Σταυρικού, γι’ αυτό και ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε το υπέρ παν όνομα» (Φιλιππ. 2:9), γι’ αυτό απαιτούν και οι πύλες του ουρανού να γίνουν υψηλότερες για να τον υποδεχτούν επάξια. Επίσης, επειδή η δόξα του νικητή του Άδη και του θανάτου, που δεν χώρεσε στην μικρή γη, πλήρωσε τους ουρανούς, απαιτούν να υψωθούν και εκείνοι (οι Άγγελοι) στην εμφάνισή του.
Ωστόσο, οι ανώτερες ταξιαρχίες των Αγγέλων, βλέποντας ανθρώπινο σώμα να μεταφέρεται πάνω από αυτούς, καταλαμβάνονταν από θάμβος και έκπληξη. Γιατί, όπως ένας άνθρωπος που βλέπει Άγγελο στη γη καταλαμβάνεται από έκπληξη φόβου, έτσι και οι ασώματοι Άγγελοι, βλέποντας τότε ένα σώμα να υψώνεται μέσα σε νεφέλη, ζητούσαν έκθαμβοι να μάθουν γι’ αυτό το παράδοξο θέαμα, ζητώντας δυο φορές να βεβαιωθούν, Ποιος είναι αυτός ο Βασιλεύς της Δόξης; Μαθαίνοντας, όμως, ότι είναι ο ισχυρός στους πολέμους Κύριος, που πάλεψε με τον διάβολο και τον κατέβαλε, που τώρα ανέρχεται στους ουρανούς, απορούν, πως το υπέρλαμπρο εκείνο σώμα είναι ερυθρό, και ρωτούν, «Τις ούτος ο παραγενόμενος εξ Εδώμ; ;» όπως ψάλλει ο πρώτος των προφητών, «ερύθημα ιματίων αυτού εκ Βοσόρ; Ούτος ωραίος εν στολή αυτού» (Ησαΐας 63:1); Δηλαδή, ποιος είναι αυτός ο γήινος που έρχεται φορώντας σάρκα σαν υπέρλαμπρο και ερυθρό ιμάτιο; Γιατί γήινος είναι η ερμηνεία του Εδώμ και σάρξ είναι το Βοσόρ, και το σημείο αναφοράς εδώ είναι το δοξασμένο εκείνο Σώμα του Δεσπότη Χριστού που φαινόταν κατά την άνοδό του στους ουρανούς σαν ερυθρό γιατί έφερε επάνω του τον τύπο των πληγών της άχραντης πλευράς, των χειρών και των ποδών.
Ωστόσο, οι ανώτερες ταξιαρχίες των Αγγέλων, βλέποντας ανθρώπινο σώμα να μεταφέρεται πάνω από αυτούς, καταλαμβάνονταν από θάμβος και έκπληξη. Γιατί, όπως ένας άνθρωπος που βλέπει Άγγελο στη γη καταλαμβάνεται από έκπληξη φόβου, έτσι και οι ασώματοι Άγγελοι, βλέποντας τότε ένα σώμα να υψώνεται μέσα σε νεφέλη, ζητούσαν έκθαμβοι να μάθουν γι’ αυτό το παράδοξο θέαμα, ζητώντας δυο φορές να βεβαιωθούν, Ποιος είναι αυτός ο Βασιλεύς της Δόξης; Μαθαίνοντας, όμως, ότι είναι ο ισχυρός στους πολέμους Κύριος, που πάλεψε με τον διάβολο και τον κατέβαλε, που τώρα ανέρχεται στους ουρανούς, απορούν, πως το υπέρλαμπρο εκείνο σώμα είναι ερυθρό, και ρωτούν, «Τις ούτος ο παραγενόμενος εξ Εδώμ; ;» όπως ψάλλει ο πρώτος των προφητών, «ερύθημα ιματίων αυτού εκ Βοσόρ; Ούτος ωραίος εν στολή αυτού» (Ησαΐας 63:1); Δηλαδή, ποιος είναι αυτός ο γήινος που έρχεται φορώντας σάρκα σαν υπέρλαμπρο και ερυθρό ιμάτιο; Γιατί γήινος είναι η ερμηνεία του Εδώμ και σάρξ είναι το Βοσόρ, και το σημείο αναφοράς εδώ είναι το δοξασμένο εκείνο Σώμα του Δεσπότη Χριστού που φαινόταν κατά την άνοδό του στους ουρανούς σαν ερυθρό γιατί έφερε επάνω του τον τύπο των πληγών της άχραντης πλευράς, των χειρών και των ποδών.
Γιατί διατηρήθηκαν τα αποτυπώματα των πληγών στο Αναστημένο Σώμα του Χριστού;
Πώς όμως φαίνονταν οι πληγές σ’ εκείνο το άφθαρτο σώμα; Ήταν θέμα οικονομίας αυτό που φαινόταν, και είχε σαν σκοπό να φανερώσει την άρρητη (ανέκφραστη) και υπερβολική αγάπη του Θεανθρώπου για τον άνθρωπο. Δηλαδή το ότι καταδέχτηκε όχι μόνο να δεχθεί πληγές, αλλά και μετά την Ανάστασή του να τις διατηρήσει με παράδοξο τρόπο επάνω σ’ εκείνο το αφθαρτοποιημένο σώμα, και να τις δείξει στην Ανάληψή του και στον κόσμο των Αγγέλων σαν τα σύμβολα του πάθους του και σαν τα ανεξίτηλα τεκμήρια της αγάπης του προς εμάς τους ανθρώπους. Επίσης, διατήρησε τις πληγές του άχραντου σώματός του για να μας πείσει να μην λησμονούμε ποτέ τα πάθη του, διότι όταν τα έχουμε ενώπιόν μας, η καρδιά μας θα πλημμυρίζει από ευγνωμοσύνη προς αυτόν και από ιερά συναισθήματα.
Τίποτε άλλο, λέει ο ιερός Χρυσόστομος δεν είναι ικανό να γεννήσει μέσα μας τα σωτήρια αυτά αποτελέσματα όσο το να βλέπουμε τον Θεό να μεταφέρει τα ίχνη του Σταυρού μέχρι το θρόνο της μεγαλοσύνης του. Κατά τον ιερό Αυγουστίνο, ο Θεάνθρωπος διατήρησε τις πληγές του στους ουρανούς, για να μας δείξει, ότι και στην κατάσταση της δόξης του δεν θα μας λησμονήσει, όπως άλλωστε μας διαβεβαιώνει γι’ αυτό και ο κορυφαίος από τους προφήτες: «Ιδού επί των χειρών μου εζωγράφησά σου τα τείχη, και ενώπιόν μου ει δια παντός» (Ησ. 49:16), δηλαδή, ουδέποτε θα μας ξεχάσει, διότι θα μας έχει γραμμένους με ανεξίτηλα γράμματα επάνω στα χέρια του και θα μεσιτεύει για μας ενώπιον του Θεού Πατρός. Ίσως ακόμη και να διατήρησε τις πληγές για να μας διδάξει ότι μόνο με παθήματα και θλίψεις θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην βασιλεία των ουρανών. Αν ο ίδιος ο Θεάνθρωπος ανυψώθηκε με σταυρικό πάθος, και αν δοξάστηκε με επονείδιστο θάνατο, τότε πως εμείς θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην δόξα εκείνη χωρίς να βαδίσουμε στην στενή οδό της αρετής, και χωρίς να υπομείνουμε θλίψεις και πειρασμούς αγωνιζόμενοι τον καλόν αγώνα; Αυτό είναι τελείως αδύνατο.
Τίποτε άλλο, λέει ο ιερός Χρυσόστομος δεν είναι ικανό να γεννήσει μέσα μας τα σωτήρια αυτά αποτελέσματα όσο το να βλέπουμε τον Θεό να μεταφέρει τα ίχνη του Σταυρού μέχρι το θρόνο της μεγαλοσύνης του. Κατά τον ιερό Αυγουστίνο, ο Θεάνθρωπος διατήρησε τις πληγές του στους ουρανούς, για να μας δείξει, ότι και στην κατάσταση της δόξης του δεν θα μας λησμονήσει, όπως άλλωστε μας διαβεβαιώνει γι’ αυτό και ο κορυφαίος από τους προφήτες: «Ιδού επί των χειρών μου εζωγράφησά σου τα τείχη, και ενώπιόν μου ει δια παντός» (Ησ. 49:16), δηλαδή, ουδέποτε θα μας ξεχάσει, διότι θα μας έχει γραμμένους με ανεξίτηλα γράμματα επάνω στα χέρια του και θα μεσιτεύει για μας ενώπιον του Θεού Πατρός. Ίσως ακόμη και να διατήρησε τις πληγές για να μας διδάξει ότι μόνο με παθήματα και θλίψεις θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην βασιλεία των ουρανών. Αν ο ίδιος ο Θεάνθρωπος ανυψώθηκε με σταυρικό πάθος, και αν δοξάστηκε με επονείδιστο θάνατο, τότε πως εμείς θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην δόξα εκείνη χωρίς να βαδίσουμε στην στενή οδό της αρετής, και χωρίς να υπομείνουμε θλίψεις και πειρασμούς αγωνιζόμενοι τον καλόν αγώνα; Αυτό είναι τελείως αδύνατο.
Νεκρέ Χαίρε εν Κυρίω,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣχετικά με την ερωτηση "Γιατί έφαγε ο αναστημένος Χριστός ψητό ψάρι και μέλι;"
Επίσης το έκανες γιατί και τα δύο ήταν τροφές που αφήνουν υπολείματα και έτσι οι μαθητές δεν μπορούσαν να πουν μετά "μήπως ήταν όραμα" ή "γελαστήκαμε". Το υπόλειμμα της τροφής ήταν εκεί για να τους υπενθυμίζει ότι ο Ιησούς ήταν εκεί. Μαζί τους.
Αγαπητέ Νεκρέ για τον κόσμο,
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατ΄ αρχήν ευχαριστούμε για τις πολύ όμορφες και ψυχοδόμες εν γένει αναρτήσεις σας - μεταξύ των οποίων και η ανωτέρα.
Επιτρέψτε μου μόνο ένα παρενθετικό σχόλιο επί του σχολίου σας. Γράφετε:"«Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών,» ψάλλει ο προφητάναξ Δαυίδ, «και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της Δόξης» (Ψαλμ. 23:7). ["Νεκρός": κατά τη γνώμη μου, ο στίχος αναφέρεται στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη και όχι στην άνοδό Του στους ουρανούς (είναι φανερό ότι πρόκειται για πολεμικό στίχο, που προφητεύει κατάκτηση), γι' αυτό και είθισται να λέγεται στους ναούς κατά τη νύχτα της Ανάστασης]."
Γενικώς, όλοι οι Ψαλμοί του Προφητάνακτος Δαυίδ της Παλαιάς Διαθήκης που σχετίζονται με την Βασιλεία/Βασιλικότητα του Θεού αφορούν στην Καινή τον Αναστημένο Χριστό (ως Βασιλέα εν τη Δόξη Του). Ειδικότερα, ο εν λόγω Ψαλμός 23 αφορά Ανοδο (στην Δόξα του Πατρός) και όχι κάθοδο (στον Άδη) όπως και δεικνύεται και στον στίχο 3: "3 τίς ἀναβήσεται εἰς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου καὶ τίς στήσεται ἐν τόπῳ ἁγίῳ αὐτοῦ; 4 ἀθῷος χερσὶ καὶ καθαρὸς τῇ καρδίᾳ,...). Επιπλέον και μόνον στίχος 7 είναι αρκετός για να δείξει ότι πρόκειται για τις Πύλες των Ουρανών της Δόξης διότι ακριβώς είναι Πύλαι Αιώνιοι ("και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της Δόξης"). Τό ίδιο λέει και ο στίχος 9/10: "ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. 10 τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης; Κύριος τῶν δυνάμεων αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης."
Όσο για το πολεμικό που αναφέρετε, ίσως ο σημαντικότερος περί Χριστού στίχος στους Ψαλμούς (101: 1-2) αναφέρει: "ΕΙΠΕΝ ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. 2 ράβδον δυνάμεως ἐξαποστελεῖ σοι Κύριος ἐκ Σιών, καὶ κατακυρίευε ἐν μέσῳ τῶν ἐχθρῶν σου". Ο Κύριος (Υιός) κάθεται στα δεξιά του Κυρίου (Πατρός) μόνον μετά την ανάληψη Του (εν τη δόξα Του) ("Ὁ μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ." Κατά Μάρκον, ιστ, 19)- και όμως ο πολεμικός χαρακτήρας του στην σχέση Κυρίου-κόσμου (αμαρτίας) συνεχίζεται (όπως ακριβώς αναφέρει και ο Ψαλμός 101).
Ευχαριστώ για την φιλοξενία,
Χρήστος Ρέτουλας